Ο Τάκης Σπυριδάκης ήταν ο ορισμός του αυθεντικού outsider.

O θάνατος το στρώνει. Εφυγε ο Τάκης Μόσχος, έφυγε και ο Τάκης Σπυριδάκης. Η Γλυκιά Συμμορία βγάζει τόση πίκρα πια. Και δεν είναι που φθίνει το όραμα της αιώνιας νιότης και της ακόμη πιο αιώνιας επανάστασης εναντίον των βολεμένων και των μπουρζουάζων, είναι που αυτοί οι άνθρωποι ήταν η νιότη και η επανάστασή μας. Ήταν τα σύμβολα των ελλήνων outsider.

Eμείς δεν είχαμε Τζέιμς Ντιν, Ντένις Χόπερ και Μάρλον Μπράντο, αυτούς είχαμε, αυτούς πιστέψαμε, μ’ αυτούς πορευτήκαμε. Οσοι τουλάχιστον δεν είχαμε ως υπέρτατο αγαθό μια θεσούλα στο Δημόσιο, δεν αναπαύσαμε τις υπαρξιακές μας ανησυχίες σε κάποιον αόρατο θεό και δεν λογαριάσαμε τη σκιά μας με βάση το σωματικό εκτόπισμα. Αυτοί οι άνθρωποι μάς το έμαθαν.

Ο Σπυριδάκης θα είναι πάντα ο ανέμελος Ανδρέας της ταινίας του Νικολαΐδη που μόλις βγαίνει από τη φυλακή πετάει τελετουργικά, βίαια, απελευθερωτικά τα ρούχα από πάνω του. Απεκδύεται κάθε συμβιβασμό που ενδεχόμενα κουβαλάει, γίνεται ξανά ατόφιος, οργανικά δεμένος με τη δύναμη του νεανικού κορμιού του. Ένα καλώδιο που αν το ακουμπήσεις με γυμνά χέρια θα σε τινάξει από τη δύναμή του.

Ο θάνατος, ναι, το στρώνει. Αλλά είναι τόσο «βλάκας» που δεν καταλαβαίνει ότι ανθρώπους σαν τον Σπυριδάκη δεν θα έπρεπε να τους ακουμπάει. Δεν έχει το δικαίωμα. Κάποιοι μένουν ανέμελα νέοι κι ας στενεύει το σώμα κι ας πέφτουν τα μαλλιά. Τον ταλαιπώρησε πολύ η παλιοασθένεια τον Τάκη. Τον είχα δει στην πλατεία της Ν. Σμύρνης. Δεν γίνεται να με απατούν τα μάτια μου. Αλλωστε, χρόνια ολόκληρα, εμείς που μένουμε στην περιοχή, τον βλέπαμε συχνά. Κοντοκουρεμένος (πού είχε πάει η όμορφη λεοντή του;), σχετικά καταβεβλημένος, αλλά, ξέρετε, με εκείνη την εσωτερική δύναμη που κρύβουν άνθρωποι με το δικό τσαγανό.

Ακόμη και στο χώρο της διαφήμισης έπαιξε με τους δικούς του όρους.

Αναρχικός; Αιθεροβάμων; Εκτός των τειχών; Στον δικό του κόσμο; Ο Σπυριδάκης είχε μια προσωπική κοσμοθεωρία που δεν γίνεται να την κοπιάρεις, αν δεν την αντέχεις. Θέλει άντερα, θέλει να το λέει η ψυχή σου, θέλει να μπορείς να ζεις χορτασμένος με το τίποτα και να βαρυστομαχιάζεις με τα πολλά που δεν χρειάζεσαι. Αξίζει πραγματικά να διαβάσετε ξανά τη συνέντευξη που είχε δώσει πριν από έξι χρόνια στο Andro και εξηγούσε πώς είναι να ζεις ως κλασικός άφραγκος, αλλά μέσα σου να ζεις αρχοντικά.

Ο Σπυριδάκης ήταν ένας κόμης του αυθεντικά λαϊκού κινήματος. Ήταν ένας κομψός διαφθορέας, μια υπαρκτή απόδειξη ότι μπορείς να κάνεις αυτό που αποζητάει η ψυχή σου, δίχως να πρέπει προηγουμένως να πουλήσεις τη ψυχή σου στο διάβολο. Aν είσαι άγριος σπόρος, όπως ήταν αυτός, δεν έχεις να φοβάσαι τίποτα. Πάντα θα βρίσκεις γόνιμο έδαφος.

Το πόσο αυθεντικός υπήρξε ο Σπυριδάκης αποδείχθηκε όταν έμπλεξε με το σταρ σίστεμ παίζοντας σε διαφημίσεις που έκαναν τρομερό γκελ στον κόσμο. Ο πασίγνωστος «αγαπούλας» (προσομοίωση του επίσης συχωρεμένου Μάκη Ψωμιάδη) ήταν μια συνειδητή απόφασή του. Δεν το έκανε για να βολευτεί οικονομικά. Όλοι το ξέρουν πως έψαχνε μπάτζετ για τις ταινίες του. Ακόμη κι έτσι, όμως, έφερε τον αδυσώπητο κόσμο της διαφήμισης στα μέτρα του. Έπαιξε με τα δικά του όπλα, δεν τα κατέθεσε ούτε τότε, δεν κατέβασε τα βρακιά (για να το κάνω λιανά).

Άλλωστε, ο Τάκης λαϊκό παιδί ήταν, δεν το έπαιξε κουλτούρα να φύγουμε, δεν τσάκισε μέσα του στην αυθεντικότητα των καταγωγικών πηγών του. Και την ίδια στιγμή οι ταινίες του ήταν ιδιαίτερες. Εκτός της κινηματογραφικής νόρμας που είχαμε συνηθίσει στην ημεδαπή. Δείτε τον Κήπο του Θεού, δείτε την Βέρα Κρουζ. Η σκηνοθετική ματιά του είναι αλλόκοτη, αλλότροπη, από αλλού φερμένη. Είναι αυτός ο ίδιος, ατόφιος. Δεν χαρίζεται και δεν χαρίζει κάστανα σε κανέναν έτσι αβασάνιστα.

Μόλις στα 61 του έφυγε ξαφνικά κι εμείς όλοι πρέπει να το δεχθούμε κι αυτό το χτύπημα. Πριν είχε φύγει ο Λαυρέντης, ακολούθησε ο Τάκης. Κι ύστερα; Τι άλλο μένει να δούμε; Ποιο μαύρο θα σκιάζει το πανί μας;

 

Διαβάστε ακόμα: Χάνουμε τη «Γλυκιά Συμμορία» της γενιάς του ’70.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top