Γιώργης Παυλόπουλος, «Ο γάτος μου»
Ο γάτος μου
έχει όλα τα ελαττώματα
και τις αδυναμίες μου.
Νωχελής και ακαμάτης
νυχτόβιος και ονειροπόλος
του αρέσει να μυρίζει το σκοτάδι.
Σπάταλος στα χάδια
ρίχνεται στο κορίτσι μου
χώνεται στα πόδια της
κι όταν τον διώχνω
μου παρασταίνει τον τίγρη.
Συχνά τον γελοιοποιώ
και τότε αγριεύει
σηκώνουνται στη ράχη του οι τρίχες
και μου δείχνει τα νύχια του.
Όταν οι καλεσμένοι μου
μιλάνε για πολιτική
πλήττει και κοιμάται στο χαλί.
Δεν μου επιτρέπει να βλέπω τηλεόραση
κι έμαθε με την ουρά του
να μου κλείνει το κουμπί.
Ωστόσο δεν χώνει την ουρά του πουθενά.
Δειλός και άτολμος
δεν ανεβαίνει ποτέ στα κεραμίδια.
Αγαπάει τις όμορφες γάτες
αλλά κανείς δεν ξέρει
πού σμίγει τις φιλενάδες του.
Αλχημιστής απολαύσεων
αριστοτέχνης εκπλήξεων
σκηνοθέτης της σκιάς του
κυνηγάει πεταλούδες.
Με εκλιπαρεί να τον προσέξω
μα εγώ τον αποφεύγω επίτηδες
και τον παρακαλώ να με αφήσει ήσυχο
να γράψω αυτό το ποίημα για το γάτο μου
που με βασανίζει χρόνια.
Μου γυρίζει τότε την πλάτη
και χάνεται στο σκοτάδι.
Και βέβαια δεν με ζηλεύει καθόλου
για τις επιδόσεις μου στην Ποίηση.
Θέλει να μοιράζεται το πιάτο μου
αλλά δεν του κάνω ποτέ το χατίρι
κι ας λένε πως η Ποίηση
είναι το πιάτο που μοιράζεται
ο ποιητής με το γάτο του.
(Από τη συλλογή «Να μην τους ξεχάσω», εκδ. Κέδρος, 2008)
Νίκος Δήμου, «Συνομιλία με το γάτο Αλέκο»
Νιάου, είπε ο Αλέκος, που θα πει: πεινάω.
Όποιος πεινάει έχει δίκιο, είπα εγώ,
μόνο που τρέφω πέντε γάτους μόνιμους,
κι όλο δίνω στους περαστικούς…
Νιάου, είπε ο Αλέκος, που θα πει: πεινάω.
Πόσους γάτους μπορεί να θρέψει ένας άνθρωπος, είπα
(και πόσους ανθρώπους άραγε;).
Νιάου, είπε ο Αλέκος, που θα πεί-
Όποιος πεινάει έχει δίκιο, είπα εγώ.
(Από το «Βιβλίο των γάτων», εκδ. Νεφέλη, 1981)
Τίτος Πατρίκιος, «Όπως οι γάτες»
Όπως οι γάτες όταν αρρωσταίνουν
κουρνιάζουν στις πιο απόμερες γωνιές
όσο μονάχες τους να γιάνουν
έτσι κι εγώ σʼ αυτή την κόχη θʼ απομείνω
όσο να πάψει το αίμα μου σε κάθε χτύπο
υπόγεια να σχηματίζει τʼ όνομά σου.
(Από τη συλλογή «Θάλασσα Επαγγελίας», εκδ. Θεμέλιο, 1977)
Σωτήρης Παστάκας, «Χόρχε»
O γάτος μου κι εγώ
αγαπιόμαστε
σαν το ζευγαράκι
που κάθεται
σε ξεχαρβαλωμένο παγκάκι
κι ανταλλάσσει φιλιά
μεσοχείμωνο: νιφάδες
στα μαλλιά, στα μάγουλα,
στ’ αυτιά που λιώνουν
μόλις κάτσουν.
Έτσι γυμνοί που μείναμε
σαν ηλικιωμένο ανδρόγυνο
που δεν χόρτασε ακόμητα φιλιά
και τρυφερά ανταλλάσσει
χάδια στα μαλλιά
και στο μέτωπο
αυστηρά από δω και πέρα
με τα χείλη μόνο και τα χέρια.
(Από τη συλλογή «Χόρχε», εκδ. Μελάνι, 2008)
Δημήτρης Καρακίτσος, «Η γάτα από ’να ψαροχώρι της Μπούρμα»
Αγκαλιά με τούτη τη γάτα
Που με τα χρόνια, εικάζω, γίνεται σαν παιδί.
Όπως τα κινεζάκια τούτα στη στεριά, με
Τα κίτρινα και τα μωβ φορεματάκια
Τα κοκκινισμένα δάχτυλα.
Θα μπορεί, ας πούμε, να μιλά για τα ανόητα νιάτα μου
Για τα περασμένα χρόνια, που τότε δεν είχα γλώσσα.
Για τα ταξίδια μου – στα οποία
Πάντοτε πήγαινα τυφλός.
(Από τη συλλογή «Οι γάτες του ποιητή Δ.Ι. Αντωνίου», εκδ. Το Ροδακιό, 2012)
Διαβάστε ακόμα: Top 5 ποιήματα για τα νησιά.