Μιλούσα με τον Σπύρο Θεοδώρου της εταιρείας Third Wind, που εισάγει ενεργειακά τζελ για ορειβάτες και μαραθωνοδρόμους ‒τα γνωστά GU gel. Του εξηγούσα ότι το ενεργειακό μου φίλτρο είναι οι απανωτοί espressi. Και ότι πίνω τον καφέ μου δυνατό και φθηνό. «Πήγαινε εδώ» μου είπε, και μου έδωσε μια κάρτα. «Είναι ο πιο καλός και ο πιο φθηνός καφές στην Αθήνα».
Πήγα εκεί που μου είπε, σε μια στοά στο Σύνταγμα ανάμεσα στα βιβλία του Ίκαρου, τις τυρόπιτες του Άριστον και τα μαρτίνι του bar 42.
Είδα μια βιτρίνα τρία μέτρα, βάθος καταστήματος ένα μέτρο και κάτι, και μια μπάρα να χωρίζει το μαγαζί διαγώνια. Δεν είχε κάπου να καθήσω. Χωρούσα μετα βίας και η διάταξη του χώρου δεν μου ήταν κατανοητή.
Παράγγειλα έναν διπλό εσπρέσο. «Σήμερα θα σας βάλω Ελ Σαλβαδόρ» μου είπε ο barista σαν να με έβλεπε καθημερινά. (Όταν ξαναπήγα μια άλλη μέρα μου έβαλε καφέ από την Αιθιοπία). Μετά με ρώτησε αν θέλω ζάχαρη, ενώ κοσκίνιζε λυσσωδώς τον καφέ. Που άλεθε ταυτόχρονα ο μύλος πάνω από τη μηχανή, για την ατομική μου μερίδα. Θέλω να πω ότι ο καφές φρεσκοαλέθεται και κοσκινίζεται για κάθε πελάτη. Στο μεταξύ ξέχασα να μάθω το λόγο που με ρώτησε αν θέλω ζάχαρη, αφού τον πίνω σκέτο.
Έπειτα πήρε ένα βαρύ «πατητήρι», που θα μπορούσε να στρώσει μια εσκαλόπ γάλακτος, και πάτησε με δύναμη και ακρίβεια τον καφέ στον βραχίονα.
Για να μην τα πολυλογώ, έφτιαξε τον καφέ και ο μικρός χώρος μοσχοβόλησε. Εκείνη την ώρα μπήκαν δυο πελάτες και τον ρώτησαν αν βάζει κάποιο άρωμα καφέ στο χώρο.
Έφερα το φλυτζάνι κάτω από τη μύτη μου. Οι υδρατμοί διαπέρασαν τα αιθέρια έλαια, εισέβαλαν στα ρουθούνια μου και με κτύπησαν κατευθείαν στον εγκέφαλο.
Πήρα μια μικρή γουλιά. Ο καφές ήταν πολύ αρωματικός, λίγο ξινός και ελάχιστα αλμυρός. Η γεύση του επιβάλλονταν αυταρχικά στη γλώσσα, καταλάμβανε ολοκληρωτικά το στόμα. Ήταν μπόμπα και εξαιρετικός.
«Επιτελείτε κοινωνικό έργο, κύριε», είπα στον barista και το εννοούσα. Ο καφές είναι ένα νόμιμο ναρκωτικό που κάνει τους ανθρώπους να χαμογελούν.
«Μα ασφαλώς», μου απάντησε με αυτοπεποίθηση, αλλά χωρίς προσποίηση, προσθέτοντας: «Αφού η ζωή είναι τέχνη».
«Τι σας χρωστάω;» ρώτησα, πιάνοντας το πορτοφόλι μου.
«0,80 λεπτά».
Για τον διπλό εσπρέσο.
Επίσης, το μαγαζί δεν γράφει όνομα απέξω.
Kaya: Βουλής 7, Αθήνα, τηλ. 213 0284305.