Πριν από λίγες μόλις μέρες ο Riccardo Muti διηύθυνε την 7η για εκείνον πρωτοχρονιάτικη συναυλία της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Βιέννης (φωτογραφία:  Todd Rosenberg).

Ο κορυφαίος ιταλός αρχιμουσικός Riccardo Muti ασφαλώς δε χρειάζεται συστάσεις. Ο χαρισματικός Ναπολιτάνος βρίσκεται στην κορυφή του παγκοσμίου μουσικού στερεώματος για πολλές δεκαετίες, διευθύνει σταθερά τις μεγαλύτερες ορχήστρες της υφηλίου, διατηρώντας ξεχωριστή σχέση με την καθεμία από αυτές, και κάθε συναυλία υπό τη διεύθυνσή, και ο υπογράφων έχει την, σχεδόν απίστευτη, τύχη να έχει παρακολουθήσει μεγάλο αριθμό από αυτές, καθώς και πάρα πολλές πρόβες, τα τελευταία 24 χρόνια, στη Βιέννη, το Salzburg και τη Νέα Υόρκη, αποτελεί μια ξεχωριστή εμπειρία.

Πριν από λίγες μόλις μέρες ο Riccardo Muti διηύθυνε την 7η για εκείνον πρωτοχρονιάτικη συναυλία της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Βιέννης, κάτι που ελάχιστοι έχουν πετύχει, στην ουσία κανείς άλλος, από τη στιγμή που οι αρχιμουσικοί άρχισαν στα μέσα της δεκαετίας του 1980 να εναλλάσσονται, επιδεικνύοντας, όσο τουλάχιστον μπορέσαμε να διακρίνουμε από την τηλεόραση, μια απαράμιλλη, δεδομένης και της ηλικίας του, ζωτικότητα, σε βαθμό που μας έκανε να αναρωτηθούμε αν αυτό το πάθος στις κινήσεις και ένταση, υπήρχε στον ίδιο βαθμό στην πρωτοχρονιάτικη συναυλία του 2004 που είχαμε παρακολουθήσει ζωντανά…!

«Ο πολιτισμός είναι το πιο ισχυρό όπλο» σημείωσε με έμφαση ο ιταλός αρχιμουσικός.

Σε κάθε περίπτωση αισθανθήκαμε ιδιαίτερα τυχεροί για το γεγονός ότι λίγες μόλις μέρες αργότερα ο ιταλός αρχιμουσικός θα διηύθυνε στο Carnegie Hall την ορχήστρα της οποία ηγούνταν τα τελευταία χρόνια, τη Συμφωνική Ορχήστρα του Σικάγο, ενός από τα κορυφαία σύνολα του πλανήτη. Η ποιότητα της ερμηνείας των έργων που είχαν επιλεγεί και στα οποία θα αναφερθούμε στη συνέχεια αυτού του κειμένου ήταν ασφαλώς αναμενόμενη και, ούτε και η αστείρευτη ενέργεια και το ταπεραμέντο του 83χρονου μαέστρου μας εξέπληξε πλέον ιδιαίτερα, αφού μας είχε προϊδεάσει και για αυτή η  τηλεοπτική μετάδοση της Πρωτοχρονιάς.

Η έκπληξη όμως προήλθε από την έντονα πολιτικά φορτισμένη, στον απόηχο της τελετής ανάληψης των καθηκόντων του νέου Αμερικανού προέδρου, την οποία θέλησε να κάνει μετά το τέλος του προγράμματος ο ιταλός αρχιμουσικός. Κάτι που και προφανώς προγραμματισμένο από τον ίδιο κάτι που αποδεικνύεται από την παρουσία των ηχείων στα δεξιά και αριστερά της σκηνής και του ηχολήπτη. Τα ηχεία αυτά τοποθετούνται εκεί μόνο για κάποιες ομιλίες ή κάποιο ηχογραφημένο μήνυμα ή και αν κάποιο σύγχρονο έργο απαιτεί κάποιους ήχους ή ηχητικά εφέ, που δεν μπορούν να παραχθούν από κάποιο όργανο πάνω στη σκηνή. Τέτοιο έργο όμως δεν υπήρχε στο άκρως παραδοσιακό πρόγραμμα ούτε κανείς μίλησε πριν ή κατά τη διάρκεια της συναυλίας.

Η έκπληξη προήλθε από την έντονα πολιτικά φορτισμένη, στον απόηχο της τελετής ανάληψης των καθηκόντων του νέου Αμερικανού προέδρου, την οποία θέλησε να κάνει μετά το τέλος του προγράμματος ο ιταλός αρχιμουσικός (φωτογραφία:  Todd Rosenberg).

Έτσι μετά το τέλος του παρατεταμένου χειροκροτήματος που ακολούθησε το εκρηκτικό φινάλε της Τετάρτης συμφωνίας του Τσαϊκόφσκι ο Ρικάρντο Μούτι γύρισε από τα παρασκήνια με ένα μικρόφωνο, πέρασε στο μπροστινό μέρος της σκηνής και απευθύνθηκε στο κοινό με κάτι που στην αρχή έμοιαζε ως μια απλή αναγγελία του ανκόρ και μερικά στοιχεία για τον επίσης, όπως και ο ίδιος, Ναπολιτάνο συνθέτη, του οποίου το έργο θα παρουσιαζόταν.

«Συνήθως μετά από όλο αυτό το δράμα της Τέταρτης συμφωνίας του Τσαϊκόφσκι ξεκίνησε την ομιλία του ο Μούτι, δεν είναι εύκολο να παίξει κανείς ένα ανκόρ…- μετά τους επελαύνοντας Κοζάκους», όπως χαρακτηριστικά είπε, αποδίδοντας σε έναν θρυλικό πιανίστα του παρελθόντος την πατρότητα αυτής της παρομοίωσης. «Μου είχε πει κάποτε ο διάσημος πιανίστας Σβιατοσλάβ Ρίχτερ», συνέχισε ο Μούτι, «ότι όταν διευθύνω αυτή τη συμφωνία πρέπει πάντα στο τέλος να σκέφτομαι τους .. Κοζάκους…!»

Παρ’ όλ’ αυτά, συνέχισε, αποφασίσαμε με τους μουσικούς της ορχήστρας να παρουσιάσουμε ένα ανκόρ, σε αυτόν εδώ τον ιστορικό χώρο και σε αυτή τη συγκεκριμένη συγκυρία..! Έτσι έγινε προφανής η σύνδεση όσον θα ακολουθούσαν με το σήμερα. Θα παίξουμε ένα σύντομο κομμάτι του Giuseppe Martucci (1856-1909). O Riccardo Muti έκανε δύο ιστορικές «συνδέσεις» με το έργο του Martucci και το παρελθόν, μία πολιτική και μία μουσική.

Ο ιταλός αρχιμουσικός, που θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους ερμηνευτές όπερας της εποχής μας, είχε προσθέσει πολλές οπερατικές πινελιές στο ρεπερτόριο της (αμιγώς) Συμφωνικής ορχήστρας του Σικάγο.

Η πολιτική αφορούσε την αντίσταση στο φασισμό. Ο ιταλός αρχιμουσικός μίλησε για τα αισθήματα που το προκαλεί μια αφίσα από μια συναυλία του παρελθόντος. Στο ιστορικό Teatro Comunale di Bolognia υπάρχει μία αφίσα από μία συναυλία στη μνήμη του Martucci, η οποία επρόκειτο να γίνει στις 14 Μαΐου του 1931, στην επέτειο των 75 χρόνων από τη γέννηση του συνθέτη, υπό τον Αρτούρο Τοσκανίνι (1867-1957).

Κατά τη διάρκεια των δοκιμών ομάδες φασιστών ασκούσαν πίεσε στον Τοσκανίνι να αρχίσει τη συναυλία με τον φασιστικό ύμνο. Εκείνος αρνούνταν και την τελευταία πια μέρα μια ομάδα φασιστών ξυλοκόπησε τον ηλικιωμένο πια, ήταν 64 ετών, αρχιμουσικό, και όπως συνέχισε ο Μούτι, του πήρε και το διαβατήριο. Η συναυλία δεν έγινε ποτέ και αμέσως μετά ο Τοσκανίνι κατάφερε μέσω προσωπικών γνωριμιών να πάρει πίσω τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και να διαφύγει στις ΗΠΑ όπου συνέχισε να μιλά και να αγωνίζεται εναντίων του φασισμού. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην αίθουσα ήταν παρών και ο διακεκριμένος συγγραφέας, και με σπουδές αρχιμουσικού, βιογράφος του Τοσκανίνι Harvey Sachs, του οποίου το δεύτερο σημαντικό έργο για τον Τοσκανίνι, εξαιτίας ακριβώς της πολιτικής του συνείδησης λέγεται: “Toscanini: Musician of Conscience”.

Ο Ιταλός αρχιμουσικός έχει και στο παρελθόν ταράξει τα νερά με δηλώσεις του (φωτογραφία:  Todd Rosenberg).

«Οι δικτάτορες δεν ενδιαφέρονταν ποτέ για τη μουσική», τόνισε με αιχμηρό τρόπο ο Μούτι, «γιατί ο πολιτισμός είναι το πιο ισχυρό όπλο»! Στη συνέχεια ο Μούτι ανέφερε ακόμα έναν Ιταλό συνθέτη, θύμα του Ναζισμού, τον εβραϊκής καταγωγής Leone Sinigaglia (1868-1944), ο οποίος πέθανε από καρδιακή προσβολή τη στιγμή της σύλληψής του από τη Γκεστάπο.

Η μουσική αυτών των δύο συνθετών, του Giuseppe Martucci και του Leone Sinigaglia, συνέχισε ο Ιταλός αρχιμουσικός περνώντας από την πολιτική στην επίσης κατά κάποιο τρόπο συναισθηματικά φορτισμένη μουσική ιστορία, ήταν μαζί με αυτή του Ferruccio Busoni (1866-1924) και άλλων στο πρόγραμμα της τελευταίας συναυλίας της ζωής του Gustav Mahler (1860-1911), η οποία είχε δοθεί με τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης, επίσης στο Carnegie Hall στις 21 Φεβρουαρίου του 1911, προτού ο Μάλερ επιστρέψει στην Βιέννη λόγω της επιδείνωσης της υγείας του. Εκεί, ο μεγάλος Βιεννέζος «τραγικός», αν μας επιτρέπεται η έκφρασε άφησε την τελευταία του πνοή λίγους μήνες αργότερα, χωρίς να διευθύνει ξανά.

Μάλιστα ο Μούτι ανέφερε μια ακόμα λεπτομέρεια, ότι τελικά το έργο που ο Μάλερ είχε παραγγείλει στον Sinigaglia ένα ακόμα καινούριο έργο, το οποίο δεν ήταν έτοιμο, με αποτέλεσμα, για να μείνει προφανώς έστω και ως προς το πνεύμα αμιγώς ιταλική η συναυλία, να παρουσιαστεί η «Ιταλική» συμφωνία του Mendelssohn. Ίσως μάλιστα να μην παίχτηκε κάποιο έργο του Sinigaglia, αφού υπάρχει διαφορά στο πρόγραμμα που σωζεται στο αρχείο και στην κριτική των Times, κάτι που ανέφερε και ο Μούτι. Ο Μάλερ επίσης δεν μπόρεσε να διευθύνει λόγω της υγείας του την επανάληψη του προγράμματος στις 24 του μηνός και αντικαταστάθηκε από τον  Theodore Spiering, όπως μας πληροφορεί και το πρόγραμμα από το αρχείο της Φιλαρμονικής.

Το κατάμεστο Carnegie Hall (φωτογραφία:  Todd Rosenberg).

Αξίζει ίσως να σημειωθεί ότι το έργο του Busoni σε αυτή τη συναυλία ήταν η “Berceuse élégiaque”, την οποία επέλεξε να συμπεριλάβει στο πρόγραμμα που διηύθυνε με τη Φιλαρμονική και ο Λεωνίδας Καβάκος το 2016.

Οι σημαντικοί αυτοί συνθέτες συνέχισε ο Μούτι, υπήρξαν στην Ιταλία οι συνθέτες της μεγάλης συμφωνικής παράδοσης, κάτι που είναι ιδιαίτερα σημαντικό και αξίζει προσοχής, ενώ γινόταν χωρίς να έχουν ιδιαίτερες οικονομικές απολαβές όπως οι συνάδελφοί τους της όπερας, κατέληξε ο Μούτι αφήνοντας ακόμα μια αιχμή. Ο Ιταλός αρχιμουσικός έχει και στο παρελθόν ταράξει τα νερά με δηλώσεις του, όπως για παράδειγμα την υποστήριξή του παλαιότερα προς τους μουσικούς της ορχήστρας του Σικάγο σε θέματα απολαβών, όσο και τη δεικτική του δήλωση, ότι μια συμφωνική ορχήστρα κοστίζει λιγότερο από όσο ένας διάσημος ποδοσφαιριστής του Ιταλικού πρωταθλήματος. Όμως αυτές οι δηλώσεις δεν είχαν γίνει, όπως την προηγούμενη εβδομάδα επί σκηνής.

Με τη συμφωνική του Σικάγο το δράμα επιτείνεται από τον δυναμικό ήχο της ορχήστρας με ευκρίνεια, καθαρότητα και ένταση.

Καταχειροκροτούμενος ο Riccardo Muti απηύθυνε κάλεσμα για αδελφοσύνη και ειρήνη και διηύθυνε το υποβλητικό Notturno του Giuseppe Martucci, στο τέλος μιας σπάνιας συναυλίας. Η αμιγώς μουσική εμπειρία της συνάντησης του κορυφαίου αρχιμουσικού με την σπουδαία ορχήστρα, στην ηγεσία της οποίας βρισκόταν μέχρι και πέρυσι είχε ξεκινήσει νωρίτερα, με την εισαγωγή στην όπερα Νόρμα του Bellini, με την ερμηνεία να είναι ιδιαίτερα αναλυτική με όμορφη ροή και ευκρινή διαχωρισμό των οργάνων αλλά και εξόχως δραματική. Ο Ιταλός αρχιμουσικός, που θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους ερμηνευτές όπερας της εποχής μας, με τον υπογράφοντα να συμμερίζεται ανεπιφύλακτα αυτή την άποψη, είχε προσθέσει πολλές οπερατικές πινελιές στο ρεπερτόριο της (αμιγώς) Συμφωνικής ορχήστρας του Σικάγο.

Καταχειροκροτούμενος ο Riccardo Muti απηύθυνε κάλεσμα για αδελφοσύνη και ειρήνη (φωτογραφία:  Todd Rosenberg).

Η ορχήστρα είχε φέρει παλιότερα και στη Νέα Υόρκη την concertante ερμηνεία του Οθέλλου του Βέρντι. Έχοντας παρακολουθήσει και μια παράσταση της ίδιας όπερας με τον  Riccardo Muti στο φεστιβάλ του Salzburg με τη Φιλαρμονική της Βιέννης, έμεινα με την εντύπωση ότι ο Μούτι «συνυπολογίζει» στη δόμηση του δράματος την ορχήστρα που έχει στη διάθεσή του. Με τη συμφωνική του Σικάγο το δράμα επιτείνεται από τον δυναμικό ήχο της ορχήστρας με ευκρίνεια, καθαρότητα και ένταση, ενώ με τη Βιέννη ο εκφραστικός ήχος της ορχήστρας είναι πιο εσωτερικός και σκοτεινός, αποδίδοντας με διαφορετικό τρόπο τις διαστάσεις του αριστουργήματος. Η Νόρμα μας θύμισε αυτή την εντύπωση, καθώς αναμένεται αργότερα στη σαιζόν και η Φιλαρμονική της Βιέννης.

Η συναυλία συνεχίστηκε σε οπερατικά μονοπάτια, με μια επίσης λεπτομερή αλλά και πολύ μουσική ανάλυση των «Τεσσάρων Εποχών» από τους Σικελικούς Εσπερινούς του Βέρντι, με τις διαθέσεις, τις εντάσεις, τα χρώματα να εναλλάσσονται με αριστοτεχνικό τρόπο και το υποβλητικό τέλος να αναδεικνύει και τις εκφραστικές δυνατότητες της ορχήστρας.

Με έμφαση και πάλι στην υφολογική προσαρμογή στις ανάγκες της μουσικής του Τσαϊκόφσκι, κάθε λεπτομέρεια να αναδεικνύεται, με ιδιαίτερη ένταση, ισορροπία μεταξύ των γκρουπ των οργάνων, ιδιαίτερα εκλεπτυσμένο το τρίτο μέρος με τα πιτσικάτι και ένα καταιγιστικό φινάλε o Riccardo Muti με έντονο πάθος και ζωτικότητα θέλησε εμφατικά να δικαιώσει τη θέση που κατέχει στο διεθνές μουσικό στερέωμα. O καταξιωμένος αρχιμουσικός θα επανέλθει στη Νέα Υόρκη στα τέλη Φεβρουαρίου, αυτή τη φορά με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Βιέννης, κάτι στο οποίο θα αναφερθούμε ξεχωριστά.

 

Διαβάστε ακόμα: Ημέρα Μνήμης για Ολοκαύτωμα. Εκδήλωση στη Ν. Υόρκη για τους Έλληνες Εβραίους.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top