«Όταν έχω μια παράσταση, κάνω πρώτα πολλή δουλειά και καταβάλλω μεγάλο κόπο με τον εαυτό μου, δηλαδή με το σώμα και την ψυχή μου».

Η ταινία μικρού μήκους Bella στην οποία πρωταγωνιστεί (σε σκηνοθεσία της Θέλγιας Πετράκη) μόλις προτάθηκε στην τελική ομάδα για τα Ευρωπαϊκά Βραβεία, «European Film Awards» (ανακοινώθηκε στις 27/10) ενώ το Stones and Bones, το νέο έργο των RootlessRoot θα παίζεται στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών 3 με 7 Νοεμβρίου.

 Σέβομαι πολύ τον μόχθο των ανθρώπων, σε όποιο μετερίζι και αν τον καταβάλλουν. Στον χώρο του θεάματος, νομίζω πως φαίνεται καθαρά ποιοι και πότε κοπιάζουν πολύ και φθάνουν ή και ξεπερνούν τα όριά τους. Σε ένα τέτοιο τέντωμα ένιωθα πάντα την Ελενα Τοπαλίδου.

Οπου και αν τη δεις, σε κίνηση διαρκή και ρυθμική ή σε λόγο έντονο ή σε μακριά σιωπή, νιώθεις τη δική της εσωτερική μάχη, σαν όλο να πάλλεται βαθιά μέσα και τελικά αποφορτίζεται, σαν να εξαερώνεται στην ατμόσφαιρα γύρω της. Νιώθεις την αγωνία, δεν μπορείς όμως να μαντέψεις τις σκέψεις ή τα άγχη, γιατί η Ελενα είναι μια μορφή και μυστηριακή. Και με όλα αυτά κατά νου, την πλησίασα. Και η εσωτερικότητά της πια, κάπως, αποκαλύφθηκε. Χωρίς το βάρος που υπολόγιζα.

Μιλά και απαντά, πάντα με κενά, ένδειξη σκέψης και προσπάθειας να είναι όσο πιο ακριβής γίνεται ή κοντά στην αλήθεια και όχι αποφυγής ή κρυψίματος, αλλά μιλά και με ενθουσιασμό, αμεσότητα, γλυκύτητα. Είναι ένα κορίτσι-γυναίκα-περφόρμερ και μαμά που βρήκε τους τρόπους της για να ισορροπεί, να απολαμβάνει και να μάχεται διαρκώς χωρίς πληγές εσωτερικές – θα αρκούν ίσως πια αυτές που σίγουρα έχει κληρονομήσει στα πόδια από τον χορό για πάντα.

«Το θέατρο είναι ανελέητα ”σκληρό” και θα έπρεπε και να αντιμετωπίζεται έτσι – και από αυτούς που το κάνουν και από αυτούς που το βλέπουν».

«Είχα μια ”διπολική διαταραχή” όσον αφορά την εικόνα μου».

– Κάθε φορά που σας βλέπω, αισθάνομαι σαν να εκπέμπετε μια ιδιαίτερη αύρα -είναι η φυσιογνωμία, το πρόσωπο, το σώμα σας… Εσείς αντιλαμβανόσασταν κάτι τέτοιο καθώς μεγαλώνατε; Νιώθατε ότι έχετε κάτι διαφορετικό, που κάπως έπρεπε να το εκφράσετε;
Είναι φοβερή η ερώτηση που μου κάνετε, διότι από τότε που άρχισα να συνειδητοποιώ τη σχέση μου με την εικόνα μου, ήταν κάτι που περνούσε από τρομερά σκαμπανεβάσματα, το οποίο νομίζω ότι ήταν το πιο σοκαριστικό θέμα στη ζωή μου -ακόμα και στην καθημερινότητά μου. Τη μια στιγμή μού φαινόμουν πάρα πολύ ξεχωριστή και ακριβώς την επόμενη μού φαινόμουν ένα τίποτα. Γενικά, η σχέση με την εικόνα μου, αυτή που αντίκριζα στον καθρέφτη, ήταν πολύ δύσκολη. Επίσης, ήταν πολύ διαφορετικό αυτό που έβλεπα από αυτό που ένιωθα και άλλο ακόμη αυτό που πίστευα ότι καθρεφτιζόταν στους άλλους. Είχα μια «διπολική διαταραχή» όσον αφορά αυτό το θέμα – το λέμε μεταφορικά γιατί ο διπολισμός στην πραγματικότητα είναι ιατρικός όρος: καμία σύμπνοια, αρμονία, ισορροπία.

– Άρα η έκθεσή σας μέσω του χορού και του θεάτρου ήταν ο δικός σας «δαίμονας» με τον οποίο έπρεπε να παλέψετε, ή ήταν ένα χάδι προς τον εαυτό σας;

 Νομίζω ότι ήταν το χάδι -το υπόλοιπο ήταν το δαιμονικό. Είναι πολύ λυτρωτικό αυτό που με ρωτάτε και χαίρομαι που πλέον μπορώ να δώσω αυτή την απάντηση. Όταν έχω μια παράσταση, κάνω πρώτα πολλή δουλειά και καταβάλλω μεγάλο κόπο με τον εαυτό μου, δηλαδή με το σώμα και την ψυχή μου. Πολλές φορές μάλιστα δεν πιστεύω ότι θα τα καταφέρω. Όταν όμως έρχεται η ώρα της έκθεσης, έρχεται και αυτό το χάδι που νικάει τελικά τις αμφιβολίες. Δαίμονας η διαδικασία, χάδι η τελική παράσταση.

– Ο χορός είναι πιο «σκληρή» τέχνη από το θέατρο;

Στην καθημερινότητά του είναι πιο «σκληρός» ο χορός. Χρειάζεται μεγάλη πειθαρχία και πρέπει να είσαι πάντα εκεί. Πολλές φορές σκεφτόμουν ότι ο χορός ήταν για μένα η «άφεση αμαρτιών» μου. Το ότι αναμετριόμουν σε έναν καθημερινό πόλεμο με τον χορό ήταν η συγχώρεσή μου για όποια τυχόν αμαρτία είχα κάνει. Όμως και το θέατρο είναι ανελέητα «σκληρό» και θα έπρεπε και να αντιμετωπίζεται έτσι – και από αυτούς που το κάνουν και από αυτούς που το βλέπουν.

«Το σώμα μου είναι ένα όργανο το οποίο το ελέγχει το μυαλό μου απόλυτα και την ώρα που μιλάω πάνω στη θεατρική σκηνή».

– Βοηθάει ο χορός και η διαχείριση του σώματός σας στο θέατρο;

Εμένα προσωπικά με βοηθάει πάρα πολύ. Γενικά όμως δεν είναι κανόνας ότι το ένα μπορεί να σε «εισάγει» εύκολα στο άλλο. Ο χορός έχει κάποια στοιχεία όπως το στήσιμο και η έντονη προβολή του σώματος που δεν ενδείκνυνται πάντα για το θέατρο. Επίσης, ο λόγος ενός χορευτή υστερεί, γιατί η δική του γλώσσα του είναι το σώμα και έτσι θέλει μεγαλύτερη προσπάθεια να σου μιλήσει. Η δική μου ευκολία είναι ίσως ότι το σώμα μου είναι ένα όργανο το οποίο το ελέγχει το μυαλό μου απόλυτα και την ώρα που μιλάω πάνω στη θεατρική σκηνή πχ. ξέρω τι κάνει ακόμα και το μικρό μου δαχτυλάκι -χωρίς με αυτό να θέλω να πω ότι είμαι κάτι ιδιαίτερο. Από εκεί και πέρα, είναι σημαντική και η δουλειά που έχεις κάνει με τον λόγο.

«Νιώθω πολύ ευγνώμων που δέχομαι προτάσεις και έχω την πολυτέλεια να επιλέξω».

– Χορός, θέατρο, κινηματογράφος -σας αρέσει κάποιο από αυτά περισσότερο ή έχει να κάνει κάθε φορά με το αντικείμενο που πραγματεύονται;

Εχει να κάνει πάντα με το αντικείμενο και με τους συνεργάτες. Μπορεί να είμαι εξοντωμένη από τις πρόβες χορού και να λέω στον εαυτό μου, δεν μπορώ άλλο, θα πεθάνω, και αν τελικά μου γίνει μια πρόταση που μου αρέσει, θα πάω αμέσως. Επίσης, ενώ τρελαίνομαι για το σινεμά και το θέατρο, μου έχει τύχει να βαρεθώ και να μην αντέχω να συνεχίσω – νομίζω συμβαίνει σε όλους μας σε όποιον τομέα και αν εργαζόμαστε, απλώς δεν το παραδεχόμαστε. Όλα είναι πολύ σχετικά, αλλά νιώθω πραγματικά τυχερή που είμαι πλέον αποδεκτή και στα τρία. Νιώθω πολύ ευγνώμων που δέχομαι προτάσεις και έχω την πολυτέλεια να επιλέξω.

– Ε, θα το αξίζετε μάλλον αυτό. Σας είναι τόσο δύσκολο να ξεστομίσετε ότι είστε καλή;

Μπορώ να πω ότι είμαι καλή, την ώρα που βλέπω κάτι που έχει γίνει και μου αρέσει, αλλά μου είναι δύσκολο να το πω προτού ξεκινήσει.

«Μπορεί να είμαι εξοντωμένη από τις πρόβες χορού και να λέω στον εαυτό μου, δεν μπορώ άλλο, θα πεθάνω, και αν τελικά μου γίνει μια πρόταση που μου αρέσει, θα πάω αμέσως».

– Γνωρίζοντας όλο και περισσότερους συναδέλφους σας αλλά και σκηνοθέτες και βλέποντας αλλιώς τον κόπο που καταβάλλετε νιώθω πως πρέπει να συνδράμουμε όλοι για να αγκαλιάζει όλο και περισσότερος κόσμος το θέατρο, χωρίς να φοβάται ότι δεν θα καταλάβει ή ότι δεν είναι κάποια πράγματα για το επίπεδό του…

Κι εγώ συμφωνώ. Κατ’ αρχάς, ο κόσμος που θα δει μια παράσταση μπορεί να μην αναρωτηθεί εκείνη τη στιγμή, τι ήταν αυτό που είδα, αλλά θα επικοινωνήσει με μία συγκίνηση – το θεωρώ πάρα πολύ σημαντικό. Το καλοκαίρι, για να μιλήσω για μια πρόσφατη παράστασή μου, που παίζαμε το «γάλα, αίμα», έρχονταν άνθρωποι πολύ συγκινημένοι, κάποιοι έκλαιγαν ακόμη, και μας έλεγαν ότι ακουμπήσαμε την ψυχή τους – τι σημασία έχει αν ο καθένας έλαβε ένα βαθύτερο νόημα ή όχι. Αυτό το θεωρώ συγκλονιστικό. Και εμείς οι ίδιοι δεν πρέπει να θεωρούμε πως «γνωρίζουμε», είτε κάνουμε θέατρο είτε οτιδήποτε άλλο. Στους μαθητές μου συνηθίζω να λέω «μην νομίζετε ότι ξέρετε, μην δηλώνετε τα πράγματα… προχωρήστε με απορία, πηγαίνετε χωρίς να ξέρετε τίποτα και τότε θα μάθετε». Μου φαίνεται αποκρουστικό να φέρεσαι σαν παντογνώστης. Και αυτό ισχύει και για τους φανατικούς κριτικούς: άλλο η κριτική και άλλο η κριτική που υπονομεύει ή οι περισπούδαστες αναλύσεις. Αυτές απομακρύνουν τελικώς τους ανθρώπους από το θέατρο, κάτι που το θεωρώ κρίμα, γιατί πραγματικά ο κόσμος το έχει ανάγκη, ειδικά τώρα.

«Δεν έχω ξανασυναντήσει τέτοια προσωπικότητα σαν τον Λευτέρη Βογιατζή».

– Ο Λευτέρης Βογιατζής, ένας «δικός» σας άνθρωπος (νονός του παιδιού σας), υπήρξε μια τεράστια μορφή για το ελληνικό θέατρο. Τι πιστεύετε ότι μας άφησε αυτός ο άνθρωπος;

 Νιώθω ειλικρινά πως είμαι ο τελευταίος τροχός της αμάξης, για να μιλήσω γι’ αυτόν τον άνθρωπο. Κατ’ αρχάς, όταν γνώρισα τον άντρα μου (σ.σ. Νίκος Κουρής) κι όταν γεννούσα το παιδί μας, ήταν από πάνω μου σαν δαμόκλειος σπάθη ο Λευτέρης, με τον οποίο πότε εγώ και πότε ο Νίκος κάναμε πρόβες και παραστάσεις συνεχώς. Ηταν δύσκολα και επίπονα συχνά, αλλά μου λείπει τρομερά. Δεν έχω ξανασυναντήσει τέτοια προσωπικότητα. Μπορεί να μουρμούριζα μέσα μου καμιά φορά  «Ωχ, πάλι θα πάω στην πρόβα που θα κρατήσει δεκαεφτά χιλιάδες ώρες και δεν θα καταλαβαίνω γιατί παραμένουμε στο ίδιο σημείο ξανά και ξανά» – διότι ο Λευτέρης δεν «ξεκινούσε» ποτέ, μάλλον γιατί δεν ήθελε να ολοκληρώσει-, αλλά ξέρω καλά πως δεν θα το ξαναζήσω έτσι ποτέ το θέατρο. Το μόνο προσωπικό που μπορώ να μαρτυρήσω είναι πως κάποτε του ομολόγησα ότι καμιά φορά ένιωθα πως με χρειάζεται δίπλα του απλώς για να είναι πιο κοντά στον Νίκο – ειδικά κάποια περίοδο που ήταν αρκετά μαλωμένοι-, κι ότι θα έπρεπε να χτίσουμε μια δική μας σχέση, γιατί εγώ δεν είμαι ο Νίκος, ούτε το σκαλοπάτι για να τον προσεγγίσει. Το σεβάστηκε αυτό, και ξεκινήσαμε από την αρχή αλλιώς.

«Αλλο η κριτική και άλλο η κριτική που υπονομεύει ή οι περισπούδαστες αναλύσεις. Αυτές απομακρύνουν τελικώς τους ανθρώπους από το θέατρο».

– Είχατε στενή σχέση και με τον Κωνσταντίνο Ρήγο. Εκείνος; Πώς ήταν στις επαφές σας;

Δεν έχουμε πλέον τόσο συχνή επαφή αλλά όταν τύχει να τον δω, εγώ για κάποιο λόγο βουρκώνω κι αυτός πάντα μου φωνάζει «σταμάτα να κλαις!». Η αλήθεια είναι πως κάναμε πολύ σημαντικά πράγματα μαζί – τη στιγμή μάλιστα που τα κάναμε και στην ηλικία που ήμασταν. Συναντηθήκαμε την εποχή που ο χορός στην Ελλάδα άνθιζε, υπήρχε έμπνευση και νιώθαμε σαν να είμαστε οι κυρίαρχοι του κόσμου! Ο Κωνσταντίνος είναι πολύ αυστηρός, λεπτολόγος και τελειομανής αλλά συγχρόνως έχει μέσα του μεγάλη τρυφερότητα, αν και δεν το παραδέχεται.

«Με αποφορτίζει η πρωινή μου άσκηση, είναι η έναρξή μου και αν δεν το κάνω, δεν φεύγουν οι τοξίνες».

– Τι είναι αυτό που σας αποφορτίζει στην καθημερινότητα;

Με αποφορτίζει η πρωινή μου άσκηση, είναι η έναρξή μου και αν δεν το κάνω, δεν φεύγουν οι τοξίνες. Με αποφορτίζουν επίσης οι μαθητές μου -αλλά και με φορτίζουν, υπάρχει ένα έντονο ζωογόνο πάρε-δώσε. Πριν το μάθημα, πολλές φορές είμαι τρομαγμένη, αλλά μετά είμαι πολύ αποφορτισμένη. Μου αρέσει να γνωρίζω καινούργιους ανθρώπους, που είναι απλοί και άξιοι. Είμαι πολύ δεκτική σε νέες πληροφορίες και πράγματα, μου αρέσει η επαφή με την καθημερινότητα των ανθρώπων.

«Είμαι ανοιχτή στα πράγματα, όσο κι αν τα φοβάμαι, πηγαίνω προς αυτά».

– Τελικά ενώ από μακριά μοιάζετε κλειστή, μου φαίνεστε ανοιχτή αγκαλιά…

Είμαι ανοιχτή στα πράγματα, όσο κι αν τα φοβάμαι, πηγαίνω προς αυτά. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανθρώπους. Εξάλλου νομίζω ότι στην αρχή, με έναν ρόλο, αυτό κάνουμε – πλησιάζουμε τους ανθρώπους. Και μπερδευόμαστε ίσως και στην πραγματικότητά μας – αναρωτιέσαι ποιος εαυτός σου θα βγει, χωρίς να σημαίνει ότι είναι ψεύτικο, καθόλου. Είναι κάποιοι ρόλοι που τους χρειάζεσαι στη ζωή, χωρίς να είναι ψεύτικοι. Όταν όμως μετά μπεις στο αυτοκίνητό σου για να γυρίσεις σπίτι, πάλι γίνεσαι «εσύ» και κλείνεσαι κάπως.

– Μπροστά σε αυτό το δύσκολο project «Stones and Bones» των RootlessRoot που συνεργάζονται με τον Άγγλο γλύπτη Peter Randall-Page και δημιουργούν μια παράσταση για την παροδικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, ποια σκέψη σας έρχεται πρώτη;

Ενα άγχος, γιατί θα έρθουν πολλοί μαθητές μου και γιατί δεν ξέρω κατά πόσο θα εκπληρώσω απέναντι στα μάτια τους τη σχέση που είχα με τον χορό! Δεν νιώθω χορεύτρια σε αυτή την παράσταση. Δεν μου λείπει να νιώσω χορεύτρια, αλλά έχω αγωνία μήπως απογοητεύσω κάποιες προσδοκίες. Δεν πειράζει όμως. Είμαι χορεύτρια με την έννοια ενός σώματος που κάνει πράγματα, είμαι όμως και ηθοποιός, γιατί κάνω έναν μονόλογο που τον είχα ανάγκη για να υπάρξω μέσα σε αυτούς τους τρομερούς καλλιτέχνες. Είναι και το θέμα του τέτοιο που δεν αφήνει το μυαλό σου σε ησυχία: το σώμα και η φθαρτότητά του. Το σώμα του καλλιτέχνη που θέλει να υπάρξει στο μυαλό του κοινού για πάντα και πεθαίνοντας, να αφήσει παντοτινά το στίγμα του. Που δεν γίνεται… ‘Η γίνεται;

 

ΙΝFO

//Stones and Bones, 3-7 Nοεμβρίου, Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, Λεωφ. Συγγρού 107, τηλ. 210 900 5800

 

Διαβάστε ακόμα: Όλια Λαζαρίδου. «Για να ξαναγαπήσεις τον κόσμο θα πρέπει να τον έχεις κλωτσήσει πρώτα».

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top