– Αγαπητέ Στέφανε, με καθυστέρηση ενός έτους, θα ήθελα να πω συγχαρητήρια για την ανάληψη της καλλιτεχνικής διεύθυνσης του Διεθνούς Φεστιβάλ Εκκλησιαστικού Οργάνου ΑΝΩ Σύρου. Τι σηματοδοτεί για τον προσανατολισμό του η παρουσία σε αυτή τη θέση ενός αρχιμουσικού – και όχι ενός οργανίστα;
Η παρουσία ενός αρχιμουσικού σίγουρα δεν είναι ο κανόνας. Είναι πρόκληση η προσέγγιση ενός χώρου που βρίσκεται λίγο έξω από την “πεπατημένη” της κλασικής μουσικής, με την έννοια, ότι οι οργανίστες έχουν ένα ρεπερτόριο τελείως ιδιαίτερο και “δικό τους”. Νομίζω όμως ότι η περσινή πρώτη χρόνια έδειξε ότι λειτουργεί καλά. Από την άλλη πλευρά, η ίδρυση της Ορχήστρας του Φεστιβάλ ΑΝΩ μάλλον δεν θα είχε συμβεί, εάν η διεύθυνση ήταν στα χέρια οργανίστα.
– Καθώς είναι όντως η δεύτερη χρονιά, μπορεί να γίνει ένας πρώτος απολογισμός. Είσαι ευχαριστημένος μέχρι σήμερα;
Πρώτα από όλα είμαι πολύ ικανοποιημένος από τον επαγγελματισμό και τον ενθουσιασμό της ομάδας που το οργανώνει, αισθάνομαι μεγάλη στήριξη στις ιδέες μου. Χαίρομαι και που πέρυσι ήρθαν οργανίστες μεγάλου βεληνεκούς, εδώ θα ξεχωρίσω τον Τζιανλούκα Λιμπερτούτσι του Βατικανού, και ότι έγινε το πρώτο βήμα εμφάνισης ορχήστρας στο Φεστιβάλ και συγκεκριμένα των πολύ αγαπητών μου Athens Classical Players.
– Αυτή η περσινή εμπειρία πώς αποτυπώνεται στο φετινό πρόγραμμα του Φεστιβάλ;
Σίγουρα η μεγάλη καινοτομία είναι η ίδρυση ορχήστρας του Φεστιβάλ και μάλιστα με εμφάνιση και στη Σαντορίνη, στα Φηρά (25 Αυγούστου). Έτσι για πρώτη φορά το Φεστιβάλ επεκτείνει τις δράσεις του εκτός Σύρου. Επίσης κοινό χαρακτηριστικό των τριών συναυλιών εκκλησιαστικού οργάνου είναι το ότι και οι τρεις οργανίστες έχουν σαν βάση μεγάλους καθεδρικούς ναούς των εκάστοτε χωρών τους.
– Ορβιέτο (Ιταλία), Ληντς (Αγγλία), Σεβίλλη (Ισπανία). Είναι όντως ένα εντυπωσιακό προσκλητήριο.
Επιπλέον θα φιλοξενήσουμε δύο σπουδαίους σολίστ, την μεσόφωνο Μπέλλα Αντάμοβα (Τσεχία) και τον βιολοντσελίστα Τόμας Στραλ (Πολωνία). Παράλληλα θα λειτουργήσει η έκθεση φωτογραφίας «Τα Εκκλησιαστικά Όργανα της Ελλάδας», που επιμελήθηκε ο φωτογράφος Δημήτρης Βαμβακούσης.
– Ειδικά σε ό,τι αφορά την νέα ορχήστρα, ποιος θα είναι ο χαρακτήρας της και πώς θα λειτουργήσει;
Η ορχήστρα είναι βασικά ορχήστρα εγχόρδων νέων (από Πολωνία, Ελλάδα και Τσεχία) με την καθοδήγηση έμπειρων μουσικών της ΚΟΑ. Οι πρόβες θα γίνουν σε καθημερινή βάση σε ειδικό χώρο στην Άνω Σύρο και υπό τη διεύθυνσή μου. Το θεματικό νήμα θα είναι ο χορός, καθώς τα περισσότερα έργα είναι εμπνευσμένα από το χορό, όπως οι πέντε ελληνικοί χοροί του Νίκου Σκαλκώτα, Το μεγάλο Τάνγκο και το Ομπλιβιόν του Άστορ Πιατσόλα και η σουΐτα Χόλμπεργκ του Γκριγκ που είναι και μία αναφορά στους χορούς της εποχής του μπαρόκ. Θα παιχτούν επίσης το “Νυκτερινό” για έγχορδα του Ντβόρζακ και η Φούγκα νούμερο 1 του Συριανού συνθέτη Αναστάσιου Δομπρίνη.
– Ποιες προοπτικές ανοίγει για το νησί και ευρύτερα για τις Κυκλάδες η δημιουργία ενός συμφωνικού σχήματος, δεδομένου ότι υπάρχει και ένα θέατρο όπερας στο νησί;
Όπως σου είπα, ξεκινάμε ως ορχήστρα δωματίου, χωρίς βέβαια αυτό να αποκλείει μεγέθυνσή της στο μέλλον. Και η Ρώμη δε κτίστηκε σε μία μέρα…. Πέρα από αυτό, η ορχήστρα αυτή δεν μπορεί, για ευνόητους λόγους, να είναι μόνιμη. Είναι η ορχήστρα που πλαισιώνει τις εκδηλώσεις του Φεστιβάλ στη Σύρο αλλά και στη Σαντορίνη και, γιατί όχι, σε άλλα νησιά των Κυκλάδων στο μέλλον.
– Ηδη θα τιμήσετε τον κορυφαίο Έλληνα συνθέτη του 20ου αιώνα Νίκο Σκαλκώτα (1904-1949), με καταγωγή από την γειτονική Τήνο. Ποια η σημασία θεσμών όπως το Φεστιβάλ Άνω για να προβάλουν διεθνώς το έργο του;
Με λυπεί πολύ που τα 75 χρόνια από το θάνατό του αφήνουν αδιάφορους πολιτιστικούς φορείς που θα είχαν το χρέος να τον τιμήσουν. Η συμβολή η δική μας είναι στο πλαίσιο των δυνατοτήτων ενός καλλιτεχνικά υψηλών μεν αξιώσεων φεστιβάλ, πλην όμως με περιορισμένες δυνατότητες προβολής. Δεδομένης όμως της μεγάλης αξίας του συνθέτη και της καταγωγής του από την Τήνο, θα ήταν μεγάλη αμέλεια να μην τον τιμήσουμε.
– Η φετινή χρονιά πάντως είναι πιο διεθνής από ποτέ.
Ναι, αυτό ισχύει και ο διεθνής του χαρακτήρας είναι επιθυμία όλων μας. Το 2025 και το 2026 δέχτηκαν την πρόσκλησή να εμφανιστούν στη Σύρο μου πολύ μεγάλα διεθνή ονόματα του χώρου και τα οποία θα ανακοινωθούν στην κατάλληλη στιγμή. Συνεχίζεται και επεκτείνεται η συνεργασία με πρεσβείες, όπως αυτή της Πολωνίας και για πρώτη φορά της Ισπανίας, ενώ συνεχίζεται η γόνιμη συνεργασία με το Τσεχικό Πολιτιστικό Κέντρο. Το Ιταλικό Ινστιτούτο μας στηρίζει για πρώτη φορά.
– Είναι όμως και η πρώτη χρονιά που απουσιάζουν οι Έλληνες οργανίστες.
Ναι, δεν θα είναι όμως έτσι το 2025. Παρεμπιπτόντως, προσπαθώ κάθε χρονιά να συμμετέχουν και Συριανοί καλλιτέχνες, εφόσον βέβαια υπάρχει το αντίστοιχο καλλιτεχνικό επίπεδο. Πέρυσι ήταν η μονωδός Χριστίνα Ασημακοπόυλου, φέτος ο συνθέτης Αναστάσιος Δομπρίνης – για να μην ξεχάσω βέβαια και τον εαυτό μου…
– Ναι, ο ίδιος είσαι Συριανός. Πόσο ρόλο παίζει η εντοπιότητα στον ρόλο σου;
Την πρωταρχική. Τι πιο ωραίο, από το να προσφέρεις στον τόπο σου μετά από σταδιοδρομία πολλών χρόνων;
– Με αυτό το δεδομένο και πλέον με την εμπειρία σου ως καλλιτεχνικός διευθυντής του πιο «γηγενούς» από τα συριανά φεστιβάλ κλασικής μουσικής, ποιες είναι κατά τη γνώμη σου οι ανάγκες και ποια τα βήματα που πρέπει να γίνουν για την συνολική πρόοδο της μουσικής στο νησί;
Θεωρώ πως η Σύρος έχει μια όχι ευκαταφρόνητη μουσική ζωή κατά τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου. Αυτό το τεκμηριώνουν τα διάφορα φεστιβάλ που λαμβάνουν χώρα κάθε χρόνο. Η δική μας συμβολή είναι να αναδεικνύουμε όχι μόνο τους συγκεκριμένους χώρους του φεστιβάλ αλλά και το ντόπιο δυναμικό, όπως έγινε πέρυσι όταν η Γερμανίδα κορνίστα και συμμετέχουσα στο φεστιβάλ, Μαρτίνα Ράιτμαν, δίδαξε σε σεμινάριο μέλη της τοπικής Φιλαρμονικής. Η αλήθεια είναι όμως, ότι πέρα από τους μήνες της τουριστικής σεζόν λίγα πράγματα συμβαίνουν. Νομίζω ότι λείπουν τα οικονομικά μέσα αλλά ίσως και η βούληση για να αλλάξει αυτό.
– Είμαι σίγουρος ότι το Φεστιβάλ ΆΝΩ ήδη συμβάλλει σε αυτήν την κατεύθυνση. Καλή επιτυχία!
Ευχαριστώ θερμά για το ενδιαφέρον σας και προσκαλώ όλους τους φιλόμουσους να παρακολουθήσουν το πολύ ιδιαίτερο φεστιβάλ.
Διαβάστε ακόμα: 40 χρόνια Accademia Bizantina. Το ψηφιδωτό μιας μουσικής επιτυχίας.