Η γευστική απόλαυση υπάρχει χάρη στο λόγο, του οποίου είμαστε κάτοχοι χωρίς είμαστε συγγραφείς του (Πίνακας: Bacchus, Caravaggio ).

Η περιγραφή των κρασιών είναι κυρίαρχης σημασίας στην απόλαυση τους γιατί αυτή (η απόλαυση) στηρίζεται στον λόγο του Άλλου, ακόμη και όταν απουσιάζει η βεβαιότητα. Γι αυτό τα κρασιά γίνονται μεγάλα μόνον παρουσίας ομοϊδεατών και συζήτησης.

Στη γευσιγνωσία χρησιμοποιούμε όρους που ερμηνεύονται με όρους που επίσης χρειάζονται ερμηνεία. Αυτό δεν είναι αντιφατικό, εάν δεχθούμε ότι το σημαίνον (η λέξη) είναι σημαντικότερο από το σημαινόμενο ( την έννοια της λέξης).

Ένα κρασί γίνεται απολαυστικό όταν πάψει να είναι ικανοποιητικό και ευχάριστο.

Η αυθαίρετη σχέση μεταξύ σημαίνοντος και σημαινόμενου στην ορολογία της γευσιγνωσίας αποσαφηνίζεται από την συνεχεία της ανάποδης και της καλής εγράφης ως διπλή εγράφη με χρονική μόνον διαφορά μεταξύ του πραγματικού (της χημικής σύστασης) και του φαντασιακού (της αίσθησης που προκαλεί).

Στην παραληρηματική γευσιγνωσία η στέρηση συμβολικών αναφορών στο λεξιλόγιο, οδηγεί στην πάρα τη θέληση εισαγωγή συμβόλων μην αφήνοντας διαθέσιμο χώρο για το πραγματικό.

Η γευστική απόλαυση υπάρχει χάρη στο λόγο, του οποίου είμαστε κάτοχοι χωρίς είμαστε συγγραφείς του.

Ένα κρασί γίνεται απολαυστικό όταν πάψει να είναι ικανοποιητικό και ευχάριστο.

Η γευσιγνωσία προσπαθεί να λειτουργήσει όπως η ορθογραφία, με άχρηστους κανόνες.

Γευσιγνωσία είναι η ερμηνεία αυτών που δεν ξέρουμε.

Η γευσιγνωσία προσπαθεί να λειτουργήσει όπως η ορθογραφία, με άχρηστους κανόνες.

Η συνύπαρξη κρασιού και φαγητού αποκτά άξια καταγραφής μόνον με τη λεκτική περιγραφή των αισθήσεων που δημιουργεί. Απαιτεί εξαιρετικά υψηλό επίπεδο ικανότητας και για το λόγο αυτό, αντίθετα με την μηχανιστική περιγραφή των κρασιών, απουσιάζει.

Οι φωτογραφίες κρασιών και φαγητών λειτουργούν ως μέσον εξαφάνισης της απουσίας μιας αίσθησης που δεν καταγράφηκε επειδή υπήρξε ποτέ.

Η στρουκτουραλιστική γευσιγνωσία επιτρέπει να αναγνωρίσουμε επαναλαμβανόμενα στοιχεία, να καταρτίσουμε ισοδυναμίες και κανόνες μετασχηματισμού των αισθήσεων σε λόγο.

Ποτέ δεν θα διαβάσετε την ίδια γευσιγνωσία για το ίδιο κρασί.

Η γλώσσα της γευσιγνωσίας είναι ακατανόητη από τους μη μυημένους γιατί δεν είναι δομική προτασιακή αλλά στηρίζεται σε εκφωνήματα με βάση τη χρήση.

Τα εκφωνήματα της οινολογίας ακολουθούν μια μεταβαλλόμενη αντιληπτική διαδρομή από «ασθένειες του κρασιού», «προσβολές του κρασιού» «αλλοιώσεις του κρασιού» σε «μικροβιακά ελαττώματα του κρασιού» και χρησιμοποιούνται ως εργαλιακά ενδιάμεσα που τροποποιούν την κλίμακα της πληροφορίας εμπλουτίζοντας την και αναγνωρίζοντας σταδιακά την αξία της ισορροπίας των επιθυμητών και ανεπιθύμητων επιδράσεων των μικροοργανισμών στο κρασί.

Ποτέ δεν θα διαβάσετε την ίδια γευσιγνωσία για το ίδιο κρασί. Η αποτύπωσή της δεν είναι η άποψη ενός υποκειμένου που σκέφτεται, που γνωρίζει και εκφράζει αυτή την ικανότητα. Αντίθετα είναι ένα σύνολο όπου μπορούν να προσδιοριστούν η διασπορά της γνώσης και η ασυνέχεια στον εαυτό του, ένας χώρος εξωτερικότητας από το αντικείμενο κρασί που δημιουργεί ένα δίκτυο ξεχωριστών τοποθετήσεων σε ένα σχηματισμό λόγων με ασυνέχεια επιπέδων που αντί να εκφράζουν στη σύνθεση ή την ενοποίηση εκφράζουν τη διασπορά του. Παραφράζοντας το «η αρχαιολογία της γνώσης».

 

Διαβάστε ακόμα: Οι γαστρονομικοί αφορισμοί του Αργύρη Τσακίρη, μέρος Η, «παραγωγή». 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top