Ο Χριστάκης ήρθε στην Αθήνα το 1934 για να βρει καλύτερη τύχη. Στην Κωνσταντινούπολη ο πατέρας του λειτουργούσε ήδη εργαστήριο υποκαμίσων.

Κάποιοι άνθρωποι, με το έργο τους, την (παροιμιώδη) προσήλωσή τους στο αντικείμενο με το οποίο ασχολήθηκαν, ο ζήλος που επέδειξαν και η αγάπη που σκόρπισαν, χτίζουν έναν τύπο προσωπικότητας τόσο σημαντικό, τόσο σπάνιο που τους καθιστά πραγματικά μοναδικούς. Μια τέτοια περίπτωση ήταν ο Χριστάκης Τριανταφυλλίδης.

Ο «Νέστορας» της ελληνικής ραπτικής Χριστάκης Τριανταφυλλίδης (γνωστός ως Χριστάκης) μάς αποχαιρέτησε την προηγούμενη εβδομάδα πλήρης ημερών. Μπόρεσε να ζήσει μια γεμάτη ζωή, να ξεπεράσει τα 100 και να δει το όραμά του να γίνεται πράξη. Ήταν άλλωστε η τέχνη του τόσο απτή: την έβλεπε φορεμένη σε αντρικά σώματα (αρκετά από αυτά ξακουστά). Ήταν ο άνθρωπος που ταυτίστηκε όσο ελάχιστοι στη χώρα μας με το καλό αντρικό ντύσιμο.

Ο Χριστάκης ήρθε στην Αθήνα από την Κωνσταντινούπολη το 1934 αναζητώντας μια καλύτερη τύχη.

Ο Χριστάκης ήρθε στην Αθήνα το 1934 για να βρει καλύτερη τύχη. Στην Κωνσταντινούπολη ο πατέρας του λειτουργούσε ήδη εργαστήριο υποκαμίσων και εκείνος είχε όραμα να φτιάξει το δικό του όνομα σε μια καινούρια υποσχόμενη αγορά (Αθήνα). Εργάστηκε από το 1934 σε τμήμα έτοιμων υποκαμίσων και τελικά το 1947 άνοιξε μόνος του το ραφείο του στο ημιυπόγειο της -τότε σχετικά κακόφημης- οδού Κριεζώτου 5.

Το κατάστημα Χριστάκης ιδρύθηκε το 1947 στην οδό Κριεζώτου 5 και από τότε βρίσκεται στο ίδιο κτίριο που στεγάζει και το φημισμένο εργαστήριο χειροποίητων υποκαμίσων.

Εκεί, με πάρα πολλή προσωπική εργασία ξεκίνησε την φήμη του που τον ακολούθησε ως σήμερα. Χρειαζόταν να εργάζεται ως και 18 ώρες την ημέρα στο ραφείο, είναι μάλιστα χαρακτηριστικό πως τα βράδια όταν σχολούσαν τα θέατρα, τότε γέμιζε το ραφείο με κόσμο που ήθελε να παραγγείλει πουκάμισα και να συνομιλήσει με τον νεαρό -τότε- ράφτη.

Στην οικογένειά του τον αποκαλούσαν με το υποκοριστικό “Χρηστάκης” λόγω του μικρού της ηλικίας του. Κάποια στιγμή συναντήθηκε με τον λογοτέχνη Στρατή Μυριβήλη σε ένα γνωστό καφενείο της Αθήνας ο οποίος του έδωσε την ιδέα να ονομάσει τη “φίρμα” του “Χριστάκης” και μάλιστα με “ι” για να είναι πιο όμορφη στο μάτι. Έτσι και έκανε.

Στην διάρκεια της πορείας του έφτιαξε πουκάμισα και ήρθε κοντά με μεγάλες προσωπικότητες της εποχής από όλους τους χώρους. Γνωστή είναι η σχέση του με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή  ο οποίος ήταν και από τους πρώτους του διάσημους πελάτες. Ο Καραμανλής λέγεται πως ήταν και ένας από τους πιο “δύσκολους” πελάτες ο οποίος τον δυσκόλευε πολύ εξαιτίας των νεύρων και του στρες που είχε στις περισσότερες επισκέψεις του. Mάλιστα, ο Καραμανλής δεν εμπιστευόταν τον Χριστάκη μόνο στο επί παραγγελία υποκάμισο και τις μεταξωτές γραβάτες του, αλλά ακόμα και στις πυτζάμες, το σακάκι δωματίου και τα αξεσουάρ.

Ο Χριστάκης αγαπούσε τη ζωή, τα ταξίδια και τα οικογενειακά γεύματα.

Ο ίδιος δήλωνε σε συνέντευξη του στην εφημερίδα Δημοκρατία ευχαριστημένος που οι εγγονοί του συνεχίζουν την παράδοσή του: «Είμαι της άποψης ότι μια πετυχημένη φίρμα χρειάζεται να έχει και συνέχεια. Με ευχαριστεί που το αποφάσισαν, λοιπόν, όπως επίσης το ότι έχουν διάθεση και κέφι να συνεχίσουν και να προωθήσουν την επιχείρηση σε μια πολύ κρίσιμη περίοδο για την Ελλάδα. Οπως τους έχω συμβουλεύσει, τους δύσκολους πελάτες πρέπει να τους αντιμετωπίζουν με ψυχραιμία. Εκεί χρειάζονται η τέχνη, η υπομονή και η πείρα».

Αμφότεροι οι εγγονοί του είχαν μιλήσει στο Andro και είχαν αναφερθεί διεξοδικά στο πνεύμα που τους πέρασε ο παππούς τους και στην αγάπη που τους εμφύσησε για το sartorial ρούχο.

Χριστάκης και Χρήστος: Παππούς και εγγονός.

Πελάτης και καλός φίλος ήταν επίσης ο Νίκος Χατζηκυριάκος Γκίκας ο οποίος ήταν και επί πολλά χρόνια γείτονας στο διπλανό κτίριο στην Κριεζώτου 3 (νυν Μουσείο Μπενάκη). Πελάτες και φίλοι ήταν οι ζωγράφοι Γιάννης Τσαρούχης και Σπύρος Βασιλείου, ενώ φιλικές σχέσεις είχε και με τον επίσης ζωγράφο Γιάννη Σπυρόπουλο.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής εμπιστευόταν τυφλά τον Χριστάκη.

Διάσημοι πελάτες του καταστήματος ήταν ακόμη οι ηθοποιοί Δημήτρης Χορν και Λάμπρος Κωνσταντάρας, ο οποίος φορούσε συχνά στις ταινίες του (κυρίως της δεκαετίας του ’70) τα πουκάμισα από το θρυλικό ελβετικό βουάλ. Διάσημος πελάτης βέβαια ήταν κι ο Μάνος Χατζηδάκις με τα ανάλαφρα φαρδιά του πουκάμισα.

Αργότερα έραβε κι ο αείμνηστος Ντέμης Ρούσσος της χαρακτηριστικές πουκαμίσες που φορούσε στις εμφανίσεις του. Πιο άγνωστη λεπτομέρεια, είναι πως ο Χριστάκης έσπασε την παράδοση του παραδοσιακού ανδρικού ενδύματος για ελάχιστες γυναίκες. Μία από τις πιο διασημότερες είναι η Ειρήνη Παππά η οποία τον έπεισε να της φτιάξει κάποια πουκάμισα.

Οπως αναφέρουν ο Χρήστος και ο Αντώνης Νυφλής στο Andro, σαν αποχαιρετιστήρια μνήμη προς τον παππού τους: «Το χαρακτηριστικό του Χριστάκη ήταν πως ποτέ δεν επαναπαυόταν στις δάφνες του αλλά έψαχνε πάντοτε τρόπους να εξελίσσεται δημιουργικά. Εισήγαγε σε τακτά χρονικά διαστήματα νέα σχέδια υποκαμίσων, ενώ η διορατικότητά του σε νέες ποιότητες και σχέδια υφασμάτων υπήρξε παροιμιώδης. Ακόμη και σε προχωρημένη ηλικία όταν μας μάθαινε πια την τέχνη του χειροποίητου υποκαμίσου, εξελίξαμε μαζί νέα πατρόν και νέα σχέδια κολλάρων τα οποία προέκυψαν και προκύπτουν από την διαχρονική παρατήρηση του feedback των πελατών».

Σημειώσεις επί σημειώσεων από έναν εμπνευσμένο ράφτη.

Για να συμπληρώσουν: «Πήρε σύνταξη σε ηλικία 95 (!) ετών,αλλά δεν σταμάτησε ποτέ να μας συμβουλεύει και να μας μεταφέρει την εμπειρία του. Κράτησε μάλιστα επαφή με τους πελάτες του -όσο μπορούσε στο κατάστημα- μέχρι την ηλικία των 100 ετών. Αγαπούσε τη φύση και ήταν ιστορικό μέλος του Φυσιολατρικού Ορειβατικού Συλλόγου με τον οποίο συμμετείχε σε πολλές πεζοπορίες ήδη από την δεκαετία του ’50».

Οι συνεχιστές, Χρήστος και Αντώνης Νυφλής (φωτο: Μιχαήλ Ανδρουλιδάκης).

Στη μνήμη τους έχουν μείνει πολλά πράγματα. Ένα από αυτά ήταν η αγάπη του Χριστάκη για τα ταξίδια: «Έκανε πολλά ταξίδια στην Ευρώπη με την οικογένειά του (στην αρχή μάλιστα με το αυτοκίνητο) για να έρχεται σε επαφή με προμηθευτές και συναδέλφους, αλλά και να αφουγκράζεται τις τάσεις στο χειροποίητο ανδρικό ένδυμα. Ήταν από τους πρώτους εμπόρους που πήγαινε με το αυτοκίνητο στην Ελβετία και στο Como, στις βίλες των τότε παραγωγών υφασμάτων πολυτελείας για να φορτώσει ο ίδιος εμπορεύματα, σε μία εποχή που τα πραγματικά ποιοτικά πουκαμισόπανα σπάνιζαν στην Ελλάδα. Από τότε διατηρούμε άριστη σχέση με το θρυλικό εργοστάσιο υφασμάτων του ALUMO στην Ελβετία. Στη διάρκεια των ταξιδιών αυτών μάλιστα έβρισκε ευκαιρία να συναντήσει και πελάτες του, όπως τον Καραμανλή στο σπίτι του στο Παρίσι και επιχειρηματίες στο Λονδίνο».

Πιο πολύ, όμως, θα τους μείνουν χαραγμένα στη μνήμη του, «τα οικογενειακά γεύματα, το πόσο “μερακλής” ήταν (Κωνσταντινοπολίτης γαρ) -πάντα με μέτρο βέβαια-, η καθιερωμένη ετήσια αποστολή στον θρυλικό ΜΥΡΑΝ για προμήθεια παστουρμά και λοιπών αλλαντικών συνήθως πριν τα Χριστούγεννα οπότε γιορτάζαμε και τα γενέθλιά του. Θα μου μείνουν επίσης χαραγμένα τα ταξίδια που κάναμε μαζί στην Ευρώπη για επαγγελματικούς λόγους, αλλά ποτέ δεν χάναμε την ευκαιρία για αναψυχή με περιπάτους στα κέντρα των πόλεων και φυσικά για καλό φαγητό».

 

Διαβάστε ακόμα: Eπιβιώνει το χειροποίητο κοστούμι στην εποχή του Instagram; Γράφει ο Βασίλης Μπουρτσάλας. 

 

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top