Το “Μεθυσμένο Ζευγάρι” του Jan Havicksz Steen (1625-1679).

Είδε ο τρελός, (αυτός από την «ιστορία της τρέλας» του Μισέλ Φουκώ) τον μεθυσμένο και φοβήθηκε. Η μέθη (όπως και η τρέλα) είναι δίκαιη και αληθολάτρισσα, γιατί αφήνει τον άνθρωπο έρμαιο των ενστίκτων του, δηλαδή του φυσικού εαυτού του, οδηγώντας τον στα λημέρια μιας αλήθειας που διαφορετικά δεν μπορεί να φτάσει.

Ξεκινάει από την απόλαυση του κρασιού και δεν μπορεί να εκδηλωθεί παρά μόνον αφού βγει από τον εαυτό της και εμφανιστεί μέσα στην τάξη της περιγραφής, δηλαδή αφού γίνει το αντίθετο του εαυτού της. Η απόλαυση στην ουσία της είναι το φανέρωμα της αλκοόλης που, κάνοντας το φανέρωμα της ολοφάνερο, καταργεί την απόλαυση και στη θέση της δίνει τη μέθη.

Λέει αλήθειες, αφού κάνει τον άνθρωπο να νιώσει σε ένα συλλογισμό αδιάκοπα επαναλαμβανόμενο προκαταβολικά, καθώς στροβιλίζεται στα όρια της φαντασίας για το τι λογής θα είναι η ευχαρίστηση σε μια άλλη ζωή, αυτή που δεν ζει τώρα.

Η μέθη μπορεί να μετρηθεί με ακρίβεια ως έκτροπη από το κανονικό, ανάλογα με το φόβο που μπορεί να προκαλέσει στους άλλους.

Η μέθη ως κύριο στόχο δεν έχει να καταργήσει την απόλαυση, να την διώξει από την κοινωνική τάξη πραγμάτων. Στην ουσία είναι ο εξορκισμός ενός φόβου. Τώρα ο φόβος είναι προικισμένος με μία δύναμη αλλοτριωτική που εγκαθιστά ένα είδος φραγμού ανάμεσα στον νηφάλιο και τον μεθυσμένο. Δοκιμάζει κάθε φορά, χωρίς επιτυχία, να ξαναστήσει αναμεταξύ τους μια σχέση αλληλεγγύης.

Η μέθη μπορεί να μετρηθεί με ακρίβεια ως έκτροπη από το κανονικό, ανάλογα με το φόβο που μπορεί να προκαλέσει στους άλλους. Φοβάται όμως και η ίδια τις ώρες της νηφαλιότητας, η ίδια χωρίς άλλο καταφύγιο ή επιστροφή, αφού τότε βρίσκεται ολοκληρωτικά στο έλεος της παιδαγωγικής, της ορθοφροσύνης και της ηθικής.

Ο μεθυσμένος, τις ώρες της νηφαλιότητας, δεν είναι πλέον ένοχος για τη μέθη του και μέσα από αυτήν την προσωρινή αρρώστια δεν είναι ένοχος για αυτή. Από τη μεριά της, η πολιτεία είναι το ίδιο διχασμένη, αφού επιτρέπει τη μέθη και ταυτόχρονα οργανώνει την ενοχή του ως τιμωρία της.

Για να δικαιολόγησει την δική της παράλογη αμφιθυμία, αντικαθιστά τον απέραντο μονόλογο του μεθυσμένου με το απόλυτο βλέμμα του επιτηρητή. Θεωρεί ότι ο μεθυσμένος πρέπει να νιώθει υπεύθυνος για ό,τι τυχόν επάνω του θα μπορούσε να ενοχλήσει την ηθική και την κοινωνία και για τις ποινές που του επιβάλλουν να θεωρεί ως υπεύθυνο αποκλειστικά τον εαυτό του.

 

Διαβάστε ακόμα – Μεγάλες Μέρες Νεμέας 2017: Ανακαλύπτοντας τις επόμενες ελίτ του ελληνικού οίνου.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top