Ο πρώτος κανόνας είναι η ενεργητικότητα. Ο εγκέφαλός μας χρειάζεται και επιζητεί το να εργάζεται συνεχώς. Το νεκρό διανοητικό σημείο προκαλεί δυσθυμία. Αν δεν κάνουμε τίποτα μια ολόκληρη μέρα, οι νευρώνες μας «πεθαίνουν». Αν δεν απασχολούμε το μυαλό μας, ατροφεί· η ατροφία συνοδεύεται από δυσαρέσκεια. Η έλλειψη ερεθισμάτων καταλήγει στην κατάθλιψη. Οι ορμόνες μας πάσχουν όταν δεν τροφοδοτούνται με ντοπαμίνη. Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να δρούμε διαρκώς, όμως το να αφήνουμε τα πράγματα να περνάνε δεν κάνει καλό στην ευτυχία. Για παράδειγμα, η άθληση είναι κάτι ωφέλιμο διότι ο εγκέφαλος ανταμείβεται από μόνος του για τις προσπάθειες που γίνονται δημιουργώντας καινούργιους νευρώνες. Τα ενδιαφέροντα αυξάνουν τη χαρά της ζωής. Η καθημερινότητα μπορεί να έχει κάποια πλεονεκτήματα, αλλά μακροπρόθεσμα δεν μας κάνει ευτυχισμένους. Η αλλαγή και το καινούργιο μπορούν να αποβούν πηγές ευτυχίας. […]
Ο δεύτερος κανόνας είναι η κοινωνική ζωή. Ο Επίκουρος δεν πολυενδιαφερόταν για την πρωτιά είτε στο ιδιωτικό είτε στο δημόσιο πεδίο. Αλλά πίστευε ότι δεν υπάρχει πηγή ευτυχίας σαν τις κοινωνικές σχέσεις. Η φιλία, ο γάμος ή μια σχέση, η οικογένεια, μπορούν να δημιουργήσουν ένα πλαίσιο που να μας προστατεύει. Το να μοιράζεται κανείς κάτι με το σύντροφό του, ένα φίλο ή τα παιδιά του μεγαλώνει το αίσθημα της ευτυχίας. Όταν οι άνδρες νιώθουν προστατευμένοι εκλύουν οξυτονίνη –ενώ οι γυναίκες εκλύουν βασοπρεσίνη–, πρόκειται για την περίφημη ουσία των μίκρωτων των λιβαδιών. Όποιος λοιπόν βρίσκεται σ’ έναν πυκνό κοινωνικό ιστό δεν αντιμετωπίζει μόνος τα προβλήματα και τα άγχη. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μια ωραία σχέση και μια υγιής σεξουαλικότητα είναι σπουδαιότερα για την ευτυχία από το χρήμα και την ιδιοκτησία.
Ο τρίτος κανόνας είναι η συγκέντρωση. Ο Επίκουρος πέρασε πολύ καιρό εξηγώντας στους μαθητές του πώς να αξιοποιούν το «εδώ και τώρα»: το άρωμα των λουλουδιών, την ομορφιά των σχημάτων, τη γεύση του τυριού. Οι απολαύσεις που επιλέγουμε και στις οποίες συγκεντρωνόμαστε μεγαλώνουν τη χαρά της ζωής. Ό,τι ισχύει για τα πράγματα ισχύει πολύ περισσότερο για τους ανθρώπους: όσο περισσότερο επενδύουμε ο ένας στον άλλο, τόσο περισσότερο εντείνονται τα συναισθήματα και η ανταλλαγή τους. Από νευροβιολογική άποψη τα πράγματα εμφανίζονται ως εξής: να αντλούμε απ’ όλες τις συνειδησιακές καταστάσεις, ιδιαίτερα από όσες μας κάνουν να νιώθουμε καλύτερα. Και όταν επενδύουμε σε κάτι να το κάνουμε με συνέπεια και ένταση. Αν στη διάρκεια ενός ωραίου γεύματος σκέφτομαι συνεχώς ότι θα παχύνω, αν κοιτάζω το ρολόι μου ενώ συζητώ με κάποιον, χάνεται το βίωμα. Όσο για το μέλλον, είναι φυσιολογικό να το σκεφτόμαστε κάπου κάπου, αλλά αν το σκεφτόμαστε όλη την ώρα πάει η στιγμή. Ζωή είναι αυτό που συμβαίνει στους περισσότερους ανθρώπους, ενώ αυτοί κάνουν άλλα σχέδια.
Ο τέταρτος κανόνας αφορά τις ρεαλιστικές προσδοκίες. Η ευτυχία είναι συνάρτηση αυτών που περιμένουμε. Μερικές φορές έχουμε υπερβολικές απαιτήσεις από τον εαυτό μας, άλλες φορές ζητάμε πολύ λίγα. Και οι δυο αυτές στάσεις οδηγούν σε ανικανοποίητο. Όποιος δεν απαιτεί αρκετά από τον εαυτό του πάσχει από έλλειψη ντοπαμίνης, δηλαδή ορμής και ενδιαφέροντος. Η έλλειψη αυτών οδηγεί γενικά σε τάση αυτοϋποτίμησης, δηλαδή σε φαύλο κύκλο.
Ο πέμπτος κανόνας είναι οι θετικές σκέψεις. Ίσως είναι ο σπουδαιότερος. Η αίσθηση της ευτυχίας –για μια ακόμα φορά ο Επίκουρος συναντιέται με τη θετική ψυχολογία– δεν οφείλεται στην τύχη αλλά αποτελεί συνέπεια θετικών σκέψεων και συναισθημάτων. Οι θετικές ιδέες προκαλούν ευχαρίστηση και απομακρύνουν τη δυσαρέσκεια. Οι ψυχολόγοι λένε καμιά φορά: «Κάνε σαν να είσαι ευτυχισμένος και θα γίνεις ευτυχισμένος!». Όμως άλλο να το λες, άλλο να το κάνεις. Όταν δεν είμαι καλά, δεν καταφέρνω να συγκεντρώσω τις δυνάμεις μου ώστε να πείσω τον εαυτό μου ότι θα μπορούσα να είμαι καλά. Ο Ντοστογιέφσκι, που ήταν μεγάλος ψυχολόγος, συνόψισε αυτή την ηθική των θετικών σκέψεων ως εξής: «Όλα είναι καλά. Όλα. Ο άνθρωπος είναι δυστυχισμένος επειδή δεν ξέρει πως είναι ευτυχισμένος. Αυτό είναι όλο. Όποιος το καταλάβει θα ευτυχήσει αμέσως». […]
Το έκτο σημείο είναι να μην υπερβάλλουμε στην επιδίωξη της ευτυχίας. Πρέπει να μάθουμε την τέχνη να τα βγάζουμε πέρα ήρεμα με τη δυστυχία. Καμιά φορά η δυστυχία μάς βοηθάει Μερικοί άνθρωποι ομολογούν ότι ζουν εντονότερα από τότε που αρρώστησαν βαριά: οι κρίσεις, οι δυσκολίες, ακόμα και τα πλήγματα της μοίρας μπορούν να αποβούν σωτήρια. Μερικές κρίσεις οδηγούν σε καινούριο ξεκίνημα και συχνά δεν μπορούμε να ορίσουμε με ακρίβεια την ωφελιμότητά τους. Πράγματι, οι άνθρωποι έχουν την τάση να παραπονιούνται για καταστάσεις στις οποίες δεν μπορούν να κάνουν απολύτως τίποτα. Στην περίπτωση αυτή οι ψυχολόγοι της ευτυχίας τονίζουν ότι πρέπει να δεχόμαστε ό,τι δεν μπορούμε να αλλάξουμε.
Τέλος, το έβδομο σημείο είναι η χαρά της εργασίας, που σχετίζεται με το πρώτο περί ενεργητικότητας. Η εργασία είναι κάτι που μας υποχρεώνει να παραμένουμε δραστήριοι. Οι περισσότεροι από μας έχουμε ανάγκη αυτή την πίεση για να κάνουμε πράγματα. Φυσικά, αυτό δεν ισχύει για όλες τις μορφές εργασίας, ισχύει όμως για τις περισσότερες. Η εργασία είναι η καλύτερη ψυχοθεραπεία. Το μεγάλο πρόβλημα της ανεργίας είναι η στέρηση αυτής της ψυχοθεραπείας. Όποιος δεν εργάζεται αισθάνεται άχρηστος και μαλθακός: χαμηλά επίπεδα ντοπαμίνης και σεροτονίνης. Κάτι τέτοιο έλεγε και ο Φρόιντ: ευτυχία είναι να μπορείς να αγαπάς και να εργάζεσαι.
// Από το βιβλίο του Richard David Precht «Από τη Νάξο στην Ουτοπία» (απόσπασμα από το κεφάλαιο «Ο μακρινός Κήπος – Μπορούμε να μάθουμε πώς να είμαστε ευτυχισμένοι;»). Μετάφραση: Σώτη Τριανταφύλλου. Εκδόσεις Πατάκη, 2014. (Τίτλος πρωτοτύπου: «Wer bin ich – und wenn ja, wie viele? Eine philosophische Reise», εκδόσεις Goldmann, Μόναχο, 2007).
Διαβάστε ακόμα: Πάτρικ Λη Φέρμορ – Η ευτυχία μιας μέρας στον Ταΰγετο μες στο κατακαλόκαιρο.