Θα πρέπει να ευχαριστούμε τον Ιωάννη Συκουτρή για πολλά πράγματα, κυρίως για τη μετάφραση του Συμπόσιου του Πλάτωνα.

Φλογερός, ευρυμαθής, καινοτόμος, πολύ μπροστά από τη συντηρητική και υποκριτική εποχή του, ο Ιωάννης Συκουτρής έκαψε το λάδι του νωρίς. Γεννήθηκε με το ξεχωριστό σημάδι της σπουδαιότητας, εξείχε του μέσου όρου και ως εκ τούτου κόπηκε νωρίς σαν χλωρό κλαδάκι.

Αυτό που μένει, όμως, καίτοι έχουν περάσει 85 χρόνια από την αυτοκτονία του, είναι κάτι περισσότερο από τον σεβασμό που χαίρει στους φιλολόγους και στους λογής φιλολογίζοντες. Είναι η αίσθηση του πνευματικού μεγαλείου που μπορεί να ηττηθεί προς στιγμήν, αλλά έχει τη δύναμη να διαλάμπει μέσα στο χρόνια. Ο Ιωάννης Συκουτρής υπήρξε μια τέτοια πνευματική αχτίδα σε μια εποχή που η Ελλάδα πάσχιζε να ξεφύγει από τα δεινά του επαρχιωτισμού, της στείρας προγονοπληξίας και της πληγωτικής μικροψυχίας.

Το χαρακτηριστικό του γνώρισμα ήταν τα στρογγυλά γυαλιά του που δεν αποχωριζόταν ποτέ.

Ο Συκουτρής υπήρξε αυτό ακριβώς που εκφώνησε ο καθηγητής και ακαδημαϊκός τότε Σωκράτης Κουγέας, στον επικήδειο λόγο του. «Μικρό κανόνι εκρέπαρε και ξαρματώθη κάστρο». Ο ίδιος, πάλι, θέλοντας να συνοψίσει τη δική του vérité για την αξία της ύπαρξης είχε πει: «Πόσο εύμορφον είναι να ζη κανείς και να μελετά ταυτοχρόνως την ζωήν!»

Με αυτή τη φράση είχε κλείσει τη μνημειώδη διάλεξή του με τίτλο «Φιλολογία και Ζωή», εναρκτήρια της θητείας του ως υφηγητή της Φιλοσοφικής του πανεπιστημίου Αθηνών. Τι παράξενο: αυτός ο υμνητής της ζωής θα φτάσει νωρίς στο μη περαιτέρω. Θα κόψει το νήμα της ανάσας του εκουσίως μη αντέχοντας τον πόλεμο που του γινόταν από τους συγκαιρινούς του.

Σήμερα, ενδεχομένως, κάποιοι τον θυμούνται ή, έστω, τον ανακαλούν ως φυσιογνωμία του παρελθόντος εξαιτίας του γεγονότος ότι η βιβλιοθήκη της Ακαδημίας Αθηνών φέρει το όνομά του. Κι όμως, οι μαρτυρίες δηλούν πως ο Συκουτρής υπήρξε ένας άνθρωπος που μαγνήτιζε με την παρουσία του. Στην εποχή του όλοι μιλούσαν γι’ αυτόν. Όχι απαραίτητα πάντα με τα καλύτερα λόγια. Ποιος είπε πως η μικρόνοια δεν βρήκε από νωρίς ρίζες στα μέρη μας;

Το χαρακτηριστικό του γνώρισμα ήταν τα στρογγυλά γυαλιά του που δεν αποχωριζόταν ποτέ. Στις ελάχιστες φωτογραφίες που έχουν σωθεί με τη φιγούρα του προσέχεις τα καλοχτενισμένα μαλλιά του, το ευρύ μέτωπο, τα μικρά στρογγυλά γυαλιά του και τα σακάκια του.

Στα 15 του έχει ήδη κερδίσει τον χαρακτηρισμό «πρώιμη ευφυία».

Κάποιες φορές με πουκάμισο και γραβάτα κι άλλες πιο σπορ. Υπάρχει, δε, μια φωτογραφία που τον δείχνει με σταυρωτό σακάκι και λευκό πουκάμισο του οποίου του οι γιακάδες αναπαύονται πάνω στα πέτα του σακακιού του. Το λες και νότα απελευθέρωσης από τα στεγανά. Άλλωστε, αυτό ακριβώς υπήρξε σε όλη του τη ζωή ο Συκουτρής.

Γεννήθηκε την 1 Δεκεμβρίου 1901 στη Σμύρνη από γονείς κτηνοτρόφους, Χιώτες, που έχουν περάσει στη Μικρασία αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά τους. Στο σχολείο δείχνει νωρίς τη κλίση του προς τα μαθήματα. Παθιάζεται με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και γλώσσα, μιλάει και γράφει στην αττική διάλεκτο, μαθαίνει λατινικά, γαλλικά και γερμανικά και κάνει όνειρα να σπουδάσει.

Οι κριτικές για το Συμπόσιο του Πλάτωνα του Συκουτρή από εσωτερικό και διεθνείς φιλολογικούς κύκλους υπήρξαν διθυραμβικές.

Στα 15 του έχει ήδη κερδίσει τον χαρακτηρισμό «πρώιμη ευφυία». Φευ, η οικογένειά του δεν μπορεί να στηρίξει το παιδί. Αναγκάζεται να βγει στην βιοπάλη, αλλά τον «σώζει» ο μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος που τον στέλνει στην Ευαγγελική Σχολή από την οποία αποφοιτά με άριστα. Τότε ήταν που δημοσίευσε τις πρώτες του φιλολογικές μελέτες με το ψευδώνυμο «Αντιφών ο Σμυρναίος».

Αναγκάζεται να φύγει από τη Σμύρνη λόγω της τεταμένης κατάστασης με τους Τούρκους. Έρχεται στην Αθήνα και εισάγεται απευθείας στο 2ο έτος της Φιλοσοφικής. Φιλοξενείται στον Πειραιά, σε ένα υγρό υπόγειο, που του παραχωρεί μία υπέργηρη θεία του. Στα διαλείμματα των μαθημάτων, βέβαια, δεν μπορεί να πάει στο σπίτι και να επιστρέψει.

Ως φοιτητής την… βγάζει στον εθνικό κήπο, όπου ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών βρίσκει ήσυχο καταφύγιο για να μελετά και να τρώει ένα κομμάτι ψωμί και ελιές.

Την… βγάζει στον εθνικό κήπο, όπου ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών βρίσκει ήσυχο καταφύγιο για να μελετά και να τρώει ένα κομμάτι ψωμί και ελιές. Λίγο ακόμη και θα χανόταν από φυματίωση. Η πληγή του νόστου παραμένει μέσα του αγιάτρευτη. Θέλει να επιστρέψει στη Σμύρνη, αλλά η Καταστροφή του ’22 τον αναγκάζει να ανακρούσει πρύμνα.

Μία επαγγελματική πρόταση τον οδηγεί στην Κύπρο. Είκοσι μήνες μένει στο νησί και η προσφορά του είναι σπουδαία. Διδάσκει, δίνει ανεξάρτητες διαλέξεις, ιδρύει συλλόγους, εκδίδει την Επιστημονική Επετηρίδα των καθηγητών και το θαυμάσιο περιοδικό «Κυπριακά Χρονικά», όπου δημοσιεύει λαογραφικές, ιστορικές, αρχαιολογικές, παλαιογραφικές μελέτες για την Κύπρο με στοιχεία που συλλέγει ο ίδιος οργώνοντας τον τόπο.

Το 1924 επιστρέφει στην ελληνική πρωτεύουσα, ορίζεται βοηθός του Φιλοσοφικού Σπουδαστηρίου της βιβλιοθήκης της Φιλοσοφικής και τον επόμενο χρόνο, στα 24 χρόνια του, αναγορεύεται αριστούχος διδάκτωρ της σχολής. Τότε γνωρίζει και παντρεύεται την κόρη του υπουργού των κυβερνήσεων Βενιζέλου, Μίνωα Πετυχάκη, Χαρά, διευθύντρια του Αρσάκειου.

Η καθημερινή σχόλη με τα διαβάσματα, τη συγγραφή και τα μαθήματα δεν μπορούν να κρύψουν μέσα του την πληγή ότι δεν μπορεί να αποκτήσει παιδιά.

Αοκνος και αβόλευτος όπως ήταν, φεύγει ξανά για τη Γερμανία και γνωρίζει τους διάσημους φιλολόγους του 20ου αι. Οι μελέτες του στη γερμανική γλώσσα για τη ζωή και το έργο του Δημοσθένη, του πυθαγόρειου Σπευσίππου και των Σωκρατικών τον κάνουν γνωστό ανά την Ευρώπη.

Το 1927 βρίσκεται μεταξύ των τριών υποψηφίων για την έδρα Κλασικής Φιλολογίας στο πανεπιστήμιο της Πράγας. Δεν παίρνει τη θέση και τότε φεύγει στη Γαλλία για να συνεχίσει εκεί τις μελέτες του. Με μία εργασία του, που αποδεικνύει τη γνησιότητα του Επιτάφιου του Δημοσθένη, αναγορεύεται διδάκτωρ στο πανεπιστήμιο του Παρισιού.

Το 1929 επιστρέφει στην Αθήνα και μετέχει ενεργά στην πνευματική ζωή της πόλης. Ας μην ξεχνάμε πως εκείνη την εποχή είναι στα πάνω της η γνωστή γενιά του ’30. Τα μαθήματα που παραδίδει στο πανεπιστήμιο έχουν αποκτήσει τη δύναμη λαϊκού μύθου. Μαγνητίζει τους μαθητές του. Οταν εμφανίζεται, τα αμφιθέατρα γεμίζουν, αποκτάει φανατικούς φίλους και ορκισμένους εχθρούς.

«Στις διαλέξεις του, αληθινές μυσταγωγίες, δεν περιορίζεται στην Αρχαιότητα, αλλά προχωρεί να ερμηνεύσει, πάντα με τη διεισδυτικότητα, την ευαισθησία και την εκφραστική άνεση που τον διακρίνουν, αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας και νεοέλληνες ποιητές» θα σημειώσει σε άρθρο του για τον Συκουτρή ο αείμνηστος καθηγητής κλασικής Φιλολογίας Φάνης Κακριδής, ο πατέρας του οποίου, Ιωάννης, είναι πνευματικός συνομιλητής και επιστημονικός συνοδοιπόρος του Συκουτρή. Ο Ιωάννης Κακριδής, μάλιστα, γίνεται από τα επιμελέστερα μέλη της φιλοσοφικής «κλίκας των Σμυρνιών», την οποία οργανώνει ο Συκουτρής μέσα στο πανεπιστήμιο.

Ο ίδιος χαρακτήριζε τον εαυτό του «μισόκοσμο», «υπερβολικό» και «καχύποπτο».

Το παράδοξο είναι ότι έχουμε να κάνουμε μ’ έναν κατεξοχήν αγοραφοβικό άνθρωπο, εντελώς αδέξιο στις κοινωνικότητες. Ο ίδιος χαρακτήριζε τον εαυτό του «μισόκοσμο», «υπερβολικό» και «καχύποπτο». Ως λάτρης του Πλάτωνα γοητεύεται την πλατωνική διδαχή περί «πνευματικού αριστοκρατισμού». Απεχθάνεται τη φτηνή ρητορεία των πολιτικών και θεωρεί πως στη θέση τους πρέπει να ανέλθουν προσωπικότητες με ηθική και πνευματική υπεροχή.

Αυτό, πάντως, δεν τον εμπόδισε να εισδύσει στον επαναστατικό σοσιαλισμό και να γίνει συστηματικός μελετητής των θεωρητικών του κομμουνισμού. Η καθημερινή σχόλη με τα διαβάσματα, τη συγγραφή και τα μαθήματα δεν μπορούν να κρύψουν μέσα του την πληγή ότι δεν μπορεί να αποκτήσει παιδιά. Αποφασίζει τότε να πάρει το πρώτο πλοίο, να αφήσει τη γυναίκα του και να εξαφανιστεί από προσώπου γης. Τελευταία στιγμή αλλάζει γνώμη και μένει.

The Symposium, σύμφωνα με τον Πλάτωνα (2η εκδοχή, 1874), έργο του γερμανού ζωγράφου Anselm Feuerbach.

Το 1931, με πρωτοβουλία του υπουργού Παιδείας Γεωργίου Παπανδρέου, η κυβέρνηση Βενιζέλου δρομολογεί την έκδοση σε μετάφραση όλων των κειμένων των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων υπό την αιγίδα της Ακαδημίας Αθηνών. Η σειρά αυτή υπό τον γενικό τίτλο «Ελληνική Βιβλιοθήκη», εκτός από το αρχαίο κείμενο και τη μετάφραση στην καθαρεύουσα θα περιέχει και συνοπτικό πρόλογο και μια γενική εισαγωγή στο κάθε έργο. Ο Συκουτρής πέφτει με τα μούτρα στη δουλειά, καθώς η Ακαδημία του αναθέτει το έργο.

Με το Συμπόσιο του Πλάτωνα βρίσκει εχθρούς στις τάξεις των αριστερών διανοούμενων, όσο και σε ακραίους συντηρητικούς κύκλους της ελληνικής εκπαίδευσης.

Έτσι θα προκύψει το «Συμπόσιο» του Πλάτωνα σε μετάφραση και εισαγωγή Ιωάννη Συκουτρή. Γεγονός που αντί να τον χαροποιήσει, τον βυθίζει σε έναν κύκλο αντιπαραθέσεων.  Αν και οπαδός της καθαρεύουσας, υποστηρίζει τη χρήση της δημοτικής στη λογοτεχνία και την ποίηση. Κι όλα αυτά σε μια εποχή που το γλωσσικό ζήτημα προκαλεί εμφύλιο πόλεμο.

Βρίσκει εχθρούς στις τάξεις των αριστερών διανοούμενων, όσο και σε ακραίους συντηρητικούς κύκλους της ελληνικής εκπαίδευσης. Η μετάφραση του αρχαίου κειμένου του Συμπόσιου, πάντως, είναι δοσμένη σε ήπια καθαρεύουσα, γεγονός που μάλλον δεν ικανοποιεί ούτε τους μεν, ούτε τους δε.

Ακόμη και το στυλ στο ντύσιμό του ήταν ιδιαίτερο.

Το γεγονός ότι το Συμπόσιο αναπτύσσεται διαλεκτικά με συνομιλίες που περιστρέφονται γύρω από την αγάπη του ιδίου φύλου, ειδικά γύρω από τις σχέσεις μεταξύ εφήβων και ενηλίκων ανδρών, με κορυφαίο το εγκώμιο του Αριστοφάνη στον φτερωτό θεό που εντυπωσιάζει τους συνδαιτυμόνες, κάνει τη ζωή του Συκουτρή ακόμη πιο δύσκολοι. Οι ηθικολόγοι θα τον κατηγορήσουν ότι υμνεί την ομοφυλοφιλία.

Οι κριτικές για την εργασία του Συκουτρή από εσωτερικό και διεθνείς φιλολογικούς κύκλους είναι διθυραμβικές. Οι Marshal και Herter των πανεπιστημίων Λονδίνου και Βόννης αντίστοιχα αλλά και οι Ξενόπουλος, Κύρου, Τζάρτζανος, Μελάς και τόσοι άλλοι επευφημούν το αποτέλεσμα της δουλειάς του νεαρού λαμπρού επιστήμονα. Ο Γεώργιος Παπανδρέου επικροτεί δημοσίως το έργο διατυπώνοντας τη βεβαιότητα ότι αυτό θα είναι μόνο η αρχή για μια σειρά αντίστοιχα σπουδαίων παρουσιάσεων και των υπολοίπων έργων της αρχαιοελληνικής γραμματείας.

Η λάσπη που δέχεται ο Συκουτρής είναι άνευ προηγουμένου. Ακόμη και το σωματείο των κουλουπωλών στέλνει επιστολή προς το υπουργείο Παιδείας εις βάρος του. Στο ζοφερό πολεμικό σκηνικό επιχειρείται και η εμπλοκή του αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου, μέλους της Ακαδημίας, τον οποίο οι καταγγέλλοντες εγκαλούν ότι δεν εμπόδισε την κυκλοφορία του έργου.

Τον Μάιο του 1937 η Ιερά Σύνοδος παίρνει θέση, καταδικάζοντας τον Συκουτρή σε τεύχος του περιοδικού της, «Φωνή της Εκκλησίας». Η δε Ακαδημία υπόσχεται ότι θα αφαιρέσει από την έκδοση το επίμαχο κομμάτι περί ομοφυλοφιλίας.

Ο Συκουτρής θα αντιδράσει με ένα σκωπτικό άρθρο του, στη συνέχεια θα μεταβεί ξανά στη Γερμανία (εκεί ο Χίτλερ αρχίζει να σπέρνει τη στάχτη του μίσους), αλλά μέσα του κάτι έχει σπάσει.

Στις 18 Σεπτεμβρίου 1937 πηγαίνει εκδρομή στην Κόρινθο. Εκεί αποφασίζει να αυτοκτονήσει σε ηλικία 36 ετών.

Τα πάντα φτάνουν προς τα πρόωρο τέλος του. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1937 πηγαίνει εκδρομή στην Κόρινθο. Στο ξενοδοχείο, όπου καταλύει, γράφει προς τον καθηγητή του Πολυτεχνείου Καλαμαρά ένα σημείωμα, με το οποίο κληροδοτεί τα βιβλία του στην Ακαδημία, αφήνει ένα ποσό στη σύζυγό του Χαρά και ζητά να δημοσιευτεί ατόφιο και χωρίς συμπλήρωμα το τμήμα της εισαγωγής στην «Ποιητική» του Αριστοτέλη, το οποίο έχει προλάβει να ετοιμάσει.

Δύο ημέρες μετά ανεβαίνει στον Ακροκόρινθο και ώρες μετά επιστρέφει στο δωμάτιό του. Την επομένη το πρωί, στις 21 Σεπτεμβρίου 1937, βρίσκεται νεκρός στο κρεβάτι του. Ήταν μόλις 36 ετών όταν αποφάσισε να αυτοκτονήσει.

 

Διαβάστε ακόμα: Το παράφορο στυλ του Περικλή Γιαννόπουλου (1869-1910).

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top