«Στο παγωμένο Ζάλτσμπουργκ ή αλλού,/ Χριστούγεννα ή όχι,/ όλα/ στο/ μέλλον/ προχωρούν». (Marc Dalessio, «Statues in the Snow, Mirabell Gardens, Salzburg»).

Κώστας Μαυρουδής, «EΠΙΣΤΡΕΨΙΜΟΤΗΤΑ ή Χριστούγεννα στο Ζάλτσμπουργκ»

Ο ύπνος είναι απολαυστικός σ’ αυτά τα μαξιλάρια, το πάπλωμα
χωρίς βαρύτητα, σαν μια ιδέα. Τι όνειρα με αυστριακότητα:
Λόντεν με ομπρέλα στο βραχίονα· τελεφερίκ (διαπόρευση της
πόλης στην υπέρβαση)· το βράδυ η παράσταση στο Landestheater.

Τελείωσε η μεγάλη λειτουργία.
Απ’ το ναό βγαίνει το ζεύγος Στάντλερ
επαναλαμβάνοντας ανάστροφα την πρωινή πορεία από το σπίτι.
Πρωινό στην κουζίνα.
Το γάλα, πλάγιος πίδακας, επιστρέφει στη φιάλη του,
τα δημητριακά γυρίζουν στη συσκευασία της Νεστλέ.
Με τις πιτζάμες του ο σύζυγος
βαδίζει ανάποδα προς το κρεβάτι
όπου εκείνη, μια στρουμπουλή φιγούρα απ’ το Νότο
(από τη Βέρτερζεε συγκεκριμένα),
ήδη κοιμάται με το στόμα ανοιχτό,
αυθεντικό ειδύλλιο της πλήξης.

Για λίγο απ’ το ανοιχτό παράθυρο το παγωμένο πρωινό.
Σπίτια αθόρυβα απέναντί μου,
ξένος αέρας άγνωστος στην όσφρηση.
Αργά οπισθοβατώ κι εγώ προς το κρεβάτι
όπου ένα μικρό τρανζίστορ μεταδίδει κάλαντα
πολυφωνίες παιδικές,
και στη συνέχεια Αλληλούια και θριάμβους
με χάλκινα πνευστά.
Εντέλει, με ένδυμα του Βορρά,
πλατύγυρο καπέλο και κασκόλ,
φτάνουμε από τα σκαλοπάτια (χθες το βράδυ)
στην υποδοχή,
όπου η πανδοχέας υποκλίνεται ευγενικά.
Νεότερη έπαιζε άρπα,
τώρα απλώνει το δεξί της χέρι (σε αθέατες χορδές)
και παίρνει το κλειδί.

Το εστιατόριο ευφραίνεται κατάμεστο. Οι θαμώνες βλέπουν την πλάτη
μου καθώς περνώ την είσοδο κι αφήνω το μικρό μου φιλοδώρημα γνέ-
φοντας για καφέ. Παραμονή των Χριστουγέννων. Εισπράττουμε ευχές
αγνώστων απ’ όλα τα σημεία («Frohe Weihnachten» εκ βαθέων, γέλω-
τες ηχηροί, «Prost», με τα ποτήρια στο ύψος των ματιών), ώσπου τελει-
ώνει το εορταστικό μας δείπνο και επιτέλους φτάνει το ορεκτικό μ’ έναν
ημίξηρο λευκό.

Όπως συμβαίνει (αν θυμάστε) στην ταινία του Βερτόφ:
ο χρόνος κινείται αντίστροφα,
το ψωμί επιστρέφει στο αλεύρι
κι ύστερα στον αγρό, με τα ψηλά σιτάρια να κυματίζουν ρυθμικά.
Τα τραμ γυρίζουν στην αφετηρία τους. Βαδίζουμε προς τον καθεδρικό
έχοντας πίσω μας την είσοδο και το προαύλιο, όπως εκείνοι που έφτα-
ναν στον Άδη με την πλάτη (στραμμένοι σ’ αυτά που εγκατέλειπαν).
Όλα μπορούν να ανακτηθούν. Τα περασμένα αφήνουν γενναιόδωρα
τον οβολό τους, όταν προτείνω το κουτί που γράφει «Το χρόνο μου,
παρακαλώ, τα πράγματά μου».

Zum Jungen Fuchs,
ασήμαντο ενδιαίτημα της Λίντσεργκάσε,
πέντε ημέρες τώρα,
αξιοπρεπές ερείπιο
που είδες στα μάτια την Αυτοκρατορία,
ίσα που μου παρέχεις
και όχι πάντα
δυο μέτρα για το πάρκινγκ
στο μικρό σου δρόμο.
Δωμάτιο 12, χωρίς ανελκυστήρα
(με ροκοκό ταπετσαρία,
με απουσίες και αρχαίους ύπνους
να σε κατακλύζουν),
παίζεις μαζί μου με ό,τι φεύγει,
βγάζεις από το μαύρο σου καπέλο θαύματα.
Όμως, για να μιλάμε σοβαρά,
άσημο πανδοχείο,
κανείς, αν εξαιρέσουμε τα τρικ του σινεμά,
δεν επιστρέφει με την πλάτη.
Κανείς δεν ξαναβρίσκει
την παλιά του θέση.
H πόλη ας υπόσχεται ό,τι θέλει,
ας έχει ασημένιους ήχους
στη μνήμη του ο δρόμος.
Στο παγωμένο Ζάλτσμπουργκ ή αλλού,
Χριστούγεννα ή όχι,
όλα
στο
μέλλον
προχωρούν.
Σε
μια
κατεύθυνση
βαδίζουμε,
Zum
Jungen
Fuchs,
στην
ίδια
ευθεία
όλοι
πάμε.

 

(Από τη συλλογή «Τέσσερις εποχές», εκδ. Κέδρος, 2010)

 

 Ακούστε: Wolfgang Amadeus Mozart – Divertimento in F major, K. 138, «Salzburg Symphony No. 3», II. Andante.

 

Στην επόμενη σελίδα: «Χριστούγεννα παραμονή στο Πήλιο».

1 2 3 4 5

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top