O «σκληρός» Daniel Craig με την ανάλογη εμφάνιση (Photo by John Phillips/Getty Images).

Ό,τι και να λέτε, το smoking είναι το πιο κομψό ρούχο της ανδρικής γκαρνταρόμπας. Μπορεί για τους περισσότερους να θεωρείται πως δεν είναι κάτι που μπορεί να φορεθεί τη σήμερον ημέρα, αλλά έχουν άδικο. Κι αυτό τόσο γιατί είναι εξόχως εντυπωσιακό όσο και γιατί η τέχνη μιας τέτοιας αμφίεσης υπακούει σε πολύ αυστηρούς, περιεσκεμμένους κανόνες.

Είμαστε στα χρόνια του 1600 και οι ανακαλύψεις του προηγούμενου αιώνα αρχίζουν κι αποφέρουν καρπούς. Η Ευρώπη αρχίζει να συναλλάσσεται με τη μακρινή Ανατολή κι οι απεσταλμένοι της γυρνάνε πίσω φορτωμένοι μ’ ένα σωρό εξωτικά καλούδια, άγνωστα ίσαμε τότε: καφέ, μπαχάρια, καπνό και υφάσματα. Έκτοτε, έγινε δημοφιλές, σύμφωνα με τα γραφόμενα των ναυάρχων της εποχής, οι πλούσιοι να ποζάρουν για το πορτρέτο τους φορώντας μια μεταξωτή robe de chambre ή ένα ινδικό banyan. Το ρούχο αυτό, θεωρούμενο ένδυμα ανάπαυσης θέτει τις βάσεις εκείνου που μερικούς αιώνες αργότερα θα γίνει το σακάκι του σμόκιν.

Γύρω στο 1600, οι πλούσιοι πόζαραν για το πορτρέτο τους φορώντας μια μεταξωτή robe de chambre ή ένα ινδικό banyan.

Αρχικά, προοριζόταν αποκλειστικά για ιδιωτική χρήση και φοριόταν μόνο από τον κύριο του σπιτιού πάνω απ’ τις πιτζάμες του. Καθώς την εποχή εκείνη δεν υπήρχε θέρμανση, αυτό το είδος ρούχου έγινε δημοφιλές επειδή σε ζέσταινε. Πέρα λοιπόν από την αξιοσημείωτη ομορφιά του, διέθετε και μια πρακτική πλευρά. Ωστόσο, μόνο η οικογένεια μπορούσε να το αντικρίσει, γιατί σπάνια έβγαινε απ’ το υπνοδωμάτιο.

Τη σημαντικότερη εξέλιξη θα τη γνωρίσει τη δεκαετία του 1850 με τον πόλεμο της Κριμαίας. Οι Άγγλοι (κυρίως) στρατιώτες που είχαν καταλύσει στην Τουρκία βάλθηκαν να φουμάρουν του σκοτωμού, εκδημοκρατίζοντας έτσι το άθλημα άμα τη επιστροφή τους στην πατρίδα. Οπότε έγινε τρέχον νόμισμα να ρίχνει κάποιος πάνω του μετά το δείπνο αυτό το είδος κοντής robe de chambre, καμωμένης από βελούδο, κασμίρι, μαλλί ή φανέλα, φοδραρισμένη με έντονα χρώματα, συνοδεία σκούφου και παντόφλα ανατολίτικου ύφους.

Καθιερώθηκε οι άνδρες να σηκώνονται απ’ το τραπέζι, να φοράνε αυτό το ιδιαίτερο πανωφόρι και να πηγαίνουν στο καπνιστήριο του σπιτιού για ν’ ανάψουν ένα πούρο ή μια πίπα, συζητώντας για πολιτική κι απολαμβάνοντας το ποτό τους. Προστάτευαν έτσι τα ρούχα τους από στάχτες και οσμές. Το έβγαζαν στη συνέχεια, για να πάνε να βρούνε τη γυναίκα τους, δίχως να δυσαρεστήσουν την ευαίσθητη ρινική τους απόληξη. Εξ ου και το όνομα «smoking jacket».

Λάτρεις του σμόκιν ο Ντιν Μάρτιν, ο Κάρι Γκραντ, ο Φρανκ Σινάτρα. Ο δε Φρεντ Αστέρ το φόραγε παντού. Τότε έγινε γνωστή και η μυθώδης συλλογή σμόκιν του Χιου Χέφνερ, γεγονός που συνέβαλε τα μάλα στη φήμη του. Μικρότερη, ωστόσο, του Τζέιμς Μποντ (alias Σον Κόνερι).

Το έθιμο αυτό διήρκεσε ώς το 1910, το τέλος της εδουαρδιανής εποχής. Ίσαμε τότε, φέρεται ότι έσερνε το χορό ο Εδουάρδος Ζ΄, ο Prince de Galles. Γούσταρε τόσο το ρούχο που ζήτησε από τους ράφτες Henry Poole & Co της Savile Row μια μικρή μεταποίηση. Ο μέλλων βασιλιάς βρέθηκε έτσι μ’ ένα σακάκι πιο βολικό από το παραδοσιακό φράκο. Φτιαγμένο από μπλε βελούδο, διέθετε τα ίδια χαρακτηριστικά με το αγαπημένο του smoking jacket συν καλύτερη εφαρμογή και ένα απλό κούμπωμα.

Προσκεκλημένος σ’ ένα χορό στις ΗΠΑ που διοργάνωνε ο εκατομμυριούχος James Brown Potter, ο οποίος κατοικοήδρευε στο Tuxedo Park, στα περίχωρα της Νέας Υόρκης, ο πρίγκιπας εμφανίστηκε με το αγαπημένο του ανεπίσημο ντύσιμο. Έκτοτε, για τους Αμερικανούς, το σμόκιν λέγεται «tuxedo». Εντέλει, όλα τα ρούχα εκείνης της εποχής που προορίζονταν για χαλάρωση πέρασαν σ’ ένα πιο αυστηρό πλαίσιο (π.χ. η ρεντιγκότα), λες και ο άνδρας είχε βρει τον τέλειο συμβιβασμό μεταξύ άνεσης και κομψότητας.

Ο Φρανκ Σινάτρα δήλωνε λάτρης του tuxedo.

Είναι τη δεκαετία του ’30 και στις ΗΠΑ που το σμόκιν άρχισε να παίρνει τη μορφή που ξέρουμε σήμερα, εκείνη ενός συνόλου που φοράμε σε επίσημες περιστάσεις. Λάτρεις του ο Ντιν Μάρτιν, ο Κάρι Γκραντ, ο Φρανκ Σινάτρα. Ο δε Φρεντ Αστέρ το φόραγε παντού. Τότε έγινε γνωστή και η μυθώδης συλλογή σμόκιν του Χιου Χέφνερ, του ιδρυτή του Playboy, γεγονός που συνέβαλε τα μάλα στη φήμη του. Μικρότερη, ωστόσο, του Τζέιμς Μποντ (alias Σον Κόνερι).

Tuxedo φορούσαν και δημοφιλείς τραγουδιστές επί σκηνής, μαζί με παπιγιόν και παπούτσια Oxford ή τα βελούδινα παντοφλέ που οι Αγγλοσάξονες ονομάζουν «Prince Albert slipper». Για πρώτη φορά το σμόκιν εκσυγχρονιζόταν, ανεχόταν τις εκκεντρικότητες και ήταν, φυσικά, ραμμένο επί μέτρω. Αν και τα χρώματα εξακολουθούσαν να είναι το μπορντό, το σκούρο μπλε ή το μαύρο, το παιχνίδι παιζόταν στις φόδρες με τα έντονα χρώματα και τα μοτίβα. Ο Ντιν Μάρτιν, εξάλλου, ήταν αναγνωρίσιμος από τα αστραφτερά του σμόκιν, ενώ ο Φρεντ Αστέρ κηδεύτηκε φορώντας το αγαπημένο του.

Γνωστή είναι η μυθώδης συλλογή σμόκιν του Χιου Χέφνερ, του ιδρυτή του Playboy.

Τα χρόνια πέρασαν και το σμόκιν κατέληξε να είναι ένα ρούχο που οι άνδρες δεν φοράνε παρά σπάνια σε κοσμικότητες παντός είδους: σημαντικά dinners, δεξιώσεις, σε καλέσματα που απαιτούν βραδινό ένδυμα κ.λπ. Και μπορεί να τα έχουμε τσουβαλιάσει όλα κάτω απ’ αυτήν την επωνυμία, αλλά έχουμε ξεχάσει ότι το smoking jacket διαφέρει ιστορικά από το dinner jacket, το οποίο είναι κι αυτό που στις μέρες μας έχει πάρει το πάνω χέρι.

Πάντως, και στα δύο, το πέτο πρέπει να είναι από μετάξι ή σατέν (αρχικά, αυτό χρησίμευε στο η στάχτη να γλιστράει, αντί να λερώνει το ύφασμα). Σημειώστε επίσης ότι τα κουμπιά πρέπει να είναι ντυμένα με το ίδιο ύφασμα μ’ αυτό του πέτου και, στη χειρότερη περίπτωση, απλώς μαύρα.

Μία βραδινή αμφίεση με σμόκιν απαιτεί και το ενδεδειγμένο πουκάμισο. Κι αυτό, με τη σειρά του, υπακούει σε κάποιους κώδικες που καλό είναι να σεβαστούμε. Όχι μόνο για να τιμήσουμε την παράδοση, αλλά για να μη χαλάσουμε την αρμονία του συνόλου.

Το πρώτο είναι ένα σακάκι που φτάνει μέχρι τα μέσα του μηρού, από βελούδο ενίοτε κεντημένο με σχέδια, με φουσκωμένο μονοκόμματο πέτο και ρεβέρ στα μανίκια. Διαθέτει τρεις εξωτερικές τσέπες, εκ των οποίων η μία προορίζεται για τα πούρα σας. Τις περισσότερες φορές, στερείται σκισίματος στην πλάτη, αλλά το κόψιμό του είναι πιο άνετο από εκείνο ενός μπλέιζερ. Κλείνει με θηλιές brandenbourg, ενώ ενίοτε συνοδεύεται κι από ζώνη.

Τα κοινά χαρακτηριστικά του δεύτερου, αφήνοντας κατά μέρος τις σημερινές εκκεντρικότητες των σχεδιαστών, είναι η σωστή εφαρμογή, το μυτερό (κολακευτικότερο για τους αδύνατους) ή το μονοκόμματο πέτο (καταλληλότερο για τους εύσωμους), το σταυρωτό κούμπωμα με 2, 4 ή 6 κουμπιά, το απλό κούμπωμα με 1, άντε 2 (φλυαρία), κουμπιά. Το ύφασμα; Μαλλί, μοχέρ, μετάξι, βελούδο. Το μήκος του πρέπει να φτάνει ίσαμε το μέγιστο ύψος των σφιχτών σας οπισθίων.

Το πουκάμισο του σμόκιν είναι πάντα λευκό. Ο γιακάς του είναι σπαστός ή σκληρός (ποτέ μικρός).

Δεν μπορούμε, ασφαλώς, να ρίξουμε στο πυρ το εξώτερον ουδένα που κακομεταχειρίζεται αυτό το έξοχο ρούχο. Εμείς οι Ευρωπαίοι (;), χρησιμοποιούμε αδιακρίτως τη λέξη «σμόκιν» για τούτο το βραδινό κομψότατο κοστούμι, σε αντίθεση με τους Αγγλοσάξονες που καταφέρνουν γλωσσικά να κάνουν τη διάκριση. Όπως και νά ‘χει η τέχνη της κατασκευής του μοιάζει χαμένη, εκτός κι αν απευθυνθούμε στους Άγγλους δρυΐδες της Derek Rose.

Μία βραδινή αμφίεση με σμόκιν απαιτεί και το ενδεδειγμένο πουκάμισο. Κι αυτό, με τη σειρά του, υπακούει σε κάποιους κώδικες που καλό είναι να σεβαστούμε. Όχι μόνο για να τιμήσουμε την παράδοση, αλλά για να μη χαλάσουμε την αρμονία του συνόλου.

Το πουκάμισο του σμόκιν είναι πάντα λευκό. Ο γιακάς του είναι σπαστός ή σκληρός (ποτέ μικρός). Ο ιταλικός, για παράδειγμα, είναι μια εξαιρετική επιλογή. Ιδανικά, το πουκάμισο διαθέτει πλαστρόν, εκείνο το παραλληλόγραμμο πλισέ ή πικέ ύφασμα που εκτείνεται σε όλο το μπροστινό μέρος. Τα μανίκια του οφείλουν να είναι φουσκωτά, όπως εκείνα των σωματοφυλάκων, να συνοδεύονται από μανικετόκουμπα και να εξέχουν μισό εκατοστό από εκείνα του σακακιού.

Προσοχή: μην κακομεταχειρίζεστε αυτό το έξοχο ρούχο.

Το παντελόνι επίσης έχει τα δικά του χαρακτηριστικά. Μετά απ’ όλα αυτά που διαβάσατε, αναμενόμενο δεν είναι; Δεν διαθέτει θηλιές για τη ζώνη, οπότε πρέπει να είναι ακριβώς στο μέγεθός σας. Μπορεί, όμως, να διαθέτει κουμπιά για τιράντες (λευκές ή μαύρες) ή να σφίγγει στο πλάι. Δεν φοράμε δερμάτινη ζώνη μ’ ένα σμόκιν. Ειδάλλως, οι πουρίστες ή θα λιποθυμήσουν ή θα σας σέρνουν για σκάνδαλο. Επιτρεπτό είναι επίσης να συνοδεύεται από γιλέκο, το οποίο όμως δεν πρέπει να καλύπτει το πλαστρόν του πουκαμίσου.

Το σμόκιν είναι ένα ρούχο του οποίου η χρήση είναι αποκλειστικά βραδινή και απαιτεί αρμονία και μέτρο. Δεν πρέπει επ’ ουδενί να επισκιάζει τη λάμψη της γυναίκας που σας συνοδεύει.

Το χρώμα του είθισται να είναι μαύρο και το ύφασμα ίδιο με κείνο του σακακιού (εκτός από την περίπτωση των βελούδινων σακακιών). Το κόψιμό του ίσιο και στα μέτρα σας, με κάθετες τσέπες. Η ραφή κατά μήκος του ποδιού κρύβεται από μια λωρίδα στο ίδιο ύφασμα με κείνο του πέτου του σακακιού. Μπορεί να έχει μία πιέτα ή καμία, ανάλογα με τα γούστα σας.

Τώρα, σε ό,τι αφορά το ζωνάρι, το «cummerbund». Ένα πλισαρισμένο ύφασμα που δένουμε γύρω από τη μέση. Παραδοσιακά είναι από το ίδιο υλικό με κείνο των πέτων του σακακιού. Από ιστορικής πλευρά, οι δίπλες χρησίμευαν για τσέπες, οι οποίες ήταν άγνωστες τότε. Ρόλος του δεν είναι να αντικαταστήσει τη ζώνη, αλλά να δημιουργήσει μια γλυκιά μετάβαση μεταξύ παντελονιού και υποκαμίσου. Κρύβει έτσι τα άχαρα τσακίσματά του και μακραίνει τη σιλουέτα. Εννοείται πως δεν φοριέται με τιράντες. Παλαιομοδίτικο για κάποιους, απαραίτητο για άλλους, το cummerbund έχει το πλεονέκτημα να προσθέτει μια πινελιά χρώματος, συνήθως ασορτί με κείνη του παπιγιόν. Η απόφαση είναι δική σας.

Σειρά έχουν τα παπούτσια. Πρέπει να λαμπρύνουν το ντύσιμό σας, όντας ταυτόχρονα μινιμαλιστικά.

Σειρά έχουν τα παπούτσια. Πρέπει να λαμπρύνουν το ντύσιμό σας, όντας ταυτόχρονα μινιμαλιστικά. Όπερ ειπείν, χοντρές σόλες και φιοριτούρες είναι εξωβελιστέα. Ένα αφόρετο, λαμπρά βερνικωμένο μαύρο παπούτσι ενδείκνυται. Βουρ για μοκασίνια ή καλύτερα Oxfords.

Καθώς το όλο look σας έχει σχεδόν ολοκληρωθεί, απομένουν τα φινιρίσματα. Γύρω απ’ το λαιμό, η γραβάτα παίζει, αλλά τι ομορφότερο από ένα παπιγιόν που θα έχετε δέσει ο ίδιος; Προσέξτε μόνο οι άκρες του να ευθυγραμμίζονται με κείνες των ματιών σας. Κρίσιμο σημείο: το χρώμα. Μπορεί στο Ίντερνετ να βλέπουμε ανθρώπους να φοράνε ουράνια τόξα, αλλά τούτοι δω είναι τουλάχιστον αστείοι. Όταν φοράμε ένα σμόκιν, η προσοχή δεν πρέπει να στρέφεται σ’ ένα συγκεκριμένο σημείο, αλλά στην αρμονία του συνόλου. Μαύρο, λοιπόν, ή καρασκούρο.

Γύρω απ’ το λαιμό, η γραβάτα παίζει, αλλά τι ομορφότερο από ένα παπιγιόν;

Μπαίνουμε τώρα στις λεπτομέρειες. Γουστάρετε pochettes; Καλώς. Αρκεί να είναι από λευκό μετάξι. Ο τρόπος διπλώματος εναπόκειται σε σας. Και μη διανοηθείτε να μοστράρετε μαζί το αγαπημένο σας ρολόι των 58 mm, γιατί θα τα καταστρέψετε όλα.

Εν κατακλείδι, το σμόκιν είναι ένα ρούχο του οποίου η χρήση είναι αποκλειστικά βραδινή και απαιτεί μέτρο. Δεν πρέπει επ’ ουδενί να επισκιάζει τη λάμψη της γυναίκας που σας συνοδεύει. Ποτέ δεν το φοράμε πριν από τη δύση του ηλίου. Ποτέ δεν το νοικιάζουμε. Το φοράμε μια μέρα πριν, για νά ‘ρθει και να κάτσει. Αν πιστεύετε ότι θα κλέψετε τις εντυπώσεις στο γάμο της ξαδέλφης σας, έχετε ατυχήσει. Το σμόκιν είναι για το καζίνο, τα cockteils parties, τα γκαλά, την όπερα, το φεστιβάλ των Καννών.  Σε οποιαδήποτε άλλη περίσταση είναι περιττό. Αν εμφανιστείτε στο Bal des débutantes με σμόκιν, δεν θα σας επιτρέψουν την είσοδο. Και, για μένα, όσοι το συνοδεύουν με αθλητικά παπούτσια, απλώς περιγράφουν τη συντέλεια του κόσμου.

 

Διαβάστε ακόμα: Έτσι θα δείχνετε cool με γραβάτα.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top