Για ποια επιστροφή στην κανονικότητα μπορεί να μιλήσει κανείς εν μέσω πανδημίας; (Alexandros Michailidis / SOOC).

Κατά την Μάργκαρετ Μιντ, μια από τις κορυφαίες ανθρωπολόγους του 20ου αιώνα, ο ανθρώπινος πολιτισμός δεν ξεκίνησε από την ανακάλυψη της φωτιάς, όπως έχουμε μάθει να λέμε, αλλά από τη διάθεση του ενός ατόμου να βοηθήσει το άλλο. Από έναν τραυματισμένο μηρό ξεκίνησαν όλα, τον οποίο κάποιος αποφάσισε να θεραπεύσει με τα μέσα που διέθετε τότε.

Η έννοια της κοινωνικής προστασίας, της αλληλεγγύης, του πηγαίου ενδιαφέροντος για τον πάσχοντα ή αυτόν που βρίσκεται σε δυσχερή θέση είναι μια καίρια εκδήλωση πολιτισμού. Τότε, πώς στο καλό οι δυτικές κοινωνίες δεν τα κατάφεραν με τον κορωνοϊό και τώρα βλέπουμε μια δεύτερη -ακόμη πιο επιθετική- εξάπλωσή του;

Υπάρχουν προφανείς αιτίες κι άλλες που ενδεχομένως δεν θέλουμε να τις παραδεχθούμε. Η πρώτη έχει να κάνει με την κλασική αβελτηρία των κυβερνήσεων να επενδύσουν στα εθνικά συστήματα υγείας. Κι όμως, όλες οι χώρες δεν είναι το ίδιο. Φερ’ ειπείν: η Ευρώπη είναι σαφώς πιο κοινωνικά προσδιορισμένη σε σχέση με τις ΗΠΑ. Οι κοινωνικές δαπάνες στην Ευρώπη είναι διπλάσιες σε σχέση με το τι συμβαίνει στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Η Γερμανία, μια χώρα που δεν της λες σοσιαλιστική, έχει ένα πλήρες και ενισχυμένο σύστημα υγείας. Στις μέρες της πανδημίας στεγάζει στα νοσοκομεία της ασθένεις ακόμη και από την Ολλανδία και το Βέλγιο.

Ακόμη και τώρα που οι αριθμοί των κρουσμάτων αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο, βλέπει κανείς ενέργειες που πλήττουν κάθε έννοια λογικής.

Άρα, δεν είναι μόνο πολιτικοί οι λόγοι της εξάπλωσης του ιού. Κι εδώ εδράζεται η κοινωνική διάσταση που έχει να κάνει με τις συμπεριφορές μας, τις αποφάσεις που λαμβάνουμε καθημερινά, το προστατευτικό δίχτυ που αποφασίζουμε να απλώσουμε ή να μαζέψουμε.

Δυστυχώς, η αντίδρασή μας στο διάστημα μεταξύ της πρώτης καραντίνας και της τωρινής έξαρσης είναι δηλωτική. Ακόμη και τώρα που οι αριθμοί των κρουσμάτων αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο, βλέπει κανείς ενέργειες που πλήττουν κάθε έννοια λογικής.

Στην Πάτρα, το Σάββατο, διοργανώθηκε πάρτι σε νυχτερινό κέντρο με αποτέλεσμα να συμβεί το αδιαχώρητο. Στη Θεσσαλονίκη όπου εμφανίζει επικίνδυνα σημάδια εξάπλωσης και επιπολασμού, ο κόσμος διασκέδασε σαν να μην υπήρχε αύριο. Το ίδιο και σε άλλα σημεία της χώρας. Γνωρίζοντας ότι από την Τρίτη τα μαγαζιά κλείνουν, μια μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών αποφάσισε να γευτεί την τελευταία του βακχεία.

Η τοξική αδιαφορία, διότι περί αυτής πρόκειται, δεν πλήττει τους πάντες. Οι περισσότερο ευάλωτοι είναι αυτοί που υφίστανται τα επίχειρα.

«Μαζί κολλήσαμε»: αυτό είναι το σύνθημα που δεν εκφέρεται, αλλά δηλώνεται διά των πράξεών μας. Μόνο που στην πραγματικότητα αυτή η τοξική αδιαφορία, διότι περί αυτής πρόκειται, δεν πλήττει τους πάντες. Οι περισσότερο ευάλωτοι είναι αυτοί που υφίστανται τα επίχειρα. Οι γηραιότεροι, οι αναξιοπαθούντες, οι αδύναμοι.

Είναι φανερό πως μια μεγάλη ομάδα πολιτών, κυρίως οι νέοι, αλλά και η παραγωγική μεσαία τάξη, έχει αποφασίσει με άρρητο τρόπο ότι έχει μεγαλύτερη σημασία η δήθεν «κανονικότητά» από την προστασία. Το μερικό νικάει το γενικό. Το καλοκαίρι συμπεριφερθήκαμε ωσάν να μην υπήρξε ποτέ ιός. Τα πάρτι έδωσαν και πήραν. Οι αποστάσεις ελαττώθηκαν. Η χαρωπή εγκαρτέρηση των διακοπών ελάφρυναν κατά πολύ τις επιφυλάξεις. Για ορισμένους, δε, υπήρξε η αίσθηση ότι επικράτησαν του παγκόσμιου φασισμού που πήρε προσχηματικά το όνομα του «κορωνοϊού», ενώ από πίσω κρύβονται άλλες επιδιώξεις.

Το γεγονός ότι η χρήση της μάσκας εξελίχθηκε σε πολεμικό όπλο όπου οι αρνητές την θεωρούν αιτία όλων των κακών δείχνει αυτό που η Μάργκαρετ Μιντ εννοούσε διάθεση για θεραπεία του διπλανού. Απόφαση που ανήκει στον πυρήνα του πολιτισμού.

Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια κοινωνική αντίδραση κάτω υπό παράξενες συνθήκες και η οποία μπορεί να μας ξεβολεύει, αλλά είναι πραγματική. Το κακό είναι ότι αυτή την αδιαφορία την δέχθηκαν, αν δεν την ενίσχυσαν, οι δυτικές κυβερνήσεις. Υπό την ανάγκη να στηριχθούν οι οικονομίες, ουδείς εκ των ηγετών δέχθηκε τις δραματικές εισηγήσεις των ειδικών για ολικό lockdown. Το έκαναν στην πρώτη φάση, αλλά είδαν πως οι οικονομικοί δείκτες έπεσαν σε βράχια.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μίλησε για «ψεκασμένους». Κάνει λάθος, καθώς διότι το δεύτερο κύμα του ιού δεν ήρθε από μια περιθωριακή ομάδα.

Η τωρινή λογική τους είναι «βλέποντας και κάνοντας». Ανοίγουν και κλείνουν την οικονομική δραστηριότητα έτσι ώστε οι ζημίες να είναι μετρήσιμες, τη στιγμή που τα κρούσματα ξεπερνούν κάθε προηγούμενο. Ξανά η ίδια δήλωση κι ας μην λέγεται: μαζί κολλήσαμε. Κι αυτή η λογική επιτρέπει σε εκείνους που θεωρούν τους εαυτούς τους απρόσβλητους να αγγίξουν τα όρια της κοινωνικής τοξικότητας.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τους ονόμασε «ψεκασμένους». Μάλλον, κάνει λάθος αν νομίζει πως υπάρχει μια μικρή δράκα περιθωριακών που πιστεύουν ακόμη ότι ο κορωνοϊός δεν υπάρχει και ότι είναι ένα παγκόσμιο σύστημα νεοταξικής επιβολής. Σαφώς, υπάρχουν κι αυτοί, αλλά δεν επηρεάζουν καταστάσεις. Εκτός κι αν πιστεύουμε πως ο τραγουδιστής Πετράκο ηγείται, ως άλλος Σπάρτακος, κάποιας επανάστασης.

Δεν υπάρχουν ψεκασμένοι. Υπάρχουν άνθρωποι που επιθυμούν σφόδρα την κανονικότητά τους, που θέλουν να συνεχίσουν να ζουν σε μια δική τους «φούσκα» πραγματικότητας αδιαφορώντας αν τα δεδομένα δεν είναι υπέρ τους. Αμφιβάλλει κανείς πως και με κλειστά μαγαζιά θα συνεχίσουν κάποιοι (πολλοί) να συνωθούνται στις πλατείες κρατώντας ένα πλαστικό ποτήρι με καφέ ή ποτό στο χέρι;

Τούτο θεωρείται, πια, ως μια μορφή αντίστασης στο σύστημα. Κατ’ ουσίαν είναι κλασική περίπτωση τοξικής αντίδρασης. «Μαζί θα κολλήσουμε» λένε κι αυτοί με τον τρόπο τους σε όλους και ο σώζων εαυτόν σωθήτω.

Μπορεί να μην μας άρεσε η παλαιότερη ατάκα του Πάγκαλου «μαζί τα φάγαμε», διότι, όντως, δεν τα φάγαμε όλοι, κι αυτό αποδείχθηκε στα κατοπινά χρόνια. Ωστόσο το «μαζί κολλήσαμε», δυστυχώς, ισχύει. Η τοξική ατομικότητα είναι μια μορφή απάντησης των σημερινών δυτικών κοινωνιών απέναντι στην πρόκληση του ιού. Το κακό είναι ότι πρόκειται για εντελώς λάθος απάντηση.

 

Διαβάστε ακόμα: Αποχαιρέτα την καφετέρια και το εστιατόριο που καθόσουν.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top