«φτύνω τις μέρες για να μην τις στενεύω. / δεν φταίει που δεν ξημερώνουν, μα που / σαν ξημερώνουν είναι ακόμα σκοτάδι». (Φωτογραφία: Δημήτρης Αθηνάκης)

Ευτυχία Παναγιώτου, «Βλέπω θα πει επινοώ»

φτύνει η άνοιξη ένα-ένα τα δοντάκια της,
κουκούτσια φθισικά, από αίμα κάτι παραπάνω.
ο καιρός γλίστρησε απ’ το στόμα μου, μια στάλα
δηλητήριο.

φτύνω τις μέρες για να μην τις στενεύω.
δεν φταίει που δεν ξημερώνουν, μα που
σαν ξημερώνουν είναι ακόμα σκοτάδι.
με ματογυάλια στέκομαι, στέκι έγινα
ηλιθίων που στοχεύει στην όραση.

υπάρχει ή δεν υπάρχει;
όσο ρωτώ απαντά ο Κανένας.
υπάρχει παίζοντας δίχως ίχνη με γάντια μάγου.
εγώ όμως δεν παίζω.
δεν παίζω!
η αλήθεια είναι πως δεν μπορώ να παίξω.
οι κούνιες, σκουριασμένες, τρίζουν από τότε
που μ’ έσφιξες για πάντα μες στα δόντια σου.
δεν μπορώ να βγω.

ήμουν άνοιξη.

(Από τη συλλογή «Μέγας κηπουρός», εκδ. Κοινωνία των (δε)κάτων, 2007)

 

Στην επόμενη σελίδα: «Μάης».

1 2 3 4 5 6 7 8 9 10

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top