«Νιώθω πιο πολύ Ελληνίδα πια, παρά Γαλλίδα».

Στον τελευταίο όροφο μιας αθηναϊκής Bauhaus πολυκατοικίας, είσαι πιο κοντά στον ήλιο παρά στην αστική βοή. Εκεί βρίσκεται το πολύχρωμο ατελιέ του KIMALÉ. Mιας εκατό τοις εκατό ελληνικής εταιρείας που ανήκει σε μια Γαλλίδα, την Ιρέν Μαμφρεντός, και ντύνει το ελληνικό καλοκαίρι με τα πιο μποέμ υφάσματα. Την επισκεφθήκαμε για έναν απολαυστικό καφέ Nespresso, φτιαγμένο από την κίτρινη Vertuo Pop μηχανή της, και μιλήσαμε για μόδα, χρώμα και προσωπικούς στόχους.

«Ήρθα να ζήσω στην Ελλάδα και ήθελα αμέσως να μάθω ελληνικά. Ήθελα να νιώθω ότι μπορώ να ενταχθώ πλήρως στην κοινωνία».

– Πώς θα παρουσίαζες τον εαυτό σου; 

Ποια είμαι;

– Ναι. 

Λοιπόν, σύντομα θα γίνω 40 ετών. Είμαι μισή Ελληνίδα και μισή Γαλλίδα. Ζω στην Ελλάδα τα τελευταία είκοσι τρία χρόνια, έχω δύο παιδιά και νιώθω πιο πολύ Ελληνίδα πια, παρά Γαλλίδα.

– Δηλαδή ήρθες μικρή στην Ελλάδα. Πώς έγινε αυτό;

Γιατί γνώρισα τον Κίμωνα.

– Στο σχολείο σε βρήκε;

Με βρήκε εκτός σχολείου, αλλά, ναι, πήγαινα στην τρίτη λυκείου (γελάει).

H καλύτερη στιγμή της ημέρας. Να πίνεις έναν καφέ Nespresso κάνοντας διάλειμμα από τη δουλειά.

– Κι αυτός μικρός φαντάζομαι, για πενταήμερη ήρθε;

Είχε πάντοτε σχέσεις με τη Γαλλία, από πιο μικρός, και μέσω κοινού φίλου γνωριστήκαμε τέτοια εποχή, πριν τις γιορτές.

– Ελπίζω, τουλάχιστον, να σε άφησε να τελειώσεις τις σπουδές σου.

Τι θα πει «με άφησε», δικές μου αποφάσεις είναι αυτές. Εννοείται, τελείωσα το σχολείο, δεν σπούδασα όμως. Ήρθα στην Ελλάδα και ήθελα να μάθω ελληνικά. Ήθελα να νιώθω ότι μπορώ να ενταχθώ πλήρως στην κοινωνία. Οπότε τα πρώτα χρόνια είχα πιο μικρές δουλειές, αλλά μάθαινα ελληνικά για να μην με ρωτάνε κάθε φορά από πού είμαι. Δεν το έχω καταφέρει εντελώς, αλλά, εντάξει, τις περισσότερες φορές καταλαβαίνεις ότι είμαι τουλάχιστον μισή Ελληνίδα.

– Τι δουλειές έκανες;

Πάντα δούλευα στον χώρο της μόδας, αλλά σε πολλούς διαφορετικούς τομείς. Έχω κάνει περούκες, έχω δουλέψει σε βεστιάριο, ήμουν στυλίστρια σε περιοδικά… χμ, τι άλλο έχω κάνει; Δούλευα στον Γαβαλά στην παραγωγή, μετά στον οίκο Balenciaga – εκεί ήμουν στο κομμάτι του creative. Με πήγε η ζωή από ‘δω και από ‘κει. Κάπως, χωρίς πλάνο…

«Εχω αυτή τη μικρή εταιρεία και κυριολεκτικά δίνουμε πάρα πολύ αγάπη στα πράγματα που κάνουμε. Δεν με ενδιαφέρει να φτιάξω ένα μεγάλο brand».

– Και πώς έφτασες κάποια στιγμή να κάνεις μια δική σου φίρμα;

Είμαι ενστικτώδης άνθρωπος. Δεν είμαι πολύ καλή στο να προγραμματίζω τα πράγματα ή να τα οραματίζομαι. Κάπως έρχονται, κι εγώ ακολουθώ αυτό που έρχεται. Κάπως έτσι ήρθε και το KIMALÉ. Είχα κάνει δύο παιδιά, ήμουν στο σπίτι γιατί ήθελα να τα μεγαλώσω και είχα σταματήσει να δουλεύω για πέντε-έξι χρόνια. Mεγάλωσαν, πήγαν σχολείο, και τότε ένιωσα πως το σπίτι δεν μου αρκεί. Ξανάρχισα να κάνω κάποια ρούχα για τα παιδιά μου και για φίλες μου. Από μικρή, κάτι που μου προκαλούσε το αφρικάνικο ύφασμα. Με γέμιζε χαρά, έβλεπα το ύφασμα και μου έδινε ενέργεια. Οπότε, είπα να κάνω κάποια ρούχα. Αυτά άρεσαν και μου είπαν όλοι «γιατί δεν κάνεις μία μικρή συλλογή;». Και έτσι έγινε, τσούκου-τσούκου που λέμε. Η κολλητή μου ήταν πατρονίστ, οπότε κάναμε ένα ωραίο δίδυμο. Είχα παλιούς συνεργάτες από τον Γαβαλά, και πολύ σιγά χτίστηκε αυτό.

Η Ιρέν φτιάχνοντας κοσμήματα, στο ατελιέ της. «Πάντα δούλευα στον χώρο της μόδας, αλλά σε πολλούς διαφορετικούς τομείς».

– Πόσα χρόνια υπάρχει το Kimalé;

Το Kimalé είναι 8 χρόνια, αλλά πρέπει να υπολογίσουμε ένα χρόνο πριν που τρέχαμε την προετοιμασία και είναι και η επόμενη συλλογή που τρέχουμε, οπότε είναι 10 συλλογές καθ΄βς κάνουμε μία καλοκαιρινή slow fashion συλλογή ετησίως.

«Δεν είμαι άνθρωπος επιθετικός που πάει να κυνηγήσει κάτι. Οι πελάτες του KIMALÉ είναι πιστοί».

– Σε συναντώ στον χώρο σου, σε αυτό το ηλιόλουστο μεσοπολεμικό διαμέρισμα στο κέντρο της Αθήνας…

Ναι, έχει πάρα πολύ ωραία αύρα αυτή εδώ η γωνία!

– Σκέφτομαι, μήπως το μέλλον ή το παρόν -ήδη- στη μόδα έχει να κάνει με αυτές τις μικρές επιχειρήσεις που δουλεύουν με αγάπη και όχι μόνο με τα τεράστια brands;

Εγώ έχω αυτή τη μικρή εταιρεία και ειλικρινά δίνουμε πάρα πολλή αγάπη στα πράγματα που κάνουμε. Επομένως, εννοείται ότι πάντα προς τα εκεί θα πάω. Και στις προσωπικές μου επιλογές πάντα πάω σε μικρές εταιρείες, σε πιο ξεχωριστά πράγματα. Μπορεί να πέρασα από το μαζικό όταν ήμουνα νεότερη, αλλά δεν νιώθω πια καθόλου ευχαρίστησή μέσα από αυτό. Είναι επειδή μεγαλώνουμε, είναι επειδή ζούμε σε αυτόν τον ζόρικο κόσμο, δεν ξέρω, αλλά σίγουρα για μένα είναι πια στάση ζωής. Οπότε το εφαρμόζω και στη δουλειά μου. Μου φαίνεται αυτονόητο. Βέβαια, φέρνει πολλές δυσκολίες για τη μικρή εταιρεία που δεν θέλει να γίνει μεγάλη.

Η νέα μηχανή Nespesso Vertuo Pop είναι εύχρηστη και καλαίσθητη, σε ποικιλία pop χρωμάτων.

– Δεν θέλεις να κατακτήσεις τον κόσμο δηλαδή;

Όχι! Όχι, δεν είναι για μένα αυτό. Το challenge είναι να βρεις την ισορροπία, είναι ήδη πάρα πολύ δύσκολο. Δεν το καταλαβαίνει πάντα ο κόσμος. Σου λέει «γιατί δεν θες να κάνεις πάταγο;» Ε, γιατί έτσι! Πραγματικά δεν νιώθω αυτήν την ανάγκη.

– Αυτό ήθελα να σε ρωτήσω, επειδή τα ρούχα KIMALÉ έχουν ένα κόστος…

Ναι έχουν ένα κόστος, διότι έχουν αξία.

– Αντιλαμβάνεσαι το σκεπτικό ενός πελάτη που λέει: γιατί να πάρω κάτι από το KIMALÉ ή από ένα άλλο μικρό brand και να μην δώσω τα ίδια λεφτά για να πάρω ένα ρούχο από ένα πολύ γνωστό οίκο που θα το βρω σε κάθε αεροδρόμιο;

Αυτό έχει χτιστεί με τα χρόνια, έχει χτιστεί στόμα με στόμα, έχει χτιστεί σιγά-σιγά… Γενικά δεν είμαι άνθρωπος επιθετικός που πάει να κυνηγήσει κάτι. Οι πελάτες του KIMALÉ είναι πολύ πιστοί. Μπορεί να πάρουν μόνο ένα ρούχο, αλλά θα ξαναέρθουν κάθε χρόνο να πάρουνε άλλο ένα. Δηλαδή, το αγαπάνε, το κάνουν δικό τους. Πολύ συχνά βέβαια θα μου πουν «μήπως είναι λίγο ακριβό;» κι έτσι θα μου δώσουν την ευκαιρία να εξηγήσω γιατί.

«Όλα μας τα ρούχα φτιάχνονται στην Ελλάδα από εργαζόμενους που πληρώνονται σωστά».

«Οι πελάτες του KIMALÉ -πολύ συχνά- είναι πολύ πιστοί. Μπορεί να πάρουν μόνο ένα ρούχο, αλλά θα ξαναέρθουν κάθε χρόνο να πάρουνε άλλο ένα».

– Εξήγησέ μας γιατί είναι μπορεί κάποιος να το θεωρήσει ακριβό. 

Yπάρχουν οι μεγάλοι οίκοι που είναι πολύ πιο ακριβοί, υπάρχουν οι γνωστοί που κάνουν fast fashion και είναι φτηνοί -αλλά με τεράστια παραγωγή- και υπάρχουν και οι ενδιάμεσοι που μπορεί να φαίνονται ακριβοί αλλά συχνά είναι οι πιο τίμιοι, με το μικρότερο περιθώριο κέρδους. Ο κόσμος βέβαια όπως είναι φυσικό, δυσκολεύεται να καταλάβει πώς προκύπτει η αξία σε κάθε περίπτωση. Πώς μπορεί ένα τζιν στο γιγαντοκατάστημα να έχει 40 ευρώ και ένα παντελόνι σε εμένα να έχει 190; Άμα δεν ξέρεις σου φαίνεται τρελό. Και τους εξηγώ ότι το ύφασμα που παίρνω είναι σε πολύ μικρές ποσότητες, και το 90% είναι φτιαγμένο στο χέρι. Έπειτα, θυμίζω ότι είμαστε σε μία χώρα που πρέπει να τηρούνται οι εργασιακοί κανόνες.

– Παρένθεση: Φτιάχνονται όλα στην Ελλάδα;

Ναι, φτιάχνονται όλα στην Ελλάδα. Από εργαζόμενους που πληρώνονται σωστά, που δεν δουλεύουν μέχρι τις 12:00 το βράδυ κι όλο αυτό έχει κόστη για τον επιχειρηματία. Η τελική τιμή προκύπτει από αυτά τα κόστη. Και, επίσης, προσπαθούμε να εμπλουτίσουμε το ρούχο και να του δώσουμε ένα στοιχείο μοναδικότητας. Γι’ αυτό έχουμε μικρές παραγωγές, γι’ αυτό προσπαθούμε π.χ. τα κουμπιά να τα κάνουμε εμείς, δηλαδή να φαίνονται σαν κάτι ξεχωριστό, σαν κόσμημα. Δεν υπάρχει άλλος που να τα κάνει έτσι στην αγορά. Επειδή θέλουμε να δώσουμε κάτι, αυτό το κάτι που θα σε κάνει να νιώθεις ότι φοράς ένα ρούχο που δεν θα το έχει πολύς κόσμος.

Τα αξεσουάρ έχουν τη δική τους διακριτή θέση στο KIMALÉ.

– Αυτό το κουμπί που φοράς με τη χελώνα είναι KIMALÉ;

Ναι, ό,τι βλέπεις είναι KIMALÉ.

– Δεν φαντάζομαι να έχεις ανταλλακτικό ραμμένο μέσα στο πουκάμισο; Θα πρέπει να προσέχεις να μη χάσεις κουμπί.

Άμα το χάσεις μάς παίρνεις τηλέφωνο και σου στέλνουμε άλλο ένα. Γιατί και αυτό είναι κόστος, να στείλεις το έξτρα κουμπί. Αλλά είμαστε εδώ και αν το χάσεις, εμείς έχουμε κάποια επιπλέον κουμπιά και θα στο στείλουμε και θα στο ράψουμε κιόλας άμα θέλεις.

«Αγαπάω τα ζώα και τη θάλασσα. Μου αρέσουν πολύ τα κλασικά πράγματα. Οπότε κάθε συλλογή έχει πάντα ένα mix από αυτά τα τρία στοιχεία».

Μια κούπα καφέ Nespresso είναι η πιο όμορφη παρέα.

– Πώς ξεκινάει μια νέα συλλογή;

Πρέπει να νιώθεις αρκετά ελεύθερος για να σου έρχονται ιδέες αυθόρμητα. Εμείς ξεκινάμε συνήθως με τι print θα σχεδιάσουμε, πριν από τις φόρμες, τα πατρόν. Οπότε σε εκείνη τη φάση οργανώνω τι έχω σκεφτεί λίγο πιο πριν, τι ανταπόκριση είχαν τα print της προηγούμενης συλλογής, αλλά και σε τι mood είμαι κι εγώ. Κάθε σεζόν είναι πάρα πολύ διαφορετική. Αγαπάω τα ζώα και τη θάλασσα. Μου αρέσουν πολύ, επίσης, τα κλασικά πράγματα. Οπότε κάθε συλλογή έχει πάντα ένα mix από αυτά τα τρία στοιχεία. Ιδιαίτερα η φύση είναι πάντα ένα σταθερό σημείο αναφοράς που ξέρω ότι με εμπνέει. Κάπως έτσι ξεκινάμε, ζωγραφίζουμε τα print, τα στέλνουμε στους ανθρώπους που τα φτιάχνουν (στην Ινδία, συνήθως, τα τελευταία χρόνια) και μέχρι να παραλάβουμε το ύφασμα αρχίζουμε και σχεδιάζουμε και τα ρούχα.

– Δηλαδή το ύφασμα φτιάχνεται ειδικά για εσάς;

Ναι. Τα μόνα που φέρνω έτοιμα είναι τα waxprint, αλλά είναι σε συγκεκριμένο στοκ. Το waxprint είναι εφεύρεση της Ευρώπης, των Ολλανδών και μέσα από τις αποικίες πήγε στην Αφρική, αλλά αρχικά ήταν για τους Ευρωπαίους. Ωστόσο, δεν τους άρεσε πραγματικά και μέσω των αποικιών μεταφέρθηκε στην Αφρική. Εκεί τρελάθηκαν και έτσι έμεινε. Όχι ότι δεν έχουν και δικά τους υφάσματα στην Αφρική. Έχουν άπειρα και πανέμορφα υφαντά στο χέρι με φυσικές βαφές ίντιγκο. Έχουν θησαυρούς!

«Πρέπει να νιώθεις αρκετά ελεύθερος για να σου έρχονται ιδέες αυθόρμητα».

– Πώς ακριβώς γίνεται το  waxprint;

Αυτό έχει ταξιδέψει πάρα πολύ ανά τον κόσμο. Αρχικά μας έρχεται από την Ινδία, όπου έχουν το μπατίκ, το οποίο γίνεται με κερί. Έχεις ένα λευκό βαμβακερό ύφασμα, κερώνεις αυτό που δεν θέλεις να βαφτεί μετά βάφεις το ύφασμα και στη συνέχεια βγάζεις το κερί και εμφανίζεται το σχέδιο. Αυτό είναι ουσιαστικά το waxprint, απλά σαν διαδικασία εργοστασίου. Οπότε στο αποτέλεσμα του print γίνεται η κάθε στρώση χρώματος με κερί, το οποίο στη συνέχεια πλένεται.

«Από τη Γαλλία δε μου λείπει τίποτα. Τι με δυσκόλεψε στην Ελλάδα; Όχι πολλά πράγματα!»

Μια κάψουλα αρκεί για να σκορπίσουν τα αρώματα του καφέ.

– Και ποια είναι τα σκληρά υφάσματα που βλέπουμε πολλές φορές στην Αφρική;

Αυτό είναι το μπαζάν. Επίσης ευρωπαϊκό. Είναι ουσιαστικά βαμβακερό ζακάρ, είναι μέσα στην ύφανση το σχέδιο και μετά χτυπάνε το ύφασμα και αποκτάει μια όψη που θυμίζει χαρτί. Μπορούν να το χρησιμοποιήσουν και στην τεχνική του ίντιγκο ή tie-dye.

– Να κάτι που παραμένει γαλλικό σε εσένα, σου αρέσει η λεπτομέρεια του artisanat.

Nαι, αυτό είναι το ενδιαφέρον μου. Σε κάτι που είναι λίγο πιο μοναδικό και χειροποίητο.

Η Irène στο ατελιέ της, με total look KIMALÉ.

– Αυτό είναι κάτι που το έχουμε ξεχάσει λίγο στην Ελλάδα και θα μπορούσαμε να το ξαναβρούμε στη Γαλλία;

Υπάρχει πολύ χειροποίητο στην Ελλάδα. Μπορεί να το υποστηρίζουν λίγο παραπάνω στη Γαλλία, αλλά και στην Ελλάδα υπάρχει πάρα πολύ. Έχουμε απίστευτους τεχνίτες, από αυτούς που κάνουν τα εκκλησιαστικά είδη μέχρι τα κοσμήματα. Υπάρχουν υφάσματα και υφαντά, απίστευτα. Από την Κρήτη μέχρι το Σουφλί φτιάχνουν φανταστικά πράγματα. Στα μοναστήρια, επίσης. Υπάρχει παράδοση στην Ελλάδα.

«Υπάρχει πολύ χειροποίητο στην Ελλάδα. Έχουμε απίστευτους τεχνίτες».

– Σε ποιες αγορές απευθύνεται κυρίως το KIMALÉ;

Κυρίως στην ελληνική αγορά, αλλά και διεθνώς.

– Είναι πιο καλοκαιρινό το ύφος;

Ναι βέβαια, έχει τον ήλιο και τη θάλασσα στο DNA του. Η αλήθεια είναι ότι έχουμε μία συλλογή το χρόνο που είναι καλοκαιρινή, αλλά είναι πολλά κομμάτια που τα φοράς τελικά 12 μήνες. Είμαστε τώρα μέσα Δεκεμβρίου κι εγώ ακόμη φοράω καλοκαιρινό πουκάμισο Kimalé. Το επιτρέπει ο καιρός της Ελλάδας. Τα πουκάμισα τα έχω στο καθημερινό του ντύσιμο, ασχέτως εποχής.

«Η ζωή γενικά έχει δυσκολίες. Ας πούμε: να φτιάξεις εταιρεία είναι δύσκολο».

– Όλα αυτά τα χρόνια τι σε δυσκόλεψε στην Ελλάδα και τι σου λείπει από τη Γαλλία;

Από τη Γαλλία δε μου λείπει τίποτα. (γελάει). Τι με δυσκόλεψε; Όχι πολλά πράγματα. Δε νιώθω ότι με δυσκόλεψε κάτι ιδιαίτερα. Νιώθω τόσο καλά εδώ, είμαι τόσο σίγουρη για τον εαυτό μου που έκανα καλά που ήρθα στην Ελλάδα. Νομίζω με βοηθάει πιο πολύ να εξελιχθώ ως άνθρωπος. Προφανώς, η ζωή μπορεί να σε δυσκολεύει γενικά, αλλά δεν με έχει δυσκολέψει η Ελλάδα. Θεωρώ πως ο κόσμος εδώ είναι πάντα πρόθυμος να βοηθήσει. Με δέχθηκαν. Δεν ένιωσα ποτέ ότι είμαι μία ξένη. Ακόμη και στη δουλειά μου, από τον κόσμο που γνωρίζω, που κάνει την ίδια δουλειά, άμα τους πάρεις τηλέφωνο να τους ζητήσεις μία βοήθεια ή έναν προμηθευτή, πάντα θα σε βοηθήσουν. Είμαι τυχερή που γνώρισα τον Κίμωνα, αλλά πραγματικά δεν νιώθω μία ιδιαίτερη δυσκολία. Η ζωή βέβαια έχει και δυσκολίες. Ας πούμε: το να φτιάξεις εταιρεία είναι πολύ δύσκολο.

«Μου αρέσει να φοράω μόνο βαμβακερά και μερικές φορές το χειμώνα μάλλινα γιατί έχει κρύο. Αλλά δεν φοράω ποτέ συνθετικό».

Διαφορετικές εκδοχές του χρώματος: η New Vertuo Pop μηχανή της Nespresso και τα επισμαλτωμένα σκουλαρίκια του KIMALÉ.

– Μέσα στην παγκοσμιοποίηση υπάρχει ακόμα χώρος για προσωπική έκφραση; Μπορεί κάποιος να εκφράσει κάτι μέσα από το ντύσιμό του;

Νομίζω ότι επειδή ακριβώς έχει γίνει η παγκοσμιοποίηση τόσο μεγάλη και πάει να μας πατήσει, τώρα είναι που έχεις ανάγκη να εκφραστείς και να βρεις μέσα σου το διαφορετικό. Νομίζω ότι αυτό γίνεται στο KIMALÉ και σε άλλες μικρές εταιρείες. Νομίζω πως αυτό είναι που ξεχνάει ο κόσμος, να βρει κάτι που να είναι αναγνωρίσιμο μεν αλλά με πιο λεπτό τρόπο. Δηλαδή να βρει ταυτότητα.

– Πόσο δύσκολο είναι αυτό;

Δύσκολο και εύκολο μαζί, δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω. Αν έχεις την ταυτότητα μέσα σου και άμα είσαι συγκεντρωμένος σε αυτό που πιστεύεις θα βγει προς τα έξω. Αν δηλαδή δεν προσπαθείς να κάνεις σαν τον διπλανό σου και δεν πεις «αυτό έχει επιτυχία, θα το κάνω και εγώ αυτό». Όχι, θα κάτσω να σκεφτώ τι πραγματικά με αντιπροσωπεύει και με κάνει χαρούμενο. Έτσι βρίσκεται η ταυτότητα ενός brand και μετά το αντιλαμβάνεται ή όχι ο καταναλωτής. Αλλά και οι πελάτες, νομίζω, «το πιάνουν» αυτό.

«Η ταυτότητα ενός brand φτιάχνεται με το να βρεις τι σε κάνει χαρούμενο».

– Πολλοί άνθρωποι πιάνουν ένα περιοδικό μόδας, ψάχνουν να δουν τι είναι της μόδας για να το πάρουν. Τα αποτελέσματα μερικές φορές δεν είναι πολύ καλά. Εσύ έχεις κάποια πρακτική συμβουλή για το πώς κάποιος θα ντυθεί καλύτερα;

Είναι αδύνατον να απαντήσεις σε αυτή την ερώτηση. Καταρχάς υπάρχουν άνθρωποι που τους ενδιαφέρει πώς ντύνονται κι άλλοι καθόλου. Και δεν πειράζει, πραγματικά. Δεν είναι απαραίτητα κάτι που σου φτιάχνει το κέφι. Αν όμως σου φτιάχνει το κέφι, νομίζω, ότι ακριβώς όπως και για την ταυτότητα της εταιρείας, έτσι πρέπει να νιώθεις και εσύ. Όταν σχεδιάζω ρούχα το πρώτο πράγμα που είναι πάρα πολύ σημαντικό για μένα, είναι όταν το φοράω να νιώθω άνετα. Αυτό για μένα είναι πολύ βασικό. Δεν θέλω να φορέσω ένα ρούχο το πρωί που θα μου πιέζει την κοιλιά, που θα πρέπει να το τραβήξω συνέχεια επειδή είναι στενό. Οπότε αυτό είναι πολύ βασικό για να με βοηθήσει να διαλέξω κάτι. Πρέπει να είναι άνετο. Ο καθένας έχει το δικό του.

– Πρέπει να είναι άνετο, και τί άλλο;

Εμένα μου αρέσει να φοράω μόνο βαμβακερά και μερικές φορές το χειμώνα μάλλινα γιατί έχει κρύο. Αλλά δεν φοράω ποτέ συνθετικά. Καθένας πρέπει να μάθει τι του αρέσει, αλλά για τον εαυτό του, όχι επειδή τάχα το λέει η κοινωνία.

«Με εμπνέουν απλά πράγματα: ο ουρανός, μία βόλτα στο δάσος, οι φίλες μου, γενικά ο κόσμος γύρω μου».

«Η θάλασσα με ηρεμεί και με εμπνέει, πάντα. Τα απλά πράγματα: ο ουρανός, μία βόλτα στο δάσος, οι φίλες μου, γενικά ο κόσμος γύρω μου».

– Κάτι που σε ενέπνευσε πρόσφατα;

Η θάλασσα με ηρεμεί και με εμπνέει, πάντα. Τα απλά πράγματα: ο ουρανός, μία βόλτα στο δάσος, οι φίλες μου, γενικά ο κόσμος γύρω μου. Μου αρέσει να παρατηρώ τι συμβαίνει. Ένα βιβλίο επίσης, και γενικά ό,τι είναι «τροφή». Σινεμά και μουσική πάρα πολύ…

Η Ιρέν με την κυρία Μέλπω, στο ατελιέ του KIMALÉ.

– Κάποτε μου είπες ότι στο KIMALÉ κάνετε slow fashion.

Αυτό που λέμε στο KIMALÉ ότι είμαστε slow fashion είναι ένας ορισμός που μπορεί να πάρει πολλές μορφές και μπορείς να το κάνεις με διαφορετικό τρόπο. Αποφεύγουμε τη σπατάλη. Προπαραγγέλνουμε τα υφάσματα, δηλαδή ένα σταθερό στοκ στα υφάσματα που θεωρούμε ότι θα χρειαστούν για την επόμενη παραγωγή και θα εξαντλήσουμε όλο το στοκ μας. Δεν θα μείνει κάτι για του χρόνου. Προσπαθούμε να προβλέψουμε την παραγωγή που θα έχουμε, ώστε να μην έχουμε φύρες. Να μην σπαταλάμε ύφασμα. Στην κοπή, επίσης, κάνουμε όλες τις σχεδιάσεις για να μπορούμε να έχουμε καλύτερο μετράζ. Επίσης, εκεί υπάρχει λιγότερη σπατάλη και σε όποιο κενό υπάρχει, κάνουμε όλη την παραγωγή στο ατελιέ. Όλα τα αξεσουάρ τα κάνουμε από τις φύρες των υφασμάτων. Από όλες τις φύρες, επίσης, κάνουμε σακουλάκια με λεβάντες, ελληνική λεβάντα, τα οποία προσφέρουμε ως δώρο με κάθε αγορά ρούχου. Και μετά κάνουμε ό,τι άλλο μπορείς να φανταστείς. Αυτά που μείνουν στο τέλος της φύρας τα δίνουμε σε σχολεία, οργανισμούς κλπ για καλλιτεχνική χρήση. Στο τέλος πετάμε ελάχιστο ύφασμα.

«Όταν σχεδιάζω ρούχα το πρώτο πράγμα που είναι πάρα πολύ σημαντικό για μένα, είναι όταν το φοράω να νιώθω άνετα».

«Προσπαθούμε πολύ να μην υπάρχει σπατάλη, να δίνουμε αξία σε καθετί που αγοράζουμε, να του δίνουμε δεύτερη ζωή».

– Εν τέλει περιγράφεις μια κοινωνικά και περιβαλλοντικά υπεύθυνη επιχείρηση. 

Ναι, μέχρι ένα σημείο, γιατί πάντα μπορείς να γίνεις καλύτερος. Δηλαδή δεν θεωρώ ότι είμαστε οι καλύτεροι ως παράδειγμα, αλλά προσπαθούμε πολύ, να μην υπάρχει σπατάλη, να δίνουμε αξία σε καθετί που αγοράζουμε, να του δίνουμε δεύτερη ζωή. Κάνουμε και ένα πρότζεκτ που το λέμε Project Denim. Έχουμε κουτάκια με φύρες υφασμάτων από όλα τα print που έχουμε τα τελευταία χρόνια και μπορείς να έρθεις με οποιοδήποτε τζιν, φούστα παντελόνι τζάκετ σακάκι, οτιδήποτε σε τζιν, και να κάνεις μεταποίηση. Αν έχει τρύπα, αν είναι στενό, αν είναι φαρδύ και εμείς το κόβουμε και το μεταποιούμε. Διαλέγεις εσύ το ύφασμα που σου αρέσει. Μπορεί να γίνει κάτι πολύ εμφανές, μπορεί να γίνει κάτι πολύ κρυφό, μπορεί να είναι μία λεπτομέρεια, μπορεί πολλά πράγματα. Και έτσι δίνεις μια δεύτερη ζωή σε ένα αγαπημένο σου ρούχο. Του δίνεις και μια τσαχπινιά, μια πινελιά. Επιπλέον, προσπαθούμε να έχουμε και μια χαμηλή τιμή.

– Ωραία νομίζω θα συμπληρώσουμε τη συνέντευξη με ένα ρούχο για μεταποίηση που θα σας φέρω.

Ναι, φυσικά!

 

 Διαβάστε ακόμα, Δόμνικα Γρηγοριάδη: «Βιρτουόζο σε κάνουν η αισθητική και η πρωτοτυπία».

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top