O Γεώργιος Κωστάκης στο διαμέρισμά του στη Μόσχα (Φωτογραφία: Греция-Россия – ellada-russia.ru.).

Το διαμέρισμα της Μόσχας βρισκόταν στον αρ. 58 της λεωφόρου Vernadski, στον 15ο όροφο. Ένας άχαρος δρόμος όπου κρυβόταν ένα μουσείο ζώσας τέχνης, άγνωστο στους περίοικους. Έσπευδαν, ωστόσο, να δίνουν εκεί ραντεβού ο Έντουαρντ Κένεντι, ο Ροκφέλερ, η Νάντια Λεζέ, ο Σαγκάλ. Ακόμα, ο Ιγκόρ Στραβίνσκι, ο Ανρί-Καρτιέ Μπρεσόν, ο Αντρέι Βάιντα ή ο Σβιατοσλάβ Ρίχτερ. Γιατί όσα διέθετε δεν μπορούσαν να τα δουν πουθενά αλλού στον κόσμο.

Τοποθετημένα σε κούτες ή στριμωγμένα στους τοίχους, από το πάτωμα μέχρι το ταβάνι, γύρω στα 10.000 έργα (πίνακες, σχέδια, πορσελάνες, βιβλία, υφάσματα, παιχνίδια, κεραμικά, κατασκευές) μιας 40ριάς μείζονων καλλιτεχνών, τους οποίους το σταλινικό καθεστώς χαρακτήριζε μειωτικά ως «φορμαλιστές». Άρα απαγορευμένους. Κάποιοι ήδη διάσημοι στη Δύση: Σαγκάλ, Καντίνσκι, Τάτλιν, Λαριόνοφ, Κοντσάροβα, Μάλεβιτς. Άλλοι παντελώς άγνωστοι: Φιλόνοφ, Κλιουν, Ματιούσιν, Λισίτσκι, αδέλφια Έντερ, Ροζάνοβα, Ροντσένκο, Ρέντκο και, κυρίως, Ποπόβα.

Πώς κατάφερε να φύγει από την ΕΣΣΔ παίρνοντας μαζί μέρος των θησαυρών του;

Πώς ένας Έλληνας κατάφερε υπό το άγρυπνο βλέμμα της KGB να δημιουργήσει την πιο καταπληκτική ιδιωτική συλλογή έργων της ρωσικής πρωτοπορίας; Πώς μπόρεσε να αποκτήσει εκατοντάδες απαγορευμένους πίνακες; Πώς αυτός ο άνθρωπος που σταμάτησε τις σπουδές του στα 14 χρόνια του έγινε ένας τεράστιος εξπέρ της αγοράς τέχνης; Και, τέλος, πώς κατάφερε να φύγει από την ΕΣΣΔ παίρνοντας μαζί μέρος των θησαυρών του;

Yπό το άγρυπνο βλέμμα της KGB δημιιούργησε την πιο καταπληκτική ιδιωτική συλλογή έργων της ρωσικής πρωτοπορίας.

Γεννημένος στη Μόσχα το 1913, με καταγωγή από τη Ζάκυνθο, γιος ενός πλούσιου καπνέμπορα που έχασε όλη του την περιουσία με την Επανάσταση, ο Γεώργιος Κωστάκης άρχισε από πολύ νέος να συλλέγει εκκλησιαστικές εικόνες, ασημικά, πορσελάνες, ζωγράφους του 17ου αι. που τότε έβρισκες σε εξευτελιστικές τιμές, όταν οι Σοβιετικοί πούλαγαν συλλογές που είχαν κατασχέσει.

Ο Γεώργιος Κωστάκης, χάρη στον αδελφό του Σπυρίδωνα, πρωταθλητή μοτοσικλέτας, προσλαμβάνεται ως οδηγός στην ελληνική πρεσβεία τη σταλινική δεκαετία του ’30.

Ώσπου, γύρω στο 1947, να ανακαλύψει τη ρωσική πρωτοπορία, για την οποία πριν δεν είχε την παραμικρή ιδέα. Με τη διορατικότητα που τον διέκρινε, αμέσως αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται για ένα νέο συλλεκτικό πεδίο χάρη στο οποίο θα μπορούσε να διαφοροποιηθεί. Αλλά κι επειδή τον συνεπαίρνει η βαθιά πνευματικότητα των έργων αυτών που ενδόμυχα  καταλάβαινε πως οφειλόταν σε βυζαντινές επιρροές, δηλαδή στις μορφολογικά επίπεδες, υπέρλογες και συμβολικά ισχυρές χριστιανικές εικόνες.

Ατιτλο έργο της Olga Rozanova (Φωτογραφία: vanabbemuseum.nl).

Αρχικά, ο Γεώργιος Κωστάκης, χάρη στον αδελφό του Σπυρίδωνα, πρωταθλητή μοτοσικλέτας, προσλαμβάνεται ως οδηγός στην ελληνική πρεσβεία τη σταλινική δεκαετία του ’30. Το 1937, η μητέρα του και άλλα μέλη της οικογένειας συλλαμβάνονται, ύστερα αφήνονται ελεύθερα. Εκείνος συνοδεύει τους διπλωμάτες σε παλαιοπωλεία και χώρους τέχνης.

Το 1946 τον βρίσκει να εργάζεται ως προσωπάρχης στην πρεσβεία του Καναδά, όπου παρέμεινε για μια 35ετία. Τότε ανακαλύπτει τυχαία τη μεταφυσική Πράσινη Λωρίδα (1916) της Όλγας Ροζάνοβα, ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά έργα της ρωσικής πρωτοπορίας, και καταγοητεύεται από τα πυρπολημένα της χρώματα. Είναι η αρχή της συλλογής του. Ο πίνακας αυτός είναι 30 χρόνια μπροστά από τα έργα του Barnett Newman.

Οι Ρώσοι κρατικοί υπάλληλοι τον χλεύαζαν. Τον αποκαλούσαν ειρωνικά «συλλέκτη σκουπιδιών» (Φωτογραφία: FWF Austrian Science Fund).

Θα πει: «Αγόρασα τον πίνακα, τον έβαλα στο σαλόνι μου κι ήταν σαν να άνοιξα ένα μεγάλο παράθυρο στον τοίχο και να μπήκε τόσο εκτυφλωτικό φως ώστε να έσβησε όλους τους άλλους πίνακες που ήταν κρεμασμένοι γύρω του. Συνέλεγα δεκάδες πίνακες με Ολλανδούς και Φλαμανδούς κυρίως ζωγράφους αλλά… ποτέ δεν μου άρεσαν [τα βαρετά καφετιά τοπία τους]. Ήθελα να τους γρατζουνίσω ελπίζοντας ότι κάτω από την επιφάνειά τους –δεν μπορεί, έλεγα– θα υπήρχε κάτι άλλο…»

Αρχίζει να αποκτά απαγορευμένους πίνακες τον ένα μετά τον άλλο, πουλώντας κομμάτια της αρχικής του συλλογής, ακόμα και τις γούνες της γυναίκας του.

Άρχισε τότε την «ιδιωτική του αρχαιολογική ανασκαφή», ώστε να φτάσει στις απαρχές της ρωσικής πρωτοπορίας. Από κείνη τη στιγμή, αρχίζει να αποκτά απαγορευμένους πίνακες τον ένα μετά τον άλλο, πουλώντας κομμάτια της αρχικής του συλλογής, ακόμα και τις γούνες της γυναίκας του (εκτός απ’ τις εικόνες). Αναζητώντας αδιάκοπα έργα ξεχασμένα σε σοφίτες και υπόγεια της Μόσχας και του Λένιγκραντ. Έργα χαμένα, τυλιγμένα και σκεπασμένα από σκόνη.

Τη δεκαετία του ’50, περνούν στην κατοχή του κάποια έργα του Καντίνσκι, ο οποίος είχε καταφύγει στη Γερμανία. Μεταξύ των οποίων και το Μόσχα. Κόκκινη πλατεία του 1916. Αλλά δεν διστάζει να αγοράσει και έργα λιγότερο γνωστών καλλιτεχνών εκείνη την εποχή όπως του κονστρουκτιβιστή Βλαντιμίρ Τάτλιν ή της «αμαζόνας» της ρωσικής πρωτοπορίας Λιουμπόβ Ποπόβα. Μην έχοντας ιδέα γα κυβο-φουτουρισμό, σουπρεματισμό και κονστρουκτιβισμό.

Τη δεκαετία του ’50, περνούν στην κατοχή του κάποια έργα του Καντίνσκι, ο οποίος είχε καταφύγει στη Γερμανία (Φωτογραφία: Греция-Россия – ellada-russia.ru.).

Όταν ο Κωστάκης επισκέφθηκε το σπίτι του θετού γιου του Πάβελ Σεργκέεβιτς Ποπόφ (αδερφού της Ποπόβα) αντίκρισε για πρώτη φορά ένα έργο με τίτλο Χωροδυναμική Κατασκευή που σήμερα βρίσκεται στη συλλογή του MOMus. Το είδε ανεβαίνοντας τη σκάλα του σπιτιού του και πάνω στο έργο κρεμόταν μια σκάφη.

Αγόρασε αριστουργήματα που του κόστιζαν λίγα καπίκια. Γιατί, όταν ξεκίνησε, κανένας δεν τα ήθελε.

«… Διέκρινα το παράθυρο της αποθήκης που ήταν καρφωμένο μ’ ένα κόντρα πλακέ. Πάνω στο κόντρα πλακέ ήταν γραμμένος ένας αριθμός κι από κάτω η υπογραφή: Ποπόβα. Μπήκα στην αποθήκη και είδα από την άλλη πλευρά του κόντρα πλακέ έναν εξαιρετικό πίνακα της ζωγράφου: “Όχι, δεν μπορώ, εάν βρέξει θα γίνει μούσκεμα η αποθήκη. Φέρε μου πρώτα ένα κόντρα πλακέ και μόνο τότε θα σου δώσω τον πίνακα”. Χρειάστηκε να πάω στη Μόσχα και να ψάξω για κόντρα πλακέ. Δεν βρήκα στις διαστάσεις που έπρεπε κι έτσι αγόρασα δύο μικρότερα φύλλα και τα μετέφερα στο Ζβενίγκοροντ. Ως αντάλλαγμα ο σπιτονοικοκύρης μού έδωσε τον υπέροχο πίνακα. Μου πούλησε και τους υπόλοιπους και μάλιστα σε πολύ χαμηλή τιμή. Έτσι, τα περισσότερα έργα της Ποπόβα τα αγόρασα από την οικογένεια της καλλιτέχνιδος», γράφει στο βιβλίο του Απομνημονεύματα ενός συλλέκτη, ο Γιώργος Κωστάκης.

Μερικά από τα σπουδαία έργα που είχε στη συλλογή του (Φωτογραφία: Греция-Россия – ellada-russia.ru.).

Οι Ρώσοι κρατικοί υπάλληλοι τον χλεύαζαν. Τον αποκαλούσαν ειρωνικά «συλλέκτη σκουπιδιών». Ενδέχεται να είναι κι ο λόγος που τον άφησαν να συγκεντρώνει ανεμπόδιστα επί μια 30ετία μια ανεκτίμητης αξίας συλλογή. Αριστουργήματα που του κόστιζαν λίγα καπίκια. Γιατί, όταν ξεκίνησε, κανένας δεν τα ήθελε. Είτε επειδή φοβόταν είτε επειδή του ήταν ακατανόητα. Οι ελάχιστοι καλλιτέχνες που ζούσαν ακόμα αδιαφορούσαν για κείνα τα έργα της νιότης τους και οι κληρονόμοι τους συνήθως ήθελαν πολύ να τα ξεφορτωθούν. Εξάλλου, πολλά απ’ αυτά του τα χάρισαν. Κι ύστερα ήταν ο γενναιόδωρος μισθός του κι οι δικές του θυσίες.

Τελικά, έγιναν εκθέσεις τεράστιες στο Georges-Pompidou, στο Λος Άντζελες και στην Ουάσινγκτον, στο Ντύσελντορφ. Αλλά καμιά τους δεν τάραξε τα νερά όσο εκείνη στο Guggenheim το 1981, με τίτλο «Art ol the Avant-Garde in Russia. Selection from the George Costakis». Χάρη στον Κωστάκης, τίθεται το ερώτημα: τι διάβολο συνέβη στη Ρωσία μεταξύ 1910 και 1930; Σαφώς και όλα άρχισαν πριν από την Επανάσταση. Υπάρχει διάλογος με τα ευρωπαϊκά ρεύματα. Όμως αυτό που εκπλήσσει στη ρωσική πρωτοπορία είναι η ταχύτητα αφομοίωσης των ιδεών του μοντερνισμού και ιδιαίτερα η ταχύτητα της ριζοσπαστικοποίησής τους. Ένα νέο ιδίωμα κάνει την εμφάνισή του: αυτό της αφαίρεσης.

Με τον Igor Palmin (Φωτογραφία: alexvadim.dipart.livejournal.com).

Η συλλογή Κωστάκη μας παρουσιάζει το δράμα ενός κινήματος της πρωτοπορίας από τα πιο πολιτικά του 20ου αι.

To έργο της Olga Rozanova «Πράσινη λωρίδα» που εντυπωσίασε τον Κωστάκη.

Η τέχνη ενός Πικάσο π.χ. παραμένει αγκυρωμένη στην αμεσότητα της εμπειρίας. Αντίθετα, η αβανγκάρντ των Ρώσων καλλιτεχνών επιδιώκει την υπέρβαση του βιώματος. Κατ’ αυτούς -ένθερμοι μαρξιστές όλοι τους- η τέχνη οφείλει να αναδιαμορφώνει τη συνείδηση και την ευαισθησία, να «ξαναφτιάχνει τον κόσμο». Η συλλογή Κωστάκη μας παρουσιάζει λοιπόν το δράμα ενός κινήματος της πρωτοπορίας από τα πιο πολιτικά του 20ου αι.

Το Σεπτέμβριο του 1974, συμμετέχει μαζί με μη κομφορμιστές ζωγράφους σε μια έκθεση στη Μόσχα που θα συνθλίψουν οι μπουλντόζες της πολιτοφυλακής. Η KGB τον παρακολουθεί και ανά πάσα στιγμή κινδυνεύει να συλληφθεί λόγω «του μπουρζουάδικου τρόπου ζωή του» ή επειδή κάνει συναλλαγματικά παιχνίδια (καθώς πληρωνόταν σε δολάρια απ’ την πρεσβεία), ένα έγκλημα που επέσυρε ποινή θανάτου στην ΕΣΣΔ. Αλλά τίποτα απ’ αυτά δεν συνέβη.

Μια μέρα, η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται (καρκίνος γαρ) και ο συλλέκτης στα 60 του, αποφασίζει να επιστρέψει στην Ελλάδα. Αλλά θα χρειαστεί να παλέψει για να εγκαταλείψει τη Ρωσία παίρνοντας μαζί και μέρος της συλλογής του, αφού η σοβιετική νομοθεσία απαγόρευε την έξοδο από τη χώρα έργων παλαιότερων των 40 χρόνων. Με τα πολλά, το 1976, η Μόσχα του επιτρέπει να φύγει με το 20% του θησαυρού του «κατ’ εξαίρεσιν».

Του έκλεψαν έργα το 1974. Έβαλαν φωτιά στην ντάσα του. Ώσπου τελικά να καταφέρει να έρθει σε συμφωνία με το σοβιετικό υπουργείο Πολιτισμού.

Πήρε μαζί του 1.277 έργα. Τα υπόλοιπα κατέληξαν στην γκαλερί Tretyakov. Σύμφωνα με τον τεχνοκριτικό Frederick Starr, ο Κωστάκης έτυχε της καναδικής γενναιοδωρίας. Κατ’ άλλους, διατηρούσε στενή σχέση με το σοβιετικό καθεστώς που δυσκολευόταν να δικαιολογήσει την καταστολή των καλλιτεχνών της. Ως και για κατάσκοπο τον υποπτεύθηκαν.

Εντωμεταξύ, είχε τραβήξει μεγάλο ζόρι. Γιατί λειτουργούσε ως φυσιοδίφης. Δεν μάζευε απλώς. Σώρευε ντοκουμέντα, στοιχειοθετούσε, αφοσιωμένος σ’ ένα πρωτεϊκό καλλιτεχνικό κίνημα, μια ριζοσπαστική καινοτομία. Του έκλεψαν έργα το 1974. Έβαλαν φωτιά στην ντάσα του. Ώσπου τελικά να καταφέρει να έρθει σε συμφωνία με το σοβιετικό υπουργείο Πολιτισμού.

Στη Μόσχα τη δεκαετία του ’60 με φίλους καλλιτέχνες (Φωτογραφία: Греция-Россия – ellada-russia.ru).

Μετά από ένα σύντομο πέρασμα από τη Ρώμη, ο Γεώργιος Κωστάκης αριβάρει στην Αθήνα το 1977. Έχεις μπροστά σου έναν τύπο εύσωμο και στιβαρό, με μαλλί α λα Μπαμπινιώτη, που θυμίζει Αριστοτέλη Ωνάση. Το 2000, το Υπουργείο Πολιτισμού, με απόφαση του Ευάγγελου Βενιζέλου, έλαβε την απόφαση να αγοράσει το «δυτικό μέρος» της συλλογής, με δάνειο από την Εθνική Τράπεζα. Το δάνειο εξοφλήθηκε το 2010. Για την αγορά της δαπανήθηκαν 14,2 δις δραχμές (€40 εκατ.) και πρόκειται για τη μεγαλύτερη αγορά έργων τέχνης από καταβολής του ελληνικού κράτους. Με τη συνεργασία της Αλίκης Κωστάκη, κόρης του συλλέκτη, τα έργα αποκτήθηκαν από το νεοϊδρυθέν Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Θεσσαλονίκης, μαζί με τα αρχεία του συλλέκτη που δόθηκαν ως δωρεά.

Η Συλλογή Κωστάκη είναι υποδειγματική εξαιτίας της γνησιότητας, της καλλιτεχνικής αξία των έργων της και της πληρότητά της.

Ο «ιδιόρρυθμος Έλληνας», όπως τον αποκαλούσαν στη Μόσχα, κατατάσσεται στους σπουδαιότερους συλλέκτες του 20ου αι. Η Συλλογή Κωστάκη είναι υποδειγματική εξαιτίας της γνησιότητας, της καλλιτεχνικής αξία των έργων της και της πληρότητά της. Χάρη στο ένστικτο και την υπομονή του Κωστάκη, μπορούμε σήμερα να κατανοήσουμε καλύτερα τη ρωσική πρωτοπορία. Και να αναγνωρίσουμε τι είναι πλαστό και τι όχι.

Μνημείο για τη Rosa Luxemburg (1919-21), έργο του El Lissitzky. (Φωτογραφία: Courtesy the State Museum of Contemporary Art Costakis Collection, Thessaloniki).

Άφησε την τελευταία του πνοή στην Αθήνα στις 9 Μαρτίου του 1990. Ήταν 78 ετών. Γλυκά μας είπε ότι «Η εκλογίκευση είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του συλλέκτη» και πως ένας συλλέκτης «δεν πρέπει να παζαρεύει». Τα τελευταία του χρόνια τα πέρασε σ’ ένα διαμέρισμα στο Κεφαλάρι. «Ο παππούς ζούσε στο δικό του, περίκλειστο κόσμο της τέχνης, αλλά συγχρόνως ήταν πολύ κοινωνικός και ανθρώπινος, συναναστρεφόταν πολύ κόσμο και βοηθούσε ανθρώπους που είχαν ανάγκη», θα πει η ζωγράφος Λένα Ντίμοβα, «…κι είχε πάθος με την κιθάρα».

Αλλά ο Κωστάκης ήταν κι ο ίδιος ζωγράφος. «Οφείλω να πω πως μ’ αρέσουν οι πίνακές μου, και ξέρω πολλούς δικηγόρους που ψοφάνε να έχουν ένα τέτοιο δώρο από μένα. Μια μέρα θα τα εκθέσω και θα τα πουλάω προς $ 1.000 έκαστο». Τελικά, αυτό έγινε το 1985 στην γκαλερί Τρίτο Μάτι. Τα έργα του κινούνται στο ποιητικό κλίμα του Σαγκάλ και αποτελούν έκφραση των αναμνήσεών του από τη Ρωσία.

 

Διαβάστε ακόμα: Ζωσιμάδες, οι ευεργέτες του Γένους από την Ουκρανία.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top