«Ξεκίνησα να δουλεύω τον Ιούλιο του 1984, σε ένα πλατό για παιδικές εκπομπές στην ΕΡΤ» (Φωτογραφία: Νίκος Ζαχαρόπουλος).

Πολυπράγμων και πολυδιάστατος, ο Σπύρος Μιχαλόπουλος, έχει ζήσει… δέκα ζωές στον χώρο του. Με την ίδια ευαισθησία και αφοσίωση έχει σκηνοθετήσει διαφήμιση, σινεμά, θέατρο και επίσης με την ίδια θέρμη θα γείρει πάνω από μία σειρά που θα σπάσει τα τηλεοπτικά ταμία, μια άλλη σε άγνωστη εμπορική κατεύθυνση ή μια έτερη που απλώς αξίζει αλλά δεν θα «πουλήσει». Εχει συνεργαστεί με τον Αγγελόπουλο και περπατήσει ώρες με τον Κριστόφ Κισλόφσκι. Όλα αυτά απλώς ενέτειναν τα όσα ο Σπύρος ήδη έφερε σε μυαλό και ψυχή.

«Με βοήθησε πάρα πολύ στην πορεία μου ήταν που δούλεψα ως βοηθός σκηνοθέτη δίπλα στον Θόδωρο Αγγελόπουλο».

– Εχετε διαγράψει μια εξαιρετικά πλούσια πορεία στο επαγγελματικό σας διάβα κυρίως από την άποψη της… ποικιλίας: παιδικά, ντοκιμαντέρ, διαφήμιση, σειρές, ταινίες. Ποιους θεωρείτε ως σταθμούς στην πορεία σας;

Πράγματι! Ξεκίνησα να δουλεύω τον Ιούλιο του 1984, σε ένα πλατό για παιδικές εκπομπές στην ΕΡΤ. Μετά σιγά-σιγά άρχισα να ασχολούμαι με το ντοκιμαντέρ, για μια εκπομπή που παρουσίαζε θέματα από όλη την Ελλάδα. Αυτό το πεδίο ήταν για μένα ένας πειραματισμός, αλλά μετά προχώρησα στη διαφήμιση -έκανα γύρω στα δέκα χρόνια διαφήμιση. Αν και σε αυτό τον χώρο ο σκηνοθέτης κάνει κάτι πολύ συγκεκριμένο, εμένα με βοήθησε να κατακτήσω πολύ καλά την τεχνική της αποτύπωσης και να μπορώ να αποδίδω πιο εύκολα αυτό που είχα στο μυαλό μου. Αυτό μάλιστα είναι κάτι που δεν μπορεί να στο διδάξει καμιά σχολή, μόνο μέσα από τη δουλειά μπορείς να το μάθεις.

– Τι άλλο σας βοήθησε; 

Με βοήθησε πάρα πολύ στην πορεία μου ήταν που δούλεψα ως βοηθός σκηνοθέτη δίπλα στον Θόδωρο Αγγελόπουλο για «Το μετέωρο βήμα του πελαργού». Εκεί έμαθα πώς μπορείς να συνθέσεις τις εικόνες σου στο μοντάζ με τέτοιο τρόπο ώστε να βγάλεις αυτό που θέλεις. Κάποια στιγμή, όταν σταμάτησα από τη σκληρή συνθήκη της διαφήμισης, αποφάσισα να ασχοληθώ με την ουσία της δουλειάς μου, που είναι ο ηθοποιός. Έτσι μπήκα στις σειρές, με πρώτη από αυτές τη «Βέρα στο δεξί», το 2004. Εκεί είχα την ευκαιρία να σκηνοθετήσω διαλόγους, εκφράσεις ηθοποιών, μεγάλες σκηνές με σενάριο που να αποδίδουν ένα νόημα.

«Σπουδάζω Ιστορία Ελληνικού Πολιτισμού στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο και όταν τελειώσω, θα κάνω μαθήματα πάνω σε κάποιο άλλο θέμα» (Φωτογραφία: Νίκος Ζαχαρόπουλος).

– Ένας σκηνοθέτης που από τον Αγγελόπουλο πηγαίνει σε ένα σίριαλ, δεν το νιώθει αυτό ως έκπτωση;

Όχι, δεν έκανα καμιά έκπτωση, ήταν μέρος της διαδικασίας. Σε αυτή τη δουλειά μαθαίνεις συνεχώς και είναι καλό να δοκιμάζεις διαφορετικά πράγματα. Σκέφτεσαι δηλαδή ότι εκείνη τη στιγμή κάνεις μια σειρά και στόχος σου είναι να αποδοθεί καλά ένα σενάριο. Σκηνοθεσία είναι όλα, είτε είσαι δίπλα στον Αγγελόπουλο, είτε κάνεις ένα βιντεοκλίπ, είτε αφηγείσαι μια ιστορία. Γενικά θεωρώ ότι ένας καλλιτέχνης δεν πρέπει να έχει ταμπέλες -τα γνωστά που ακούμε, ποιοτικό, εμπορικό κ.λπ. Στην Αναγέννηση οι ζωγράφοι δούλευαν επί παραγγελία και έφτιαχναν αριστουργήματα.

«Όταν διαβάζεις Ιστορία, μαθαίνεις και για την Τέχνη, η οποία δεν είναι παρά ένα κοινωνικό και ιστορικό αποτέλεσμα».

– Μπήκατε λοιπόν στην τηλεόραση και μάλιστα με μια σειρά μεγάλης τηλεθέασης. Πώς προχωρήσατε από κει και πέρα;

Τότε λοιπόν αποφάσισα ότι ναι, θα κάνω τηλεόραση, αλλά παράλληλα, για τη δική μου ψυχική ηρεμία και την αγάπη μου για τη σκηνοθεσία, θα κάνω και θέατρο. Καταπιάστηκα λοιπόν με έργα που μπορεί να μην ήταν εισπρακτικές επιτυχίες, αλλά ήταν έργα που μου άρεσαν πολύ. Ήταν το «Ένα» της Ειρήνης Λουκάτου, που ανέβηκε το 2014 στο θέατρο «Ροές» και η τελευταία μου δουλειά ήταν το «Tango Bar» του Περικλή Κοροβέση, που πήγε παρά πολύ καλά και παρουσιάστηκε δύο χρονιές.

– Τι είναι αυτό που επιθυμείτε αυτή τη στιγμή όσον αφορά τη δουλειά σας;

Έχω κάποια σχέδια για μια ταινία που θέλω να κάνω, πάνω σε ένα κείμενο που το γράφω από το 2012. Όταν με το καλό τελειώσω, θα το δώσω σε έναν σεναριογράφο να μου το κάνει σενάριο, γιατί ο καθένας πρέπει να κάνει τη δουλειά του. Επίσης σπουδάζω Ιστορία Ελληνικού Πολιτισμού στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο και όταν τελειώσω, θα κάνω μαθήματα πάνω σε κάποιο άλλο θέμα – είναι κάτι που το έχω ανάγκη στη ζωή μου.

«Η βία είναι αποτέλεσμα των κοινωνικών αντιθέσεων σε όλα τα επίπεδα, όπως και αποτέλεσμα έλλειψης παιδείας» (Φωτογραφία: Νίκος Ζαχαρόπουλος).

Γιατί επιλέξατε αυτό τον τομέα για τις σπουδές σας;

Την αγαπάω την Ιστορία του Ελληνικού Πολιτισμού, είναι ένας μαγικός κόσμος. Επίσης το άλλοθί μου για πολλά είναι να διαβάζω και να ανακαλύπτω καινούργια πράγματα. Όταν διαβάζεις Ιστορία, μαθαίνεις και για την Τέχνη, η οποία δεν είναι παρά ένα κοινωνικό και ιστορικό αποτέλεσμα.

Έχετε γνωρίσει τον μέγα Κισλόφσκι – πείτε μου για αυτή την εμπειρία σας.

 Τον Κισλόφσκι τον γνώρισα στην Πολωνία, όπου είχα πάει να σπουδάσω χημικός μηχανικός. Ήταν ένα επάγγελμα που θεωρητικά μου άρεσε καθώς ήμουν καλός και στα μαθηματικά. Μετά το πρώτο εξάμηνο των σπουδών μου όμως, άλλαξα κατεύθυνση, γιατί το επίπεδο ήταν πολύ υψηλό και δεν μπορούσα να το παρακολουθήσω. Σκεφτόμουν μάλιστα να γυρίσω στη χώρα μου, αλλά εντελώς συμπτωματικά έπεσα πάνω σε μια ανακοίνωση της σχολής κινηματογράφου, που έγραφε ότι θα κάνει εξετάσεις το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς.

«Με τον Κισλόφσκι αναπτύξαμε μια φιλία που διατηρήθηκε και μετά τα σεμινάρια που έκανα τότε».

– Και αποφασίσατε να το κάνετε; 

Αποφάσισα λοιπόν να ξεκινήσω εκεί, γιατί πάντα αγαπούσα τον κινηματογράφο και τη σκηνοθεσία, αλλά δεν ήξερα καν ότι η σκηνοθεσία σπουδάζεται, εκείνα τα χρόνια. Είχα μάθει και αρκετά καλά τα Πολωνικά, όταν προετοιμαζόμουν να πάω στη χώρα, κι έτσι μπορούσα να δώσω εξετάσεις. Πέρασα τα θεωρητικά αλλά στα πρακτικά πήγα πολύ καλύτερα, γιατί το θεώρησα κάτι σαν παιχνίδι και μου είχε φύγει και το άγχος να περάσω. Εκεί, λοιπόν, στη σχολή γνώρισα τον Κισλόφσκι, που παρέδιδε κάποια σεμινάρια. Είχαμε διαφορετικές ηλικίες, ήμασταν από διαφορετικές χώρες, όμως αναπτύξαμε μια φιλία που διατηρήθηκε και μετά τα σεμινάρια. Ήταν η εποχή που ετοίμαζε τον «Δεκάλογο», αυτό το αριστουργηματικό έργο. Αντιμετώπιζε βέβαια πολλά προβλήματα με το καθεστώς και πολλές φορές ήταν αποκλεισμένος από τις κρατικές εταιρείες παραγωγής.

Πώς ήταν σαν άνθρωπος ο Κισλόφσκι; 

Ήταν αρκετά εσωστρεφής, μανιώδης καπνιστής -τον έβλεπες πάντα με ένα τσιγάρο στο στόμα-, πολύ καλός συνομιλητής και ακροατής και πολύ διαβασμένος άνθρωπος. Όταν σκηνοθετούσε, περνούσε έναν προσωπικό Γολγοθά, αλλά με τους ανθρώπους του συνεργείου του ήταν πολύ ευχάριστος. Μόνο ο μοντέρ περνούσε δύσκολα, γιατί ήθελε τουλάχιστον 15 βερσιόν, για να καταλήξει.

– Μου αρέσουν πολύ οι ταινίες του, θεωρώ ότι έχει μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με το πεπρωμένο, το οποίο ταυτόχρονα το αμφισβητεί.

 Αυτό που λέτε, ήταν ένας τρόπος για να δείξει τον ρόλο που μπορεί να παίξει η μοίρα. Ειδικά «Η Διπλή ζωή της Βερόνικα» ήταν στα όρια του μεταφυσικού, αλλά το χρησιμοποιεί σαν όχημα για να πει κάποια πράγματα, δεν στέκεται σε αυτό.

«Δεν μπορεί να θεωρείσαι παιδευμένος άνθρωπος και να ασκείς βία απέναντι σε έναν αδύναμο».

– Πώς νιώθετε για τη βία που υπάρχει γύρω μας αυτή την εποχή, η οποία μάλιστα εξαπλώνεται σε παγκόσμιο επίπεδο;

Νιώθω πολύ απογοητευμένος φυσικά. Η βία είναι αποτέλεσμα των κοινωνικών αντιθέσεων σε όλα τα επίπεδα, όπως και αποτέλεσμα έλλειψης παιδείας. Δεν μπορεί να θεωρείσαι παιδευμένος άνθρωπος και να ασκείς βία απέναντι σε έναν αδύναμο. Η βία ενάντια σε μια γυναίκα δεν είναι μόνο προσωπικό ζήτημα του ζευγαριού μέσα στο οποίο συμβαίνει. Είναι ένα ευρύτερο κοινωνικό θέμα. Πρόκειται για έναν πρωτόγονο, ας τον χαρακτηρίσω, άνθρωπο, που θέλει να επιβάλει την εξουσία του.

– Πάντως βλέπουμε ότι η βία μπορεί να προέλθει και από μορφωμένους ανθρώπους, όπως έχει συμβεί και στον χώρο σας.

 Το να διαβάσεις 100 βιβλία δεν σε κάνει μορφωμένο. Μορφωμένος είσαι όταν έχεις μια συνολική αντίληψη κατ’ αρχάς για τον συνάνθρωπό σου αλλά και για τον εαυτό σου. Μορφωμένος είναι αυτός που θα βγει από το σπίτι του και θα πει καλημέρα, θα χαμογελάσει στους γύρω του, θα θέλει να τους μιλήσει και να τους ακούσει κυρίως. Αυτός που έχει γενικότερη παιδεία.

– Εσείς έχετε δει καταστάσεις βίας στη δουλειά σας;

Έχω δει κακοποιητικές συμπεριφορές με διάφορους τρόπους και κάθε φορά αντιστάθηκα όσο μπορούσα. Είμαι 40 χρόνια σε αυτό τον χώρο, δεν υπάρχει περίπτωση να μην έχεις δει ποτέ κάτι τέτοιο σε τόσα πολλά χρόνια. Έχω φύγει και από δουλειές επειδή ο σκηνοθέτης μιλούσε με πολύ προσβλητικό τρόπο στο συνεργείο του.

Σκηνή από τη σειρά ο «Ορκος» που προβάλλεται στην ΕΡΤ.

– Ας πάμε στην ευρύτερη βία, σε τι κόσμο ζούμε τελικά;

Ο πλανήτης είναι η μεγάλη εικόνα αυτού που ζούμε και μέσα στη μικρή κοινωνία μας. Πόλεμοι γίνονται κάθε μέρα παντού στον κόσμο και σκοτώνονται πολλοί άνθρωποι, απλώς τώρα αυτό συμβαίνει δίπλα μας και το συναίσθημα είναι πιο έντονο. Όταν όμως γίνονται πωλήσεις όπλων, όταν υπάρχουν γεωπολιτικά συμφέροντα σε όλο τον πλανήτη, αυτά θα συμβαίνουν. Και αυτός τώρα ένας τέτοιος πόλεμος είναι, δεν έχει να κάνει με το πόσο φασίστας είναι ο ένας και πόσο λιγότερο φασίστας ο άλλος. Πρόκειται για ένα σύστημα που κάνει πόλεμο σε ένα άλλο σύστημα, δεν έχει να κάνει μόνο με τους ανθρώπους που είναι επικεφαλής κάθε φορά -σήμερα λέγεται Πούτιν, αύριο θα έχει άλλο όνομα.

«Η ιδιωτική κυρίως τηλεόραση έχει στηθεί μέσα σε μια ροή εμπορικού τύπου. Έχει τη λογική του μαγαζιού».

– Εσείς που έχετε ζήσει αρκετά χρόνια και στην Πολωνία, έχετε δει βασικές διαφορές ανάμεσα σε εμάς τους Δυτικούς με τους Ανατολικούς;

Σίγουρα το πολιτικό σύστημα ήταν διαφορετικό και υπήρχαν μεγάλες δυσκολίες στην καθημερινή διαβίωση. Ήταν όμως πάρα πολύ καλό το σύστημα υγείας, παιδείας και γενικά κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Στη Δύση, η καθημερινότητα είναι καλύτερη, αλλά είναι δύσκολα όλα τα υπόλοιπα.

– Στην Ελλάδα σήμερα έχουμε καλό θέατρο, κινηματογράφο και τηλεόραση;

Στην Ελλάδα έχουμε καλό θέατρο, καλό σινεμά και πολύ αξιόλογους σκηνοθέτες. Τηλεόραση δεν έχουμε καλή, δεν είναι καλό το περιεχόμενο της. Ακόμα δεν έχουμε καταφέρει να αποσυνδέσουμε το περιεχόμενο από το εμπορικό κομμάτι. Η τηλεόρασή μας κατακλύζεται από ριάλιτι, τα οποία υπάρχουν καθαρά για εμπορικούς σκοπούς. Υπάρχει ένας διαρκής κύκλος πουλάω-αγοράζω.

«Η τηλεόρασή μας κατακλύζεται από ριάλιτι, τα οποία υπάρχουν καθαρά για εμπορικούς σκοπούς. Υπάρχει ένας διαρκής κύκλος πουλάω-αγοράζω» (Φωτογραφία: Νίκος Ζαχαρόπουλος).

– Παρ’ όλα αυτά, δεν υπάρχει περίπτωση να δώσεις στο κοινό κάτι καλό και να μην το αγκαλιάσει.

Ναι, αυτό είναι αλήθεια, αλλά η ιδιωτική κυρίως τηλεόραση έχει στηθεί μέσα σε μια ροή εμπορικού τύπου. Έχει τη λογική του μαγαζιού. Δεν μπορεί να έχει περιεχόμενο ανεξαρτήτως εμπορικότητας. Η δημόσια τηλεόραση έχει αλλάξει σελίδα και μπορεί να κάνει πια ποιοτικές δουλειές, αλλά ο κόσμος δεν την έχει αγκαλιάσει τόσο.

«Στον Όρκο έβαλα μέσα κάποια πλάνα που θυμίζουν πάρα πολύ τον Κισλόφσκι».

– Εσείς πάντως έχετε κάνει πολύ εμπορικές δουλειές.

Βεβαίως, αλλά δεν είναι τόσο ότι το κυνήγησα όσο κυρίως οι συγκυρίες ή το πλήρωμα του χρόνου. Μετά από τόσα χρόνια, έχω αναπτύξει, όπως σας είπα, την τεχνική του να βγάζω γρήγορα και καλά πράγματα και έτσι μου εμπιστεύτηκαν αυτές τις δουλειές.

– Υπάρχει συνταγή επιτυχίας για να πάει καλά μια σειρά;

Όχι, δεν υπάρχει. Σίγουρα πάντως, πάνω απ’ όλα είναι το σενάριο. Ένα δυνατό σενάριο θα πάει καλά, χωρίς βέβαια κι αυτό να είναι απόλυτο.

– Μου φαίνεται ότι η καινούργια σας δουλειά, ο «Όρκος», έχει κισλοφσκικό θέμα, έτσι δεν είναι;

Ναι, έτσι είναι, προσπάθησα κυρίως αισθητικά να ακουμπήσω πάνω σε αυτό το κομμάτι και έβαλα μέσα κάποια πλάνα που θυμίζουν πάρα πολύ τον Κισλόφσκι. Είμαι επίσης πολύ ικανοποιημένος, γιατί ενώ τα επεισόδια προχωρούν, δεν έχουμε κάνει καμιά έκπτωση και θα συνεχίσουμε να προσφέρουμε αυτή την ποιότητα.

 

Διαβάστε ακόμα: Σταύρος Ιωαννίδης. «Στον πόλεμο και νεκρό να δεις, δεν στέκεσαι να πονέσεις, προσπερνάς».

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top