Στο ισόγειο βρίσκεται η αγορά, το κρεοπωλείο, το μανάβικο και ο χώρος του καφέ, ενώ στους επάνω ορόφους του ξενοδοχείου κυριαρχεί η εκλεπτυσμένη λιτότητα.

Σκέψου κάτι μεγάλο. Ακόμη καλύτερα: σκέψου κάτι πρωτότυπο. Η ιστορία των επιχειρηματικών σχεδίων έχει να μας διδάξει πολλά. Σπάνια κάτι συμβαίνει με την επίρρωση της τύχης. Ακόμη πιο δύσκολα μια κοινότοπη ιδέα, κάτι που έχει επαναληφθεί από άλλους, μπορεί να φέρει άφθονους καρπούς. Αν το δούμε μακροσκοπικά (κι όχι μόνο στα μέρη μας), οτιδήποτε γονιμοποιήθηκε ήταν αποτέλεσμα μιας εξαιρετικής, πρωτοφανέρωτης σκέψης.

Για να γίνει ακόμη πιο απτός ο συλλογισμός: Μανάβικα  υπάρχουν πολλά στην Αθήνα. Επίσης, κρεοπωλεία, παντοπωλεία, σουπερμάρκετ, εστιατόρια κάθε λογής, όπως και ξενοδοχεία για όλα τα βαλάντια. Θα έλεγε κάποιος, και δικαίως, πως το κέντρο της πρωτεύουσας είναι κορεσμένο, καθώς πολλά όμοια καταστήματα συνωθούνται το ένα δίπλα στο άλλο, ωσάν στρατιωτάκια σε παρέλαση, αποζητώντας την προσοχή μας, διεκδικώντας την προτίμησή μας – έστω και τυχαία, έστω και μια φορά.

Μέσα από τη ζύμωση ιδεών προέκυψε το πρώτο foodie ξενοδοχείο στον κόσμο.

Κάπου εδώ μπαίνει ο νεωτερισμός. Σαν να λέμε: κάπου εδώ εισέρχεται η τετράγωνη λογική (απαραίτητη στο επιχειρείν) να συναντήσει το όραμα. Δύο αδέλφια από τη Θεσσαλονίκη, ο Θωμάς και ο Γιώργος Δούζης, γνωστά εδώ και καιρό για την «επιθετική» πολιτική που ακολουθούν με όχημα την ERGON, αποφάσισαν να πάνε τα πράγματα in extremis. Να τους προσδώσουν νέες συντεταγμένες. Εντέλει, να δώσουν έναν εντελώς άλλο ορισμό στην παροχή υπηρεσιών στον δυνητικό πελάτη.

Η είσοδος σε προδιαθέτει ευχάριστα. Η ελιά σε ρόλο υποδοχής, ο πράσινος τοίχος με τα μυρωδικά, τα τραπέζια όπου μπορείς να πιεις τον καφέ σου και το μανάβικο για να αγοράσεις όλα τα χρειώδη.

Tέλη του 2017, αφότου είχαν τρέξει ουκ ολίγα επιχειρηματικά σχέδια ανάπτυξης της ERGON σε Ελλάδα, Λονδίνο, Βρυξέλλες και Κύπρο, μαθαίνουν από έναν μεσίτη πως υπάρχει κατάλληλος χώρος στην Αθήνα για να δημιουργηθεί η αντίστοιχη αγορά της Θεσσαλονίκης. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν μπορούσε να γίνει για λόγους πρακτικούς (μόνο ως εμπορικό κέντρο θα μπορούσε να γίνει, σχέδιο που απορρίφθηκε αυτομάτως). Κι έτσι, μέσα από τη ζύμωση ιδεών, προέκυψε το foodie ξενοδοχείο σε συνεργασία -στο κομμάτι της διαμονής- με την ομάδα του ξενοδοχείου «The Modernist» στη Θεσσαλονίκη.

Αίφνης, στη Μητροπόλεως 23, εκεί που παλαιότερα βρισκόταν το Ινστιτούτο Θερβάντες, στεγάστηκε το δικό τους όνειρο που πήρε το όνομα: Ergon House. Ένα πραγματικό σπίτι σε διάταξη ξενοδοχείου, με τη μόνη διαφορά ότι διαθέτει περισσότερες δυνατότητες από τα δικά μας. Όμως, η λογική είναι η ίδια. Οτιδήποτε μπορείς να κάνεις στην οικία σου, αλλά δεν έχεις το χρόνο, τη διάθεση ή τα απαιτούμενα υλικά, μπορείς να τα κάνεις πλέον στο συγκεκριμένο χώρο.

Ο εντυπωσιακός «πράσινος τοίχος» με λογής μυρωδικά και το μανάβικο για να αγοράσεις από τα πλέον συμβατικά οπωροκηπευτικά έως τα πλέον εξεζητημένα.

Πώς ορίζεις, άραγε, έναν πολυχώρο παροχής unique υπηρεσιών; Οι δημιουργοί του κάνουν λόγο για το πρώτο foodie hotel στον κόσμο. Δικαίως, διότι περί αυτού πρόκειται. Έχουμε να κάνουμε με ένα συγκερασμό φαινομενικά ανόμοιων υπηρεσιών, οι οποίες όμως, με έναν τρόπο ιδιαζόντως λειτουργικό, ενώνονται στον ίδιο χώρο και συλλειτουργούν δίχως ο ένας τομέας να παρακωλύει τη λειτουργία του άλλου.

Αυτός ο χώρος, όπως οι ιδέες των αδελφών Δούζη, λειτουργεί με τη λογική της ματριόσκα. Μιας περίεργης, όμως, ματριόσκα όπου από το μικρό κομμάτι ξεπετάγεται ένα μεγαλύτερο.

Υπό άλλες συνθήκες, το project θα χρειαζόταν χρόνο να πάρει σάρκα και οστά. Έμπλεος θαυμασμού για τους συνεργάτες του, ο Θωμάς Δούζης τους βγάζει το καπέλο: «Ήρθαν 20 συνεργάτες μας από τη Θεσσαλονίκη και όλα έγιναν όπως έπρεπε χωρίς να ανοίξει ρουθούνι. Δεν έχει ξαναγίνει κάτι τέτοιο. Δεν μας είπε κανείς πώς να το κάνουμε, εμείς το ανακαλύπτουμε τώρα. Τα παιδιά εδώ έκαναν μπαλέτο! Μόλις στήθηκε ο χώρος και είδαμε όλες τις λειτουργίες του, αναζητήσαμε τους καλύτερους που θα δούλευαν εδώ. Θέλαμε η ομάδα να δέσει, κάτι που έγινε. Κάπως έτσι απευθυνθήκαμε στους Zeus & Dione, για να φτιάξουν τις στολές του προσωπικού και το δέχθηκαν με χαρά, ή στα παιδιά από το μπαρ Clumsies, για να έχουμε εδώ τα δικά μας κοκτέιλ. Είμαστε περήφανοι για κάθε μικρό πράγμα που υπάρχει στο χώρο».

Ο χώρος όπου μπορεί κανείς να προμηθευτεί εκλεκτά αλλαντικά και τυριά.

Επί του πρακτέου: αν κάποιος επιθυμεί να κλείσει ένα δωμάτιο σε ξενοδοχείο του κέντρου, έτσι ώστε να είναι πλησίον της ζωντάνιας που προσφέρει, τότε, σε λίγες ημέρες, θα έχει μια ακόμη εξαιρετική επιλογή. Το ξενοδοχείο που θα βρίσκεται «εντός» του Ergon House. Το «εντός» δεν είναι σχήμα λόγου. Αυτός ο χώρος, όπως οι ιδέες των αδελφών Δούζη, λειτουργεί με τη λογική της ματριόσκα. Μιας περίεργης, όμως, ματριόσκα όπου από το μικρό κομμάτι ξεπετάγεται ένα μεγαλύτερο και όλο μαζί φτιάχνει μια τέλεια συγχορδία προσφερόμενων υπηρεσιών.

Πλήρες εξοπλισμένο super market που λειτουργεί έως τις 12 το βράδυ.

Κλείνεις, λοιπόν, ένα από τα 39 δωμάτια του τετραώροφου ξενοδοχείου και έχεις επιπλέον τη δυνατότητα χρήσης της κοινής κουζίνας που έχει σχεδιαστεί σε δύο από τους ορόφους. Θα πει κάποιος: πηγαίνεις στο ξενοδοχείο για να μαγειρέψεις μόνος σου; Προφανώς και όχι, αλλά αν σου δίνεται αυτή η δυνατότητα γιατί να μην την εκμεταλλευτείς; Το πρωινό, ούτως ή άλλως, υπάρχει a la carte (όπως και σε πολλά συμβατικά ξενοδοχεία), όμως, εδώ δίνεται μια επιπλέον δυνατότητα. Ακόμη κι αν δεν είσαι ένοικος του ξενοδοχείου και πάλι μπορείς να κλείσεις τη σάλα (ένας λειτουργικός χώρος ιδιωτικής εστίασης για τουλάχιστον δέκα άτομα) και να γευτείς εκλεκτά εδέσματα τα οποία τα βρίσκεις στο ισόγειο του ξενοδοχείου. Κι εδώ μπαίνει στην εξίσωση ο άλλος σημαντικός νεωτερισμός.

Στο κρεοπωλείο βρίσκεις κρέατα νωπά και σιτεμένα.

Ένας παλλόμενος οργανισμός έχει ήδη αναπτυχθεί στο ισόγειο του ξενοδοχείου. Η πρότερη εμπειρία του ERGON-ΑΓΟΡΑ που λειτουργεί με επιτυχία στη Θεσσαλονίκη, εδώ, στην πρωτεύουσα, μπολιάστηκε με επιπλέον στοιχεία. Ένας χώρος 3.600 τ.μ., έχει προβλεφθεί να στεγάσει διαφορετικές «οντότητες». Από το πρωί έως τις 12 το βράδυ, λειτουργούν εν ταυτώ ένα μανάβικο, στο οποίο βρίσκει κάποιος από τα πλέον συμβατά είδη μαναβικής έως τα πλέον εξεζητημένα (μαύρη τομάτα, τομπιναμπούρ, ρομάνο μπρόκολο κ.ά.), ενώ πάνω από το χώρο του μανάβικου ορθώνεται ένας εξαίσιος πράσινος τοίχος με όλων των λογιών τα μυρωδικά, τα οποία επίσης είναι προς πώληση. Μάλιστα, το θαυμάσιο μανάβικο επιμελείται ο Σωτήρης -το Ραδίκι- Λυμπερόπουλος.

Το ψαράδικο, στην είσοδο της αγοράς, είναι ένα σημείο που δεν γίνεται να μην σταθείς. Και να ψωνίζεις, βεβαίως.

Μπαίνοντας στον κυρίως χώρο της αγοράς του Ergon (πάντα στο ισόγειο, προς αποφυγή παρανοήσεων), αναπτύσσεται στα μάτια σου όλος ο ιστός των παράλληλων δραστηριοτήτων. Αριστερά σου, υπάρχει ένα ψαράδικο με όλα τα καλούδια της θάλασσας (όπως και παρασκευές: φιλέτα και σουβλάκια), πιο εκεί ένα κρεοπωλείο με κρέατα κυρίως ντόπια (νωπά και ωρίμανσης, ενώ υπάρχει και prime cuts που έρχονται από τα μέρη μας, αλλά και εισαγωγής), ακόμη πιο μπροστά ο χώρος για τη λιανική πώληση τυριών και αλλαντικών. Τριγύρω στα ράφια, τα προϊόντα ντελικατέσεν, αλλά και τα απολύτως χρηστικά (ξεμείνατε από γάλα, χυμό τομάτας, μακαρόνια ή όσπρια; Κανένα πρόβλημα, υπάρχουν εν αφθονία), ζητούν την προσοχή σου. Σχεδόν όλα είναι φτιαγμένα από Έλληνες παραγωγούς και πολλά από αυτά φέρουν τo trademark της Ergon, ενώ υπάρχει συνεργασία και με το brand «Η Γιαγιά» (τα παραδοσιακά προϊόντα των Αδελφών Πέτρου).

Η υπερμεγέθης τοιχογραφία -με λαογραφικά στοιχεία- ζεσταίνει το χώρο και του δίνει έναν αυθεντικό τόνο ελληνικότητας.

Η λιανική πώληση είναι ουσιώδης παράγοντας στη σκέψη των αδελφών Δούζη. Επιθυμούν να γίνει ο συγκεκριμένος χώρος ένας τόπος συνάντησης των ανθρώπων που διαμένουν εκεί κοντά, αλλά και των υπόλοιπων που δουλεύουν στο κέντρο και, γυρνώντας στο σπίτι τους, να έχουν τη δυνατότητα να ψωνίσουν τα χρειώδη δίχως το άγχος αν θα προλάβουν ή όχι το σουπερμάρκετ της συνοικίας τους ανοικτό. Το στοίχημα είναι να καταφέρουν αυτό που έχει γίνει πράξη στην αντίστοιχη ERGON-ΑΓΟΡΑ της Θεσσαλονίκηυ. Ήτοι: το 50% του τζίρου να προέρχεται από τη λιανική πώληση.

Κάπως έτσι έχουμε να κάνουμε ένα άκρως λειτουργικό σουπερμάρκετ εντός του χώρου που θα είναι ανοιχτό έως τις 12 το βράδυ. Το ίδιο ισχύει και για την κάβα (άλλο ένα πρόσθετο στοιχείο) επανδρωμένη από κρασιά Ελλήνων παραγωγών που έχουν ξεκινήσει συνεργασία με την ERGON.

Η ποιότητα του φαγητού είναι αξιοπρόσεκτη και ο χώρος άκρως… Instagrammable.

Αυτό, όμως, που θέλγει πραγματικά είναι ο χώρος της εστίασης. Μια υπερμεγέθης τοιχογραφία με λαογραφικά μοτίβα (σ.σ.: ο μύθος του νεκρού αδερφού)  στέκει πάνω από τους θαμώνες την ώρα που δοκιμάζουν τα πιάτα τους. Είναι μια νότα ελληνικότητας απόλυτα σύμφυτη με τη λογική των φαγητών. Εμείς επιλέξαμε μια ελληνική σαλάτα που δίχως εξτρεμιστικές ιδέες δίνει μια καινούργια νότα στην παραδοσιακή παρασκευή της, μια σκοπελίτικη πίτα πασπαλισμένη με μέλι που λιώνει στο στόμα (αυτή την ίδια τρώνε οι πελάτες του Ergon στο Λονδίνο), φαλάφελ φάβας που έφερε έναν τόνο εξωτισμού στο τραπέζι, ένα δροσερότατο ταμπουλέ, ντάκο με παξιμάδια από χαρούπι (άψογος συνδυασμός), τραγανά χόρτα που μύριζαν παρθένα γη και ψωμί εκείνη την ώρα φτιαγμένο στον ξυλόφουρνο που υπάρχει στην είσοδο.

Η ποιότητα του φαγητού είναι αξιοπρόσεκτη δίχως να επιδιώκει να σε μεταφέρει σε άλλες γευστικές σφαίρες. Ο Θωμάς Δούζης είναι απόλυτα σαφής: δεν έχει στόχο να πιάσει τα στάνταρ της Σπονδής, του Βεζενέ ή του Funky Gourmet. Αντιθέτως, παραδέχεται πως καλώς που υπάρχει ένα υψηλό γευστικό σύνορο στην Αθήνα για να μπορούν όλοι οι υπόλοιποι να τοποθετηθούν στην εστιατορική κλίμακα. Ο δικός του στόχος είναι να γίνει το εστιατόριο του ERGON η καθημερινή βόλτα του κατοίκου της Αθήνας και όχι να υποσχεθεί το καλύτερο φαγητό που έχεις δοκιμάσει ποτέ. Υπάρχει πιο τίμια συναλλαγή από αυτή; Τούτο, όμως, δεν σημαίνει πως το φαγητό δεν είναι άκρως προσεγμένο και δεν αξίζει τα λεφτά του.

Η είσοδος στο ξενοδοχείο είναι δίπλα στη οπωροπωλείο. Οι δύο χώροι λειτουργούν αυτόνομα, αλλά και ενώνονται με αδιόρατο τρόπο.

Εδώ, όλα είναι προσεγμένα στη λεπτομέρειά τους, έτσι ώστε να αναδίδουν μια συγκεκριμένη αισθητική. Τα ρούχα των σερβιτόρων, τα χειροποίητα πιάτα από μια Θεσσαλονικιά κεραμίστρια, οι επίσης χειροποίητες -ροδίτικες- καρέκλες και τα ξύλα πάνω στα οποία σερβίρονται τα κουβέρ και κάποια από τα φαγητά. Τα πάντα συνηγορούν στην απλότητα (ουχί στην απλοϊκότητα), την comfort εξυπηρέτηση, αλλά και το να περάσει κάποιος με χάρη και λεπτότητα λίγο ποιοτικό χρόνο σε ένα μαγαζί στο πολύβουο κέντρο της Αθήνας. Α, βέβαια: και να τραβήξει φωτογραφίες που θα μπορεί να τις ανεβάσει στο λογαριασμό του στο Instagram. Άλλωστε, ο Θωμάς Δούζης παραδέχεται πως η λογική του (στο ξενοδοχείο, αλλά και στο χώρο του ισογείου) είναι να συμπεριλάβει αυτήν την παράμετρο στο πώς θα διαμορφωνόταν ο χώρος. Ας μην λησμονούμε πως τα social media καθοδηγούν, πλέον, σημαντικό κομμάτι των προτιμήσεών μας.

Η ρεσεψιόν του ξενοδοχείου

Στα συν (για να είμαστε ακριβείς: πάρα πολλά συν) είναι ο καφές που προσφέρεται στο μαγαζί. Υπάρχει ένα εχέγγυο αυθεντικότητας και σ’ αυτό έχει βάλει το χεράκι του ο μετρ του καλού καφέ, Γιάννης Ταλούμης. Δύο ξεχωριστά blends του εκλεκτού καφέ Taf -ειδική παραγγελία για το ERGON- προτίθενται να σας συναρπάσουν. Και είναι σίγουρο πως θα το κάνουν. Ειδικά αν έχουν παρασκευαστεί από τη θρυλική μηχανή Lamarzocco – τη Ρολς Ρόις των μηχανών εσπρέσσο.

Ο στόχος των ανθρώπων που σχεδίασαν αυτόν τον ιδιότυπο πολυχώρο είναι διττός: πρώτον, να γίνει συνήθεια στον Αθηναίο να ψωνίζει από εκεί τα είδη πρώτης ανάγκης και, δεύτερον, να διατηρήσει το σφρίγος κι έπειτα από πέντε χρόνια. Αυτήν τη στιγμή, καίτοι το μαγαζί έχει ανοίξει μόλις λίγες ημέρες, ο κόσμος που συρρέει είναι πολύς. Κοντά στα 500 άτομα στις πρώτες μέρες το λες και απόλυτη επιτυχία. Το θέμα είναι, βέβαια, να έχει συνέχεια σε βάθος χρόνου. Μια τέτοια επένδυση δεν είναι αγώνας ταχύτητας, αλλά αντοχής μέσα στο χρόνο.

Τα δωμάτια ακολουθούν μια ευγενικά λιτή γραμμή που ξεκουράζει το μάτι. Είναι φωτεινά, έχουν καθαρές γραμμές και κάποια βλέπουν στην Ακρόπολη.

Η περιήγησή μας στο χώρο του ισογείου ολοκληρώνεται στο συνεδριακό χώρο που μπορεί να φιλοξενήσει έως και 100 άτομα (οι 50 καθήμενοι), άρα μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τις εταιρείες για συναντήσεις που θα συνδυαστούν με φαγητό, καφέ ή ένα light κοκτέιλ. Το τερπνόν και το ωφέλιμο μαζί. Ναι, έχουμε να κάνουμε με έναν cool χώρο στα πρότυπα του Eataly στη Νέα Υόρκη. Δεν χρειάζεται να πάει κάποιος στο «Μεγάλο Μήλο» για να βρει κάτι αντίστοιχο. Πλέον, υπάρχει και στην Αθήνα.

Η τραπεζαρία που υπάρχει σε δύο ορόφους μπορεί να χρησιμοποιηθεί για ιδιωτικά γεύματα.

Όσο για τους τυχερούς που θα απολαύσουν τη φιλοξενία στο ξενοδοχείο (όπως σημειώσαμε και πιο πάνω, σύντομα θα ανοίξει τις πύλες του), αξίζει να σημειώσουμε πως η αρχιτεκτονική πινελιά του γραφείου Urban Soul Project είναι ευδιάκριτη. Λιτές γραμμές που παραπέμπουν σε ιαπωνικό μινιμαλισμό, αλλά που φέρουν έντονα το αθηναϊκό και το νησιώτικο στοιχείο. Υλικά που έχουν χρησιμοποιηθεί με έξυπνο και λειτουργικό τρόπο. Μάρμαρα που βρέθηκαν από παλιές κατοικίες μεταστοιχειώθηκαν και έγιναν εξαιρετικής μορφολογίας και αισθητικής νιπτήρες μπάνιου. Η ζεστασιά του ξύλου σε κυκλώνει -ακόμη και στους διαδρόμους των ορόφων, οι κουρμπαριστές γραμμές του σε γαληνεύουν, ο φωτισμός είναι καθαρός και συνάμα υποβλητικός. Κρατήστε για το τέλος τα «τρελά» σχέδια για το Roof Garden, το οποίο μπορεί να μετεξελιχθεί ακόμη και σε χώρο για camping!

Ιαπωνικά μοτίβα και ελληνικές γραμμές συλλειτουργούν αρμονικά.

Το σίγουρο είναι πως το συγκεκριμένο πλάνο στην Αθήνα επεκτείνει αρκετά τα σχέδια της ERGON. Την ανεβάζει αυτομάτως επίπεδο και ενδέχεται να αποτελέσει εφαλτήριο για μελλοντικά σχέδια που ώς τώρα η εταιρεία δεν είχε αγγίξει. Όσο για τον μέσο Αθηναίο, είναι μια εξαιρετική νέα πρόταση – αντίστοιχη άλλη δεν είχε δει στην πόλη. Ως εκ τούτου: είναι πέρα για πέρα καλοδεχούμενη. Είναι προφανές πως λόγω του τουρισμού κάτι καλό αναπτύσσεται (εν συνόλω) στο κέντρο της πόλης.

 

Διαβάστε ακόμα: Πρώτη ματιά στο Madame Phu Man Chu, το εξαιρετικό βιετναμέζικο που έλειπε.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top