Αρκετά με τον κατ’ οίκον περιορισμό, το πήγαινε-έλα από σαλόνι σε υπνοδωμάτιο, αρκετά με το devivery. Το τελευταίο θα το ξαναβρούμε μπροστά μας, αλλά τώρα καλό είναι να πιάσουμε στασίδι στα αγαπημένα μας στέκια. Εκεί που μας τραβούν οι γεύσεις και τα αρώματα από τη μύτη.
Θα το έχετε προσέξει κι εσείς: τα ζαχαροπλαστεία που τα προηγούμενα χρόνια θεωρούνταν κάτι παλιακό, που μας θύμιζαν τα ραντεβουδάκια που έδιναν οι γονείς μας όταν ήταν νέοι, τώρα όχι μόνο επανακάμπτουν, αλλά τα εκτιμούμε και τα χαιρόμαστε περισσότερο.
Ιστορικά ζαχαροπλαστεία, δυστυχώς, υπάρχουν λίγα πια στην Αθήνα. Γι αυτό και όσα στέκουν ακόμα υπερήφανα πρέπει να τα στηρίζουμε έμπρακτα. Γίνεται να μην κάνουμε ένα προσκύνημα στον Βάρσο τώρα που άρθηκαν όλα τα περιοριστικά μέτρα και ο καιρός ζεσταίνει για τα καλά;
Χωρίς δεύτερη σκέψη ανεβείτε ως την Κασσαβέτη 5 στην Κηφισιά, όπως κάναμε κι εμείς, και περάστε το κατώφλι του Βάρσου για να κάνετε ένα δώρο στις μνήμες και τις αισθήσεις σας. Πριν καν παραγγείλετε, αφήστε τον εαυτό σας ελεύθερο να περιηγηθεί σε έναν κόσμο μυρωδιών. Μπλεχτείτε μέσα τους, μυρίστε την κρέμα, την κανέλα, τη σοκολάτα. Πρόκειται για θωπεία που δεν πληρώνεται με τίποτα.
Αυτή η πρώτη δόση από την εμπειρία που προσφέρει ο Βάρσος δεν μπορεί να είναι, φυσικά, και η έσχατη. Σας προτείνουμε να κάνετε αυτό που κάναμε κι εμείς. Να κάτσετε στον κήπο που υπάρχει στο πίσω μέρος του μαγαζιού. Ή εσωτερικά στους δερμάτινους καναπέδες.
Αλήθεια, δεν σας είχε λείψει αυτό το ακόπαστο μελίσσι από φωνές; Οι σερβιτόροι να περνούν από μπροστά σας κουβαλώντας κατάφορτους δίσκους με γλυκά, τριγύρω οικογένειες να διασκεδάζουν τρώγοντας παγωτό, κάποιος παραδίπλα να διαβάζει την εφημερίδα του πίνοντας καφέ και σιγοτρώγοντας μπαμπά ή κοκ ή κάποιο άλλο βίντατζ γλυκό. Και κάπου στη μέση εσείς να μένετε με το «θαύμα» στο χέρια (βλ. το μενού του Βάρσου) και να μην ξέρετε τι να πρωτοδιαλέξετε.
Συνέντευξη με έναν (ακόμα) Βάρσο
Μιλώντας με τον Κωνσταντίνο Βάρσο, μέλος της 4ης πλέον γενεάς της οικογενειακής επιχείρησης, μας λέει ότι, προφανώς, η κατάσταση κατά τη διάρκεια της καραντίνας ήταν δύσκολη όπως για όλους, αν και το ζαχαροπλαστείο ήταν ανοιχτό, και το devivery του απέδωσε καλά. Τι έλειψε; Το να κάτσεις στα τραπέζια. Να δεξιωθεί το μαγαζί τους πελάτες του όπως κάνει εδώ και σσχεδόν 130 χρόνια. Τώρα, όμως, αυτή η δεσμευτική συνθήκη δεν είναι μπροστά μας.
Ο Κωνσταντίνος Βάρσος μας λέει την άποψή του για τη νέα τάση που θέτει τα κλασικά ζαχαροπλαστεία στην πρωτοκαθεδρία των προτιμήσεων: «Είναι μια τάση, αυτό βλέπω κι εγώ. Ξαναγυρνάμε στο κλασικό. Εμείς που έχουμε και τον κήπο προσελκύουμε και μικρά παιδιά με τους γονείς τους, την επόμενη δηλαδή γενιά. Ο Βάρσος εξακολουθεί να πηγαίνει από γενιά σε γενιά. Βλέπουμε πελάτες μας που έρχονται με τα εγγόνια τους, όταν κάποτε κι αυτοί έρχονταν με τους παππούδες τους».
Εδώ το προσκύνημα είναι συνεχές και αδιάπτωτο: «Έχουμε πελάτες κυριολεκτικά από 5 έως 95 ετών. Έρχεται κόσμος από τα Β. Προάστια, αλλά και από τα Ν. Προάστια, το κέντρο, ακόμα και εκτός Αθηνών», καταλήγει ο Βάρσος ο νεότερος.
Θα έφτανε, άραγε, ένας κήπος; Ο Βάρσος είναι το κλασικό ζαχαροπλαστείο που δεν έμεινε ποτέ στην εικόνα, αλλά εισχώρησε μέσα στην έννοια της γεύσης. Οπως μας λέει ο Κωνσταντίνος Βάρσος: «Από το παρελθόν μας κρατάμε την ποιότητα. Αυτό είναι το Α-Ω. Οι πρώτες ύλες και ότι σεβόμαστε τον πελάτη. Μπαίνουμε σιγά σιγά στη νέα εποχή, ανοιγόμαστε και στα social media, στο δικό μας σάιτ ή το delivery. Ολα αυτά παραμένουν καινούργια για εμάς».
Οσο για το μενού, προφανώς και υπάρχουν κάποια γλυκά που διατηρούν την αίγλη τους και θα σας τραβήξουν από τη μύτη (τι να πει κανείς για τους μπαμπάδες, τα ρυζόγαλα, τα τσουρέκια με σοκολάτα ή τους μπεζέδες;), αλλά στη ήδη υπάρχοντα γαλακτοκομικά (για τα οποία ο Βάρσος είναι εγγύηση) προστίθενται συν τω χρόνω και νέες γλυκές δημιουργίες.
Αφεθείτε στις παιδικές σας αναμνήσεις τρώγοντας ένα κλασικό Σικάγο (σας θυμίζει κάτι;). Ο Κωνσταντίνος Βάρσος λέει έμπλεος υπερηφάνειας: «Πολύ λίγα καταστήματα έχουν ακόμη Σικάγο και το σερβίρουν όπως εμείς. Το ίδιο ισχύει και για το κασάτο, το οποίο δεν νομίζω πως υπάρχει κάπου αλλού. Αυτά είναι παραδοσιακά παγωτά τα οποία εμείς στον Βάρσο τα έχουμε ακόμη και τα προσφέρουμε στους πελάτες μας».
Επίσης, μην παραλείψετε να κάνετε βουτιά στην πλούσια κρέμα του γαλακτομπούρεκου (γίνεται να πάτε στο Βάρσο και να μην το δοκιμάσετε;) και αν είστε ακραίοι γλυκατζήδες, συνδυάστε το γαλακτομπούρεκο με παγωτό. Τί παγωτό; Μεστό καϊμάκι, που εδώ φτιάχνεται με πρόβειο γάλα.
Το σημαντικό στον Βάρσο είναι προφανέστατα το ενεργό παρελθόν που εισέρχεται ήρεμα και ουσιαστικά στο παρόν του, αλλά όπως μας λέει ο «διάδοχος» Βάρσος: «Το ακόμη πιο σημαντικό είναι η ομάδα μας. Υπάρχουν άτομα στο προσωπικό μας που δουλεύουν κοντά μας πάρα πολλά χρόνια και συνεχώς δυναμώνει αυτή η ομάδα. Το δικό μας εργαστήριο είναι εδώ, στο υπόγειο. Ο,τι φτιάχνεται ανεβαίνει αμέσως πάνω στο κατάστημα. Υπάρχει μια συνεχής ροή παραγωγής και κατανάλωσης που δεν την βρίσκεις σε πολλά ζαχαροπλαστεία».
Φεύγοντας, κάντε μια στάση στον μαρμάρινο πάγκο για να πάρετε και μια εξάδα σοβαρά γιαούρτια με παχιά πέτσα για το σπίτι. Είναι ωραίο να βλέπεις και μέσα στο ψυγείο σου την ιστορική ημερομηνία: 1892.
// Βάρσος Κηφισιά, Κασσαβέτη 5, Κηφισιά. Τηλέφωνο: 21 0801 2472
Διαβάστε ακόμα. έφτασε στη Γλυφάδα το Ourse – κολασμένα γλυκά με γαλλική φινέτσα.