Αριστερά: Ο υπογράφων, Συμεών -monsieur Rastapopoulos- Καμσίζογλου. Δεξιά: H Pigalle είναι μια γειτονιά bobo (bourgeois – bohème) μέχρι το μεδούλι.

Κάθε μέρα δρασκελίζω το κατώφλι του σπιτιού μου στις 9 το πρωί, αλλά όντας αργόσχολος και παραδόξως εργασιομανής, ξυπνάω από τις 6. Δεν έχω ούτε παιδιά ούτε γατιά. Θέλω κάθε μέρα να μοιάζει με Σαββατοκύριακο. Καλημερίζω αθόρυβα την σύζυγό μου Delphine και τον σκύλο μου Apollon, το πιο όμορφο και έξυπνο Dachshund της υφηλίου. Δεν πρέπει να ξεχνάω πως ο κανονικός κόσμος κοιμάται αυτή την ώρα.

Όπως καταλάβατε χρειάζομαι τρεις ολάκερες ώρες για να μην κάνω απολύτως τίποτα, παρά μόνο να φάω ένα υγιεινό πρωινό ακούγοντας βινύλια συνήθως κλασικής μουσικής. Αυτό σημαίνει πολυτέλεια για εμένα: να επιτρέπεις στον εαυτό σου την απόλυτη ματαιότητα αυτών των στιγμών. Στο τελευταίο δεκαπεντάλεπτο, καθημερινά και επί μόνιμου βάσεως, διαπιστώνω πως πρέπει να ντυθώ και να πλυθώ βολίδα: Ton sur ton τάχα μου και βεραμάν άλογα… Από τεμπελιά ή πρακτικό μυαλό, το ton sur ton σώζει ζωές.

Aριστερά: σακάκι από ύφασμα flanelle. Δεξιά: μαρινιέρα από τα APC.

Φοράω μια μαρινιέρα APC, δένω την αγαπημένη μου μπαντάνα του ενός ευρώ (1€) με four-in-hand κόμπο α λα γραβάτα, και καμπαρντίζομαι με σακάκι υφάσματος flanelle από την Savile Row παρακαλώ. Επειδή είμαι του ύψους και του βάθους οικονομικά, φροντίζω οι αναλογίες εξόδων-εσόδων να είναι 1/1000 για να μην τινάξουμε το μπάτζετ. Φοράω βιαστικά ένα τζην Levis και κάλτσες κασμιρένιες Falke με σπορτέξ – όλα μπλε.

Πρόσω ολοταχώς για το μετρό που θα με ξεβράσει στην στάση Saint Georges, λίγο πιο κάτω από την Pigalle. Πρόκειται για γειτονιά bobo (bourgeois – bohème) μέχρι το μεδούλι. Μετονομάστηκε σε SOPI (South Pigalle) από τους μποέμ αστούς, τρομάρα τους. «Un café et un croissant s’il vous plaît» λέω ευγενικά και η παραγγελία μου έρχεται ως συνήθως χωρίς νερό.

Στο Παρίσι το τέλειο café είναι αυτό που κάνει κακό καφέ με κακή εξυπηρέτηση. Η παριζιάνικη ατμόσφαιρα είναι που μετράει, οι γαλλιδούλες που χαλβαδιάζωμεν, και la vie est belle, αν με εννοείτε.

Στο Παρίσι το τέλειο café είναι αυτό που κάνει κακό καφέ και συχνάζουν ωραίες γαλλιδούλες.

Το Le Bon Georges έχει μια τεράστια λίστα κρασιών.

Στις 12, οι Γάλλοι τρώνε μεσημεριανό: μέσα σε 60 λεπτά οφείλω να καταβροχθίσω σπαράγγια με σάλτσα hollandaise, μια ζουμερή μπριζόλα entrecôte με τηγανητές πατάτες και μία île flottante που σημαίνει νησί που επιπλέει, ήτοι μια μαρέγκα που επιπλέει σε μια crème anglaise.

Το bistrot ονομάζετε Le Bon Georges, έχει μια τεράστια λίστα κρασιών, όλα τα φαγητά του είναι πεντανόστιμα και ακριβούτσικα ενώ οι σερβιτόροι είναι ευγενέστατοι και πλακατζήδες.

Εδώ θα βρείτε τα λαχταριστά εκλέρ του Sébastien Gaudard.

Κατά τις 5 το απόγευμα, τα λαχταριστά εκλέρ του Sébastien Gaudard με καλούν και δηλώνω παρών. Άλλωστε είναι η ώρα του απογευματινού, goûter το λένε οι Γάλλοι, και καταπίνω το εκλέρ στο δρόμο σε 60 δευτερόλεπτα αφού éclair σημαίνει αστραπή: γι αυτό τα ονόμασαν εκλέρ γιατί είναι τόσο νόστιμα, που τρώγονται αστραπιαία.

Éclair σημαίνει αστραπή: γι αυτό τα ονόμασαν εκλέρ γιατί είναι τόσο νόστιμα, που τρώγονται αστραπιαία.

Πέρασμα από το hôtel Pigalle με τις ωραίες υπάρξεις.

Τα απογευματινά rendez-vous μου τα κάνω στο hôtel Pigalle για έναν τελευταίο cappuccino. Το ξενοδοχείο δεν έχει ούτε lobby ούτε réception και το σλόγκαν του είναι «εδώ βρισκόμαστε για ένα ποτό, μια νύχτα ή έναν καφέ, εδώ είναι Pigalle». Όποιος κατάλαβε, κατάλαβε, και οποίος δεν κατάλαβε πάει για καφέ και στην καλύτερη περίπτωση βγαίνει στις 2 τα ξημερώματα. Επίσης τα DJ sets του είναι μούρλια.

Το ξενοδοχείο Pigalle δεν έχει ούτε lobby ούτε réception.

Είναι πια επτά η ώρα, ο πιο τρελός αριθμός του σύμπαντος στην νουμερολογία, και για τους παριζιάνους είναι η καλύτερη στιγμή της ημέρας αφού έφτασε η ώρα του απεριτίφ. Ακολουθούν τα επτά αγαπημένα μου κλασικά στέκια.

Μια διευκρίνιση: για γαμάτα μπαρ ντιζαινάτα και ινσταγκραμάτα και όλα τα εις -ατα, δεν με χρειάζεστε. Αν θέλετε, πάντως, τις δικές του παριζιάνικες προτάσεις για έξοδο, ιδού επιγραμματικά αυτές που χαίρομαι να επισκέπτομαι.

Αριστερά: για ένα απεριτίφ στο Café de Flore. Δεξιά: στο Cravan για τα πιο φίνα κοκτέιλ.

– Café de Flore γιατί έτσι μου αρέσει.
– Cravan για τα πιο φίνα κοκτέιλ. Παρεμπιπτόντως, ο Arthur Cravan ήταν ποιητής, μποξέρ και ανιψιός του Oscar Wilde.
– Hemingway στο Ritz για serendipity. Ναι, μου αρέσει αυτή η λέξη.
– Harry’s για το Bloody Mary που φτιάχνει χίλια χρόνια.
– Le bar anglais du Raphaël διότι εκεί έπινε νερό με κρεμμύδια ο Gainsbourg όπως λένε στο Mad Men.
– Candeleria για μεσκάλ και μαργαρίτες από την την ταλαντούχα Carina Soto Velasquez.
– Les Deux Magots, αν δεν έχει θέση στο Flore.

Αριστερά: στο Harry’s για το Bloody Mary. Δεξιά: στο Candeleria για μεσκάλ και μαργαρίτες.

Από το πρωί και από πολύ μικρός που ξυπνάω σκέφτομαι «τι θα φάω και τι θα ντυθώ», λόγια της μαμάς μου μαζί με τον «τι θα γίνει αυτό το παιδί;». Όντως το δείπνο και το ντύσιμο είναι τα πιο σημαντικά πράγματα για εμένα.

Αγαπημένο στέκι μου για φαγητό είναι το Le Chateaubriand του ταλαντούχου Inaki Aizipitarte ένας από τους βασικούς αρχιτέκτονες του κινήματος της bistronomie.

Αγαπημένο στέκι μου για φαγητό είναι το Le Chateaubriand.

Αριστερά: στο Shang Palace για αυθεντική καντονέζικη κουζίνα. Δεξιά: κρασάρες από τις caves Augé.

Πηγαίνω τακτικά και στο Shang Palace για αυθεντική καντονέζικη κουζίνα: όλα είναι θεσπέσια και πανάκριβα. Εκεί θα φάτε και θα νιώσετε στην κυριολεξία σαν κινέζος αυτοκράτορας.

Τέλος, το 21 επί της οδού 21 rue Mazarine μοιάζει περισσότερο με μυστικό club ψαροφαγίας παρά με εστιατόριο: ή θα το λατρέψετε ή θα το μισήσετε και αυτό ισχύει και για τον θρυλικό του ιδιοκτήτη, τον κορσικανό Paul Minchelli. Mεταξύ μας, καλύτερα να σας συμπαθήσει. Είναι αθυρόστομος και ανελέητος ειδικά αν ζητήσετε λεμόνι για το ψάρι σας, αλλά έχει και τα καλά του, όταν π.χ. τραβάει τις κουρτίνες, κλειδώνει την πόρτα και καπνίζουμε πούρα.

Αριστερά: για ψωμί στο Μamiche. Δεξιά: για πατέ και τερίνες στο Lastre sans Apostrophe.

Και επειδή ο ειλικρινά δικός κος Rastapopoulos είναι και métro boulot dodo = μετρό, εργασία ύπνος (εν ολίγοις: σπιτόγατος), ιδού η λίστα για καλούδια για το σπίτι: τυριά από το quatre hommes, κρασάρες από τις Caves Augé, ψωμί Μamiche, κρέατα στου Yves Marie le Bourdonnec και για πατέ και τερίνες στου Lastre sans Apostrophe.

Κατόπιν τούτων αν σας ρωτήσουν «πώς περάσατε στη Γαλλία;», καλό είναι να κρύψετε τα μυστικά σας (δεν χρειάζεται να τα ξέρουν όλοι). Απαντήστε με το θολό, πλην ευεργετικό για εσάς -μα, θα ξαναπάτε στο Παρίσι, δεν θα ξαναπάτε;- «άσ’ τα να πάνε: Το κρασί παλιό, το χαβιάρι μαύρο, το τυρί μουχλιασμένο…».

 

Διαβάστε ακόμα: Τα μυστικά του ton sur ton. Πώς συνδυάζουμε παρόμοια χρώματα.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top