[…] Ακόμη και ως νέος άντρας, ο Φράνσις Άλμπερτ Σινάτρα, επίσης γνωστός ως «Γερογαλανομάτης», είχε το ασυνήθιστο χάρισμα να εκφράζει τις χαρές και τις λύπες από περασμένους έρωτες μέσα από το πρίσμα της ανάμνησης από την πλεονεκτική σκοπιά μιας στοχαστικής και νοσταλγικής τρίτης ηλικίας. Εξέφραζε μια ύψιστης ποιότητας νοσταλγία που αξίζει την προσοχή μας. Όπως και οι Ευρωπαίοι τραγουδιστές μπαλάντας της εποχής του –Ζακ Μπρελ, Εντίθ Πιαφ, Ζιλμπέρ Μπεκό–, ο Σινάτρα έβαζε τον εαυτό του στα τραγούδια του. Και, ιδίως καθώς γερνούσε και η φωνή του γινόταν πιο τραχιά, κανένας δεν αμφέβαλλε ότι ο Σινάτρα τραγουδούσε προσωπικά βιώματα. Ήξερε για τι πράγμα σιγοτραγουδούσε.
Μου έρχεται στο νου το κομμάτι «Once Upon a Time» (Μια φορά κι έναν καιρό) των Λι Άνταμς κα Τσαρλς Στράους, από το κατεξοχήν «νοσταλγικό» άλμπουμ του Σινάτρα September of My Years (Ο Σεπτέμβριος των χρόνων μου):
Μια φορά κι έναν καιρό
ένα κορίτσι με το φως του φεγγαριού στα μάτια
έβαλε το χέρι της μες στο δικό μου
και είπε ότι μ’ αγαπάει τόσο βαθιά,
μα αυτό έγινε μια φορά κι έναν καιρό,
πολύ πολύ παλιά.
Και πιο κάτω λέει:
Μια φορά κι έναν καιρό
ο κόσμος ήταν πιο γλυκός απ’ όσο νομίζαμε.
Τα πάντα ήταν δικά μας –
πόσο ευτυχισμένοι ήμασταν τότε.
Μα κάπως γίνεται και το μια φορά κι έναν καιρό
δεν ξαναέρχεται ποτέ.
Συναισθηματικό; Και βέβαια. Αλλά ποτέ δεν ήμουν της άποψης ότι φιλοσοφία και συναίσθημα –ακόμη και συναισθηματισμός– δε συνδυάζονται. Μάλιστα η αποξένωση της φιλοσοφίας από τα συνηθισμένα ανθρώπινα συναισθήματα έχει καταστήσει μεγάλο κομμάτι της σύγχρονης ακαδημαϊκής φιλοσοφίας απόμακρο για πολλούς από μας.
Ο Σινάτρα μοιράζεται μαζί μας το πώς νιώθει κανείς όταν θυμάται τον εαυτό του νέο και ευτυχισμένο από έρωτα και ελπίδα. Ξαναζεί τα περασμένα συναισθήματά του, που, μα τον Θεό, ήταν τόσο υπέροχα. Όμως κάνει καλό σε έναν ηλικιωμένο να συνειδητοποιεί ότι άλλο το τότε και άλλο το τώρα. Αυτό που απομένει, η ανάμνηση του νεανικού έρωτα μέσα από το φίλτρο της μεταγενέστερης πείρας, έχει τη δική του γλύκα. Ο τραγουδιστής μάς υπενθυμίζει ότι έχουμε ζήσει αυτή την περίοδο με τα έντονα, ενίοτε θυελλώδη συναισθήματα, και χάρη σε αυτή νιώθουμε τη ζωή μας πιο πλούσια. Και δεν είναι λίγο το ότι έχουμε ζήσει αυτούς τους συγκλονιστικούς έρωτες με τις τόσες πικρές απογοητεύσεις και είμαστε ακόμη εδώ.
Όταν ο Σινάτρα τραγουδάει «το μια φορά κι έναν καιρό δεν ξαναέρχεται ποτέ», καταφέρνει να μεταδώσει τόσο θλίψη όσο και ανακούφιση για το γεγονός ότι αυτό το προγενέστερο στάδιο της ζωής δεν μπορεί να επαναληφθεί ποτέ. Σαν να μας λέει: «Εκείνες οι μέρες ήταν καταπληκτικές, αλλά δε νομίζω ότι θα μπορούσα πια να τα βγάλω πέρα με τέτοιες θυελλώδεις καταστάσεις – μάλιστα δε νομίζω καν ότι θα ήθελα πλέον». Και έτσι αποδέχεται πολύ ξεκάθαρα τη θνητότητά του: το μια φορά κι έναν καιρό δεν ξαναέρχεται ποτέ.
Ενώ ο Κίρκεγκορ θέλει να αντικρίσουμε τον θάνατο ως εκτελεστικό απόσπασμα και να τρέμουμε από φόβο, ο Σινάτρα προτείνει να απευθύνουμε αγέρωχα στον θάνατο ένα πένθιμο νεύμα και ταυτόχρονα να απολαμβάνουμε νοσταλγικά τη γλυκύτητα των αναμνήσεων από τα πιο νεανικά μας χρόνια. Δε με πείθει ο Κίρκεγκορ ότι αναγνωρίζει και αποδέχεται τη θνητότητά του πιο αυθεντικά απ’ ό,τι ο Σινάτρα.
// Από το βιβλίο του Ντάνιελ Κλάιν «Ταξίδια με τον Επίκουρο – Αναζητώντας τη φύση της ευτυχίας μέσα στο ελληνικό φως» (απόσπασμα από το κείμενο με τίτλο «Για τον Φρανκ Σινάτρα και μια νοσταλγική τρίτη ηλικία», σελ. 132-135). Μετάφραση: Πέτρος Γεωργίου. Εκδόσεις Πατάκη, 2014.
Ακούστε: Frank Sinatra – Once Upon A Time
Διαβάστε ακόμα: Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ – «Εκείνη τη μέρα του Αυγούστου του 1903…».