DSC_2476

«Μικρός παρακολουθούσα τη μητέρα μου και τη γιαγιά μου με πόση αγάπη έδιναν ζωή στις συνταγές και χαρά στο τραπέζι, κι αυτό με μάγευε…»

«Μεγάλωσα στην Σάμο, μέσα στα μποστάνια, τα χωράφια και τα περιβόλια» γράφεις στο βιβλίο…
Οι Βουρλιώτες, το χωριό μου –ένα από τα πιο γραφικά χωριά της Σάμου– είναι ένας επίγειος παράδεισος. Βρίσκεται σε μια περιοχή που πνίγεται κυριολεκτικά από ένα δάσος πεύκης και αμπέλια –πολλά αμπέλια. Οι εποχές στο χωριό μου έχουν (ακόμα) νόημα, χρώμα, μυρωδιές… Κάθε φορά που πηγαίνω, ανακαλύπτω ξανά τη μαγεία της ελληνικής φύσης, συναντώ αυθεντικούς ανθρώπους, βρίσκω χαρά στα απλά πράγματα, γελάω ανέμελα.

Ποιό ήταν το πρώτο πιάτο που θυμάσαι να έφτιαξες παιδί; Και ποιο φαγητό από τις μέρες εκείνες κουβαλάς ακόμα στην ψυχή σου;
Από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου ήθελα να είμαι κοντά στην κατσαρόλα που έβραζε και στο φούρνο που έκαιγε, να βλέπω τα μακαρόνια να μαλακώνουν και πώς φουσκώνει και χρυσίζει σιγά σιγά το κέικ μέσα στη ζεστασιά. Το πρώτο γλυκό πιάτο έφτιαξα παιδί ήταν μπισκότα Παπαδοπούλου με χτυπητό αβγό και το πρώτο αλμυρό μια ομελέτα στην οποία έριξα ωμές τις πατάτες. Το αγαπημένο μου φαγητό ήταν και είναι πάντοτε τα γεμιστά.

kourampides_3

Κουραμπιέδες με ξερά σύκα.

Λες κάπου στο βιβλίο ότι, ενώ όλα τα παιδιά της ηλικίας σου στη Σάμο έκαναν συλλογή γραμματοσήμων, ποδοσφαιριστών, νομισμάτων, εσύ έκανες συλλογή συνταγών…
Από μικρός ήξερα ότι θα γίνω σεφ. Παρακολουθούσα τη μητέρα μου και τη γιαγιά μου με πόση αγάπη έδιναν ζωή στις συνταγές και χαρά στο τραπέζι, κι αυτό με μάγευε. Μου άρεσε, από τότε, να ανακαλύπτω τη δύναμη των απλών πραγμάτων, τη διαφορετικότητα των συνδυασμών. Ως παιδί, εκτός από τη «συλλογή συνταγών», που γράφω στο βιβλίο, έκανα, βέβαια, κι εγώ τις σκανταλιές μου, ακολουθούσα την παρέα στις βόλτες, πρωτοστατούσα στα πειράγματα…

Ποια ήταν η πιο καλή μαγείρισσα στη φαμίλια; Η μάνα σου; Η γιαγιά σου;
Η μητέρα μου ήταν, και είναι, μια εξαιρετική παραδοσιακή μαγείρισσα, που χρησιμοποιεί σαμιώτικες πρώτες ύλες που ξεχειλίζουν από φρεσκάδα, αρώματα και διατροφική αξία. Φουρνίζει σχεδόν καθημερινά ψωμί και η κουζίνα της μοσχοβολάει σπιτικό φαγητό. Από τα ντουλάπια του πατρικού μου δεν λείπουν ποτέ τουρσιά, γλυκά του κουταλιού, μαρμελάδες. Η γιαγιά, πάλι, ήταν η ήρεμη δύναμη στην κουζίνα. Έδινε κάθε φορά τη λύση με τη γνώση, την εμπειρία, τη σοφία της. Και πάντα στο μυαλό της ήμασταν εμείς, γι αυτό και οι λιχουδιές δεν έλειπαν ποτέ από το σπίτι.

revithokeftedes

Ρεβιθοκεφτέδες με πελτέ και μάραθο.

Τι ακριβώς περιλαμβάνει το βιβλίο «Οι γεύσεις που μεγαλώσαμε»;
Είναι ένα βιβλίο γεμάτο από συμπυκνωμένες παιδικές μνήμες, ένας απόηχος νοσταλγίας που μεταμορφώνει τις αλμυρές ή τις γλυκές συνταγές σε πλούτο συναισθημάτων. Τα αρώματα από κάθε λογής βοτάνια και μυρωδικά, οι απλές καθημερινές πρώτες ύλες με τις καθαρές γεύσεις, η μυρωδιά από τα πρωτοβρόχια, το θρούμπι, οι βατομουριές, το φλισκούνι…, όλα μπλέκονται με ουσία, γνώση, αγάπη και τέχνη, δημιουργώντας μαγειρέματα για κάθε εποχή, καθημερινά, κυριακάτικα, κεράσματα γιορτής, παραδοσιακά σνακ, φαγητό για να το τρως μαγειρεύοντας ή να το μαγειρεύεις τρώγοντας!

Geuseis_pou_megalwsame copyΠού τέμνεται το παιδί από τη Σάμο με τον nomad chef που είσαι σήμερα;
Ο όρος «nomad», έτσι όπως τον «βλέπω», τον ζω και τον χρησιμοποιώ στην κουζίνα μου, μεταφράζεται στη δυνατότητα που μου δίνει η μαγειρική: διαφορετικά στοιχεία, χώροι, καταστάσεις και ανησυχίες να δένουν μεταξύ τους αρμονικά και να δημιουργούν μια μοναδική εμπειρία. Μικρός στη Σάμο, στον τρύγο, στο μάζεμα της ελιάς, στις καλλιέργειες, παντού μέρη, υλικά της στιγμής, διαθέσεις, άνθρωποι που διασταυρώνονταν μεταξύ τους και δημιουργούσαν εμπειρίες ζωής. Άλλο ένα από τα πράγματα που λατρεύω στη μαγειρική είναι η δυνατότητα που μου δίνει να ανακαλύπτω από την αρχή τον εαυτό μου μέσα από αυτήν, να εξελίσσομαι, να δημιουργώ νέες γεύσεις, να ερευνώ πώς οι λαοί του κόσμου ερεθίζουν με ένα μαγικό τρόπο όλες τις αισθήσεις στην κουζίνα τους…

 

//Ανδρέας Λαγός, «Οι γεύσεις που μεγαλώσαμε», Ελληνοεκδοτική, Δεκέμβριος 2013.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top