Μαρία Λαϊνά, «Η ταβέρνα της Τζαμάικα»
Η ζωή μας έχει αλλάξει κάπως·
δεν μένουμε μέσα στην πόλη πια
αλλά στον δρόμο για τη θάλασσα.
Τα βράδια μάς απασχολούν
οι διαδρομές του φεγγαριού
τα φτερουγίσματα στους λόφους
και τ’ άλογα που κατεβαίνουν στον νερόλακκο.
Αν τελικά αποφασίσεις να ’ρθεις
θα μου κρατάς τη νύχτα συντροφιά
τώρα που μπαίνει το φθινόπωρο
κι οι μεντεσέδες τρίζουν στο σκοτάδι.
Θα μάθεις να προσεύχεσαι
με δύναμη κι απελπισία
και το παράξενο αυτό συναίσθημα
θα συνδυάζεται με τις σκληρές γραμμές της φύσης.
Να φέρεις λίγα ρούχα και βιβλία
κρατούν αλλιώς εδώ τα ίδια·
και μην ξεχάσεις τα κατάλληλα παπούτσια
γιατί ο βάλτος είναι πίσω απ’ το σπίτι
και τον χειμώνα έχουμε πολλές βροχές.
Σ’ αφήνω τώρα· να προσέχεις,
και σ’ αγαπώ πολύ το ξέρεις.
Σε σκέφτομαι στον καναπέ εκείνο πλάι στο παράθυρο
να σκέφτεσαι τον χρόνο και τα σώματα όταν γερνούν.
Όλα αυτά είναι της φαντασίας πράματα εδώ
δεν έχουμε παρά μια δυνατή και καθαρή αιωνιότητα
που δεν κουράζει, αλλά μερικές φορές πονούν τα μάτια σου.
Να κλείσω τώρα το παράθυρο
σηκώθηκε ξανά αέρας.
(Από τη συλλογή «Ρόδινος φόβος», εκδ. Καστανιώτη, 2002)
Ακούστε: Vangelis – La Petite Fille de la Mer
Στην επόμενη σελίδα: «Φθινόπωρο – ή Παραίνεση για μια φωτογραφία».