Ο τρόμος είναι η ψυχική διασάλευση και ταραχή που προκαλείται από την αναμονή του κακού, αλλά όταν φτάσει το κακό και περάσει, ο φόβος, η σαστιμάρα, η παγωμάρα παραμένουν δεν χάνονται με μιας. Τα οδυνηρά αυτά συναισθήματα δεν εγκαταλείπουν αυτόματα τον παθόντα, αντίθετα τον τυλίγουν με τα πλοκάμια τους, τον σφίγγουν με τις δαγκάνες τους, μέχρι να τον αφανίσουν ή μέχρι ο άνθρωπος να βρει το κουράγιο και τη δύναμη να σπάσει τον θανατηφόρο εναγκαλισμό.
Είναι αλήθεια ότι το πιο εύφορο έδαφος του φόβου είναι η συσκότιση και η άγνοια. Ακόμα είναι αλήθεια ότι η υπερβολική ανησυχία και ο τρόμος οδηγούν στην παράλυση και την ακινησία.
Σάββατο βράδυ στη φθινοπωρινή ήρεμη πόλη των Παρισίων. Στην ταινία «Παρίσι Ξανά» η Μία (Βιρζινί Εφιρά) βρίσκεται σε ένα ήσυχο μπιστρό, όταν μια τρομοκρατική επίθεση σκίζει τη ζωή των θαμώνων στη μέση και την ορίζει πριν το συγκλονιστικό γεγονός και μετά. Η ηρωίδα μας τραυματισμένη σωματικά και ψυχικά θα προσπαθήσει να αναρρώσει για λίγο καιρό έξω από το Παρίσι, αλλά όταν επιστρέψει δεν μπορεί θυμηθεί να βάλει στη σειρά τα γεγονότα εκείνων των ημερών.
Τρεις μήνες αργότερα η ηρωίδα προσπαθεί να συναρμολογήσει όλα αυτά τα θραύσματα από περιστατικά, αναμνήσεις και εξομολογήσεις και να συνθέσει την καινούργια πραγματικότητα και να δώσει ξανά έναν κάποιο βηματισμό στη ζωή της. Όμως πια όλα μοιάζουν διαφορετικά ακόμα κι αυτή η σκυθρωπή, θλιμμένη και νοτισμένη πόλη συνομιλεί με τους κατοίκους της πιο χαμηλόφωνα, πιο συγκρατημένα, πιο λυπημένα.
Η Μία βυθισμένη στο σοκαριστικό γεγονός προσπαθεί αργά και βασανιστικά να ξαναβρεί τον εαυτό της, τρέμει όμως στο ενδεχόμενο να συναντηθεί με πράγματα τα οποία δεν αντέχει να δει κατάματα.
«Ο αδερφός μου βρισκόταν στο Μπατακλάν στις 13 Νοεμβρίου, εξιστορεί η σκηνοθέτις, Αλις Βινοκούρ (“Augustine”, “Proxima”) και βραβευμένη με Σεζάρ σεναριογράφος (“Ατίθασες” της Ντενίζ Γκαμζέ Εργκιουβέν) «καθώς κρυβόταν, βρισκόμουν σε επαφή μαζί του, μέσω μηνυμάτων, όλο το βράδυ. Την ταινία την εμπνεύστηκα από τις δικές μου αυτές τραυματικές μνήμες και από όσα μου είπε εκ των υστέρων ο ίδιος. Βίωσα προσωπικά το πώς τα γεγονότα δομούνται και αποδομούνται μέσω της μνήμης».
Τις εβδομάδες που ακολούθησαν άρχισε να παρακολουθεί τις συζητήσεις στα φόρουμ όπου οι επιζώντες αναζητούσαν απεγνωσμένα ανθρώπους με τους οποίους μοιράστηκαν τα γεγονότα.
Μια έφηβη ακούγεται να λέει στην ταινία για τους αγαπημένους της που έχασε και παρασύρει στο βυθό της κάθε άνθρωπο που έχει τέτοιες βαθιές κα ανεπούλωτες πληγές από τόσο μεγάλες απώλειες. «Θα ήθελα να πάω στο μουσείο όπου είχαν πάει. Να δω το τελευταίο πράγμα που είδαν. Σαν να τους αποχαιρετώ» Τα πρόσφατα τραγικά γεγονότα των 57 θυσιασμένων ανθρώπων στα Τέμπη, έρχονται αυτόματα στο μυαλό μας.
Η ταινία δεν επικεντρώνεται στο θέμα της τρομοκρατίας, στα αίτια, τις αφορμές, τις ενέργειες και τα πολιτικά αποτελέσματά τους. Προσεγγίζει το θέμα από την ανθρώπινη πλευρά του. Την ταινία την ενδιαφέρουν οι βαθιές πληγές των ανθρώπων που βίωσαν μια ανάλογη εφιαλτική στιγμή, η οποία σαν ξυράφι έκοψε τη ζωή τους στο πριν το γεγονός και στο μετά από αυτό.
Τα ζητήματα της τρομοκρατίας απασχολούν την ταινία ως φόντο και μόνο παρεμπιπτόντως. Είναι βέβαιο ότι οι διάφορες τρομοκρατικές επιθέσεις που συντάραξαν την πόλη του Φωτός από τις πιο μικρές μέχρι τις τρομερές επιθέσεις στο Σαρλι Εμπντό και το Μπατακλάν έχουν αφήσει το στίγμα τους στην ταινία. Όμως τα τραύματα και η πρόσκρουση των ανθρώπων με ένα τόσο συγκλονιστικό γεγονός και η διαχείριση του κατόπιν είναι ο πυρήνας της ταινίας της Αλις Βινοκούρ «Παρίσι Ξανά».
Η οποία είπε για τις ενέργειές της μετά τα συγκλονιστικά γεγονότα του Μπατακλάν «Συνάντησα μια ομάδα ανθρώπων που επέστρεφαν μαζί στο χώρο της τραγωδίας, ώστε να καταφέρουν να το αντιμετωπίσουν όλο αυτό. Και κατάλαβα πως είναι κάτι που δεν μπορείς να πετύχεις μόνος σου. Χρειάζονται τουλάχιστον δύο. Οι ψυχίατροι με τους οποίους μίλησα μου είπαν πως τέτοιες καταστάσεις χτίζουν φιλίες, ακόμα και σχέσεις –πολύ έντονους δεσμούς Είναι αυτό που ονομάζουν “το διαμάντι μέσα στην καρδιά του τραύματος”».
Η ταινία «Παρίσι Ξανά» έχει άξονα τη ζωή της Μία, της όμορφης μεταφράστριας, η οποία ενώ ζούσε σε μια ήρεμη σχέση με τον χειρουργό Βενσάν, τώρα καλείται να διαχειριστεί το αποκρουστικό γεγονός της τρομοκρατικής επίθεσης. Η ταινία κινείται μια μπρος, στην επούλωση κάποιων τραυμάτων και μια πίσω, στη χαίνουσα πληγή.
Η γυναίκα η οποία θα αισθανθεί μετά την επιστροφή της στο Παρίσι ότι όλα έχουν αλλάξει, έχουν ανατραπεί και για να ξαναβάλει το τρένο της ζωής της στις ράγες της κανονικότητας χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια με αμφίβολα αποτελέσματα. Φόντο και συμπρωταγωνιστής στην ταινία είναι ένα παραμορφωμένο, υγρό και θλιμμένο Παρίσι, έξοχα κινηματογραφημένο από τον Στεφάν Φοντέν. Οι αμφιβολίες, οι ανασφάλειες, οι ενοχές κυκλώνουν την εύθραυστη πια Μια, την οποία ερμηνεύει με λιτότητα και ευαισθησία η Βιρζινί Εφιρά.
Η σκηνοθέτις και σεναριογράφος Αλις Βινοκούρ μας προσφέρει μια ταινία με θέμα το αναπάντεχο, το τυχαίο και το αναπότρεπτο το οποίο μπορεί να συνταράξει τη ζωή οποιουδήποτε ανθρώπου βρεθεί στη δίνη του, χωρίς υπερβολές και τυμπανοκρουσίες, χωρίς μελοδραματισμούς και θορυβώδεις διδακτισμούς στους τόνους του γκρι εκεί που φωλιάζει ο φόβος και θεριεύει η ανησυχία.
Ένας είναι ο πραγματικός αντίπαλος της ζωής: Ο τρόμος. Ό,τι κακό υπάρχει μέσα μας γεννιέται από τον φόβο και κάθε τι καλό αναβλύζει από την αγάπη. Όσοι ασκούν εξουσία, είτε επίσημα, είτε ανεπίσημα (μέσω της τρομοκρατίας) το γνωρίζουν αυτό, για τούτο κάνουν τα πάντα να μας τρομάξουν, γιατί μόνο ο φόβος μπορεί να νικήσει την ελευθερία, την ανεξαρτησία, τη χαρά, την ίδια τη ζωή.
Διαβάστε ακόμα: Eίδαμε τις «Δύο Όψεις του Ξυραφιού». Σ τα άδυτα ενός ερωτικού τριγώνου.