Τα γεγονότα της δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη και οι μετέπειτα φρούδες προσπάθειες για συγκάλυψη υπήρξαν η βάση για το μυθιστόρημα «Ζ» (1966), δηλαδή «ζει», του Βασίλη Βασιλικού. (Φωτογραφίες: Σταύρος Χαμπάκης)

Η ιστορία έχει υπάρξει διαχρονική πηγή έμπνευσης για το λυρικό θέατρο. Η αρχαιοπρεπής opera seria του 18ου αιώνα, η μεγαλειώδης «grand opéra» του ρομαντισμού, τα ιστορικά έπη του Μουσόργκσκι (Μπόρις Γκοντουνόφ) και του Προκόφιεφ (Πόλεμος και ειρήνη), και πιο πρόσφατα οι ρηξικέλευθες επισκέψεις του Τζον Άνταμς στη σύγχρονη αμερικανική ιστορία, με τον «Νίξον στην Κίνα» (1987) και τον «Θάνατο του Κλινγκχόφερ» (1991), καταδεικνύουν ότι μια κατεξοχήν δημόσια τέχνη δεν μπορεί να αδιαφορεί για τα δημόσια πράγματα. Σε μια νέα τολμηρή πρόταση, η Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής προσέγγισε μια από τις πιο δραματικές και φορτισμένες στιγμές της πρόσφατης πολιτικής ιστορίας μας με το «Ζ», ένα έργο με θέμα την ζωή, τον θάνατο και την μετά θάνατον αιώνια ζωή του Γρηγόρη Λαμπράκη.

Ο Γρηγόρης Λαμπράκης γεννήθηκε στην Αρκαδία το 1912 και από νέος συνδύασε τον αθλητισμό, την ιατρική επιστήμη και την κοινωνική δράση, την τελευταία ιδίως από την εποχή της Κατοχής. Το 1961 εξελέγη βουλευτής με την Ενωμένη Δημοκρατική Αριστερά (ΕΔΑ) και δραστηριοποιήθηκε στο ειρηνιστικό κίνημα, που είχε ιδιαίτερη ένταση την εποχή του ψυχρού πολέμου και της πυρηνικής απειλής (υπενθυμίζουμε μόνο ότι το 1961 συνέβη η κρίση του Κόλπου των Χοίρων με τον παρολίγον πόλεμο ΗΠΑ – ΕΣΣΔ). Τον Απρίλιο του 1963 οργάνωσε πορεία ειρήνης από τον Μαραθώνα στην Αθήνα, την οποία πραγματοποίησε μόνος, αφού ως βουλευτής η αστυνομία δεν μπορούσε να τον εμποδίσει. Στη συνέχεια πήγε στο Λονδίνο, όπου βρισκόταν η Βασίλισσα Φρειδερίκη, για να ζητήσει την απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων.

Στις 22 Μαϊου του ίδιου έτους, μετά το τέλος ομιλίας του στη Θεσσαλονίκη με θέμα την ειρήνη, τον χτυπάει τρίκυκλο στο οποίο επιβαίνει και ένας άνδρας με λοστό, ο οποίος του καταφέρει καίριο πλήγμα. Οδηγός και επιβάτης είναι μέλη του παρακράτους και δρουν με την ανοχή της επιδεικτικά αμέτοχης αστυνομίας. Όμως η επέμβαση του πλήθους θα οδηγήσει στην σύλληψη των δραστών. Εμφανίζονται μάρτυρες, ανακριτής και εισαγγελέας δεν αφήνουν την υπόθεση να συγκαλυφθεί. Ξεσπά πολιτική κρίση που συμβάλλει στην πτώση της κυβέρνησης Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος αναφωνεί το περίφημο «Ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο;» ενώ ο Γεώργιος Παπανδρέου της Ένωσης Κέντρου τον κατηγορεί ως ηθικό αυτουργό. Οι δολοφόνοι καταδικάζονται το 1966 για να απελευθερωθούν στη διάρκεια της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Ο Λαμπράκης όμως μένει στη μνήμη ως μορφή υψηλού ηθικού κύρους και σύμβολο του αγώνα για την ειρήνη και την δημοκρατία.

Ο Δημήτρης Παπανικολάου ως Ζ.

Τα γεγονότα της δολοφονίας και οι μετέπειτα φρούδες προσπάθειες για συγκάλυψη υπήρξαν η βάση για το μυθιστόρημα «Ζ» (1966), δηλαδή «ζει», του Βασίλη Βασιλικού, που κατόπιν (1969) έγινε ταινία με τον ίδιο τίτλο από τον Κώστα Γαβρά και ένα σπουδαίο καστ ηθοποιών. Τώρα έγινε έργο μουσικού θεάτρου, και η παρακολούθηση της παγκόσμιας πρεμιέρας την Παρασκευή 2 Μαρτίου 2018 έπεισε ότι το εγχείρημα είναι εξαιρετικά επιτυχημένο. Η δεύτερη σειρά παραστάσεων θα δοθεί από τις 14 ως τις 18 Απριλίου.

Βασικός παράγοντας της επιτυχίας, μετά την επιλογή ενδιαφέροντος θέματος, υπήρξε η εξασφάλιση ενός ποιοτικού «ποιητικού» κειμένου. Σε αντίθεση με ό,τι συχνά λέγεται και νομίζεται, απαραίτητη προϋπόθεση για κάθε καλό έργο μουσικού θεάτρου, είτε έχει τη μορφή όπερας είτε άλλη, είναι ένα καλό λιμπρέτο, τόσον όσον αφορά την υπόθεση, όσο και τη δραματοποίησή της, αλλά και την ποιότητα των στίχων. Ευτυχώς εδώ τη δουλειά ανέλαβε επαγγελματίας. Ο δραματικός συγγραφέας (και όχι ποιητής, αφού τα θεατρικά έργα είναι πλέον… πεζά) Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης συμπύκνωσε το μυθιστόρημα σε ένα θεατρικό κείμενο που το χαρακτηρίζει η οικονομία και η σαφήνεια. Χωρίς κάποιος να γνωρίζει το βιβλίο ή την ταινία, μπορούσε να παρακολουθήσει την υπόθεση εύκολα, χωρίς λογικά κενά ή άλματα, και κυρίως με ενδιαφέρον, ακόμα και με περιέργεια και αγωνία.

Το έργο χωρίζεται σε δυο μέρη: το πρώτο είναι δομημένο σε μια σαφή κλιμάκωση της δράσης που οδηγεί σχεδόν γραμμικά στη δολοφονία· το δεύτερο διαχειρίζεται από διαφορετικές οπτικές τις συνέπειες. Εκεί δεν λείπουν και οι στιγμές (μαύρου) χιούμορ, όπως η σκηνή στο νοσοκομείο με την μάνα και την κόρη του μάρτυρα. Διασκεδαστικό εύρημα είναι επίσης η μετατροπή του «μεγαλόσαυρου» σε «αρχιδεινόσαυρο», αλλαγή που επιτρέπει η νέα λέξη να τραγουδηθεί επαναλαμβανόμενα μέχρι και την τρίτη συλλαβή, με την δεύτερη συλλαβή να βρίσκεται πάντοτε σε ισχυρή θέση του μουσικού μέτρου.

Τα σκηνικά της Εύας Μανιδάκη (ένα καπηλειό, ένα κατάστημα, ένα γραφείο) και τα ενδύματα της Βασιλικής Σύρμα ανέπλασαν ωραία την εποχή.

Ο συνθέτης Μηνάς Μπορμπουδάκης έχει δημιουργήσει για το μουσικό σύνολο ένα ζωντανό ηχοτοπίο με την χρήση προχωρημένων τεχνικών της σύγχρονης μουσικής γλώσσας: προετοιμασμένο πιάνο, «αιολικό» φύσημα του μπάσο φλάουτο, πολλά κρουστά, κ.α., το οποίο όμως δεν είναι αφηρημένο, αλλά δραματικό, πυκνώνοντας και αραιώνοντας ανάλογα με τον ρυθμό και την ένταση της παράστασης.

Πιο μελωδική ήταν η γραφή για φωνές, η οποία αντλούσε από πολλές πηγές. Ο Νικήτας συχνά χρησιμοποιούσε ένα ύφος αρκετά κοντά στον μινιμαλισμό του Τζον Άνταμς ή του Φίλιπ Γκλας, ενώ η Γυναίκα είχε ένα επανερχόμενο θέμα το οποίο θα μπορούσε κάλλιστα να είναι μελωδικό απόσπασμα από τραγούδι των Madredeus. Άλλοτε πάλι το τραγούδι προσπαθούσε να είναι κοντά στην φυσική ομιλία, ή ήταν ένα ξεκάθαρο sprechgesang, συγγενές προς αυτό που καθιέρωσαν τη δεκαετία του 1950 συνθέτες όπως ο Γκότφριντ φον Άιμνεμ ή ο Βέρνερ Εκ.

Όμως ο πρωταγωνιστής Ζ εκφράζεται μόνο στον πεζό λόγο, μέσα από μικρόφωνο, σε δύο μονολόγους στα τέλη της Α΄ και Β΄ πράξης, όπου ο δραματικός ρυθμός ανατρέπεται, ή μάλλον καταργείται· αυτό δεν είναι χωρίς συνέπειες στον συνολικό ρυθμό της παράστασης, αλλά κάποια πράγματα πρέπει να ειπωθούν.

Ειδικό βραβείο πάει όμως στον Βαγγέλη Μανιάτη που ερμήνευσε τον Ανακριτή (δηλαδή τον Χρήστο Σαρτζετάκη) έχοντας στο πλάι του στο βωβό ρόλο της γραμματέως την πραγματική εγγονή του «Ζ», ηθοποιό Ειρήνη Λαμπράκη.

Τα σκηνικά της Εύας Μανιδάκη (ένα καπηλειό, ένα κατάστημα, ένα γραφείο) και τα ενδύματα της Βασιλικής Σύρμα ανέπλασαν ωραία την εποχή, αν και αποφεύχθηκε ο υπερβολικός ρεαλισμός που θα είχε δοθεί αν τα αντικείμενα φαίνονταν να έχουν επάνω τους την τριβή της πραγματικότητας. Καλοστημένη η σκηνοθεσία της Κατρίνας Ευαγγελάτου, οργανωμένη και αυτή γύρω από το σαφές σημείο τομής που είναι η στιγμή της επίθεσης, στο τέλος της Α΄ πράξης. Βέβαια την κρίσιμη στιγμή δεν εμφανίστηκε επί σκηνής το τρίκυκλο, αλλά ο Ζ πέφτει μόνος του σε αργή κίνηση κάτω από δυνατό φως, μεταφέροντας δηλαδή στην εξωτερική θέαση την εσωτερική οπτική γωνία του θύματος -ή και την εντύπωση των αυτοπτών μαρτύρων- κάτι που θα συνειδητοποιήσει ο θεατής αργότερα, όταν στην αρχή της Β΄ πράξης ο Ζ είναι ήδη νεκρός και διενεργείται η ανάκριση.

Το έργο υπηρέτησε το εξαιρετικό Ergon Ensemble και μια επίσης εξαιρετική πολυπληθής διανομή υπό την διεύθυνση του συνθέτη. Ενδεικτικά μόνο θα αναφέρουμε την Τζίνα Φωτεινοπούλου (Γυναίκα / Ψυχή), Γιάννη Γιαννίση (Αρχιδεινόσαυρος, δηλαδή υψηλόβαθμος αξιωματικός), Χρήστος Κεχρής (Γρύλος), Γιώργος Παπαδημητρίου (Νικήτας), Ιωάννης Κάβουρας (Πτεροδάκτυλος, δηλαδή αξιωματικός). Ειδικό βραβείο πάει όμως στον Βαγγέλη Μανιάτη που ερμήνευσε τον Ανακριτή, δηλαδή τον Χρήστο Σαρτζετάκη, ο οποίος τον… παρακολουθούσε από την πρώτη σειρά, ενώ στο πλάι του είχε στο βωβό ρόλο της γραμματέως την πραγματική εγγονή του «Ζ», ηθοποιό Ειρήνη Λαμπράκη.

 


Ζ
Που: Εναλλακτική Σκηνή Εθνικής Λυρικής Σκηνής, Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (Λεωφ. Συγγρού 364, Καλλιθέα)
Πότε: 14, 15, 17, 18/4
Μουσική διεύθυνση: Μηνάς Μπορμπουδάκης – Νίκος Βασιλείου
Λιμπρέτο: Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης, βασισμένο στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Βασίλη Βασιλικού
Σκηνοθεσία: Κατερίνα Ευαγγελάτου
Περισσότερες πληροφορίες: nationalopera.gr


 

Διαβάστε ακόμα: Μηνάς Μπορμπουδάκης – «Ο άνθρωπος πλάθει την εποχή, όχι η εποχή τον άνθρωπο»

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top