Το αποτέλεσμα της δουλειάς του Κωνσταντίνου Πίττα είναι εμφανές. Η φωτογραφία του είναι εν τέλει και σοφιστικέ και λαϊκή/απλή, αποτέλεσμα της ζόρικης/ασύδοτης ελευθερίας του.

Κατά τα έσχατα χρόνια της μεγάλης ανακατωσούρας στη δημόσια σφαίρα, η έννοια των εορταστικών διακοπών έχει πάθει βλάβη. Χριστούγεννα, Πάσχα, Δεκαπενταύγουστο, πάντα κάτι σοβαρό (τύπου «το χάνουμε ή όχι το Ευρώ;»), αγχωμένοι έχουμε για να τρέχουμε.

Εν όψει της Πασχαλιάς, λοιπόν, ψάξαμε για ένα χαλαρό θέμα, αποφορτισμένο από τη λάτρα της πολιτικής. Άλλωστε, ευλόγως, τέτοιες μέρες ο αποκαμωμένος κόσμος δεν τσιμπάει πια στις σοβαροφανείς εκδοχές των εθνικών αδιεξόδων.

Ο ΚΠ με τη μηχανή σχεδόν κρυμμένη στην παλάμη στο ύψος της κοιλιάς έμαθε, «σπλαχνικά»/«σωματικά» να έχει ως προέκταση του σώματος την μηχανή του και με ένα «κλικ-τη-στιγμή-που-πρέπει» να συλλαμβάνει την εικόνα που «είδε».

Κωνσταντίνος Πίττας, νέο φωτογραφικό λεύκωμα

E arrivato Constantis, Constantis e arrivato! Αυτή ήταν η είδηση, που μας έδωσε την ευκαιρία. Ο Κωνσταντίνος Πίττας (ΚΠ), εξέδωσε το δεύτερο βιβλίο του, «Αθήνα, πόλη των γυναικών», που προχτές, με την γοητευτικά ενδιαφέρουσα συνηγορία της Μυρσίνης Γκανά, παρουσίασε στο Little Tree Books (Ακρόπολη).

Είχαν προηγηθεί, πριν ενάμιση χρόνο, οι «Εικόνες μιας άλλης Ευρώπης», ως καταστάλαγμα μιας τολμηρής/ριψοκίνδυνης τετραετούς περιπλάνησης στην Δυτική και την Κομμουνιστική τότε Ευρώπη. Τα περασμένα Χριστούγεννα κρίθηκαν ως κορυφαίο φωτογραφικό άλμπουμ της χρονιάς στην σχετική «δημοσκόπηση» του κοινού της Athens Voice.

Το φθινόπωρο είχε πραγματοποιηθεί με επιτυχία η εντυπωσιακή Έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη (15.000 εισιτήρια!). Άλλωστε, ου παντός πλειν ες Μπενάκειον, σπάνια τέτοιοι θεσμοί δέχονται στις αίθουσές τους άγνωστους/«μη καθιερωμένους» καλλιτέχνες με τέτοια προθυμία και τόσο άμεσα. Κάτι κατάλαβαν…

Ο Κωνσταντίνος ήθελε απλώς να περιγράψει το πάθος του εκείνης της εποχής, ως άντρας που αγαπούσε τις γυναίκες. Μια εμμονή που ξεπέρναγε την ερωτική προσέγγιση, ψάχνοντας πέρα από αυτήν, να ικανοποιήσει την περιέργεια για το τι κρύβεται πίσω από τα θηλυκά πρόσωπα.

Η αναπάντεχη επάνοδος

Γνωριζόμαστε δεκαετίες (ήμασταν συμμαθητές στο γυμνάσιο), αλλά ουδέποτε είχα αντιληφθεί ότι ο Κωνσταντίνος θα γινόταν σημαντικός καλλιτέχνης, ούτε διακρινόταν για τέτοιου τύπου επιδόσεις το σχολείο μας. Και είχαμε χαθεί, ώσπου πριν τρία χρόνια «γίναμε φίλοι» στο Φαίησμπουκ.

Εκεί άρχισε χύδην να δημοσιεύει πολλές φωτογραφίες. Κάποιες μάλιστα πέρασαν το «κάστινγκ» για ένα ρόλο στα δύο συγκεκριμένα άλμπουμ, αφού ο ΚΠ μετρούσε τη δύναμή τους στα μάτια ενός κοινού που τον ενδιέφερε. Οι θαυμαστές του ξέρουν ότι από το 1989, οπότε παράτησε την Φωτογραφία, ως το 2014, δεν πίστευε και ο ίδιος ότι κάποια στιγμή η δουλειά του θα αναγνωριζόταν πανηγυρικά.

Σταδιακά έχει αποκτήσει πενταψήφιους θαυμαστές που διαρκώς η επικράτειά τους διευρύνεται και αυτοί απαίτησαν να εκδοθούν τα δύο πονήματα. Μπορείς να πεις πως η καλλιτεχνική εξωτερίκευσή του, εσχάτως, συνιστά εξαιρετικό παράδειγμα της καλής πλευράς των σόσιαλ μήντια.

«(…Η οικογένεια…) για τις περισσότερες από αυτές τις γυναίκες ήταν όλη τους η ζωή, το κουκούλι που τις προστάτευε από τον έξω κόσμο, σε μια μικρή, βαθιά συντηρητική και φοβική περίκλειστη κοινωνία. Εκατομμύρια τέτοια κουκούλια, το ένα δίπλα στο άλλο, και απ’ έξω τείχη ψηλά. Από τότε ως σήμερα, τα κουκούλια ξέφτισαν λιγάκι, αλλά τα τείχη παρέμειναν»…

Γιατί, «πόλη των γυναικών»;

Σε σχετική ερώτηση, μου απάντησε κατηγορηματικά, ο τίτλος δεν υπαινίσσεται φελλινικές προθέσεις. Όχι μόνο γιατί η «La Citta delle donne» του Φελλίνι δεν ήταν και από τις σπουδαιότερες, αλλά κυρίως γιατί ο Κωνσταντίνος εδώ ήθελε απλώς να περιγράψει το πάθος του εκείνης της εποχής, ως άντρας που αγαπούσε τις γυναίκες.

Μια εμμονή που ξεπέρναγε την ερωτική προσέγγιση, ψάχνοντας πέρα από αυτήν, να ικανοποιήσει την περιέργεια για το τι κρύβεται πίσω από τα θηλυκά πρόσωπα. Πιτσιρίκες, μεγαλύτερες, ηλικιωμένες, όμορφες ή άσχημες. Ίσως γιατί ο ίδιος βρισκόταν σε φάση μινόρε και έλπιζε πως θα αυτοψυχαναλυόταν, αποκωδικοποιώντας τα αδύναμα γυναικεία ημιτόνια σε αντίθεση με τους ισχυρούς (τουλάχιστον στο πεδίο των κλισέ) ανδρικούς τόνους.

Πάμε με τα δικά του λόγια να πάρουμε μια γεύση αυτής της ανάλυσης, που τελικά αποκαλύπτεται εναργέστερα μέσα στις φωτογραφίες του. «(…Η οικογένεια…) για τις περισσότερες από αυτές τις γυναίκες ήταν όλη τους η ζωή, το κουκούλι που τις προστάτευε από τον έξω κόσμο, σε μια μικρή, βαθιά συντηρητική και φοβική περίκλειστη κοινωνία. Εκατομμύρια τέτοια κουκούλια, το ένα δίπλα στο άλλο, και απ’ έξω τείχη ψηλά. Από τότε ως σήμερα, τα κουκούλια ξέφτισαν λιγάκι, αλλά τα τείχη παρέμειναν»…

Όταν δούλευε σε φουλ ρυθμούς, μαζεύοντας το υλικό από όπου και τα εκδοθέντα, έβγαινε τα πρωινά χωρίς μηχανή, για «Προπόνηση». Διψώντας να ανακαλύψει πρόσωπα.

Κάποια μυστικά

Δεν χρειάζεται να έχει κανείς τη δική μας προνομιακή πρόσβαση στον λιτό λόγο του Κωνσταντίνου, για να κατανοήσει πώς με ματιά βαθειά διεισδύει στο αντικείμενό του. Είναι προσιτός σε όποιον ζητήσει να μάθει τα καλλιτεχνικά μυστικά του. Αρκετά είναι ήδη απλωμένα μέσα στις πτυχές της ιστοσελίδας του. Ας αναδείξουμε εδώ λίγα ακόμα.

Ο ΚΠ με τη μηχανή σχεδόν κρυμμένη στην παλάμη στο ύψος της κοιλιάς έμαθε, «σπλαχνικά»/«σωματικά» να έχει ως προέκταση του σώματος την μηχανή του και με ένα «κλικ-τη-στιγμή-που-πρέπει» να συλλαμβάνει την εικόνα που «είδε». Το έμπειρο καδράρισμα που κάνει (χωρίς να βλέπει από το σκόπευτρο) είναι αλάνθαστο και συνεργάζεται με την εξ ίσου αφεύγατη σαγίτα της ματιάς βαθειάς, ξέροντας πότε έγινε το κλικ και τι ακριβώς «γράπωσε».

Το αποτέλεσμα είναι εμφανές. Η φωτογραφία του είναι εν τέλει και σοφιστικέ και λαϊκή/απλή, αποτέλεσμα της ζόρικης/ασύδοτης ελευθερίας του. Η κατάδυση στη «μαγεία του βυθού, στα σκοτάδια του ανθρώπου» αποκαλύπτει αβίαστα την εσωτερική κατάσταση των πραγμάτων στα μυστικά τοπία των «θηραμάτων» του…

Όταν δούλευε σε φουλ ρυθμούς, μαζεύοντας το υλικό από όπου και τα εκδοθέντα, έβγαινε τα πρωινά χωρίς μηχανή, για «Προπόνηση». Διψώντας να ανακαλύψει πρόσωπα, ταυτόχρονα σχεδίαζε αντιδράσεις απέναντι σε πραγματικά σενάρια «κλικ». Και τα απογεύματα, κουρασμένος/«γλαρωμένος» έβγαινε για τον «Αγώνα». Τότε η διεισδυτικότητά του ήταν αφαιρετικά σημαντικότερη και τότε έπεφταν τα πραγματικά (πυρά) «κλικ»…

Αυθεντικός/αυτοδίδακτος και ακατάτακτος/αταξινόμητος τελικά ο Κωνσταντίνος, υπερβαίνει την Φωτογραφική Ντισιπλίν. Δεν κατατάσσεται σε κάποιο ρεύμα, είναι μοναδικός.

Ολίγα περί Αντικειμενικότητας

Με την ευκαιρία ξανανοίγουμε μια παλιά μας «ιδιότροπη» συζήτηση. Μίλησε ο Καντίνσκυ «Για το Πνευματικό στην Τέχνη», αλλά ουδείς τόλμησε να διεκδικήσει ευθέως τα κλειδιά για το Αντικειμενικό στην Τέχνη… Σπάνε τα κεφάλια τους όσοι εγείρουν τέτοιο μεγαλεπήβολο στόχο, δεν υπάρχει αντικειμενικό στην Τέχνη, ούτε και απόλυτοι μύστες της.

Και τι σημαίνει αυτό; Πολλά, μεταξύ των οποίων και αυτό: ουδείς έχει το δικαίωμα ασκώντας «Κριτική Τέχνης» να λέει «αυτός (ή το έργο του) είναι καλός ή κακός καλλιτέχνης». Γιατί κάποιος θα του αντιτείνει: «με ποιο αντικειμενικό κριτήριο τον εγκρίνεις ή απορρίπτεις, καλέ-μου-άνθρωπε;».

Μπορείς να λες «μου-αρέσει» ή «δεν-μου-αρέσει», δηλαδή, όχι όμως «αυτός είναι (αντικειμενικά) καλός (ή κακός)»… Αργήσαμε πολύ ως Ανθρώπινος Πολιτισμός να διαπιστώσουμε κάποια πράγματα, ας το κάνουμε τώρα.

Ακόμα δεν καλοβγήκε, λοιπόν, το Αθηναϊκό Άλμπουμ του ΚΠ και (βουτώντας εντός του ήδη εδώ και μια βδομάδα) το πιάσαμε το υπονοούμενο: θα γίνει και αυτό κλασσικό, όπως και το Ευρωπαϊκό του.

Αταξινόμητος ΚΠ

Αυθεντικός/αυτοδίδακτος και ακατάτακτος/αταξινόμητος τελικά ο Κωνσταντίνος, υπερβαίνει την Φωτογραφική Ντισιπλίν. Δεν κατατάσσεται σε κάποιο ρεύμα, είναι μοναδικός. Ασφαλώς δεν είναι ένας πριμιτίφ Θεόφιλος ή ένας ναΐφ Ανρί Ρουσσώ Ντουανιέ. Είναι και τεχνικά ψαγμένος, όσο του χρειάζεται.

Προφανώς δεν είναι τυχαίο ότι κέρδισε την προσοχή του δασκάλου Κωστή Αντωνιάδη, ο οποίος με το κύρος του τον βοήθησε να περάσει πόρτες κλειδαμπαρωμένες και δικαιώθηκε. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, την ύπαρξη στον χώρο κάποιων φίλτρων που καθιστούν ψηλομύτικες τις συμπεριφορές απέναντι στους νέους/άγνωστους.

Γενικά, όσοι διεκδικούν θέση στον ήλιο μόνο με καλλιτεχνικά κριτήρια, έχουν δύσκολο δρόμο να διαβούν. Και εδώ ανοίγει η πονεμένη συζήτηση, για όσους συνήθως έχουν πιάσει τα γιοφύρια και ελέγχουν ποιος περνάει απέναντι και ποιος όχι. Είναι επαρκώς εξοπλισμένοι/θωρακισμένοι, για να διεκπεραιώνουν τέτοιο βαρύ καθήκον;

Το εξώφυλλο της νέας δουλειάς του Κωνσταντίνου Πίττα, «Αθήνα, πόλη των γυναικών».

Κλασσικό (και αυτό)

Ακόμα δεν καλοβγήκε, λοιπόν, το Αθηναϊκό Άλμπουμ του ΚΠ και (βουτώντας εντός του ήδη εδώ και μια βδομάδα) το πιάσαμε το υπονοούμενο: θα γίνει και αυτό κλασσικό, όπως και το Ευρωπαϊκό του. Που από πρόπερσι, παραμένει στα ντάρλινγκς μου και ακόμα δεν ένοιωσα ότι είναι καιρός να φύγει από τη φάτσα μόστρα του σαλονιού μου. Εκεί, σταθερά περιμένει την επόμενη φορά, που ποτέ δεν αργεί να έρθει, για να ξαναπέσουμε με τα μούτρα στην αισθηματική αγωγή που καταρδεύουν τα κάδρα του.

Όποιος ενδιαφερθεί, αποκτώντας το λεύκωμα, να διαπιστώσει πόσο καλά τα κατάφερε το βαθύ βλέμμα του περιπλανώμενου μοναχικού ποιητή, θα βρει το δρόμο μέσα από την ιστοσελίδα του Κωνσταντίνου Πίττα, ή τα μεγάλα κεντρικά αθηναϊκά βιβλιοπωλεία.

//Επικοινωνία με τον Κωνσταντίνο Πίττα: mail | site | facebook

 

Διαβάστε ακόμα: Στο πανηδονικό μυαλό του Alphachanneling

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top