Για τους κατοίκους του Αμβούργου ο ποταμός Έλβας είναι ο πατέρας τους κι ας έχει μια κρυφή γυναικεία χάρη. Περνάει μέσα από την καρδιά της πόλης κάνοντας την να μοιάζει πλωτή, ενώ δεν είναι. Τι παράξενο: μια πόλη που διαθέτει το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας να μην θεωρείται παραθαλάσσια. Τι είδους άνθρωποι μεγαλώνουν σε τέτοιο παράδοξο τοπίο;
Το 1967 σ’ αυτή τη χανσεατική πόλη της Βόρειας Γερμανίας γεννήθηκε ένα κορίτσι παράξενο, ένα κορίτσι που της άρεσε να κάνει αγορίστικα πράγματα. Τονισμένα μήλα στο πρόσωπο, μάτια που προσομοίαζαν σε καθαρόαιμο χάσκι, βλέμμα βαθύ, ήσυχο, αλλά όχι ανειρήνευτο.
Το σώμα της ήταν ψιλόλιγνο, νευρώδες. Αντί, όμως, να το θαυμάζει στον καθρέφτη του σπιτιού της, ακκιζόμενη για τη φύση που στάθηκε μαζί της γαλαντόμα και να τονίζει τη χάρη του με σατέν μεσοφόρια και φορέματα που θα έκαναν τα αρσενικά της πόλης να προσεύχονται στον Έλβα, εκείνη προτιμούσε να φοράει ρούχα ιππασίας.
Ω, ναι η Tatjana Patitz ήταν μια δεινή ιππέας. Της άρεσε η ελευθερία που της πρόσφερε ο τροχασμός των αλόγων, την μάγευε το αίσθημα της πληρότητας που της χάρισε η εγγύτητα με το στιλπνό σώμα του πουλαριού. Τότε δεν είχε σκεφτεί ποτέ ότι θα μπορούσε να τρέξει ως καθαρόαιμο στις πασαρέλες με τα φώτα να την λούζουν.
Η σκέψη της ήρθε το 1983 όταν έκλεισε τα 17 της χρόνια. Αποφάσισε να πάρει μέρος στο διαγωνισμό Elite Model Contest στη Στοκχόλμη. Τι ήθελε στη Σουηδία, άραγε; Ήταν μια απόφαση ζωής που έλαβε η οικογένειά της. Ο Γερμανός μπαμπάς και η Εσθονή μαμά (πόσος βορράς, αλήθεια, έτρεχε στις φλέβες της;) πήραν την Τatjana μαζί τους και σαν να γέμισε ξαφνικά ο ουρανός της εφηβείας της με άστρα.
Στον διαγωνισμό κατέλαβε την τρίτη θέση και το έπαθλό της ήταν ένα ταξίδι στο Παρίσι και ένα συμβόλαιο περιορισμένου χρόνου. Όμως, όπως έγραψε η Vogue το 1988, «ένα αστέρι δεν γεννήθηκε γρήγορα. Η Tatjana δεν βρήκε δουλειά για ένα χρόνο».
Άνεργο ένα τέτοιο κορίτσι, θα αναρωτιόταν εύλογα κάποιος. Η Tatjana, όπως αποδείχθηκε και στην πορεία της καριέρας της, ήταν πάντα ένα παράταιρο μέλος της showbiz και του οικοσυστήματος της μόδας. Μέσα, αλλά και ταυτόχρονα έξω. Λουσμένη στα φώτα, αλλά και σε μια δική της λίμνη ηρεμίας.
«Δεν πούλησα ποτέ την ψυχή μου», είπε η Patitz σε συνέντευξή της το 2020 και, προφανώς, εκεί βρίσκεται η ρίζα του χαρακτήρα της. Δεν είναι τυχαίο ότι από εκείνη τη σπάνια και ακριβή δράκα των αυθεντικών supermodels της δεκαετίας του ’90, ήταν η μόνη που αποδείχθηκε περισσότερο ήσυχη, περισσότερο απόμακρη από τη λάμψη των φώτων.
Aν δεν ήταν ο «νεραϊδονονός» της, ο Peter Lindbergh, είναι σφοδρά πιθανό η καριέρα της Tatjana να μην ακολουθούσε αυτή την τροχιά προς τα ύψη. Ο γερμανός φωτογράφος, γνωστός για τις μη ρετουσαρισμένες εικόνες του και την προτίμησή του σ’ ένα «φυσικό» look ομορφιάς, ήταν ο «δράστης» της πασίγνωστης φωτογραφίας στη βρετανική Vogue όπου όλα τα supermodels εκείνης της εποχής ποζάρουν ανεπιτήδευτα στο Malibu. Oλα αυτά το 1988. Ανάμεσα στα υπέρλαμπρα κορίτσια είναι και η Tatjana.
Θα είναι, φυσικά, και στο βιντεοκλίπ του Τζορτζ Μάικλ «Freedom ’90», καθώς εμπνεύστηκε από εκείνη τη φωτογραφία και κάλεσε όλη την κομπανία να ντύσει το τραγούδι του. Δεν θέλει και πολύ να αποκτήσεις ξαφνικά διασημότητα. Η Tatjana τη γεύτηκε, αλλά δεν λειτούργησε μέσα της ως ψυχότροπο. Δεν την αλλοίωσε.
Από όλη αυτή την ομάδα των κοριτσιών συνέχισε να δείχνει απόμακρη. Εν μέρει αυτό εξηγείται από την επιλογή της να κάνει το σπίτι της όχι στη Νέα Υόρκη ή το Παρίσι, αλλά στην Καλιφόρνια, όπου θα μπορούσε να είναι πιο κοντά στη φύση και τα ζώα της.
Πέρα από τη… γεωγραφία, υπήρχε ένα ορισμένο στοιχείο μυστηρίου στην ομορφιά της Πάτιτζ, κάτι στο απαλό οβάλ του προσώπου της και στο σχήμα των ματιών της που «μιλούσε» για την αυτοκυριαρχία και το πάθος που κουβαλούσε μέσα της. «Η Tatjana ήταν πάντα το ευρωπαϊκό σύμβολο του chic. Λες και η Romy Schneider συνάντησε τη Monica Vitti», θυμάται η Anna Wintour, διευθύντρια περιεχομένου της Condé Nast και παγκόσμια διευθύντρια σύνταξης της Vogue. «Ήταν πολύ λιγότερο ορατή από τους συνομηλίκους της – πιο μυστηριώδης, πιο ενήλικη, πιο ανέφικτη – και αυτό είχε τη δική του γοητεία».
Όντως, η γοητεία της Patitz είναι ομολογουμένως ατόφια γυναικεία και υπόγεια, δεν πλημμύριζε τα μάτια σου αυτομάτως, όπως έκανε φερ’ ειπείν η Cindy Crawford. Δεν κραύγαζε όπως εκείνη της Naomi Campbell. Σε προσκαλούσε σε μια πορεία αναζήτησης σε κάτι κρυφό, αλλά αναμφίβολα ελκτικά όμορφο.
Όπως είχε πει στη Vogue, σε ένα προφίλ που της είχε κάνει το περιοδικό το 1988, υπό τον εύγλωττο τίτλο: «Tatjana: Million Dollar Beauty», «οι άνθρωποι πάντα έλεγαν ότι έδειχνα ξεχωριστή. ότι δεν έμοιαζα με κανέναν άλλον. Και επρόκειτο να τα καταφέρω εξαιτίας αυτού».
Η Tatjana Patitz είχε μακροχρόνιες εργασιακές σχέσεις με τους Lindbergh, Herb Ritts και Patrick Demarchelier, οι οποίοι συχνά την φωτογράφιζαν δίχως κάποια ιδιαίτερη προετοιμασία θέλοντας να «φυλακίσουν» την ανόθευτη ομορφιά της.
Οι πιο πρόσφατες εμφανίσεις της στη Vogue ήταν λιγότερο φανταχτερές, αλλά πιο ουσιαστικές. Επανενώθηκε με το χώρο για το project «Good Jeans» της Leibovitz. Το 2012, η Patitz και ο γιος της Jonah Johnson φωτογραφήθηκαν στο ράντσο τους, στην κοιλάδα Santa Ynez, από τον Lindbergh. Το σκηνικό έμοιαζε με ποιμενικό ειδύλλιο. Μητέρας και γιος θα φωτογραφηθούν ξανά το 2019 από την Tina Barney. Μιλώντας για τον γιο της πέρυσι, δήλωσε: «Ο Jonah είναι η πηγή της ευτυχίας μου».
Δοκίμασε για λίγο τις δυνάμεις της στην υποκριτική και εμφανίστηκε στην ταινία του Sean Connery Rising Sun. Ενδιαφέρθηκε επίσης για θέματα περιβάλλοντος και άγριας ζωής και ήταν ένα από τα μοντέλα που εμφανίστηκαν στο περίφημο «We’d rather go naked than wear fur» της Peta.
Μιλώντας ειλικρινά, επίσης, για τους κινδύνους που είχε η βιομηχανία της μόδας, είχε επισημάνει στον Guardian το 2009: «Θα ήταν ωραίο να επιτρεπόταν στα μοντέλα να έχουν πιο υγιές βάρος – για τα μοντέλα και για τις νεαρές γυναίκες που θέλουν να ακολουθήσουν αυτή την καριέρα. Εμείς ήμασταν αθλητικές και υγιείς και εξακολουθούσαμε να είμαστε γυναίκες».
Στο βιβλίο του 10 Women, ο Peter Lindbergh έγραψε για τη μακρόχρονη μούσα του: «Θαυμάζω την Tatjana γιατί μένει πάντα ο εαυτός της. Είναι πολύ απαλή, αλλά ταυτόχρονα είναι πολύ δυνατή και ξέρει πώς να υπερασπίζεται αυτό που σκέφτεται, και είναι πάντα πολύ όμορφο να είσαι μαζί της. Είναι αδύνατον να μην τη θαυμάζεις και με τα χρόνια να μην είσαι λίγο ερωτευμένος μαζί της».
Και τώρα… αυτό το δροσερό κορίτσι έφυγε από τη ζωή στα 56 της μόλις χρόνια χτυπημένη από μεταστατικό καρκίνο του μαστού. Σε ποιον Έλβα να αφήσεις τη σκέψη σου να ταξιδέψει για χάρη της; Σε ποια νερά να ρίξεις τη θλίψη σου για την ομορφιά που δεν θα έπρεπε ποτέ να χάνεται κι όμως εχάθη;
Διαβάστε ακόμα: Tina Kunakey. Μια λέαινα για τον Βενσάν Κασέλ.