Στοχαστής. Μεταφυσικός. Ρομαντικός τελικά (Φωτογραφία: gq.com).

Μια φιγούρα ευλαβική κι υπνωτιστική. Όμορφη. Έχοντας αναδειχθεί στο πλευρό του Ντέιβιντ Μπόουι και την ταινία Καλά Χριστούγεννα, κύριε Λώρενς (1983) του Ναγκίσα Οσίμα, αυτός ο Ιάπωνας συνθέτης/παραγωγός/ηθοποιός είναι από τους πιο εμπνευσμένους και καινοτόμους των τελευταίων δεκαετιών. Πρωτεϊκός. Ζωντανός μύθος.

Από την ποπ στην όπερα, περνώντας από την techno-pop με το συγκρότημά του Yellow Magic Orchestra στα 70’s (με επιρροές από τους Kraftwerk), ο Ryuichi Sakamoto επιβλήθηκε τόσο με το λεπταίσθητο ιερατικό του παίξιμο όσο και και το απωανατολικό μεγαλείο ενός ήχου που έκτοτε έχει γίνει κλασικός. Χωρίς, όμως, ποτέ το στυλ του να μπορεί να μπει σε κάποιο κουτάκι.

Mε τον David Bowie στην ταινία Καλά Χριστούγεννα, κύριε Λώρενς (Φωτογραφία: Oshima Productions).

Στα χρόνια της δεκαετίας του ’80, ο Σακαμότο συνθέτει ένα εντυπωσιακό έργο που εναλλάσσει σόλο άλμπουμ συχνά παράξενα και σκοτεινά με σουξεδιάρικες μουσικές ταινιών. Το 1987, οι υπέροχες μελωδίες που έγραψε για τον Τελευταίο Αυτοκράτορα του Μπερτολούτσι του χάρισαν ένα Όσκαρ. Ακολουθούν το Τσάι στη Σαχάρα (1990) και ο Μικρός Βούδας (1993).

Εφτιαξε τη μουσική της τελετής έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Βαρκελώνης, εμφανίστηκε σε βιντεοκλίπ της Μαντόνα, μπλέχτηκε με το Internet και τα multimedia.

Περιζήτητος τόσο από το Χόλιγουντ όσο κι από ποπ συνθέτες, όπως η Λόρι Άντερσον ή ο David Sylvian, συνεχίζει το δρόμο του κάνοντας σλάλομ μεταξύ ειδών και ηπείρων. Έτσι, έφτιαξε τη μουσική της τελετής έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Βαρκελώνης, εμφανίστηκε σε βιντεοκλίπ της Μαντόνα, μπλέχτηκε με το Internet και τα multimedia.

Nεανίας στους Yellow Magic Orchestra (Φωτογραφία: samuelsounds.wordpress.com).

Περίεργος για τα νέα λεξιλόγια της μουσικής παραγωγής, ο Ryuichi Sakamoto από νωρίς συνεργάστηκε με DJ’s και μουσικούς της techno σκηνής, συμμετέχοντας ταυτόχρονα στην ανάπτυξη της ethnic. Κι όλο αυτό χωρίς να πολυπαίρνει τον εαυτό του στα σοβαρά, σερφάροντας με χιούμορ, διακριτικότητα και κομψή ελαφρότητα στα κορφοβούνια των εμπειριών του.

Γοητεύτηκε από την εμπρεσιονιστική μουσική των Ντεμπισί, Πουλένκ και Σατί.

Γεννημένος το 1952, τη χρονιά που ο John Cage συνθέτει το 4’33, ο Σακαμότο ξεκίνησε να παίζει πιάνο στα 3 του χρόνια. Ομολογεί πως θεωρεί το όργανο προέκταση του κορμιού του, κάτι σαν τα γυαλιά ή το pet του. Προερχόμενος από ένα εξαιρετικά καλλιεργημένο περιβάλλον (ο πατέρας του είναι ο μυθικός εκδότης Sakamoto Kazuki), γοητεύτηκε από την εμπρεσιονιστική μουσική των Ντεμπισί, Πουλένκ και Σατί, όλοι τους λάτρεις της ιαπωνικής τέχνης, και του τρόπου τους να χειρίζονται τη σιωπή. Μαζί η ροκ, οι Beatles κι οι Rolling Stones.

Ο Σακαμότο ξεκίνησε να παίζει πιάνο στα 3 του χρόνια. Ομολογεί πως θεωρεί το όργανο προέκταση του κορμιού του (Φωτογραφία: Isa Foltin).

Το Behind the Mask του 1979 εμπνέει τον Eric Clapton. Μετά, το ξαναδουλεύει ο Michael Jackson για το Τhriller, αλλά η προσπάθεια πέφτει στο κενό λόγω δικαιωμάτων. Για το Καλά Χριστούγεννα, κύριε Λώρενς, κερδίζει ένα BAFΤA καλύτερης πρωτότυπης μουσικής. Αυτό το μείγμα σιροπιαστής ποπ και παραδοσιακών ασιατικών κρουστών με ολίγη από αγγλική ροκ γνωρίζει τεράστια επιτυχία.

Το 2014, διαγνώστηκε με καρκίνο του φάρυγγα. Θα αποσυρθεί για μήνες, ώστε να υποβληθεί σε θεραπεία.

Οι πόρτες του σινεμά ανοίγουν διάπλατες. Στη αρχή βασικά electro, η μουσική που υπογράφει για τα soundtracks των ταινιών γίνεται καθαρά ακουστική. Το 1991, είναι ο Πέδρο Αλμοδοβάρ που απευθύνεται σε κείνον για τα Ψηλά Τακούνια. Ακολουθεί ο Μπράιαν ντε Πάλμα για το Snake Eyes (1988) και το Femme fatale (2002). Επιπλέον, έχει λαμβάνειν ένα Grammy και δυο Χρυσές Σφαίρες.

Το 2014, διαγνώστηκε με καρκίνο του φάρυγγα. Θα αποσυρθεί για μήνες, ώστε να υποβληθεί σε θεραπεία. Ένα χρόνο αργότερα υπογράφει τη μουσική για το The Revenant (Η Επιστροφή) του Αλεχάντρο Ιναρίτου με τον Λεονάρντο ντι Κάπριο στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ένα πάτσγουορκ ορχηστρικών και ηλεκτρονικών ήχων που ντύνει το χάος μιας απρόβλεπτης φύσης.

Όπως και σ’ ένα σωρό άλλους μουσικούς, στον Σακαμότο αρέσει το καλό φαγητό. Το αγαπημένο του στη Νέα Υόρκη είναι το Kajitsu (Φωτογραφία: thenewordermag.com).

Ίσαμε τώρα, ο Σακαμότο έχει ηχογραφήσει 8 άλμπουμς με τη Yellow Magic Orchestra, καμιά 20αριά σόλο και πάνω από 30 soundtracks. Με τελευταίο το async του 2017. Καθώς του αρέσει να καταπιάνεται μ’ όλα τα είδη μουσικής, δεν διστάζει να βυθιστεί στο σύμπαν της world music, στη συνέχεια σειρά έχουν η ραπ, η χάουζ, ακόμα και η μπόσα νόβα. Εγκατεστημένος πλέον στη Νέα Υόρκη από το 1990, συνεργάζεται με τον Γιουσού Ν’ Ντουρ, τον Ίγκι Ποπ, τον Έρικ Κλάπτον, τη Σεζάρια Εβόρα, τον Καετάνο Βελόζο…

Στις συναυλίες του, τον βλέπεις να κινείται απαλά από το ένα όργανο στο άλλο: ένα πιάνο με ουρά, θιβετιανά μπολ, το μπράτσο ενός βιολοντσέλου. Από δίπλα, άλλα που δεν έχεις ματαδεί, όπως δυο τεράστιες πλάκες γυαλιού που μιμούνται το τραγούδι των φαλαινών, το shamisen με τη μυστηριώδη καταγωγή ή κάτι μακριές μεταλλικές ράβδοι που αιωρούνται και δίνουν την εντύπωση ότι βλέπεις τον Σακαμότο να παίζει δοξάρι πάνω σε γιγάντιους λωτούς. Με το χιονισμένο του μαλλί και τα σοφιστικέ γυαλιά από ταρταρούγα, φοράει το σύνηθες μαύρο του κοστούμι μαζί με μαύρο ζιβάγκο ή ένα λευκό πουκάμισο κουμπωμένο ώς επάνω. Ύστερα, χαμογελάει γλυκά, ντροπαλά.

Ο πρώτος από τους τρεις γάμους του έγινε το 1972, αλλά κατέληξε σε διαζύγιο δύο χρόνια αργότερα και μια κόρη. Μετά παντρεύτηκε την πιανίστρια και τραγουδίστρια Άκικο Γιάνο το 1982. 14 χρόνια μετά, αποφασίζουν να ζήσουν χωριστά, ενώ έχουν μια κόρη, την τραγουδίστρια της J-pop Μιου Σακαμότο. Πλέον, ο Σακαμότο ζει με τη μάνατζερ και σύζυγό του Νόρικα Σόρα από το 1990 κι έχουν δυο παιδιά.

Μετά την καταστροφή της Φουκουσίμα, επισκέφτηκε μια μικρή πόλη κοντά στον πυρηνικό σταθμό και βρήκε ένα παρατημένο πιάνο.

Όπως και σ’ ένα σωρό άλλους μουσικούς, στον Σακαμότο αρέσει το καλό φαγητό. Το αγαπημένο του στη Νέα Υόρκη είναι το Kajitsu, όπου έχει τις συνήθειές του εκεί. Μοναδικό του πρόβλημα η ανυπόφορη μουσική που παίζει. «Κακή βραζιλιάνικη ποπ μαζί με αμερικανική folk και κερασάκι κάποιο κομμάτι του Miles Davis». Τσατισμένος στέλνει επιστολή στη διεύθυνση: «Ποιος τα διάλεξε όλα αυτά τα σκατά; Το φαγητό σας είναι τόσο ωραίο όσο αυτό της Katsura Rikyu (αυτοκρατορική βίλα κοντά στο Τόκιο), αλλά η μουσική σας μοιάζει με το Trump Tower. Επιτέλους, αφήστε με να την επιμεληθώ».

O Ρουίτσι Σακαμότο εκτιμά όλο και περισσότερο τη σιωπή κι ένα είδος λεπτότητας που έρχεται με το χρόνο (Φωτογραφία: sdaff.org).

Μετά την καταστροφή της Φουκουσίμα, επισκέφτηκε μια μικρή πόλη κοντά στον πυρηνικό σταθμό. Στα ερείπια, βρήκε το εγκαταλειμμένο πιάνο του σχολείου. Ξεχαρβαλωμένο από το πέρασμα του τσουνάμι, τη λάσπη, τ’ αλάτι. «Ήταν ένα λείψανο πιάνου. Αλλά μπορούσες ακόμα να παίξεις. Μόνο που θά ‘λεγες πως η φύση τό ‘χε κουρδίσει μόνη της». Σήμερα, το πιάνο της Φουκουσίμα είναι θρονιασμένο στο Intercommunication Center του Τόκιο. Ο maestro, για να του ξαναδώσει ζωή, πήγε και βρήκε όλα τα δεδομένα για τους σεισμούς που έγιναν παντού στον πλανήτη μέσα σ’ ένα μήνα. Χάρη στις πληροφορίες αυτές, το όργανο παίζει πλέον μόνο του.

Σ’ όλ’ αυτά, να προστεθούν ένα σωρό παράλληλα projects που πάνε από τη multimedia όπερα του 1999 ώς τα ringtones για το Nokia 8800 το 2005. Μετά ταξιδεύει στην Αρκτική να ηχογραφήσει τον ήχο από το λειώσιμο των πάγων.

Διότι ο Ρουίτσι Σακαμότο εκτιμά όλο και περισσότερο τη σιωπή κι ένα είδος λεπτότητας που έρχεται με το χρόνο. Ελπίζει πως στην ηλικία του θα καταφέρει να παίξει πιάνο όπως κόβουμε το τόφου. Χαϊδεύοντας.

Στοχαστής. Μεταφυσικός. Ρομαντικός τελικά. Ένας Ταρκόφσκι της μουσικής.

 

Διαβάστε ακόμα: Σάμιουελ Μπέκετ. Ο σημαντικότερος συγγραφέας του 20ου αιώνα;

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top