O Mάικλ Τζόρνταν και οι Μπουλς έγιναν το σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής (Photo: Netflix.com).

    Η σειρά-ντοκιμαντέρ «The Last Dance» που προβάλλεται με τεράστια διεθνή επιτυχία τις τελευταίες εβδομάδες, θα βοηθήσει τους ύστερους Millennials και πλέον τη Generation Z, να καταλάβουν ότι το κόλλημα ημών των ελάχιστα μεγαλύτερων με τους Μπουλς του Μάικλ Τζόρνταν, δεν έχει καμία σχέση με τις συνήθεις βαρετές και αβάσιμες νοσταλγικές ωραιοποιήσεις και εξιδανικεύσεις του παρελθόντος. Γι’ αυτό άλλωστε και όσο περνούν τα χρόνια η έντασή του μεγαλώνει αντί να μικραίνει.

    Χάρη στο ντοκιμαντέρ, οι under 30 θα αποκτήσουν βιωματική σχέση με τη διαδρομή της πιο φημισμένης αθλητικής ομάδας και ο MJ θα γίνει και δικός τους, παύοντας να μοιάζει με απόκοσμο φάντασμα που τους βγάζει ενοχλητικά τη γλώσσα επαναλαμβάνοντας ότι οι δικοί τους ήρωες υστερούν. Αλλά και όσοι από αυτούς είχαν ήδη δεχτεί τη φώτιση υπό το βλέμμα του Ταύρου και τη μουσική των Alan Parsons Project, θα εμβαθύνουν ακόμη περισσότερο, κάτι που ισχύει εξίσου και για τους παλαιότερους.

    Στην απαράμιλλη φήμη των Σικάγο Μπουλς της δεκαετίας του ’90, παρόμοια με εκείνη μεγάλων ροκ συγκροτημάτων και όχι απλά δημοφιλών αθλητικών ομάδων, συνετέλεσε ένας αριθμός ιδιαίτερων παραγόντων, τεχνικής, διεθνολογικής και κοινωνιολογικής φύσης.

     

    H εποχή των Μπουλς ταυτίζεται για τις ΗΠΑ και τη Δύση με την περίοδο που άνοιξε ονειρικά με την πτώση του Τείχους του Βερολίνου.

    Από τεχνικής άποψης θα πούμε πολύ σύντομα ότι ο Τζόρνταν και οι Μπουλς αποτέλεσαν την τελειότερη εκδοχή του ποικιλόμορφου και γι’ αυτό εξαιρετικά συναρπαστικού τότε ΝΒΑ, που χαρακτηριζόταν από την αισθητή βελτίωση των αθλητικών επιδόσεων και του σουτ από μέση και μακρινή απόσταση σε σχέση με το παρελθόν, με ταυτόχρονη όμως διατήρηση της παλιάς σκληράδας, των θηριωδών σέντερ, του trash talking. Στοιχείων που σταδιακά εξανεμίστηκαν, εν μέρει εξαιτίας αλλαγών στους κανονισμούς, με αποτέλεσμα το σημερινό μπάσκετ να είναι υπερβολικά προσανατολισμένο στο τρίποντο και σοφτ, σε σημείο που να το θεωρούν βαρετό ακόμη και κάποιοι από τους σημαντικότερους πρωταγωνιστές του, όπως ο Γκρεγκ Πόποβιτς, παρότι το αθλητικό και τεχνικό επίπεδο των παικτών είναι εκπληκτικό.

    Από διεθνολογικής και κοινωνιολογικής άποψης, η εποχή των Μπουλς, η δεκαετία του ’90, ταυτίζεται για τις ΗΠΑ και τη Δύση με την περίοδο που άνοιξε ονειρικά με την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και έκλεισε εφιαλτικά με την πτώση των Δίδυμων Πύργων του Μανχάταν. Ένα σπάνιο στην ιστορία χρονικό παράθυρο ευφορίας και αισιοδοξίας, όπως και απόλυτης σιγουριάς και αυτοπεποίθησης, όπου όλες οι μεγάλες δυνάμεις και οικονομίες έμοιαζαν δυνητικά τουλάχιστον ενσωματωμένες στη δυτική θεσμική αρχιτεκτονική, και οι δημογραφικές και μεταναστευτικές πιέσεις ήταν ακόμη περιορισμένες.

    Ο ημίθεος MJ ήταν ο αρχετυπικός εκείνος ήρωας του παραμυθιού που θα άλλαζε για πάντα τη μοίρα των “Ταύρων”. (φωτό: (NBA.com).

    Υπήρχαν βεβαίως σπουδαίοι θεωρητικοί που προειδοποιούσαν ότι η πραγματική κατάσταση και η προοπτική της δεν ήταν τόσο ειδυλλιακή όσο φαινόταν για τη Δύση, όμως η κυρίαρχη αντίληψη έβλεπε να ανοίγεται μπροστά μας η παγκόσμια εξάπλωση των φιλελεύθερων δημοκρατικών αρχών, και μια ολοένα μεγαλύτερη ευημερία. Η οικονομία αναπτυσσόταν και το ίδιο οι παγκόσμιες τηλεπικοινωνίες και μεταφορές, περνώντας από την αναλογική στην ψηφιακή εποχή. Τα τείχη έπεφταν, οι αποστάσεις μηδενίζονταν, το βιοτικό επίπεδο αυξάνονταν διεθνώς.

     

    Η ομάδα από το Σικάγο μεγαλούργησε σε έναν δυτικό κόσμο που αισθανόταν τόσο ισχυρός και ασφαλής.

    Μέσα σε αυτές τις διεθνείς κοινωνικοοικονομικές συνθήκες έλαμψε το άστρο των Μπουλς, σχεδόν σαν σύμβολο του ενθουσιασμού εκείνης της εποχής για ένα λαμπρό μέλλον που μόλις άρχιζε. Η ομάδα από το Σικάγο μεγαλούργησε σε έναν δυτικό κόσμο που αισθανόταν τόσο ισχυρός και ασφαλής ώστε να δίνει στον αθλητισμό πρωτεύουσα σημασία, και όπου είχε πλέον εξασφαλιστεί η άμεση παγκόσμια κάλυψη και προβολή των γεγονότων, χωρίς να έχει επέλθει ακόμη το overdose των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

    Όμως εκείνη του Μάικλ Τζόρνταν και των Σικάγο Μπουλς δεν είναι μόνο μια ιστορία αθλητικού μεγαλείου, θεάματος και επιτυχίας, ούτε απλά προσωποποιεί μια ιδιαίτερη ιστορική περίοδο διαποτισμένη με ξεχωριστή, όσο και απατηλή, αισιοδοξία και ευφορία. Χρειάζεται να υπάρχει κι ένας βαθύτερος λόγος, για να διατηρείται ένας τέτοιος άρρηκτος δεσμός τόσων πολλών ανθρώπων απ’ όλον τον κόσμο με μια παλιά ομάδα από έναν περασμένο αιώνα.

    Θα υποστηρίξω λοιπόν ότι πέρα από τα τεχνικά στοιχεία, το γκλάμουρ, τον ενθουσιασμό, την αυταπάτη, τις αντικειμενικές συνθήκες, η διαχρονική γοητεία του MJ και των Μπουλς προέρχεται από το γεγονός πως η ιστορία τους μπορεί να ιδωθεί σαν μια αφήγηση που διατήρησε αναλλοίωτη την έλξη και την υποβλητική της δύναμη στον χρόνο, καταλήγοντας να αποτελεί μια ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης και ενδυνάμωσης για όσους την έχουν παρακολουθήσει και βιώσει στον ένα ή τον άλλο βαθμό. Αυτό συμβαίνει γιατί η ιστορία ακολουθεί κατά γράμμα το μοτίβο των πλέον κλασσικών μύθων: η διαδρομή των Μπουλς ξεκινάει από το καταθλιπτικό περιθώριο και την ανυποληψία για να περάσει στην έλευση του ήρωα που θα αλλάξει για πάντα τη μοίρα τους, αφού πρώτα διαβεί κι ο ίδιος τρομερές δοκιμασίες που σχηματίζουν ένα δύσβατο σκοτεινό μονοπάτι αυτοβελτίωσης και ισχυροποίησης, μέχρι την κατάκτηση της φωτεινής κορυφής. Μια κορυφή που θα καταφέρουν πάντα να κρατήσουν, υπερνικώντας συνεχείς νέες οριακές προκλήσεις, εσωτερικές αντιφάσεις, ισχυρούς αντιπάλους που εποφθαλμιούν τον θρόνο τους και τον διεκδικούν μέχρι τελικής πτώσης σε επικές μάχες.

    Η ιστορία γίνεται σχεδόν αλλόκοτα μυθολογική και μυητική όταν ο ήρωας αποσύρεται στη μοναξιά του στη μέση της διαδρομής, καταβεβλημένος από το βάρος των προσδοκιών, της πίεσης, της σωματικής και ψυχικής εξάντλησης, των χτυπημάτων, για να βυθιστεί σε περισυλλογή και ενδοσκόπηση, να παλέψει με τους δαίμονές του, και να επιστρέψει εξίσου αναπάντεχα όσο έφυγε, πιο σίγουρος και συγκεντρωμένος από ποτέ, ενώ παράλληλα ο δεύτερος βασικός ήρωας του μύθου, ο Σκότι Πίππεν, έχει ολοκληρώσει μια δική του διαδρομή ωρίμανσης και ολοκλήρωσης, αναγκασμένος να αναλάβει προσωρινά τον ρόλο του ηγέτη για να κρατήσει όρθια τη δυναστεία.

    Όλοι οι άλλοι απλώς παίζουν, πότε κερδίζουν και πότε χάνουν, πότε ενθουσιάζουν και πότε απογοητεύουν. Οι Μπουλς, όμως, ήταν κάτι άλλο όπως βλέπουμε και στη σειρά του Netflix (Φωτό: ESPN).

     

    H ιστορία του Τζόρνταν και των Μπουλς έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός άχρονου μύθου.

    Το ότι θα πλαισιώσει τους δύο πρωταγωνιστές ακριβώς εκείνη τη στιγμή η απίστευτη persona με το όνομα Ντένις Ρόντμαν, που θα ανθίσει ως εύθυμη και πολύχρωμη ζωτική δύναμη αφήνοντας πίσω αυτοκαταστροφικά αδιέξοδα, ενώ στο βάθος στέκεται πάντα μια καθοδηγητική μορφή όπως εκείνη του Φιλ Τζάκσον, που κάποτε εγκατέλειψε ένα θρησκόληπτο χριστιανικό σπίτι για να γίνει χίπης και τελικά να βρει την ισορροπία του στις αυτόχθονες ινδιάνικες παραδόσεις της ηπείρου και στον βουδισμό, προσδίδει ακόμα περισσότερα θρυλικά στοιχεία στην ιστορία. Όπως κάνει και το γλυκόπικρο πρώιμο τέλος, που αφήνει μετέωρη τη στιγμή και την προεκτείνει επ’ άπειρον στο μέλλον, σαν σε μύθους όπου οι θεοί αποφασίζουν ξαφνικά ότι έχει έρθει η ώρα ο ήρωας να ανέλθει στις σφαίρες της αιωνιότητας.

    Όλοι οι άλλοι απλώς παίζουν, πότε κερδίζουν και πότε χάνουν, πότε ενθουσιάζουν και πότε απογοητεύουν. Αντίθετα, η ιστορία του Τζόρνταν και των Μπουλς έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός άχρονου μύθου, που συνεχίζει αιωνίως να εμπνέει στο παρόν γιατί υποσυνείδητα ταυτίζεται με την ψυχοπνευματική εξέλιξη των ανθρώπων, και ιδιαίτερα των περισσότερο ταλαντούχων και δημιουργικών ανάμεσά τους. Από την κατάσταση της αδυναμίας και της εξάρτησης σε εκείνη της ισχυροποίησης και της αυτονομίας, σε εκείνη της νίκης και της ωρίμανσης, μέχρι ένα ούτως ή άλλως πρόωρο και ανάμικτο τέλος που αφήνει κάτι ανολοκλήρωτο και ανοιχτό.

    Αν η ιστορία αυτή μεταδιδόταν από γενιά σε γενιά μόνο προφορικά ή γραπτά, πιθανότατα κάποια στιγμή θα εμφανίζονταν σκεπτικιστές που θα έθεταν το ερώτημα του αν όλα συνέβησαν πράγματι όπως τα περιγράφει ο μύθος, ή αν εκείνος στην πραγματικότητα αποτελεί μια αλληγορική διατύπωση ιδεών, εξιδανικευμένη και υπερβολική απόδοση γεγονότων ή συρραφή ευφάνταστων διηγήσεων. Ευτυχώς υπάρχουν πολλές χιλιάδες ώρες σχετικών βίντεο, κι έτσι στο μέλλον ίσως δεν θα χρειαστούν ανασκαφές σαν εκείνες που ανακάλυψαν ότι είχαν υπάρξει πράγματι οι Μυκήνες και η Τροία, για να αποδειχτεί ότι ναι, αυτή η μοναδική ιστορία είναι όντως απόλυτα αληθινή.

     

    //Ο Σωτήριος Φ. Δρόκαλος είναι συγγραφέας έξι ιστορικών και θεωρητικών βιβλίων, που έχουν εκδοθεί στην ιταλική και ελληνική γλώσσα. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακών στις Διεθνείς Σχέσεις, τη Στρατιωτική Ιστορία και τη Διεθνή Αντιτρομοκρατία, και πτυχίου Νομικών Επιστημών, από το Πανεπιστήμιο της Μπολόνια και το Πανεπιστήμιο Niccolò Cusano της Ρώμης.

     

    Διαβάστε ακόμα: Υπόκλιση στον δικό μας ημίθεο, Νίκο Γκάλη.

     

     

    x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

    Button to top