Μετά από 30 χρόνια ο Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος βρέθηκε ξανά στο σπίτι του Γιάννη Τσαρούχη στην Πεύκη, το οποίο είναι και πάλι ανοιχτό για το κοινό. (Όλες οι φωτογραφίες είναι του Χαράλαμπου Γιαννακόπουλου)

    Το κορίτσι εκείνη τη χρονιά το λέγανε Τόνια και πηγαίναμε στο ίδιο φροντιστήριο, στο Μαρούσι. Καθόμασταν μαζί στο θρανίο· εκείνη μου αντέγραφε στο τετράδιο ποιήματα της Μαρίας Πολυδούρη, εγώ της διάβαζα το Μονόγραμμα του Ελύτη, εκείνη μου μιλούσε για τον Λειβαδίτη, εγώ για τη Σαπφώ ή ανάποδα. Η νεαρή καθηγήτριά μας της Έκθεσης μας έκλεινε το μάτι. Μια Κυριακή πρότεινα στην Τόνια να πάμε μαζί στο σπίτι του Γιάννη Τσαρούχη – πρώτο σχεδόν ραντεβού. Χτυπήσαμε την πόρτα δειλά, κάποιος μας άνοιξε και μας άφησε μόνους να δούμε τους πίνακες στους τοίχους. Κρατιόμασταν απ’ το χέρι και ψιθυρίζαμε ο ένας στον άλλο. Ο ίδιος ο ζωγράφος εμφανίστηκε για μια στιγμή στην πόρτα, μας κοίταξε χαμογελώντας και μας χαιρέτισε. Γυρίζοντας στο σπίτι αργότερα εκείνη τη μέρα, έγραψα ένα ποίημα γι’ αυτές τις στιγμές. Ήταν άνοιξη του 1988.

    Το σπίτι της οδού Πλουτάρχου 28 είναι ένα διώροφο νεοκλασικό με υπόγειο και δώμα, το οποίο με μεγάλη δυσκολία έχτισε ο Τσαρούχης το 1966 γυρίζοντας από το Παρίσι.

    Τριάντα χρόνια αργότερα ξαναβρέθηκα στο σπίτι του Γιάννη Τσαρούχη στην Πεύκη. Είναι πάλι ανοιχτό για το κοινό, εδώ και λίγες μέρες, παρουσιάζοντας μιαν αναβίωση του εργαστηρίου του ζωγράφου βασισμένη σε φωτογραφίες από το πλούσιο προσωπικό του αρχείο. Δεν εκτίθενται βέβαια τα πραγματικά έργα αλλά τυπωμένα αντίγραφά τους, μεταξοτυπίες και αφίσες, καθώς και ποικίλα προσωπικά αντικείμενα του καλλιτέχνη, με τον τρόπο που ο ίδιος τα κρεμούσε στους τοίχους με καρφίτσες και πινέζες ή τα ακουμπούσε στο πάτωμα. Το αποτέλεσμα είναι μια ακριβής αναδημιουργία της ατμόσφαιρας που επικρατούσε στο εργαστήριο του Γιάννη Τσαρούχη από το 1966, οπότε μπήκε σε αυτό το σπίτι, ως τον θάνατό του, το 1989.

    Το σπίτι της οδού Πλουτάρχου 28 είναι ένα διώροφο νεοκλασικό με υπόγειο και δώμα, το οποίο με μεγάλη δυσκολία έχτισε ο Τσαρούχης το 1966 γυρίζοντας από το Παρίσι. Αρχική του επιθυμία ήταν να το φτιάξει όπως τα παλιά σπίτια της περιοχής, με εσωτερική αυλή και γύρω γύρω χαμηλά δωμάτια – το ατελιέ μόνο λίγο υπερυψωμένο για να φωτίζεται καλά. Οι αυστηροί κανονισμοί δόμησης όμως δεν του επέτρεψαν να πραγματοποιήσει το σχέδιό του, οπότε έβαλε «όλους τους χρήσιμους χώρους τον έναν πάνω στον άλλο», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ίδιος. Στο ισόγειο του κτιρίου ήταν ο χώρος κατοικίας του, στον ενιαίο πρώτο όροφο το εργαστήριό του και στο μικρό δώμα με τους δύο φεγγίτες ο Τσαρούχης φωτογράφιζε τα μοντέλα του με φυσικό φως και αποφάσιζε τη σύνθεση των ανθρωποκεντρικών πάντα έργων του.

    «Είχα λογαριασμούς να λύσω με τους ανθρώπους και προσπάθησα να τους ζωγραφίσω για να τους κατακτήσω, όπως ζωγράφιζαν τα θηρία οι παλαιολιθικοί άνθρωποι. Ήθελα να δηλώσω τη σχέση μου αυτή μαζί με το γεγονός πως δεν ήθελα να τους βλάψω. Αργότερα κατάλαβα πως μ’ ενδιέφερε το τοπίο. Είδα ότι υπάρχει πάντα ένας άνθρωπος που κοιτάει το τοπίο. Και ζωγράφισα αυτόν τον άνθρωπο αόρατο. Δε ζωγράφισα όμως τα τοπία μόνο και μόνο για να τα κάνω ή για να σπουδάσω τα μέτρα τους. Είδα ότι μέσα στο τοπίο υπήρχε μια άποψη του ανθρώπου. Ζωγράφιζα καφενεία με μικρούς ανθρώπους στο κέντρο τους».

    Το τραπέζι με τα σύνεργα της δουλειάς του: χρώματα, πινέλα, τα γυαλιά του, κουτιά.

    Ανεβαίνοντας ο επισκέπτης από τη στενή σκάλα στον πρώτο όροφο του σπιτιού, εισέρχεται σ’ έναν μεγάλο ενιαίο χώρο με δύο παράθυρα και γύρω γύρω κρεμασμένους ή ακουμπισμένους πίνακες του ζωγράφου. Το φως που μπαίνει από τα ανοιχτά παράθυρα και τα περιμετρικά τοποθετημένα φωτιστικά αφήνει μεριές μισοσκότεινες, ενώ αλλού είναι δυνατό και σκληρό. Ένα μεγάλο μισοτελειωμένο έργο στη δεξιά πλευρά, ένα από τα θρυλικά «Καφενεία» που ζωγράφιζε ο Τσαρούχης, δεσπόζει στον χώρο. Μπροστά του η καρέκλα του καλλιτέχνη και δίπλα το τραπέζι με τα σύνεργα της δουλειάς του: χρώματα, πινέλα, τα γυαλιά του, κουτιά. Μικρά τραπέζια και ψάθινες καρέκλες υπάρχουν γύρω γύρω. Και άλλα δικά του αντικείμενα: η φωτογραφική του μηχανή, ένας μεγεθυντικός φακός, το καπέλο του. Και άλλα έργα πολλά: ένας στρατιώτης, ένας άντρας με φτερά στην πλάτη του, ένας ναύτης, εργάτες, τοπία, κτίρια – όλος ο κόσμος του Γιάννη Τσαρούχη.

    Αρχική επιθυμία του Τσαρούχη ήταν να φτιάξει το σπίτι όπως τα παλιά σπίτια της περιοχής, με εσωτερική αυλή και γύρω γύρω χαμηλά δωμάτια. Οι αυστηροί κανονισμοί δόμησης όμως δεν του επέτρεψαν να πραγματοποιήσει το σχέδιό του.

    «Αυτό είναι το επάγγελμά μου, να εξωραΐζω. Είτε ζωγραφίζω ένα λουλούδι είτε έναν άνθρωπο είτε έναν αριστοκράτη, πρέπει να του δείξω το θεϊκό στοιχείο που έχει μέσα του».

    Έναν όροφο πιο πάνω είναι το δώμα: ένας μικρός, πολύ φωτεινός χώρος, με άσπρους τοίχους και ασπρόμαυρο δάπεδο με σχέδιο σκακιέρας. Μια μεγάλη φωτογραφία του Γιάννη Τσαρούχη, φωτογραφημένου σε αυτόν ακριβώς τον χώρο, καλύπτει τον έναν τοίχο. Μικρότερες φωτογραφίες γύρω γύρω με τα μοντέλα του ζωγράφου, δυο μακέτες για μια αγιογράφηση, άλλα μικρότερα έργα του πιάνουν τους άλλους τοίχους του δωματίου. Πολύ δύσκολα ο επισκέπτης του Μουσείου θα αντισταθεί στον πειρασμό να φωτογραφηθεί και ο ίδιος σε αυτόν τον μικρό και φωτεινό χώρο.

    Ανεβαίνοντας ο επισκέπτης από τη στενή σκάλα στον πρώτο όροφο του σπιτιού, εισέρχεται σ’ έναν μεγάλο ενιαίο χώρο με δύο παράθυρα και γύρω γύρω κρεμασμένους ή ακουμπισμένους πίνακες του ζωγράφου.

    Στο ισόγειο, όπου ήταν η κυρίως κατοικία του ζωγράφου εκτίθενται αντικείμενα του σπιτιού του, καθώς και πολλές φωτογραφίες του και λειτουργεί το Πωλητήριο του Μουσείου. Εδώ επίσης μπορούμε να δούμε τα σχέδια της αρχιτεκτονικής εταιρείας CFCompany που έχει αναλάβει την πλήρη αποκατάσταση του κτιρίου για λογαριασμό του Ιδρύματος Γιάννη Τσαρούχη. Κι ύστερα να καθίσουμε στα πέτρινα παγκάκια του μικρού κήπου, κάτω απ’ τα πεύκα, για να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε, με νωπές στο μυαλό μας τις εντυπώσεις, τι είναι αυτό που κάνει μεγάλο έναν καλλιτέχνη. Μεγάλο όπως τον περιγράφει ο Διονύσης Φωτόπουλος:

    «Ένας ερευνητής του ωραίου και της αλήθειας και της ζωής, ένας περιπατητής φιλόσοφος, ένας μεσαιωνικός ανήσυχος φοιτητής, ένας κοσμικός στυλίτης, ένας αναρχικός αστός, ένας βαθιά χριστιανός-αλεξανδρινός, που γεύεται τον έρωτα, που κατανοεί την αλήθεια και δεν παραδίδεται σε τρέχουσες αισθητικές και σέρνει μαζί του την ανάσα της Ελλάδας».

    Το Ίδρυμα Γιάννη Τσαρούχη λειτουργεί από Δευτέρα ως Παρασκευή από τις 9 π.μ. ως τις 2 μ.μ., ενώ η τιμή του εισιτηρίου είναι 3 ευρώ.

    ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
    Το Ίδρυμα Γιάννη Τσαρούχη λειτουργεί από Δευτέρα ως Παρασκευή από τις 9 π.μ. ως τις 2 μ.μ.
    Τιμή εισιτηρίου: 3 ευρώ
    Πλουτάρχου 28, Μαρούσι 151 22 (Δίπλα στον σταθμό του ΚΑΤ)
    Τ: 210 8062 636-7
    tsarouchis.gr

     

    Διαβάστε ακόμα: Ο σεσημασμένος βιβλιόφιλος Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος μοιράζεται μαζί μας όσα διάβασε την εβδομάδα που πέρασε

     

     

    x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

    Button to top