«Η δεύτερη καραντίνα έρχεται σαν προϊόν μιας αποτυχημένης προσπάθειας να ελεγχθεί η διάδοση του ιού», σημειώνει η ψυχίατρος Κατερίνα Μάτσα.

Εικόνα από την πρώτη καραντίνα που δεν μπορεί να αποχρωματιστεί από το μυαλό κανενός. Στρατιωτικά καμιόνια στην Ιταλία να μεταφέρουν σωρηδόν νεκρούς από την Covid-19 με σκοπό να ταφούν άρον άρον και με κάθε προφύλαξη. Εν καιρώ ειρήνης, η Ευρώπη αντιμετωπίζει μια άνιση μάχη με την πανδημία και τα ακραία επίχειρά της: τους μαζικούς θανάτους.

Κάπως έτσι, όμως, δεν επιτελείται μια από τις βασικές σταθερές των κοινωνιών: να αποχαιρετήσουν με όλες τις ταφικές τιμές τα μέλη τους που μεταβαίνουν στη χώρα του θανάτου. Το μη επιτελεσμένο πένθος κουρνιάζει μέσα στους ζώντες μετατρέποντάς τους σε ζωντανούς-νεκρούς. Στο τελευταίο της βιβλίο «Νιόβη» (εκδ. Άγρα) η ψυχίατρος Κατερίνα Μάτσα αναφέρεται σε μια νέα γυναίκα, της Νιόβη, εξαρτημένη από τα ναρκωτικά που δεν μπορεί να αποδεχθεί τον θάνατο του πατέρα και του παιδιού της. Μη αντέχοντας το βάρος της απουσίας δίνει πρόωρο τέλος στη ζωή της.

Προφανώς, εδώ, πέραν του πραγματικού γεγονότος, έχουμε να κάνουμε και με έναν συμβολισμό: πώς μπορεί μια κοινωνία να προχωρήσει όταν δεν επιτρέπει στον εαυτό της να συμβιβαστεί με τον θάνατο και την απώλεια; Η Κατερίνα Μάτσα, μια εμβληματική επιστήμονας στο χώρο της τοξικοεξάρτησης (εργάστηκε στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής από το 1974 μέχρι το 2013. Υπήρξε επιστημονική υπεύθυνη της Μονάδας Απεξάρτησης 18 ΑΝΩ μέχρι τη συνταξιοδότησή της. Έκτοτε συμμετέχει στο έργο των Κοινωνικών Ιατρείων. Είναι εκδότρια του περιοδικού «Τετράδια Ψυχιατρικής»), μιλάει στο Andro για την πανδημία και την ανάγκη να αντισταθούμε στον θάνατο προβάλλοντας το αίτημα για ζωή.

«Ως ψυχίατρος έχω δει πάρα πολλά σοβαρά προβλήματα που δημιουργήθηκαν από την πανδημία. Καταθλίψεις, αυτοκτονίες, ενδοοικογενειακή βία».

– Πώς βιώνετε αυτή την δεύτερη καραντίνα και την κρίση που προκλήθηκε από τον ιό; 

Η δεύτερη καραντίνα έρχεται σαν προϊόν μιας αποτυχημένης προσπάθειας να ελεγχθεί η διάδοση του ιού. Μου προκαλεί πολλή θλίψη διότι πολλές δραστηριότητες που αναπτύχθηκαν μετά την πρώτη καραντίνα για τα πιο ευάλωτα στρώματα, κυρίως για τους ανθρώπους που παρουσίασαν ψυχικές διαταραχές, αυτή τη στιγμή σταμάτησαν. Πολλοί προέρχονταν από οικογένειες που χρεοκόπησαν, που αντιμετώπισαν πολύ μεγάλη φτώχεια ή ζούσαν σε καθεστώς μεγάλης ρευστότητας. Όλα αυτά γέννησαν πολλές ψυχικές διαταραχές. Σε αυτά τα στρώματα, όπως και στους πρόσφυγες, έγινε πολύ μεγάλη προσπάθεια μέσω των κοινωνικών ιατρείων να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα. Η δεύτερη καραντίνα διακόπτει αυτή τη διαδικασία που είναι τόσο πολύ αναγκαία. Όπου υπάρχει δυνατότητα διαδικτυακής ψυχολογικής υποστήριξης θα το κάνουμε, φυσικά, αλλά όπου δεν υπάρχει θα πρέπει να περιμένουμε να σταματήσει η καραντίνα.

– Η πανδημία έχει κοινωνικό και ταξικό αποτύπωμα; 

Σαφώς και έχει. Ως ψυχίατρος έχω δει πάρα πολλά σοβαρά προβλήματα που δημιουργήθηκαν από την πανδημία. Καταθλίψεις, αυτοκτονίες, ενδοοικογενειακή βία – ιδιαίτερα απέναντι στις γυναίκες και τα παιδιά, αυτά όλα έχουν αυξηθεί. Όπως και το ποσοστό των εξαρτήσεων είτε από ουσίες είτε από το διαδίκτυο, το αλκοόλ ή την τροφή. Έχουν καταγραφεί και διεθνώς. Ο φόβος είναι ότι αυτό το υπόβαθρο θα επιδεινωθεί με τη δεύτερη καραντίνα.

Μέσα στον θάλαμο εντατικής θεραπείας για ασθενείς με COVID-19 σε νοσοκομείο της Αθήνας (Sooc).

– Όταν και όποτε τελειώσει η πανδημία ποια πληγή θα κουβαλάει η μετανεωτερική κοινωνία μας; Πώς θα είναι ο κόσμος μας;

Αυτό που χαρακτηρίζει αυτή την κρίση, που είναι κρίση κατά βάσιν του κοινωνικού δεσμού, είναι ότι έχει διαρραγεί ο κοινωνικός δεσμός. Αυτό θα οδηγήσει σε μια κοινωνία ακόμη πιο ακραίας αποξένωσης των ανθρώπων και εξατομίκευσης. Κάτι τέτοιο έρχεται σε σύγκρουση με την ίδια την ανθρώπινη υπόσταση που είναι κοινωνική. Ο άνθρωπος γεννιέται κοινωνικό ον δεν γίνεται στην πορεία. Αυτή η συνθήκη καταλύεται με την πανδημία. Θα έχουμε μια κοινωνία σε βαθιά κρίση. Θα υπάρξει τεράστια αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων, κάτι που το βλέπουμε παντού πλέον. Ελάχιστοι πλούσιοι έγιναν πάρα πολύ πλούσιοι εν μέσω πανδημίας και η πλειοψηφία των ανθρώπων βυθίστηκε στην ανέχεια και τη φτώχεια. Φυσικά, περιμένουμε την επόμενη μεγάλη κρίση που είναι η κλιματική αλλαγή.

«Είναι σπασμωδικές οι κινήσεις των νέων να διασκεδάσουν. Είναι από απόγνωση και όχι από αδιαφορία».

– Η έννοια της τοξικής κοινωνικότητας, της απάθειας ενός μέρους της κοινωνίας προς τους περισσότερο ευάλωτους, σας βρίσκει σύμφωνη; Θυσιάζουν οι νέοι τους γηραιότερους για να μην χάσουν τη διασκέδασή τους; 

Δεν συμφωνώ. Ενοχοποιεί τη νεολαία. Δεν πιστεύω πως η νεολαία είναι τόσο ανάλγητη. Είναι απελπισμένη η νεολαία. Βγαίνουν έξω διότι η κατάσταση έτσι όπως εξελίσσεται, έχει εντείνει τους όρους του να μην βλέπουν κανένα μέλλον. Μεγαλώνει η απόγνωσή τους. Είναι σπασμωδικές οι κινήσεις τους να διασκεδάσουν. Είναι από απόγνωση και όχι από αδιαφορία. Αυτό που δεν έγινε μετά το πρώτο lockdown, αν και οι επιστήμονες χτυπούσαν το καμπανάκι, ήταν να παρθούν μέτρα για τις ευάλωτες ομάδες. Μην περιμένουμε να μετράμε νεκρούς στα γηροκομεία ή στις πολύ φτωχές περιοχές. Εκεί, δηλαδή, που υπάρχουν χρόνια νοσήματα που δεν έχουν αντιμετωπιστεί ως τώρα. Χρειαζόταν να αναπτυχθεί η κοινωνική πρόνοια έτσι ώστε να προλάβουμε τη διάδοση των κρουσμάτων που δεν νομίζω ότι προέρχονται μόνο από τους χώρους διασκέδασης. Σε λίγο θα έχουμε και στην Ελλάδα αυτό που ζήσαμε μέσω τηλεόρασης στην Ιταλία την Ισπανία και τη Γαλλία: οι μαζικοί θάνατοι ήταν από ιδρύματα. Τώρα πια οι Γάλλοι τρέμουν να βάλουν έναν άνθρωπό τους σε οίκο ευγηρίας. Η κοινωνία αδιαφόρησε για τα πιο ευάλωτα άτομα. Αυτά τα άτομα εξ ορισμού θα πάρουν πιο εύκολα τον ιό και θα καταλήξουν.

H Kατερίνα Μάτσα σημειώνει πως ο Σωτήρης Τσιόδρας δεν χρειάζεται να μπαίνει στα χωράφια της πολιτικής (Sooc).

– Στην κοινωνική πυραμίδα έχει ανέλθει στις μέρες μας ο Σωτήρης Τσιόδρας. Είναι παράδοξο να τον έχουμε αναγορεύσει σχεδόν ως πατερούλη μας; 

Δεν ξέρω αν το θεωρούμε πατερούλη. Είναι ένας καλός επιστήμονας που έχει αφιερώσει τη ζωή του στους ασθενείς του, όμως, ο τρόπος που τώρα παρουσιάζεται δίπλα στον πρωθυπουργό δεν βοηθάει αυτό που είναι αναγκαίο για να πείσει. Η επιστήμη πρέπει να είναι και να φαίνεται ανεξάρτητη από την πολιτική. Να μην χρησιμοποιείται από την πολιτική. Ο πολιτικός θα πάρει υπόψη τα πορίσματα της επιστήμης, αλλά ο επιστήμονας δεν επιτρέπεται να μπαίνει σε τέτοιου είδους σχέσεις. Κινδυνεύει να διολισθήσει σε έναν τομέα που δεν είναι ο δικός του.

«Στις περισσότερες χώρες η αγορά επιβάλλει τους δικούς της κανόνες και τα μέτρα λαμβάνονται πολύ καθυστερημένα».

Το βιβλίο της Κατερίνας Μάτσα «Νιόβη» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα.

– Και τον οποίο δεν τον ξέρει και είναι πιθανό να την πατήσει. 

Βέβαια και ήδη το έχει κάνει. Δεν έχει πια το κύρος που είχε στην πρώτη πανδημία. Βγαίνει ως επιστήμονας και δίνει οδηγίες με επιστημονικά δεδομένα, και ο κόσμος τον παρακολουθεί με προσήλωση. Λέει, λοιπόν, πως στα ΜΜΜ υπάρχει συνωστισμός, αλλά δεν υπάρχει δυνατότητα να αλλάξει η κατάσταση και συνιστά να μην υπάρχει συνωστισμός. Το ότι δεν μπορεί να αλλάξει κάτι είναι μια πολιτική θέση, δεν είναι δουλειά της επιστήμης αυτό. Αν εξετάσω έναν άρρωστο ως ψυχίατρος και βρω μια κατάσταση, δεν θα μπω στη λογική της πολιτικής απέναντι στα πράγματα, αλλά θα μείνω στο επιστημονικό κομμάτι. Αλλιώς έχω φύγει από τον τομέα μου. Άρα έχω χάσει ένα μέρος της εγκυρότητάς μου.

– Ο πολιτικός θα ακούσει τον επιστήμονα, είπατε πιο πριν. Ωστόσο, οι ηγεσίες -μεταξύ αυτών και η δική μας- μπήκαν στο δίλημμα «αγορά ή πρόληψη» με επαμφοτερίζουσες, ως τώρα, αποφάσεις. Σαν να μην ξέρουν τι θέλουν να διαλέξουν. 

Συμφωνώ. Πρέπει να υπάρξει μια ξεκάθαρη τοποθέτηση. Δεν γίνεται με το ένα πόδι να είσαι από εδώ και με το άλλο από εκεί. Στις περισσότερες χώρες η αγορά επιβάλλει τους δικούς της κανόνες και τα μέτρα λαμβάνονται πολύ καθυστερημένα. Αυτό είναι σε βάρος οποιασδήποτε πολιτικής πρόληψης. Αν τρέχουν πίσω από την πανδημία θα το χάσουν το παιχνίδι. Αν, όμως, προλάβουμε κάποια πράγματα σε βάρος των επιταγών της αγοράς, τότε υπάρχει η δυνατότητα να αποφύγουμε τα χειρότερα. Είναι μια πολιτική απόφαση που δεν παίρνεται από καμία ευρωπαϊκή χώρα προς όφελος του λαού.

– Τι σημαίνει για τον άνθρωπο του 21ου αιώνα το φαινόμενο των μαζικών θανάτων που δεν είναι αποτέλεσμα ενός πολέμου; 

Αυτό το φαινόμενο των μαζικών θανάτων και τάφων που είδαμε στο Μπέργκαμο, το Μπρονξ ή την Βραζιλία είναι κάτι που αποτελεί στοιχείο της ανθρωπολογικής κρίσης. Το βιβλίο μου, η «Νιόβη», καταπιάνεται μ΄αυτή τη διάσταση της κρίσης. Η Νιόβη που παρουσιάζεται σαν κλινική περίπτωση, στην ουσία είναι μια αλληγορία αυτής της κρίσης. Πέρα από τους μαζικούς τάφους, υπάρχει και το φαινόμενο αυτοί οι νεκροί να θάβονται δίχως την παρουσία των συγγενών τους να τους πενθήσουν. Η κοινωνία απαγορεύει το πένθος για λόγους υγειονομικούς. Η τελετουργία της ταφής είναι ομαδική. Δεν επιτελείς το πένθος σαν κάτι που σε αφορά σαν άτομο. Η κοινότητα θα σε στηρίξει. Εχει μεγάλη σημασία να δούμε ότι στην εποχή του κορωνοϊού οι άνθρωποι πεθαίνουν μόνοι και δεν υπάρχει κανένας να τους πιάσει το χέρι και επιπλέον πρέπει να ταφούν γρήγορα, σε σφραγισμένα φέρετρα και την κηδεία τους την παρακολουθούν ένας ή δύο άτομα.

Η ρήξη του κοινωνικού δεσμού θα γίνει ακόμη πιο βαθιά όσο η κατάσταση αυτή παρατείνεται. Το αδύνατο πένθος μεταδίδεται διαγενεακά. Δημιουργεί μια ψυχοπαθολογία που μεταδίδεται. Δημιουργεί ένα πρόβλημα ατομικό, αλλά και σε επίπεδο κοινωνίας. Οταν η κοινωνία δεν μπορεί να πενθήσει τους νεκρούς της, ουσιαστικά τους κρατάει ζωντανούς μέσα της. Δεν μπορείς να ενδοβάλλεις τον νεκρό όπως λέμε στην ψυχολογία. Να αφομοιώσει το γεγονός και να προχωρήσει προς τα μπρος. Έτσι, ενσωματώνει τον νεκρό μέσα του και αρνείται τον θάνατο και την απώλεια και ζει πια σαν ζωντανός-νεκρός. Ο άνθρωπος αισθάνεται ξένος προς τον εαυτό του και προς τους άλλους. Αυτή η κατάσταση παίρνει τη μορφή της κατάθλιψης, αλλά δεν είναι κατάθλιψη. Είναι κάτι πολύ βαθύτερο που αφορά όλες τις πτυχές της ύπαρξης αυτού του ανθρώπου.

«Δεν γίνεται να θάβονται οι νεκροί μ’ αυτόν τον τρόπο. Σε μια σακούλα ή σε σφραγισμένο φέρετρο. Δεν επιτρέπεται αυτό στην κοινωνία μας».

– Είναι και μια μορφή ύβρεως προς τον νεκρό. Από τα αρχαία χρόνια γνωρίζουμε πως τα ταφικά έθιμα είναι μέρος της τιμής που αποδίδουν οι ζωντανοί στους θανόντες. 

Οφείλουμε να τιμούμε τους νεκρούς μας. Στο βιβλίο μου αναφέρω μια εφημερίδα στην Αλγερία όπου οι συγγενείς ενός νεκρού ήταν σε κατάσταση απελπισίας, καθώς αισθάνονταν φοβερές ενοχές ότι είχαν προσβάλλει τους νεκρούς τους, οι οποίοι είναι ιερά πρόσωπα και δεν γίνεται να θάβονται μ’ αυτόν τον τρόπο. Σε μια σακούλα ή σε σφραγισμένο φέρετρο. Δεν επιτρέπεται αυτό στην κοινωνία μας. Ο Νεάντερταλ έθαβε τους νεκρούς με λουλούδια. Αργότερα, στη νεολιθική εποχή οι νεκροί ήταν κοντά στους ζωντανούς. Φτάσαμε στο σημείο, η μετανεωτερική κοινωνία να έχει αποκλείσει τους νεκρούς σαν να μην έχουν θέση, όπως λέει ο Φρόιντ, σαν να μην τους θέλει στα πόδια των ζωντανών. Ο Μποντριγιάρ λέει πως δεν υπάρχει μεγαλύτερος αποκλεισμός από τον αποκλεισμό του νεκρού και του θανάτου από την κοινωνία. Τώρα με την πανδημία αυτό παίρνει ακραίες καταστάσεις και δεν ξέρουμε τι θα γεννήσει από την άποψη της ψυχοπαθολογίας.

«Αυτό το φαινόμενο των μαζικών θανάτων και τάφων που είδαμε στο Μπέργκαμο, το Μπρονξ ή την Βραζιλία είναι κάτι που αποτελεί στοιχείο της ανθρωπολογικής κρίσης».

– Ίσως μια νέα μορφή αντίστασης είναι να ακολουθήσουμε το παράδειγμα της Αντιγόνης και να πάμε κόντρα στις βουλές του εκάστοτε Κρέοντα. 

Το είπατε πάρα πολύ ωραία. Χρειάζεται να πάει κανείς κόντρα σ’ αυτό το κλίμα. Παρά την κατήφεια και την απογοήτευση ότι δεν υπάρχει καμία προοπτική να βγούμε από την κρίση, ταυτόχρονα αναπτύχθηκαν εστίες αλληλεγγύης που πήρε πολλές μορφές. Η ελπίδα μου είναι στην κοινωνική αλληλεγγύη που μπορεί να αναπτυχθεί σ’ αυτές τις συνθήκες. Να αναπτύξουμε δεσμούς να πάμε κόντρα στο ρεύμα της θανατοπολιτικής που ασκείται. Πώς αντιστέκεται κανείς στο όνομα της ζωής; Να δώσουμε τη μάχη για τη ζωή.

– Η Νιόβη είναι ένα σύμβολο. Είναι μια γυναίκα που μεταβαίνει από τη λογική στην τρέλα και από την απώλεια στην αποδοχή. 

Εχει χαθεί μέσα στην τρέλα, ακριβώς. Είναι στο μεταίχμιο δύο πεδίων.

– Υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι σαν τη Νιόβη. 

Η εποχή μας ευνοεί τέτοιες καταστάσεις. Υπάρχουν όλες οι αντικειμενικές συνθήκες. Σ’ αυτό πρέπει να δώσουμε ειδικό βάρος λόγω της κρίσης που εξελίσσεται.

«Οι πιο αδύνατοι κρίκοι της αλυσίδας είναι αυτά που στρέφονται στις ουσίες».

– Πώς κουβαλάει κανείς το βράχο της απώλειας, το μη τετελεσμένο του χαμού; Η Νιόβη αποφασίζει να φύγει εκουσίως από τη ζωή; Αυτή είναι η λύση; 

Δεν είναι αυτή πάντα η λύση. Μπορεί κανείς να κάνει την υπέρβασή του με πάρα πολλούς τρόπους. Σε κοινωνικό επίπεδο, η υπέρβαση μπορεί να γίνει μέσα από την ανατροπή που γεννούν αυτή τη συνθήκη. Στεναχωριέμαι γιατί η Νιόβη με πρόλαβε να μπει σε μια δομή αλληλεγγύης. Έπεσε η καραντίνα ενόσω ξεκίνησε να έρχεται στο κοινωνικό ιατρείο. Με την καραντίνα, το ιατρείο έκλεισε. Ίσως θα μπορούσε η εξέλιξή της ήταν διαφορετική. Το μήνυμα που πρέπει να περάσουμε στους ανθρώπους είναι ότι στο βαθμό που δίνουν τη μάχη όχι μόνοι τους, αλλά μαζί με τους άλλους, βρίσκουν τη δύναμη για τη ζωή και ενάντια στον θάνατο. Μέσα από τέτοιες διαδικασίες μπορεί να ολοκληρώσει κανείς και ανολοκλήρωτα, μη επιτελεσμένα πένθη. Με τη βοήθεια των ειδικών όπου χρειάζεται. Υπάρχουν άνθρωποι που κουβαλούν πολλά πένθη και κατάφεραν να το ξεπεράσουν αναπτύσσοντας δεσμούς αλληλεγγύης με τους άλλους ανθρώπους.

«Η δεύτερη καραντίνα έρχεται σαν προϊόν μιας αποτυχημένης προσπάθειας να ελεγχθεί η διάδοση του ιού», σημειώνει η Κατερίνα Μάτσα.

– Είστε μια εμβληματική μορφή για τη δουλειά που έχετε κάνει με τους τοξικοεξαρτημένους. Πόσες δεκαετίες δουλεύετε σ’ αυτόν τον τομέα; 

Μισό αιώνα!

– Ανατρέχετε στο παρελθόν για να δείτε την εξέλιξη των πραγμάτων; Αν άλλαξε ο τρόπος που αντιμετωπίζει η κοινωνία τα εξαρτημένα μέλη της; 

Σαφώς το κάνω. Η εξάρτηση από τις ουσίες έχει και μια ιστορική διάσταση, αλλάζει μέσα στο χρόνο. Αλλάζει και η κοινωνία και ο ίδιος ο εξαρτημένος πώς βλέπει τον εαυτό του. Αλλάζουν οι ουσίες, επίσης. Σήμερα οι εξαρτημένοι είναι εγκαταλελειμμένοι στη μοίρα τους. Δεν υπάρχει μια προοπτική για απεξάρτηση. Σε όλον τον 21ο αιώνα υπάρχει η αίσθηση ότι πρόκειται για μια ασθένεια, επομένως πρέπει να πάρει κάποια φάρμακα, τα υποκατάστατα, σαν ένα μέσον συντήρησης της κατάστασής του. Αυτό που δεν θέλει να παραδεχθεί η κοινωνία είναι ότι η εξάρτηση από ουσίες είναι η εμβληματική παθολογία της νεωτερικότητας. Είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο. Οι πιο αδύνατοι κρίκοι της αλυσίδας είναι αυτοί που στρέφονται στις ουσίες.

Είναι τα πιο ευαίσθητα άτομα που δεν αντέχουν να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες της ζωής τους. Η πρόταση που θα έπρεπε να γίνεται σ’ αυτά τα άτομα είναι πώς θα βρουν το κουράγιο, μέσα από προγράμματα, να αποκτήσουν ανθεκτικότητα. Να δώσουν τη μάχη μέσα στην κοινωνία, όχι μόνο να αντέξουν τις δυσκολίες, αλλά και να αλλάξουν πολλά πράγματα στη ζωή τους. Μπορούν να το κάνουν. Από το 18ΑΝΩ έχουν περάσει πάρα πολλοί άνθρωποι που τώρα όχι μόνο δεν παίρνουν ναρκωτικά, αλλά είναι αξιόλογα μέλη της κοινωνίας. Εχουν κάνει οικογένειες και δημιουργούν σε όλα τα πεδία. Κατάφεραν να βρουν μέσα τους εκείνες τις δυνατότητες που δεν τις είχαν συνειδητοποιήσει ή αξιοποιήσει. Είναι μια μάχη για αξίες και οράματα που πρέπει να δώσουν. Αυτό δεν τους το έχει εμπνεύσει η κοινωνία ότι μπορούν να βγουν από τις ουσίες. Δεν είναι άρρωστα αυτά τα παιδιά με την ιατρική έννοια του όρου. Βολεύει την κοινωνία να μιλάει για αρρώστια, απενοχοποιείται έτσι. Η έννοια της αρρώστιας έπαιξε καταστροφικό ρόλο που τα παιδιά που μπαίνουν στις ουσίες δεν προσεγγίζουν τα θεραπευτικά προγράμματα. Μένουν στην υποκατάσταση. Γι’ αυτό τα βλέπουμε να περιφέρονται στους δρόμους. Μια κατάσταση που προκαλεί αποστροφή στην πλειοψηφία των ανθρώπων. Ευθύνονται οι αρμόδιοι γι’ αυτό και στοιχίζει πολλές ζωές αυτή η κατάσταση.

 

Διαβάστε ακόμα: Νίκος Ερηνάκης – «Tο ιδεώδες της ευτυχίας είναι υπερεκτιμημένο».

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top