Αυτό το καλοκαίρι υπήρξα ένας κουρασμένος παραθεριστής, και δεν ήμουν ο μόνος. Παρατηρούσα γύρω μου ανθρώπους να διαμαρτύρονται για την κόπωση που τους προκαλεί το πρόγραμμα των διακοπών τους, προσπαθώντας να τα προλάβουν όλα: πλοία, ηλιοβασιλέματα, πάρτι, πανηγύρια, αξιοθέατα, κρατήσεις σε εστιατόρια.
Το δύσβατο παραλιάκι που υπόσχεται απομόνωση ήταν τελικά γεμάτο από μια εμπορικότατη βαρκάδα, το μερακλίδικο καφενείο του παππού που κουράστηκε να λέει ιστορίες ήταν σιωπηλό, το ιστορικό πανηγύρι είχε καταντήσει μελέτη στατικής επάρκειας από το αδιαχώρητο, το συγκλονιστικό κατσικάκι στην cute αυλή της γιαγιάς είχε τελειώσει μισή ώρα πριν φτάσεις.
Βίωσα επαναλαμβανόμενα μια απογοήτευση όταν κάτι από αυτά ήταν μέρος προγράμματος, αλλά η αυξανόμενη ζήτηση για τις “μοναδικές εμπειρίες”, το είχε κάπως επιβάλει. Να πας νωρίς, να βρεις θέση, να μην είσαι στριμωγμένος, να φύγεις έγκαιρα για να προλάβεις το επόμενο.
Η ανάγκη για την ολοκλήρωση της εμπειρίας ή για διάνθηση της ψηφιακής εικόνας μας οδηγεί στο κυνήγι του χρόνου. Δεν έχεις πραγματικά επισκεφτεί ένα μέρος, αν δεν έδειξες ότι το επισκέφτηκες, κι αν δεν βρήκες όλα εκείνα που περιλαμβάνουν οι οδηγοί, ή όποιος στα πρότεινε τέλος πάντων, όμως δεν προλαβαίνεις και να τα απολαύσεις επειδή πρέπει να δεις το επόμενο που θα είναι ακόμα “καλύτερο” και υπόσχεται ακόμα περισσότερα.
Αυτό συμβαίνει όταν οι διακοπές έχουν χαρακτήρα απόβασης. Ας είμαστε ειλικρινείς, πέντε και έξι μέρες δεν αρκούν για τον σύγχρονο άνθρωπο για να αποβάλει τις αγχώδεις ρουτίνες του, ούτε να αποσυνδεθεί ή να ξεκουραστεί. Ταυτόχρονα, υπάρχει η όρεξη για περιπέτεια, ανακάλυψη, το καλοκαίρι εμπεριέχει το φαντασιακό του αισθησιασμού, υπόσχεται ξενύχτια και έρωτες και απουσία υποχρεώσεων. Πρέπει να γίνουν όλα και πρέπει να γίνουν γρήγορα.
Αυτό το κυνήγι «της φάσης» οδηγεί στην σωματική εξάντληση. Πώς αλλιώς, όταν χρειάζεται διαρκώς να μετακινείσαι και να προσαρμόζεσαι; Γι’ αυτό παρατηρείται το φαινόμενο ανθρώπων που επιστρέφουν από διακοπές να είναι κατάκοποι, να χρειάζονται περισσότερες μέρες για να ξεκουραστούν από τις διακοπές. Κι όμως για κάθε χούφτα φασαίων, υπάρχει κι ένα άτομο που μοιάζει χαλαρό, ήρεμο, ίσως διαβάζει ένα βιβλιαράκι, ίσως και να μην κάνει τίποτα. Πώς το κάνει;
Ο Βακαλόπουλος λέει πως «υπάρχει μόνο ένα νησί για τον καθένα, πρέπει να το βρει, να μείνει εκεί», αλλά η αίσθηση του ανικανοποίητου σε συνδυασμό με την ύπαρξη εκατοντάδων νησιών και βραχονησίδων, μπορεί να μην σας έχει επιτρέψει να κατασταλάξετε. Και τότε;
Εγώ, φέτος, ξαναγύρισα στο ίδιο νησί που πήγα στην αρχή του καλοκαιριού, χωρίς την παραμικρή πρόθεση να ανακαλύψω οτιδήποτε νέο.
Έχασα την αίσθηση του χρόνου λύνοντας σταυρόλεξα στην παραλία, ξάπλα στην πετσέτα, τρώγοντας στο ίδιο εστιατόριο, σε ένα μπαρ κάτω από το δωμάτιο, που έμοιαζε με ένα ανοίκειο σαλόνι κι έπαιζε φοβερές μουσικές. Να κινούμαι και να σκέφτομαι όσο το δυνατόν λιγότερο, μην είμαι πίσω από την ουρά κανενός και για τίποτα.
Στο Εγκώμιο στην τεμπελιά, ο Διονύσης Μαρίνος στέκεται στο πεπερασμένο του χρόνου, στη δύναμη που έχουν η απάθεια και η ακινησία να τον υπερκεράσουν, την ευχέρεια τους να βγάλουν τη γλώσσα στον πανδαμάτορα. Κι αφού η ελληνική θερινή τοπιογραφία είναι το ιδανικό σκηνικό για αυτή την άσκηση, γιατί να την σπαταλάμε;
Διαβάστε ακόμα: 20 πράγματα που δεν θέλεις να σου συμβούν στις διακοπές -και οι βλακώδεις λύσεις τους.