2-1190

Η Τέα (Βασιλική Τρουφάκου) δεν μπορεί να σταματήσει την πορεία του Λέβμποργκ προς την αυτοκαταστροφή.

Αυτήν την εποχή εμφανίζομαι στην «Έντα Γκάμπλερ» στο θέατρο Σημείο και, στη συνέχεια, αρχίζουν οι προετοιμασίες για τον «Ιούλιο Καίσαρα» του Τσέζαρις Γκραουζίνις, ο οποίος θα ανέβει στην Πειραιώς 260 στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Ένας σπουδαίος σκηνοθέτης σε ένα έργο πλημμυρισμένο από τυπική σαιξπιρική ίντριγκα. Επίσης, το καστ είναι πολύ ενδιαφέρον: Δημήτρης Ήμελλος, Γιώργος Γάλλος, Αλέξανδρος Λογοθέτης, Χρήστος Σαπουντζής, Κώστας Μπερικόπουλος. Έχω πωρωθεί. Ξεκίνησα να διαβάζω Σουητώνιο, για να μπω ακόμη περισσότερο στο κλίμα της εποχής. Βέβαια, πριν από οκτώ ή εννιά χρόνια είχα παίξει και πάλι «Ιούλιο Καίσαρα», στην πρώτη σκηνοθετική δουλειά του Νίκου Καραθάνου. Τότε είχα κάνει Μάρκο Αντώνιο, τώρα θα κάνω Βρούτο. Ήταν πολύ ωραία παράσταση.

4-1190

Ο Γιάννης Στάνκογλου και ο Γιάννης Τσεμπερλίδης.

Και, φυσικά, συνεχίζονται τα γυρίσματα της νέας ταινίας του Μανούσου Μανουσάκη «Ουζερί Τσιτσάνης». Αυτή βασίζεται στο βιβλίο του Γιώργου Σκαμπαρδώνη και έχει καταπληκτική ιστορία. Εγώ υποδύομαι τον πατέρα της πρωταγωνίστριας. Είναι κόντρα ρόλος, αλλά μου αρέσει που αρχίζω να ερμηνεύω πατεράδες. Μπορεί σε μικρομηκάδικες ταινίες να είχα ενσαρκώσει ρόλους πατεράδων μικρών παιδιών, όμως είναι η πρώτη μου φορά που η «κόρη» μου είναι 18 χρόνων. Τα γυρίσματα γίνονται στη Θεσσαλονίκη, σε ωραίους χώρους (σε μια παλιά αγορά που ήταν κλειστή για πολλά χρόνια, στην αγορά – στοά Αγίου Μηνά, στον παλιό σιδηροδρομικό σταθμό) – ο Αντώνης Χαλκιάς έχει κάνει φοβερά πράγματα στα σκηνικά.

Η αλήθεια είναι ότι ύστερα από αυτά που «τράβηξα» με το μονόλογο «Είμαι Ένας Άλλος», σε σκηνοθεσία της γυναίκας μου Αλίκης Δανέζη-Κνούτσεν, στον οποίο η παραγωγή ήταν δική μου, αποφάσισα να κάνω κάτι σαν στροφή. Ήταν σαν κάτι να έμαθα για μένα, την υποκριτική μου ικανότητα, τον τρόπο που συνεργάζομαι, το πώς θέλω να κάνω θέατρο. Πριν επικοινωνήσει μαζί μου ο σκηνοθέτης της «Έντα Γκάμπλερ» Κωνσταντίνος Ρήγος, δεχόμουν προτάσεις, αλλά δεν αποφάσιζα να προχωρήσω, γιατί, εκτός αυτών που προανέφερα, είχε έρθει και το δεύτερο παιδί και ήθελα να αφιερώσω χρόνο στην οικογένειά μου.

Όταν ήμουν σπουδαστής στη σχολή του Γιώργου Κιμούλη, είχα διαβάσει το συγκεκριμένο έργο του Ίψεν. Διαβάζοντάς το, θυμάμαι ότι μου άρεσε πολύ ο χαρακτήρας που υποδύομαι, και αυτό γιατί ο Λέβμποργκ εμφανίζεται μόνο σε δύο πράξεις, στις οποίες παρουσιάζεται εντελώς διαφορετικός: αρχικά είναι ανανεωμένος και γεμάτος ζωτικότητα, ενώ στη συνέχεια γυρνά στην τρέλα και οδηγείται στην αυτοκαταστροφή. Οπότε μου ήταν εύκολο να πω «ναι» στον Κωνσταντίνο, ειδικά από τη στιγμή που το καστ θα ήταν τόσο δυνατό: ο Ακύλλας (Καραζήσης), η Δήμητρα (Ματσούκα), στην οποία ταιριάζει, τόσο εμφανισιακά όσο και ενεργειακά, απόλυτα ο ρόλος της Έντα Γκάμπλερ.

Διαβάστε ακόμα: Συνέντευξη του Τάσου Μπουλμέτη που, μετά την “Πολίτικη Κουζίνα”, γυρίζει το “Νοτιά”.

Γενικά μιλώντας, πάντως, μου αρέσουν οι ηθοποιοί που αλλάζουν. Αλ Πατσίνο… Αλ Πατσίνο… ηθοποιάρα, αλλά τα τελευταία χρόνια ειδικά μοιάζει να υποδύεται διαρκώς τον ίδιο ρόλο. Προσωπικά, προτιμώ τους ηθοποιούς εκείνους που «μπαίνουν» σε ένα χαρακτήρα που κυριαρχείται από τρέλα και αναδεικνύουν όλη αυτή την τρέλα και στη συνέχεια να πάνε σε έναν επίπεδο χαρακτήρα και να υποχρεωθούν ν’ αλλάξουν τόνο φωνής, στάση σώματος, βάθος βλέμματος. Τελικά, είναι η μοίρα των ηθοποιών με μνημειώδεις ερμηνείες να παραμένουν ηθοποιοί με μνημειώδεις ερμηνείες.

Είναι δύσκολο να διαχωρίσω τον ηθοποιό του θεάτρου από τον ηθοποιό του κινηματογράφου. Φυσικά, είναι διαφορετικές δουλειές, με άλλο επίπεδο δυσκολίας καθεμία. Κάθε φορά, βέβαια, και αναλόγως του τι έχεις να αντιμετωπίσεις, προσαρμόζεσαι – η καλή ή η κακή προσαρμογή έχει να κάνει με το σενάριο, τα τεχνικά μέσα, την επικοινωνία με το σκηνοθέτη και τους συνεργάτες σου, τη μέθοδο προσέγγισης του χαρακτήρα που έχεις αναλάβει. Θυμάμαι πως με το «Τανγκό των Χριστουγέννων» είχα μπει στο τριπ πως ήμουν ο υπολοχαγός. Έβγαινα στο δρόμο μετά τα γυρίσματα και ένιωθα πως φορούσα ακόμη τη στρατιωτική στολή. Όλα εξαρτώνται από τον σκηνοθέτη: αν ξέρει τι θα πει και πώς θα το πει.

Ήμουν 13-14 χρόνων όταν με ένα φίλο μου καβαλήσαμε ζέμπρα μέσα στο άλσος της Ν. Φιλαδέλφειας ή με τους κολλητούς πετάγαμε κέτσαπ και μουστάρδα μέσα στο τρένο.

Το γεγονός πως ο θεατής προσλαμβάνει την εικόνα ενός «φυσικού» ηθοποιού του κινηματογράφου σε αντίθεση με το θέατρο που ο ηθοποιός εμφανίζεται πιο επιτηδευμένος, οφείλεται κατά κύριο λόγο στη διαδικασία του μοντάζ, στην κατασκευή δηλαδή μιας ψευδούς πραγματικότητας, η οποία ωστόσο έχει τη δυνατότητα να υποκαθιστά την «αληθινή» πραγματικότητα. Το βλέπεις, στο αμερικανικό σινεμά τα πλάνα είναι μελετημένα και στην παραμικρή τους λεπτομέρεια, καθώς προκύπτουν ύστερα από συζήτηση με το σεναριογράφο, το σκηνοθέτη, τον κινησιολόγο, τον ψυχολόγο και άλλους από μια ευρεία ομάδα ειδικών. Στην Ελλάδα, στο χώρο του κινηματογράφου, αυτά τα μαθαίνεις μέσα από την εμπειρία σου. Γι’ αυτό θέλω να δοκιμάζω όλα τα είδη: θέατρο, μεγάλου μήκους ταινίες, μικρού μήκους ταινίες, τηλεόραση, παρουσιάσεις, σπικάζ. Τελοσπάντων, το βασικό στη δουλειά μου είναι να μετακινείσαι, να μην παραμένεις ο ίδιος.

3-1190

Ο Γιάννης -Λέβμποργκ- Στάνκογλου «παίζει» με την ιδέα του θανάτου στην «Έντα Γκάμπλερ».

Ας περάσουμε τώρα και στα πιο προσωπικά. Γεννήθηκα στον Περισσό, όμως η καταγωγή μου είναι από το Θούριο του Έβρου. Μέχρι τα 16 χρόνια μου πήγαινα για καλοκαιρινές διακοπές εκεί, καθώς με έστελναν οι δικοί μου στη γιαγιά και τον παππού. Μεγάλωσα, λοιπόν, στον Περισσό, αλλά δεν ακολούθησα ούτε τον Απόλλωνα ούτε την ΑΕΚ –παρά το γεγονός ότι από τα 12-15 έπαιζα μπάσκετ και ποδόσφαιρο στην ΑΕΚ–, αλλά τον Παναθηναϊκό. Η πρώτη φορά που πήγα γήπεδο με τον πατέρα μου ήταν σε αγώνα Παναθηναϊκός – Άρης, όπου είχα δει μια απίστευτη γκολάρα του Ρότσα.

Διαβάστε ακόμα: Ο Αλέξης Αλεξίου γυρνάει ένα νεονουάρ για την ελληνική κρίση και δηλώνει πως “όλα πλέον έχουν χάσει το νόημά τους”.

Εντάξει, δεν ακολούθησα επαγγελματική καριέρα στον αθλητισμό, γιατί έκανα διάφορες αλητείες. Ήμουν 13-14 χρόνων, ας πούμε, όταν με ένα φίλο μου καβαλήσαμε ζέμπρα μέσα στο άλσος της Ν. Φιλαδέλφειας ή πηγαίναμε με τους κολλητούς μου από τον Περισσό στο Ηράκλειο, τρώγαμε στα Free Time, γεμίζαμε ποτηράκια με κέτσαπ και μουστάρδα, κατεβαίναμε στα Πευκάκια και, καθώς έφευγε ο ηλεκτρικός με ανοιχτά παράθυρα, πετούσαμε μέσα στο τρένο το κέτσαπ και τη μουστάρδα. Πήγαινε ο άλλος ραντεβού πασαλειμμένος με κέτσαπ και μουστάρδα! Μικρές αλητείες… Βέβαια, οι μεγαλύτεροι αθλητές υπήρξαν ταυτόχρονα και οι μεγαλύτεροι αλήτες: Μαραντόνα, Τζορτζ Μπεστ και πολλοί Έλληνες που δεν θα αναφέρω τα ονόματά τους, αλλά η πολιτεία τους στην αλητεία είναι γνωστή. Είναι τι ταιριάζει στον καθένα.

1-1190

Ο Γιάννης Στάνκογλου και η Δήμητρα Ματσούκα στη σκηνή του θεάτρου Σημείο.

Θεωρώ, ωστόσο, πως όσες περισσότερες εμπειρίες αποκτάς, όσο περισσότερο θέλεις να δοκιμάζεις καινούργια πράγματα για να γνωρίζεις τι συμβαίνει τόσο πιο πολύ ανοίγει το όραμά σου και διευρύνονται οι στόχοι σου. Από την προσωπική μου διαδρομή, έχω συνειδητοποιήσει ότι μπορώ να φτάσω στα άκρα: αν αποφασίσω να πιω, θα πιω, αν αποφασίσω να θυμώσω, θα θυμώσω. Μάλλον γι’ αυτό έγινα παναθηναϊκός, επειδή οι παναθηναϊκοί είμαστε πολύ θυμωμένοι, καθώς έχουμε να πάρουμε πρωτάθλημα αρκετά χρόνια.

Δεν θέλω να φοβάμαι να πω τη μαλακία μου γιατί μπορεί να με κατακρίνουν, δεν θέλω να φοβάμαι να αγαπήσω γιατί μπορεί να φάω τα μούτρα μου, δεν θέλω να φοβάμαι να ρισκάρω γιατί μπορεί να πεθάνω.

Πλάκα κάνω: παναθηναϊκός έγινα γιατί χαιρόμουν μπάλα όταν είχαμε την ομάδα με τον Ζάετς, τον Ρότσα και τον Σαραβάκο. Και χουλιγκανισμούς έκανα. Στα 14-17 ήμουν στη Θύρα 13, στους Cockneys. Δυο χρόνια δεν μπορούσα να πάω να δω τον Παναθηναϊκό στο Καραϊσκάκη, καθώς έπρεπε να παρουσιάζομαι στο αστυνομικό τμήμα Ρέντη, όπου μαζί με ολυμπιακούς παρακολουθούσαμε το παιχνίδι από την τηλεόραση! Η πιο δύσκολη έδρα που γνώρισα ήταν η Τούμπα, αλλά κι εκεί καλά πέρασα.

Δεν με λες αριστερό, είμαι πιο ακραίος. Πιστεύω στην ελευθερία, την απόλυτη ελευθερία. Σήμερα ζούμε την έννοια της σχετικής ελευθερίας, έννοια που γίνεται επικίνδυνη για μας. Δεν έχω πίστη στην πολιτική. Θα χαρακτήριζα τον εαυτό μου αναρχικό, αλλά όχι μπαχαλάκια. Είμαι αναρχικός με πλήρη συνείδηση του τι σημαίνει πολιτική εξουσία. Η γενιά μου δεν ελπίζει ότι κάτι μπορεί να αλλάξει ουσιαστικά, αν και τώρα με το «σύντροφο» Τσίπρα –με τον οποίο βρισκόμαστε στους Αμπελοκήπους στις μαθητικές καταλήψεις του 1991– νιώθω ότι κάτι πάει να γίνει, αλλά δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος.

Προσωπικά, έχω διάθεση να παλέψω, να αγωνιστώ. Όμως, θεωρώ ότι η πρώτη αλλαγή συμβαίνει, έρχεται πρώτα στον ίδιο τον εαυτό μας και, στη συνέχεια, το ατομικό γίνεται συλλογικό. Αν δεν αλλάξουμε εμείς οι ίδιοι, δεν πρόκειται να αλλάξουμε τίποτε απ’ ό,τι μας δυσαρεστεί. Δεν θέλω να φοβάμαι να πω τη μαλακία μου γιατί μπορεί να με κατακρίνουν, δεν θέλω να φοβάμαι να αγαπήσω γιατί μπορεί να φάω τα μούτρα μου, δεν θέλω να φοβάμαι να ρισκάρω γιατί μπορεί να πεθάνω.

//Ο Γιάννης Στάνκογλου πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Έντα Γκάμπλερ» στο θέατρο Σημείο έως τις 17 Μαΐου, από Τετάρτη έως Κυριακή.

 

Διαβάστε ακόμα – Δημήτρης Τάρλοου: «Αν είναι, ας καταστραφούμε! Έχω παραδώσει τα όπλα…» 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top