Σιγοπίνοντας ένα Bombay Sapphire με tonic, σε μια μικρή στάση από την εργασία στο στούντιο.

O σπάνιος, πολυσχιδής καλλιτέχνης Θεόδωρος Ψυχογιός γεννήθηκε από  Έλληνες γονείς στη Βοστόνη το 1968 και μεγάλωσε ανάμεσα στο Παρίσι, την Ελλάδα και την Αγγλία. Σπούδασε πιάνο, έλαβε πτυχίο νομικής (!) από το Πανεπιστήμιο της Σορβόννης, κατόπιν σπούδασε γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών στο Παρίσι και στο Καθολικό Πολιτιστικό Κέντρο για τις Τέχνες στη Νάξο. Έχει δημιουργήσει μεγάλης κλίμακας τοιχογραφίες στην Αυστραλία και έχει πραγματοποιήσει πολλές ατομικές εκθέσεις ζωγραφικής και γλυπτικής, χωρίς ποτέ να παύει να εξερευνά νέες δραστηριότητες, όπως η ναυπηγική και η μουσική. Τελευταία, έχει στραφεί με πρωτόγνωρη ορμή στη δημιουργία μνημειακών επίπλων από μάρμαρο.

Είναι ένας «δαιμονικά» δημιουργικός άνθρωπος, από αυτούς που γεννούν συνεχώς ιδέες και μάλιστα σε διαφορετικά πεδία κάθε φορά. Η δημιουργικότητα, το ξέρουμε καλά. είναι αυτή που κάνει έναν άνθρωπο να ξεχωρίζει, νοηματοδοτώντας την ίδια την ύπαρξή του. To Bombay Sapphire Gin με motto το «stir creativity», φιλοδοξεί να εμπνεύσει τη δημιουργικότητα. Είναι μια σύνθεση εκλεκτικών αρωμάτων τόσο ευέλικτη, που προσφέρεται για πειραματισμό και δημιουργική έκφραση. Έτσι, συναντήσαμε τον Τεό στο γεμάτο μαρμαρόσκονη, επιβλητικό ατελιέ του για ένα δημιουργικό απεριτίφ με Bombay και μας μίλησε για όλα όσα συγκροτούν τη ζωή του και την καλλιτεχνική του φύση.

«Εχω κάνει διάφορα πράγματα με διαφορετικά ονόματα. Μπορεί να μην θέλω να με βρίσκουν».

Πώς λαξεύει κανείς το μάρμαρο; Πώς του δίνει μορφή και σχήμα; Η δημιουργία, όπως είναι και η ουσία του Bombay Sapphire Gin, είναι η κινητήριος δύναμη.

– Θέλω να σου πω ότι αυτό που βρίσκω καταπληκτικό είναι ότι έχεις ένα προφίλ εντελώς μποέμ, αλλά από την άλλη έχεις γραμματέα.

Δεν είναι γραμματέας, είναι studio manager.

– Δηλαδή;

Δηλαδή επειδή εγώ είμαι άσχετος, δεν μπορώ να λειτουργήσω γενικά, μανατζάρει όλο το studio. Βρίσκει νέα υλικά, μιλάει με εσένα, συνεννοείται με αυτούς με τους οποίους δουλεύω, τα κάνει όλα. Δεν είναι γραμματέας, είμαι ο υπάλληλός της. Κυριολεκτικά. Ξέρεις, όταν είμαι στο στούντιο δεν έχω τηλέφωνο, δεν έχω internet και βασικά δεν έχω καμία επαφή με τον κόσμο για 8-10 ώρες την ημέρα. Είναι καθαρά πρακτικό να έχω μια manager.

«Δεν με ενδιαφέρει πολύ να χτίσω ένα όνομα ή να χτίσω μία καριέρα».

– Επίσης είχα μια δυσκολία να “εξακριβώσω” την ταυτότητά σου.

Εννοείς την κυριολεκτική ταυτότητα.

– Ναι, την ταυτοπροσωπία ανάμεσα σε διαφορετικά καλλιτεχνικά ονόματα.

Εντάξει, αυτό είναι και ένα μέρος του τρόπου που λειτουργώ. Δηλαδή έχω κάνει διάφορα πράγματα με διαφορετικά ονόματα. Δεν έχω κάνει επικίνδυνα πράγματα. Έχω κάνει δημιουργικά πράγματα με άλλο όνομα. Ο λόγος; Το σκέφτομαι καμιά φορά, γιατί το κάνω αυτό. Απλά το κάνω. Μπορεί να θέλω να μη με βρίσκουν τόσο εύκολα. Ή να μη συνδέομαι αναγκαστικά με κάποιο προηγούμενο project. Είτε αυτό είναι ζωγραφική είτε είναι κάποιο βιβλίο. Παρόλα αυτά, όταν ψάξεις λίγο, βρίσκεις.

– Εντελώς τυχαία το βρήκα, κάποιος μου είπε «Μα αυτός δεν λέγεται Τεό, λέγεται Γρέγος».

Ναι, έχω και αυτό. Γρέγος Ψυχογιός, Γρέγος Theopsy.

– Αυτά είναι πράγματα που αντιστοιχούν σε διαφορετικές περιόδους της ζωής σου;

Δεν με ενδιαφέρει πολύ να χτίσω ένα όνομα ή να χτίσω μία καριέρα, οπότε είναι καθαρά ένας τρόπος να μαζεύω πράγματα σε ένα συρτάρι και να είναι εκεί. Δηλαδή αν ξαναζωγραφίσω, δεν θα ζωγραφίσω σαν Théodore Ψυχογιός, θα ζωγραφίσω σαν Γρέγος Theopsy, αν και μου φαίνεται παρελθόν. Και η ζωγραφική μου φαίνεται παρελθόν. Επίσης διασκεδάζω λίγο με αυτό. Μου αρέσει. Είναι μια ελευθερία.

«Αν ξαναζωγραφίσω, δεν θα ζωγραφίσω σαν Théodore Ψυχογιός, θα ζωγραφίσω σαν Γρέγος Theopsy».

– Το Theopsy έχει να κάνει και με κάποια έννοια όπως Théopsie – Θεoψία ή κάτι τέτοιο;

Σωστό, το ακούω αυτό. Ναι, έχει να κάνει με αυτό, έχει να κάνει και με το όνομά μου – Théodore -Théo -Ψυχογιός – έχει να κάνει με τη Θεοσοφία περισσότερο, με αυτό το πολύ περίεργο κίνημα στην αρχή του αιώνα. Τώρα έχει εξελιχθεί λίγο διαφορετικά, έχει να κάνει λίγο με νούμερα, ναι, είναι μια επιλογή πολύ συνειδητή. Εμένα με διασκεδάζει.

«Κάνω οικονομία στην ενέργεια μου, στην ενέργεια γενικά, δουλεύω πιο λίγο».

– Τώρα βέβαια σχετικά με τη θεοσοφία, τα δικά σου τραπεζάκια είναι φτιαγμένα από μάρμαρο, ίσως ακόμα και για τα πνεύματα να είναι λίγο βαριά.

Το Theopsy ήταν καθαρά συνδεδεμένο με την ζωγραφική. Ζωγράφισα με μελάνι.

– Ναι τα είδα, είναι πολύ ωραία.

Σε ευχαριστώ. Είχα αρχίσει να δουλεύω με μάρμαρο πολύ νωρίτερα και με ξύλο, αλλά κάποια στιγμή ήθελα να είμαι λίγο πιο ελεύθερος, οπότε κυκλοφορούσα με μελάνι και ριζόχαρτο. Φαινόταν το πιο light, το πιο ελαφρύ πράγμα, ο πιο ελαφρύς τρόπος να δουλεύω και να εκφράζομαι.

«Φτιάχνω πράγματα που είναι πάρα πολύ βαριά – τουλάχιστον σε αυτή τη συλλογή, η επόμενη θα είναι λίγο πιο ελαφριά».

– Τώρα σε αυτό που έχεις στραφεί, μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε γλυπτική ή κάτι άλλο;

Νομίζω για μένα το λειτουργικό κομμάτι έχει μεγάλη σημασία, δεν το θεωρώ γλυπτική, το θεωρώ καθαρά design art. Δεν είναι η λειτουργικότητα που σκεφτόμαστε συνήθως για τα έπιπλα, αλλά έχουν “λειτουργικότητα” με την έννοια ότι μπορεί να προωθούν έναν τρόπο να ζεις και να επηρεάζουν από μόνα τους τους ανθρώπους προς μία κατεύθυνση. Για να σου δώσω ένα παράδειγμα: φτιάχνω πράγματα που είναι πάρα πολύ βαριά – τουλάχιστον σε αυτή τη συλλογή, η επόμενη θα είναι λίγο πιο ελαφριά– όταν λοιπόν σκέφτεσαι good design, το βάρος ενός αντικειμένου είναι μέρος του.

– Είναι κάπως διαφορετικό από την παραδοσιακή ιδέα που έχουμε για ένα έπιπλο.

Στα γαλλικά λέμε meuble, που σημαίνει ότι είναι κάτι που μπορείς να μετακινήσεις. Αυτό βέβαια το κάνανε σε εποχές που τα παίρνανε μαζί τους, επειδή καιγόταν το σπίτι τους ή επειδή φεύγανε. Εγώ δεν βρίσκω ότι η κινητικότητα είναι αναγκαστικά ορθόδοξο good design. Πιστεύω ότι μέσα ακριβώς από τον τρόπο που μπορείς να διαμορφώσεις έναν χώρο με κάποια πράγματα που δεν κουνιούνται, αλλάζεις  και τον τρόπο της ζωής σου γύρω από αυτά. Έτσι, μπορείς να φτιάξεις και good design χωρίς να είναι κάτι αναγκαστικά ελαφρύ, μετακινήσιμο.

«Είναι πολύ δύσκολο το να αφήνεις τα πράγματα να γίνονται από μόνα τους χωρίς να έχεις έλεγχο».

– Με έχει εντυπωσιάσει στα έργα σου το πώς συνδυάζεις επιφάνειες που είναι πάρα πολύ λείες και επεξεργασμένες με επιφάνειες πάρα πολύ αδρές.

Αυτό έρχεται σε μία στιγμή που κάνω το λιγότερο, δηλαδή κάνω οικονομία στην ενέργεια μου, στην ενέργεια γενικά, δουλεύω πιο λίγο. Οπότε αν κάτι δεν αισθάνομαι ότι πρέπει να το αλλάξω, να το αγγίξω – δεν το κάνω!  Και αυτό το πράγμα που είναι το να μην κάνεις ή να μην πειράζεις ένα υλικό, είναι τελικά πολύ πιο δύσκολο από το να κάνεις. Κάθε μέρα το αισθάνομαι, κάθε μέρα στο στούντιο σκέφτομαι αυτό: ότι θα μπορούσα να κάνω αυτό, γιατί έχω τα μηχανήματα και τώρα μπορείς να κάνεις τα πάντα, είτε με πέτρα ή με άλλο υλικό, κάνεις ό,τι θέλεις, αλλά το να μην κάνεις είναι πολύ δύσκολο.

«Πέρασα ένα θέμα με την υγεία μου και συνειδητοποίησα ότι δεν είχα πολύ χρόνο: είναι περίεργη και ενδιαφέρουσα αίσθηση».

– Είναι και αυτό μια από τις πολλές φάσεις που έχεις περάσει;

Πέρασα ένα θέμα με την υγεία μου -όπως όλοι μας κάποια στιγμή- και απλά συνειδητοποίησα ότι δεν είχα πολύ χρόνο, που είναι μια περίεργη και ενδιαφέρουσα αίσθηση. Οπότε εκεί και πέρα λίγο ήμουνα και κουρασμένος και κάποια πράγματα δεν μπορούσα να τα κάνω. Παρόλα αυτά με ενδιέφερε να δουλέψω πολύ με μάρμαρο που είναι πολύ δύσκολη διαδικασία, προφανώς, οπότε άρχισα να σκέφτομαι την οικονομία του χρόνου του δικού μου. Έτσι διάλεξα κάποια πράγματα να μην τα αγγίζω, να μην τα αλλάζω, να αφήνω τη φύση που έχει ήδη κάνει δουλειά μέσα στον χρόνο. Μπορεί και άνθρωποι που πριν 50 χρόνια να είχαν κάνει τον κόπο να τετραγωνίσουν κάποιες πέτρες που μεταχειρίζομαι.

«Δεν βρίσκω ότι η κινητικότητα είναι αναγκαστικά καλό design».

– Δουλεύεις κομμάτια που υπήρχαν ήδη δηλαδή;

Δουλεύω και κομμάτια που έχουν βγει πριν 50 και 60 χρόνια και αυτή τη στιγμή δεν έχουν ενδιαφέρον γιατί απλά είναι μικρά, λόγω του όγκου της εποχής. Επίσης, δεν είναι ακριβώς βολικά για τα μηχανήματα που υπάρχουν τώρα, οπότε δεν είναι κομμάτια που τα μεταχειρίζονται τώρα. Με αυτά δουλεύω και με ενδιαφέρουν πολύ αυτά τα σημάδια που έχει αφήσει ο άνθρωπος ή η φύση επάνω σε μια πέτρα. Προσπαθώ να τα κρατήσω, όσο γίνεται, χωρίς να είναι φετιχισμός.

– Είναι δύσκολο αυτό; 

Είναι πολύ δύσκολο το να αφήνεις τα πράγματα να γίνονται από μόνα τους χωρίς να έχεις τον έλεγχο. Είναι ένα πράγμα που σαν καλλιτέχνης  καταλαβαίνω τώρα μετά από πάρα πολύ καιρό και σαν άνθρωπος αντιλαμβάνομαι ότι υπάρχει, αλλά δεν το έχω αγγίξει ακόμα. Στην τέχνη αρχίζει και με ενδιαφέρει πολύ.

«Πάντα με ενδιέφεραν τα καΐκια. Είναι πολύπλοκα, έχουν μηχανές, ξύλα, πράγματα, κόσμο».

– Τι είναι αυτό που σε τράβηξε στο μάρμαρο;

Εμένα η δουλειά μου είχε αρχίσει με μάρμαρο πριν πολλά χρόνια και πάντα με τράβαγε. Ο μέντοράς μου τότε ήταν ο Ingbert Brunk – είναι ακόμα στη Νάξο και δουλεύει, φοβερός γλύπτης –  έτριβα μάρμαρα για αυτόν και μέναμε σε ένα μοναστήρι στις Ουρσουλίνες στο Κάστρο,  αισθανόμουν ότι γίνεσαι πολύ εύκολα σκλάβος αυτού του υλικού λόγω του βάρους και της σκληρότητας, που είναι απάνθρωπη, κυριολεκτικά.

– Απάνθρωπη;

Ναι διότι το βάρος, η σκληρότητα, είναι πράγματα έξω από τις δικές μας δυνάμεις. Οπότε πολύ γρήγορα σκλαβώνεσαι σε αυτό το υλικό, τουλάχιστον έτσι νόμιζα όταν ήμουνα μικρός, 24 -25 ετών, για αυτό και έφυγα. Σκέφτηκα, “τώρα θα κάθομαι να τρίβω μάρμαρα για όλη μου τη ζωή;”. Τώρα βεβαίως το βλέπω διαφορετικά. Καταλαβαίνω ότι μπορείς να κινείς κάτι 10 φορές, 20 φορές πιο βαρύ από εσένα. Θέλει κατανόηση της ισορροπίας και σωστές κινήσεις και αυτό βεβαίως αλλάζει όλο το παιχνίδι. Είμαστε δύο άτομα και πάντα με ρωτάνε “πώς κινείς αυτό το πράγμα” και εμένα μου φαίνεται πάντα αστείο, γιατί δουλεύουμε με τρία ξύλα και τα μετακινούμε.

– Έχει τραυματιστεί κάνεις με έργο σου;

Όχι ακόμα! Κοίτα, ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς είναι το να το κάνουμε secure. Δηλαδή ενώ το σχέδιο είναι απλό και φαίνεται απλό, γίνονται πολλά πράγματα, δηλαδή αδειάζουμε πέτρες, μειώνουμε το βάρος τους πάρα πολύ, τις δένουμε με τρόπους που να είναι αντισεισμικές, είναι ένα μεγάλο μέρος της διαδικασίας. Φαίνεται σαν να είναι η μία πέτρα πάνω στην άλλη, αλλά δεν είναι ποτέ έτσι. Προσπαθώ να μην είναι ψεύτικο, να μην είναι κολλημένο. Δεν με ενδιαφέρει να μεταχειρίζομαι κόλλες και τέτοια, οπότε ένα πολύ μεγάλο μέρος της δουλειάς είναι το engineering, που είναι πολύπλοκο.

Σχεδιάζοντας και ξανασχεδιάζοντας.

– Πες μας και για τα καΐκια σου.

Καταρχάς με ενδιέφερε, με ενδιαφέρει ακόμα πάρα πολύ, απλά αρρώστησα και δεν είχα πια την ενέργεια. Τα καΐκια είναι πολύπλοκα, έχουν μηχανές, ξύλα, πράγματα, κόσμο, είναι άλλη διαδικασία, έχουν πάρα πολύ στρες. Επίσης το πλαίσιο στο οποίο θα μπορούσαμε να κάνουμε αυτό που θέλαμε ακριβώς δεν έχει γεννηθεί ακόμα στην Ελλάδα. Ήταν πάρα πολύ κουραστικό. Αλλά μου άρεσε πολύ η κατασκευή, περισσότερο από την εκμετάλλευση, από τον τουρισμό. Και γνώρισα φοβερούς ανθρώπους.

«Για τα νησιά ήρθα στην Ελλάδα, την Αθήνα δεν την ήξερα καθόλου, γι αυτό πήγα πρώτα στη Νάξο».

– Είναι τα νησιά της Ελλάδας αυτά που σε γοητεύουν;

Ναι, με κυριαρχούν εντελώς οι Κυκλάδες και τα Δωδεκάνησα. Για τα νησιά ήρθα στην Ελλάδα, την Αθήνα δεν την ήξερα καθόλου. Γι’ αυτό πήγα πρώτα στη Νάξο.

Είναι η καταγωγή σου από εκεί;

Όχι, από την Κάσο έχω καταγωγή, στα Δωδεκάνησα. Ακόμα και τώρα σκέφτομαι πολύ στη δουλειά μου τα νησιά και την λαϊκή τους τέχνη.

– Τελικά πώς ήρθες να εγκατασταθείς μόνιμα στην Ελλάδα;

Καταρχάς είμαι Έλληνας στην καταγωγή οπότε ερχόμουν από πάντα, από μικρός, δεν ξέρω τι σου κάνει εντύπωση. Ολοι έρχονται στην Ελλάδα, έρχονται back home όλοι τους, εμένα δεν μου κάνει εντύπωση ιδιαίτερα, καταλαβαίνω γιατί κάποιος μπορεί να μείνει εδώ.

«Είναι απάνθρωπη κατά κάποιο τρόπο η διαδικασία με το μάρμαρο. Το βάρος, η σκληρότητα, είναι πράγματα που είναι έξω από τις δικές μας δυνάμεις».

– Αφορά ειδικά την καλλιτεχνική σκηνή;

Πρέπει να το παραλληλίσεις και με αυτό που γινόταν στο Βερολίνο το 1995, δηλαδή η Ευρώπη είχε γίνει πάρα πολύ ακριβή, τα κέντρα της πόλης είχαν γίνει πολύ ακριβά για τους καλλιτέχνες τότε, και τα νοίκια ήταν φτηνά στο Βερολίνο λόγω της ύφεσης που είχε γίνει με την ένωση και δημιουργήθηκε αυτή η σκηνή. Οπότε νομίζω είναι ένα κοινό point με την Αθήνα. Αλλά πιστεύω ότι στην Αθήνα έρχεται και πολύς κόσμος που δεν έχει καμία σχέση με την τέχνη. Γίνονται πάντως εξαιρετικές συναντήσεις. Μπορεί να είναι δύσκολο ξανά για τα παιδιά εδώ, το οικονομικό, τα νοίκια, αλλά και πάλι κινείται, ρολάρει, το ένα φέρνει το άλλο. Είναι μια καλή στιγμή για την Αθήνα. Και πλέον υπάρχουν έξτρα κίνητρα για να έρθεις από το εξωτερικό, σε σχέση με την εποχή που ήλθα εγώ, που ήταν όλα πάρα πολύ δύσκολα.

«Είναι μια καλή στιγμή για την Αθήνα. Πρέπει να το παραλληλίσεις με αυτό που γινόταν στο Βερολίνο γύρω στο 1995».

– Βλέπω ότι ασχολείσαι και με τη μουσική σε επαγγελματικό επίπεδο.

Επαγγελματικό όχι, είναι το μόνο πράγμα που έχω αφήσει εντελώς για μένα, αλλά ναι, ασχολούμαι πάρα πολύ. Γράφω μουσική, δεν ακούω πια πολλή. Έχω ακούσει πολλή μουσική, έχω ακούσει πολύ Bach, ο Hindemith μου άρεσε πολύ, Musique Concrète αρκετή, ό,τι βγαίνει από το IRCAM με ενδιαφέρει, έχω ακούσει techno, ελληνική μουσική, η νησιώτικη μου αρέσει πολύ, η μουσική Σούφι, επίσης οι ήχοι από το Μπαλί, την Κεντρική Αφρική…

«Όταν άρχισα να κάνω τα έπιπλα, τα έκανα για το σπίτι μου στη Νάξο που δεν ήθελα να έχει πολλά πράγματα».

– Τώρα τι κάνεις; 

Τώρα παίζω μουσική, έπαιζα πολλή μουσική και όταν ήμουν άρρωστος, πήρα αυτό το πληκτρολόγιο Nord. Με ενδιέφεραν οι ήχοι. Έπαιζα απλά ήχους και συχνότητες που αισθανόμουν ότι μου έκαναν καλό. Και όντως πιστεύω ότι μου έκανε πολύ καλό αυτό το πράγμα. Καμιά φορά γράφω κανένα βιντεάκι έτσι για τον ναρκισσισμό του Instagram. Πετάω μία εγωκεντρική μελωδία, αλλά το περισσότερο ή δεν το ηχογραφώ καθόλου ή όταν το σκέφτομαι και το θυμάμαι ηχογραφώ στο κομπιούτερ μου τη μουσική.

– Τί είναι αυτό το μπαρ στο σπίτι σου;

Εδώ δουλεύω, κάνω χημείες, μαγειρεύω, ζωγραφίζω, συναντώ ανθρώπους που δεν έχουν covid και κάθονται πιο κοντά (χαχα), είναι το μέρος που χρησιμοποιώ περισσότερο σε όλο το σπίτι. Το υπόλοιπο, εκτός από το δωμάτιο, θα μπορούσε να μην υπάρχει. Δεν πάω ποτέ, περισσότερο πάει η σκύλα μου. Οπότε το ήθελα έτσι για να μπορώ να λειτουργώ και όντως αυτή τη στιγμή αυτό δεν κουνιέται, δεν είναι ότι κάποια στιγμή θα πω “Α, όχι, θα το βάλω εκεί”, ας πούμε, και αυτό μου αρέσει.

Επί χάρτου οι ιδέες. Στο ποτήρι μια νότα δημιουργικότητας.

– Είναι μια δουλειά που ξεκίνησε από δική σου ανάγκη, δηλαδή.

Όταν άρχισα να κάνω αυτά τα έπιπλα, τα έκανα για το σπίτι μου στη Νάξο που επίσης δεν ήθελα να έχει πολλά πράγματα. Καμία σχέση με της Αθήνας που έχει πολλά πράγματα. Ηθελα απλά να είναι κάποια πράγματα στη θέση τους. Μετά τα είδε ένας φίλος μου και ήθελε να τα έχει για ένα ξενοδοχείο που φτιάχνει. Μετά τα είδε η Κατερίνα που έκανε το Athens Design Forum, και μετά τα είδε η Karwan gallery και συνεργαστήκαμε.

– Για ένα έργο τέχνης συχνά ακούμε ότι το κοινό χρειάζεται και μια ιστορία.

Eγώ ο ίδιος δεν έχω κάτι να πω, ένα narrative, δηλαδή προσπαθώ κιόλας να το αποφεύγω. Και αυτό που κάνουμε, τη συνέντευξη, – που προσπάθησα να την αποφύγω μέχρι να μπεις στην πόρτα (χαχα) – μου είναι λίγο οδυνηρό. Παλιότερα δεν είχα κανένα πρόβλημα. Τώρα πλέον δεν έχω κάτι να πω, ειδικά για το collectible design που είναι ένας χώρος που έχει αναπτυχθεί πολύ τα τελευταία χρόνια, υπάρχουν λεφτά και υπάρχει ζήτηση, και γι αυτό υπάρχει και ανταγωνισμός. Είναι δύσκολος χώρος.

«Καταλαβαίνω γιατί κάποιος καμιά φορά προτιμάει να έχει ένα ωραίο έπιπλο από ένα ωραίο έργο τέχνης».

«Το αφήγημα της τέχνης σαν μέσο λύτρωσης του ανθρώπου καταρρέει τα τελευταία 20 χρόνια».

– Collectible design είναι αυτό που απευθύνεται σε συλλέκτες.

Ακριβώς.

– Υπάρχει πλέον μια μετακίνηση από αυτό που θεωρούσαμε παραδοσιακά “έργο τέχνης”.

Καταλαβαίνω γιατί κάποιος θέλει να έχει ένα ωραίο έπιπλο και καμιά φορά προτιμάει να έχει ένα ωραίο έπιπλο από ένα ωραίο έργο τέχνης, έτσι όπως το ξέραμε. Είναι μεγάλη συζήτηση αλλά πιστεύω ότι αρχίζει τη δεκαετία του ’60, αρχίζει στην Αμερική με τον Ginsberg. Εκεί κάποιοι άνθρωποι ήθελαν την επανάσταση και είχαν καταλάβει ότι η επανάσταση δεν μπορεί να γίνει από το εργατικό μέρος της κοινωνίας, που είναι ας πούμε μέσα στο πρόβλημα. Κάποιοι πίστεψαν ότι πρέπει να απελευθερωθεί ο άνθρωπος και έψαξαν την ελευθερία σε ανθρώπους που είναι λίγο έξω από την κοινωνία, στους καλλιτέχνες. Βέβαια το αφήγημα της τέχνης σαν μέσο λύτρωσης του ανθρώπου καταρρέει τα τελευταία 20 χρόνια. Δεν το λέω με πίκρα, απλά νομίζω το design, επειδή είναι λειτουργικό και έχει μια ταπεινότητα, δεν θα σώσει τον κόσμο.

«Η αρχιτεκτονική είναι παράνοια σε μεγαλύτερο βαθμό από την τέχνη».

«Το design, επειδή είναι λειτουργικό και έχει μια ταπεινότητα, ΔΕΝ θα σώσει τον κόσμο».

– Έχεις σκεφτείς τη δημόσια τέχνη; Ο Μεγάλος περίπατος θα μπορούσε να φτιαχτεί με παγκάκια δικά σου.

Χαχα – Είναι ενδιαφέρον το πώς μπορείς να διαμορφώσεις τον χώρο για πολύ κόσμο, αλλά συνήθως είναι αποτυχία εξαρχής. Από τη Βαρκελώνη των αρχών του αιώνα μέχρι την Καμπέρα της Αυστραλίας που την έφτιαξαν αρχιτέκτονες για να είναι μια τέλεια πόλη. Και στη Γαλλία συναντάς συχνά τέτοια πλάνα. Όταν θες να διαμορφώσεις τη ζωή για πολύ κόσμο, αρχίζουν να δημιουργούνται προβλήματα, που ευτυχώς εγώ δεν τα έχω. Η αρχιτεκτονική είναι παράνοια, σε μεγαλύτερο βαθμό κι από την τέχνη. Εσένα αν θέλει κάποιος το έργο σου το αγοράζει, κι αν δε θέλει, όχι. Ο αρχιτέκτονας το φτιάχνει και σε αναγκάζει κατά κάποιο τρόπο να ζήσεις μέσα.

– Τελευταία ερώτηση: έχεις σκεφτεί αν τα έπιπλά σου χρειάζονται μαξιλάρι; Ή πρέπει να μένουν σκληρά;

Σωστή ερώτηση. Ναι, βεβαίως το έχω σκεφτεί. Μεταχειρίζομαι πλαστικό, επειδή με ενδιαφέρει η διάρκεια. Με ρωτάν αν είναι bioplastic και απαντώ “όχι, είναι το χειρότερο. Αυτό που δε θέλεις να έχεις πουθενά”. Στην αρχή έψαχνε ο βοηθός μου ο Τεό (ο άλλος Τεό) βιοδιασπώμενα και λοιπά, αλλά εγώ ήθελα να κρατήσει όσο κρατάει το μάρμαρο και περισσότερο! Και όλο αυτό το πλαστικό κάτι θα γεννήσει, η φύση όλο κάτι κάνει, μακάρι να μπορούσαμε να προβλέψουμε τι… μανιτάρι θα βγει από μέσα και να το εκμεταλλευτούμε. Α, επίσης η γκαλερί Karwan έχει βρει κάποια σχεδιάστρια στην Νέα Υόρκη και θα κάνουμε και μαξιλάρι, για να κάθεσαι πιο άνετα.

 

Διαβάστε ακόμα: Diane Alexandre. «Έρχομαι από το Παρίσι, αλλά η Αθήνα είναι το σπίτι μου».

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top