molinarogiakemes

Ο θάνατος του Εντουάρ Μολιναρό είναι πρώτο θέμα σε όλα τα γαλλικά μέσα ενημέρωσης με εκτενείς αναφορές στο έργο του. Με την ταινία «Το Κλουβί με τις Τρελές» άγγιξε θέματα εξαιρετικά επίκαιρα σήμερα, που όμως για την εποχή του άπτονταν της επιστημονικής φαντασίας.

Πέθανε το Σάββατο σε ηλικία 85 ετών ο Γάλλος σκηνοθέτης Εντουάρ Μολιναρό. Ο θάνατός του είναι πρώτο θέμα σε όλα τα γαλλικά μέσα ενημέρωσης με εκτενείς αναφορές στο έργο του. Ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ έκανε λόγο για έναν μεγάλο κινηματογραφιστή που είχε το ταλέντο να προσελκύει πλήθος θεατών σε ταινίες ποιότητας και που κατάφερε να συνεργαστεί με τους πιο μεγάλους Γάλλους ηθοποιούς, κερδίζοντας την εκτίμηση κοινού και συνεργατών του. Ο Μολιναρό σκηνοθέτησε πολλές και σημαντικές ταινίες, θα μείνει όμως στην ιστορία για το «Κλουβί με τις Τρελές» (La Cage aux Folles) την προκλητική για την εποχή της κωμωδία που γυρίστηκε το 1978 και προτάθηκε για 3 Όσκαρ, (σκηνοθεσίας, σεναρίου και κοστουμιών). Η ταινία έγινε τεράστια εμπορική επιτυχία. Ακολούθησαν άλλα δύο –λιγότερο επιτυχημένα– σίκουελ, μια πολύ καλή αμερικανική διασκευή του Μάικ Νίκολς με τον Ρόμπιν Γουίλιαμς και τον Νέιθαν Λέιν (The Birdcage, 1996), μιούζικαλ στο Μπρόντγουεϊ και σε πολλές άλλες χώρες, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα.

Ο Ούγκο Τονιάτσι και ο Μισέλ Σερό είναι ένα γκέι ζευγάρι που ζει χρόνια μαζί. Διατηρούν ένα ονομαστό γκέι κλαμπ στο Σεν Τροπέ με την ονομασία «Το Κλουβί με τις Τρελές». Ο γιος τους, καρπός του ενός, από τη μια και μοναδική φορά που πήγε με γυναίκα, ερωτεύεται την κόρη ενός συντηρητικού πολιτικού και τους ανακοινώνει ότι πρέπει να καλέσουν την οικογένεια της νύφης για να γνωριστούν, προκειμένου να την παντρευτεί. Τους τονίζει δε, ότι ο πατέρας της δεν πρέπει να καταλάβει με τίποτα ότι οι δύο άντρες είναι ομοφυλόφιλοι, πόσο μάλλον ότι είναι ζευγάρι. Ακολουθεί μια απολαυστική σειρά κωμικών γκαγκς, και φαρσικών παρεξηγήσεων καθώς οι δύο άντρες, ο αρρενωπός Τονιάτσι και ο θηλυπρεπής Σερό, προσπαθούν εναγωνίως να παραστήσουν κάτι που δεν είναι, για χάρη του πολυαγαπημένου τους γιου.

Ο Εντουάρ Μολιναρό συντέλεσε, χωρίς ίσως να είναι αυτή η πρόθεσή του, στο να βγάλει τους γκέι έξω από την κινηματογραφική ντουλάπα.

Το «Κλουβί με τις Τρελές» εγγράφεται σε μια μακρά λίστα ταινιών που απομυθοποιούν την γκέι «συνθήκη» διακωμωδώντας την. Έπονται όλες σχεδόν οι ταινίες του Αλμοδοβάρ με κυριότερες τα «Ψηλά Τακούνια» και το «Όλα για τη Μητέρα μου», μέχρι το πρόσφατο μετριότατο «Δεν κρατιέμαι», το γαλλικό «Για Όλα Φταίει το Γκαζόν» με τη σέξι Βικτόρια Αμπρίλ που ερωτεύεται την κυριολεκτικά και μεταφορικά νταλικέρισσα Ζοζιάν Μπαλασκό και η υπέροχη «πριγκίπισα» εξ Αυστραλίας στις «Περιπέτειες της Πρισίλα». Σε ό,τι έχει να κάνει με τους «τραβεστί» στην κωμωδία, μπορούμε επίσης να αναφέρουμε πολλές, που ξεκινούν από το αξεπέραστο «Μερικοί το Προτιμούν Καυτό», για να φτάσουν στο «Βίκτωρ Βικτώρια» και το «Τούτσι», αλλά και το «παιδικό» «Mrs Doubtfire» του Κρις Κολόμπους. Διευκρινίζω εδώ ότι αναφέρομαι μόνο στις κωμωδίες και όχι τυχαία. Η κωμωδία είναι, ως γνωστόν, το πιο δύσκολο είδος, ένα είδος που προσφέρει μια διαφορετικού είδους κάθαρση, την κάθαρση που μόνο το γέλιο μπορεί να προσφέρει. Είναι ταυτόχρονα πολύ πιο προσιτή και εμπορική από τα ερωτικά δράματα που παρουσιάζουν τραγικές και αδιέξοδες ιστορίες ομοφυλοφιλικού έρωτα, όπως για παράδειγμα το «Boys Don’t Cry».

cage-aux-folles-1978-05-g

Ο Μισέλ Σερό υποδύεται τον Aλμπάν ή, όπως προτιμά να τον φωνάζουν, Ζαζά, και είναι το αστέρι του κλαμπ «Κλουβί με τις Τρελές».

Η ιστορία του κινηματογράφου, από το «Θεώρημα» του Παζολίνι και το «Παιχνίδι των Λυγμών» του Νιλ Τζόρνταν μέχρι το εντελώς politically correct (και λίγο βαρετό) οσκαρικό «Φιλαδέλφεια» βρίθει από ταινίες με ομοφυλόφιλο θέμα ή αισθητική. Η κωμωδία όμως, και δη η πετυχημένη και εμπορική κωμωδία με γκέι θεματική και χαρακτήρες, έχει πολύ πιο δυνατό αντίκτυπο στο μέσο θεατή. Δεν μπορείς, για παράδειγμα, να μη σκάσεις στα γέλια με την Βικτόρια Αμπρίλ όταν κάνει έρωτα στην μπανιέρα με τη Ζοζιάν Μπαλασκό. Ταυτόχρονα, γκέι ή στρέιτ, ανεξαρτήτως φύλου, και χάρη στις εξαιρετικές ερμηνείες, συνειδητοποιείς ότι πέρα από την πλάκα, η σκηνή είναι εξαιρετικά ερωτική. Βλέπεις δηλαδή, ότι το σεξ μεταξύ ανθρώπων του ίδιου φύλου δεν είναι δα και κάτι τρομερά ανώμαλο ή περίεργο.

Στο «Κλουβί με τις Τρελές» ο Ούγκο Τονιάτσι είναι ένας επιτυχημένος, πλούσιος επιχειρηματίας της νύχτας. Διάγει βίο πολυτελή και μοιράζεται τη ζωή του με τον Μισέλ Σερό, που υποδύεται τον Aλμπάν ή, όπως προτιμά να τον φωνάζουν, Ζαζά. Ο Αλμπάν / Ζαζά είναι το αστέρι του κλαμπ «Κλουβί με τις Τρελές», που είναι κάτι σαν τις δικές μας «Κούκλες» με μια εσάνς Φολί Μπερζέρ. Η ταινία ανοίγει με τη Ζαζά ως πριμαντόνα να αρνείται να βγει στη σκηνή και τον Ρενατό (Τονιάτσι) να προσπαθεί να την πείσει. Μια σκηνή που αποδίδει με μαεστρία τη σχέση των δύο ηρώων και τις δυναμικές της. Αυτοί οι δύο άντρες είναι πολλά χρόνια μαζί, αγαπιούνται, ζηλεύονται, τσακώνονται, όπως ακριβώς ένα αντρόγυνο μετά από πολλά χρόνια γάμου. Στην επόμενη σκηνή ο Ρενατό συναντά το γιο του, ένα όμορφο εικοσάχρονο αγόρι, ο οποίος του ανακοινώνει ότι είναι ερωτευμένος και ότι θέλει να παντρευτεί. Του ζητάει επίσης να υποδυθεί τον «άντρα», κάτι σχετικά εύκολο για τον αρρενωπό Τονιάτσι αλλά σχεδόν αδύνατο για τον θηλυπρεπή Σερό, που δίνει μια μοναδική ερμηνεία πετυχαίνοντας να αποδώσει αυτόν το δύσκολο ρόλο, χωρίς ούτε στιγμή να χάνει την ανθρωπιά του και χωρίς ποτέ να γίνεται καρικατούρα.

Είμαι βέβαιη πως πολλοί politically correct σινεφίλ έχουν ενστάσεις ως προς την αναπαραγωγή των γκέι στερεοτύπων στην ταινία αυτή. Αυτό θα μπορούσε να το υποστηρίξει κανείς για πολλές ανάλογες ερμηνευτικές απόπειρες. Το «Δεν Κρατιέμαι», επί παραδείγματι, θα τύγχανε σίγουρα αρνητικής υποδοχής και ίσως δικαιολογημένα, για τις καρικατούρες των γκέι αεροσυνοδών που τραγουδούν το «I’m so excited» ενώ πέφτει το αεροπλάνο, αν δεν έφερε την υπογραφή του καταξιωμένου και ανοιχτά ομοφυλόφιλου Αλμοδοβάρ, που του συγχωρούνται τα πάντα, αφού έχει παρουσιάσει σε προηγούμενες ταινίες του τους πιο ενδιαφέροντες, τρυφερούς και σύνθετους χαρακτήρες ομοφυλόφιλων και τραβεστί.

Αλλά εδώ είναι Ελλάδα. Έως και βουλευτές δημοκρατικών υποτίθεται κομμάτων μιλούν από το βήμα της Βουλής για την κατάντια των ΜΜΕ που σπρώχνουν τα παιδιά στην ομολοφυλία.

Ξαναβλέποντας το «Κλουβί με τις Τρελές» δεν μπορεί κανείς παρά να σκεφτεί με πίκρα την Ελλάδα του σήμερα, που, παρά την πρόσφατη βαριά καταδίκη της από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων, αρνείται να παραχωρήσει στους ομοφυλόφιλους βασικά ανθρώπινα δικαιώματα ξεκινώντας από το πολύ απλό Σύμφωνο Συμβίωσης –το οποίο αν δεν συμπεριλαμβάνει τους γκέι δεν έχει κανένα λόγο ύπαρξης– μέχρι τον πολιτικό ή και θρησκευτικό γάμο και την υιοθεσία. Λένε δηλαδή οι περισσότεροι Έλληνες πολιτικοί σε μια μεγάλη μερίδα του πληθυσμού ότι είναι λιγότερο ίσοι από τους υπόλοιπους, ότι δεν έχουν το δικαίωμα να κάνουν οικογένεια και να κατοχυρωθούν νομικά, ψελλίζοντας ταυτόχρονα διάφορες αστειότητες περί «ανεκτικότητας», λες και το να «ανέχεσαι» κάποιον που έχει διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό από τον δικό σου είναι κάτι σπουδαίο, ή ακόμα πιπιλίζοντας τη γνωστή καραμέλα της ελληνικής κοινωνίας που δεν είναι ακόμα «έτοιμη» για κάτι τέτοιο (πότε άραγε θα ετοιμαστεί;)

cage-aux-folles-1978-09-g

Μισέλ Σερό και Μισέλ Γκαλαμπρί σε μια σκηνή της ταινίας.

Είναι δηλαδή τυχεροί οι ομοφυλόφιλοι στην Ελλάδα που οι πολιτικοί τους «ανέχονται», δεν τους καίνε ας πούμε ζωντανούς, ούτε τους κρεμάνε όπως στο Ιράν, αρκεί βέβαια και αυτοί να είναι «αξιοπρεπείς» και να μην «προκαλούν». Καλός ομοφυλόφιλος είναι λοιπόν ο κρυφός, ο αόρατος ομοφυλόφιλος. Στο δημόσιο και στον ιδιωτικό λόγο η ομοφοβία είναι διάχυτη σε τέτοιο βαθμό που συχνά δεν την αντιλαμβανόμαστε καν. Και ο τρόπος που εκδηλώνεται ξεκινά από την απροκάλυπτα ρατσιστική ρητορική του Μητροπολίτη Πειραιώς, μέχρι την εκδήλωση συμπάθειας κάθε φιλελεύθερου και προοδευτικού δημοσιογράφου. Στην εκπομπή των Πρωταγωνιστών με τίτλο «Η Αντέλ του Κολωνού» ο Σταύρος Θεοδωράκης «ανακαλύπτει» με έκπληξη και ένα κάποιο δέος τις λεσβίες της Αθήνας μέσα από την προσωπική ιστορία δύο νεαρών κοριτσιών. Η ματιά των εκπομπών αυτού του είδους, όσο κι αν είναι καλοπροαίρετη, δεν παύει να αναπαράγει τα γνωστά στερεότυπα, καθώς οι γλυκύτατες ηρωίδες του αντιμετωπίζονται με συμπάθεια μεν, αλλά ως κάτι εξωτικό δε. Μια τέτοια εκπομπή στη Γαλλία δεν θα έβγαινε στον αέρα. Δεν θα είχε λόγο ύπαρξης, αφού εκεί το να είσαι λεσβία δεν θεωρείται αξιοπερίεργο. Όπως επίσης στη Γαλλία, αν ένας πολιτικός δήλωνε όλο καμάρι στη Βουλή ή στις τηλεοράσεις τις μισές από τις απίστευτα ρατσιστικές μπούρδες που λέγονται εδώ θα είχε ποινικές κυρώσεις. Αλλά εδώ είναι Ελλάδα. Ο Μιχαλολιάκος λέει πολύ χειρότερα στην αξιοσέβαστη και σοβαρή εκπομπή τού Μπογδάνου και βουλευτές δημοκρατικών υποτίθεται κομμάτων μιλούν από το βήμα της Βουλής για την κατάντια των ΜΜΕ που σπρώχνουν τα παιδιά στην ομολοφυλία. Το χειρότερο όμως απ’ όλα είναι κατά τη γνώμη μου το γεγονός ότι οι ίδιοι οι γκέι στην Ελλάδα ‒με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις‒ επιλέγουν να κρύβονται. Πολιτικοί που κόπτονται, υποτίθεται, για τα δικαιώματα της «εργατιάς» και του λαού, τραγουδιστές και τραγουδίστριες που είναι τεράστια ονόματα της δισκογραφίας, μουσικοί, ηθοποιοί, συγγραφείς και καλλιτέχνες διατηρούν ένα πέπλο μυστηρίου γύρω από την προσωπική τους ζωή, όταν δεν ψεύδονται, ενώ ο κόσμος το ’χει τούμπανο και ενώ θα μπορούσαν με το παράδειγμά τους να συμβάλλουν καθοριστικά στην εξάλειψη αυτού του είδους ρατσισμού και να δώσουν με τον τρόπο αυτό θάρρος και κουράγιο σε πολλά νέα παιδιά που φοβούνται και ντρέπονται γι’ αυτό που είναι.

Ενδεικτική της νοοτροπίας μας λεπτομέρεια: Το «Κλουβί με τις Τρελές» ακόμα και σήμερα είναι κατάλληλο από 15 ετών, ενώ δεν περιέχει καμία απολύτως ερωτική σκηνή ή σκηνή βίας.

Προσωπικά αδυνατώ να κατανοήσω το πώς ένας άνθρωπος, ανεξαρτήτως σεξουαλικού προσανατολισμού, με δημοκρατικές ευαισθησίες και στοιχειώδη ανθρωπιά θεωρεί λογικό να χωρίζονται οι πολίτες της χώρας του σε δύο διαφορετικές κατηγορίες με διαφορετικά δικαιώματα και υποχρεώσεις –για την ακρίβεια, οι γκέι έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις, πληρώνουν φόρους, πάνε στρατό κτλ, αλλά όχι τα ίδια δικαιώματα. Δεν μπορούν να ζήσουν με τον άνθρωπο που αγαπούν και να κάνουν οικογένεια, επειδή ανήκουν στο ίδιο φύλο.

Από την άλλη, το 1978, δηλαδή τριανταπέντε ολόκληρα χρόνια πριν, βγήκε στις αίθουσες μια ταινία που έσπασε κυριολεκτικά τα ταμεία, και μαζί με αυτά τις προκαταλήψεις μιας επίσης συντηρητικής κοινωνίας με έντονη την επιρροή του καθολικισμού. Αξίζει πιστεύω να αναφέρουμε εδώ μια σημαντική λεπτομέρεια. Το «Κλουβί με τις Τρελές» ακόμα και σήμερα είναι κατάλληλο από 15 ετών, ενώ δεν περιέχει καμία απολύτως ερωτική σκηνή ή σκηνή βίας.

Ο Εντουάρ Μολιναρό, που έφυγε πλήρης ημερών, συντέλεσε, χωρίς ίσως να είναι αυτή η πρόθεσή του, στο να βγάλει τους γκέι έξω από την κινηματογραφική ντουλάπα. Έφτιαξε μια ταινία που πλέον θεωρείται κλασική και το έκανε με τόλμη, με χιούμορ και ευαισθησία, αγγίζοντας θέματα εξαιρετικά επίκαιρα σήμερα, που όμως για την εποχή του άπτονταν της επιστημονικής φαντασίας. Το πρωταγωνιστικό ζευγάρι είναι πρακτικά παντρεμένο, ζουν μαζί, μοιράζονται τα πάντα, έχουν ένα γιο, κούκλο, που τον λατρεύουν και οι δύο και τους αγαπάει κι αυτός, ο οποίος βγήκε «φυσιολογικός», δηλαδή στρέιτ και ερωτύλος, και οι γελοίοι της υπόθεσης δεν είναι αυτοί, το εξωφρενικό γκέι ζευγάρι του καμπαρέ, αλλά οι συντηρητικοί και υποκριτές γονείς της κοπέλας, που βρίσκονται σε απόλυτη αντιδιαστολή με τη χαρούμενη και πολύ πιο υγιή ‒αν και ασυνήθιστη‒ γκέι οικογένεια. Ο Μολιναρό, αν και σχετικά άγνωστος στην Ελλάδα, ήταν σημαντικός σκηνοθέτης της Νουβέλ Βαγκ και μεγάλος μάστορας της κωμωδίας. Το «Κλουβί με τις Τρελές» είναι σε πρώτη ανάγνωση μια τρελή κωμωδία. Ταυτόχρονα όμως, είναι και μια βαθιά πολιτική ταινία, που άνοιξε το δρόμο στον γκέι κινηματογράφο, που σαρκάζει και αυτοσαρκάζεται, δείχνοντας στο ευρύ κοινό ότι σημασία δεν έχει τόσο το φύλο του ανθρώπου που αγαπάς. Σημασία έχει να αγαπάς.

Μια από τις πιο αστείες σκηνές της ταινίας –ρεσιτάλ υποκριτικής από τον Ούγκο Τονιάτσι και τον Μισέλ Σερό:

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top