Στις 17 Δεκεμβρίου ξεκινάει ο Καρυοθραύστης, στον οποίο πρωταγωνιστεί ο Βαγγέλης Μπίκος.

Αυτόν τον καιρό είναι δύσκολο να βρεις τον Βαγγέλη Μπίκο για συνέντευξη. Μόλις όμως καταφέρεις να πετύχεις τον πρώτο χορευτή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής για έναν μυρωδάτο Nespresso Vertuo, βρίσκεσαι με έναν εξαιρετικά επικοινωνιακό και ανοιχτό συνομιλητή (στο τέλος της συνέντευξης μου ομολογεί ότι είναι πολύ ντροπαλός!) που  από τη πρώτη στιγμή επιβάλλει αβίαστα μια μεγάλη οικειότητα. Καθώς έχουμε αγωνιστεί επί σχεδόν μια εβδομάδα να βρούμε ελεύθερο χρόνο από τις πρόβες του, αναπόφευκτα το πρώτο πράγμα που τον ρωτάω είναι το ακόλουθο…

– Τι προβάρεις τώρα;

Προβάριζα τον Καρυοθραύστη, Χριστουγεννιάτικο, καινούργια παραγωγή σε χορογραφία του Κωνσταντίνου Ρήγου, και είμαστε υπ’ ατμόν διότι κάνει πρεμιέρα στις 17 Δεκεμβρίου.

– Ποια είναι η ρουτίνα αυτής της προετοιμασίας;

Καταρχάς κάθε μέρα ξεκινάμε με μάθημα το πρωί, το αντίστοιχο που θα έκανε ένας αθλητής με την προπόνηση πριν πάει να τρέξει. Το ζέσταμά μας είναι μια ώρα και δεκαπέντε λεπτά minimum με μιάμιση ώρα μάθημα μπαλέτου – κανονικά, με μπάρα στο κέντρο, πηδήματα, στροφές, κτλ. Αυτό είναι απλώς το ζέσταμα. Και μετά ξεκινάνε οι πρόβες. Εξαρτάται από την παραγωγή, μπορεί να έχουμε μία ή δύο παραγωγές, ξεκινάνε οι πρόβες για τον καθένα, ό,τι ρόλο έχει. Μαθαίνεις πρώτα τη χορογραφία, το βηματολόγιο, και μετά πας και το “ξεσκονίζεις” όλο.

– Υποθέτω ότι ο δικός σου ρόλος είναι πρωταγωνιστικός.

Σε αυτόν τον Καρυοθραύστη έχει διάφορους πρωταγωνιστικούς ρόλους, έχω και εγώ έναν από αυτούς, δεν είναι ο Καρυθραύστης, κάνω τον Πρίγκιπα. Είναι μια σύγχρονη ματιά, σκεφτείτε δηλαδή ότι ο Καρυοθραύστης με την Κλάρα που συνήθως είναι ένα κλασικό ντουέτο, σε αυτή την παραγωγή θα είναι σύγχρονο ντουέτο, προς νεοκλασικό θα έλεγα, αλλά σύγχρονο κυρίως. Σε αντίθεση με τον Πρίγκιπα και την Πριγκίπισσα, που κάνουμε εγώ και η Ελεάνα, που είναι ό,τι πιο κλασικό μπορείς να δεις. Οπότε ο Κωνσταντίνος τα κάνει αυτά ένα mix σε μία παράσταση. Είναι μια ωραία ματιά, διαφορετική.

«Οι άντρες δεν χορεύουν σε πουέντ. Ποτέ. Είναι καθαρά γυναικείο προνόμιο, όπως είναι αντρικό προνόμιο να σηκώνουμε τη μπαλαρίνα στον αέρα».

– Οι άντρες χορευτές χορεύετε επάνω σε πουέντ;

Όχι. Έχουμε τα μαλακά παπουτσάκια. Οι άντρες δεν χορεύουν σε πουέντ. Ποτέ. Είναι καθαρά γυναικείο προνόμιο, όπως είναι αντρικό προνόμιο να σηκώνουμε τη μπαλαρίνα στον αέρα. Αυτές  ανεβαίνουν με τα δάχτυλά τους επάνω στον γύψο και χορεύουνε και εμείς τις σηκώνουμε στον αέρα. Εκεί είναι η μεγαλύτερη διαφοροποίηση μεταξύ μας.

– Ο ίδιος είσαι περισσότερο χορευτής του κλασικού ή του μοντέρνου;

Εγώ ξεκίνησα θέλοντας να γίνω κλασικός χορευτής, δηλαδή αυτό ήταν το όνειρό μου όταν ξεκίνησα από τα δεκατέσσερα, για αυτό και πήγα σε μια σχολή στην Αγγλία που ήταν κατά 95% για κλασικό χορό. Το θέμα τώρα είναι ότι άλλο να είσαι 15, άλλο 25, άλλο 35. Τώρα πλέον στα 34 μου, 35 σχεδόν, που συνειδητοποιώ ακόμα καλύτερα το τι με εκφράζει. Και έρχομαι σε αυτό που με ρώτησες, προτιμώ το νεοκλασικό, κάτι που έχει ως βάση τον κλασικό χορό, που έχει δύναμη του σώματος και τον έλεγχο του σώματος, αλλά ταυτόχρονα και την ελευθερία που έχει το σύγχρονο. Αυτό ας το πούμε νεοκλασικό. Αυτό με εκφράζει περισσότερο να σου πω την αλήθεια. Το λέω με σιγουριά πλέον.

«Πρέπει να έχεις ταλέντο, αλλά  ταλέντο μόνο του χωρίς δουλειά, δεν υπάρχει περίπτωση να πάει πουθενά, δε γίνεται».

– Ήδη έχεις θίξει ένα θέμα πολύ σημαντικό, τη δύναμη του σώματος. Εμείς βλέπουμε τους χορευτές και σκεφτόμαστε κάτι πολύ λεπτεπίλεπτο, αλλά στην πραγματικότητα απαιτεί μεγάλη δύναμη.

Υπάρχει απίστευτα μεγάλη δύναμη σε μυικές ομάδες που δεν μπορείς καν να φανταστείς ότι υπάρχουν. Και αυτές τις μυικές ομάδες δουλεύει ένας χορευτής ή μια χορεύτρια. Είναι και αυτό που του δίνει αυτό τον έλεγχο στη σκηνή. Μπορεί να μη φαίνεται όπως ένας που κάνει βάρη ή κολύμβηση, που φαίνεται ότι το σώμα του είναι πολύ γυμνασμένο. Οι χορευτές συνήθως δεν έχουμε όγκο – και πόσο μάλλον οι μπαλαρίνες, τις έχεις δει, είναι δύο κιλά – γιατί δουλεύουμε μυικές ομάδες οι οποίες δεν προλαβαίνουν να αποκτήσουν όγκο, όπως θα αποκτούσε ένας μυς που του κάνεις συνέχεια βάρη.

«Πρέπει να λειτουργεί το μυαλό σου στον χορό, δεν γίνεται αλλιώς, είναι το Άλφα και το Ωμέγα».

– Οπότε πώς λειτουργούν αυτοί οι μύες;

Χρησιμοποιούνται αυτοί οι μύες περισσότερο για κοντρόλ και ταυτόχρονα με την τεχνική που μαθαίνουμε στη σχολή και κατόπιν εφαρμόζουμε στη δουλειά μας, πώς θα χρησιμοποιήσεις αυτούς τους μύες. Γιατί δεν δουλεύουν πάντα αυτοί οι μύες, υπάρχουν στιγμές που απλά κρατάς και δεν υπερδουλεύει, δεν γίνεται υπερχρήση, δεν πάω να σηκώσω συνέχεια 100 κιλά πάνω από το κεφάλι μου,  σηκώνω μια φορά και μετά τα ανεβοκατεβάζω. Αυτό είναι τεχνική. Ο συνδυασμός τεχνικής με δύναμη έχει αυτό το αποτέλεσμα, είναι ένας πολύ εξειδικευμένος τρόπος να δουλέψεις το σώμα σου το κλασικό μπαλέτο, πολύ ιδιαίτερος, και πάρα πολύ δύσκολος επίσης. Γιατί πάντα προηγείται ο νους, πάντα προηγείται το πώς θα το σκεφτείς. Δεν ξέρω για ποιο λόγο έχει βγει – και το λέω τώρα αυτό και λίγο αστειέυομαι, συνήθως το λένε για τις χορεύτριες – ότι είμαστε λίγο χαζοί, ενώ είναι ακριβώς το αντίθετο.

– Οι Γάλλοι λένε «χαζός σας τενόρος», για χορευτές δεν είχα ακούσει ποτέ!

Δεν το έχω ακούσει για τους τενόρους, το έχω ακούσει για τις χορεύτριες! Ίσα – ίσα όμως, πρέπει να λειτουργεί το μυαλό σου στον χορό, δεν γίνεται αλλιώς, είναι το Άλφα και το Ωμέγα.

– Χρειάζεται όμως και μία χάρη. Με αυτή γεννιέσαι ή τη μαθαίνεις;

Τώρα αυτό είναι μια πάρα πολύ καλή ερώτηση. Είναι και τα δύο. Είναι και αυτό με το οποίο έχει γεννηθεί, το DNA, αλλά σίγουρα χτίζεται κιόλας, πρέπει να έχεις ταλέντο, αλλά  ταλέντο μόνο του χωρίς δουλειά, δεν υπάρχει περίπτωση να πάει πουθενά, δε γίνεται. Είναι ένας συνδυασμός.

«Ταλαιπωρούνται πάρα πολύ οι αρθρώσεις, εγώ έχω βγάλει τους ώμους μου τρεις φορές, άλλοι έχουν προβλήματα με τα γόνατα, άλλοι με τη μέση, άλλοι με τα ισχία, με τα πέλματα».

– Αυτό ισχύει σε όλες τις απόψεις του χορού.

Νομίζω ότι ισχύει παντού αυτό, στον χορό ισχύει ίσως λίγο περισσότερο επειδή έχεις μεγαλύτερη έκθεση.

– Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το μπαλέτο φέρνει το σώμα του ανθρώπου σε μια τελειότητα;

Θα σου έλεγα ότι το μπαλέτο φέρνει το σώμα σε υπερτελειότητα! Δηλαδή ξεπερνάει την τελειότητα και λίγο μπαίνει σε περίεργα μονοπάτια, είναι και λίγο παρά φύση, με την έννοια ότι είναι λίγο αφύσικος ο τρόπος που δουλεύει το σώμα, το πιέζουμε τόσο πολύ που ξεπερνάει τα όρια ενός γυμνασμένου σώματος. Ταλαιπωρούνται πάρα πολύ οι αρθρώσεις, εγώ έχω βγάλει τους ώμους μου τρεις φορές, άλλοι έχουν προβλήματα με τα γόνατα, άλλοι με τη μέση, άλλοι με τα ισχία, με τα πέλματα…  Θέλει προσοχή, θέλει φροντίδα. Τέσσερις ώρες θα κάνουμε πρόβα; Ε, θέλει και μια ώρα αποκατάσταση μετά.

«Πρώτη φορά μπήκα σε αίθουσα μπαλέτου στα δεκατέσσερα. Πρώτη φορά που έπιασα μπάρα ήταν στα δεκατέσσερα στη Θεσσαλονίκη».

– Δηλαδή στο μπαλέτο μαθαίνεις και πώς να στήνεις το σώμα σου σωστά, και πώς να το φέρνεις σε ένα όριο, αλλά και πώς να το προστατεύεις.

Πολύ σωστά. Μαζί πρέπει να πηγαίνουν αυτά για να έχει διάρκεια. Αλλιώς μπορείς να το κάνεις για πέντε χρόνια και μετά να μην μπορείς. Είναι τόσο αυστηρό.

– Εσύ πλέον είσαι είκοσι χρόνια στο μπαλέτο γιατί μου είπες ότι ξεκίνησες στα δεκατέσσερα.

Εγώ πρώτη φορά μπήκα σε αίθουσα μπαλέτου στα δεκατέσσερα. Πρώτη φορά που έπιασα μπάρα ήταν στα δεκατέσσερα στη Θεσσαλονίκη.

«Εσωτερικά  το είχα πάντα το μικρόβιο με το χορό, από τότε που με θυμάμαι χόρευα στο σπίτι, σε μουσικές ό,τι νά ‘ναι, άσχετες».

– Πώς ήταν όταν ξεκίνησες; Έχω διαβάσει ότι κάποιος συγγενής σου σε είδε και σου είπε «κάνε κλασικό χορό», αλλά θα ήθελα να σε ρωτήσω, εσωτερικά ο ίδιος αν έφτασες εκεί από κάποιο δικό σου μονοπάτι.

Εσωτερικά  το είχα πάντα το μικρόβιο, από τότε που με θυμάμαι χόρευα στο σπίτι, σε μουσικές ό,τι νά ‘ναι, άσχετες.  Οι γονείς μου – που δεν το θυμάμαι εγώ – μου είπαν ότι χόρευα και προσπαθούσα να κάνω κινήσεις μπαλέτου, δεν χόρευα απλώς όπως κάνει ένα παιδάκι, προσπαθούσα να μιμηθώ μπαλετικές κινήσεις, από πάρα πολύ μικρός. Οπότε από μικρός φαίνεται ότι είχα το μικρόβιο. Θα μου πεις, πώς έφτασες από τριών χρονών να κάνεις στα δεκατέσσερα μπαλέτο; Εντάξει, δεν σκέφτηκαν οι γονείς μου να κάνω μπαλέτο, δεν ήταν και το πιο εύκολο πράγμα στα nineties να πάει ένα αγόρι στη Θεσσαλονίκη να κάνει μπαλέτο, το καταλαβαίνεις και το καταλαβαίνω και εγώ, ήταν λίγο ταμπού.

«Το μπαλέτο χρειάζεται πάρα πολλές αντοχές, για να πεις ότι θα γυμναστώ κάνοντας μπαλέτο».

«Δεν ήταν και το πιο εύκολο πράγμα στα nineties να πάει ένα αγόρι στη Θεσσαλονίκη να κάνει μπαλέτο, το καταλαβαίνεις».

– Άσχετα με το αν θέλει να γίνει κάποιος χορευτής, ένα αγόρι ή ένας άντρας έχει κάποιο λόγο να κάνει μπαλέτο αντί να κάνει κάποια άλλη αθλητική ή καλλιτεχνική δραστηριότητα;

Ένας άντρας; Γιατί όχι μια γυναίκα;

– Οι γυναίκες θα σου πουν κατευθείαν φυσικά, το μπαλέτο είναι τέλεια γυμναστική, κάνεις τέλειο σώμα και αποκτάς μια χάρη. Τα στερεότυπα και οι έμφυτοι ρόλοι για τους άνδρες είναι λίγο διαφορετικοί, θα σου πουν, θα πάω να κάνω ποδόσφαιρο ή πολεμική τέχνη ή στίβο.

Δεκτό, παρόλα αυτά υπάρχουν αγόρια, υπάρχουν άνδρες που τους αρέσει ο χορός, μπορούν να συνδυάσουν και τα δύο. Δηλαδή το έχουμε πάρα πολύ παρεξηγημένο στο μυαλό μας, με την έννοια ότι αν μπει ένας άνδρας και δεις να κάνει μάθημα μπαλέτου – επειδή διδάσκω κιόλας – θα καταλάβεις ότι το μπαλέτο καθαυτό δεν είναι κάτι θηλυπρεπές, εξαρτάται αν θα το κάνει άνδρας ή γυναίκα, μια γυναίκα θα το κάνει πιο θηλυκά και ο άντρας θα το κάνει όπως το κάνει. Είναι πάρα πολύ δύσκολη γυμναστική και εξαρτάται τι αντοχές έχεις. Γιατί το μπαλέτο χρειάζεται πάρα πολλές αντοχές, για να πεις ότι θα γυμναστώ κάνοντας μπαλέτο. Πρέπει να έχεις έναν υψηλότερο στόχο.

«Όταν έχουμε παραστάσεις, δε θέλω να μιλάω με άνθρωπο».

– Δεν θα πρότεινες λοιπόν το μπαλέτο για γυμναστική.

Δεν έχει τόσο άμεσα αποτελέσματα. Είναι πολύ μεγάλη καταπόνηση για να πεις “α, στον ελεύθερο χρόνο μου θα κάνω μπαλέτο”. Ειδικά ως ενήλικας, στα παιδιά είναι λίγο πιο εύκολα τα πράγματα. Μετά τα έικοσι που το σώμα έχει διαμορφωθεί είναι δύσκολο πολύ να πας να κάνεις μπαλέτο για χόμπι. Και γενικά για τους μεγάλους άνδρες, γιατί τα σώματα των ανδρών είναι και πιο κλειστά, πιο σφιχτά, δεν ενδείκνυται. Καλό είναι να ξεκινήσεις μέχρι τα είκοσι, από κει και πέρα δυσκολεύουν τα πράγματα.

«Δεν έχει τόση μεγάλη σημασία αν θα φάω μια σαλάτα ή ένα μπέργκερ ή μια βάφλα. Προσωπικά, τρώω τα πάντα!»

– Φαντάζομαι ότι για να συντηρείς όλη αυτή τη δύναμη και την αντοχή χρειάζεται και ένας αντίστοιχος τρόπος ζωής, το φαγητό σου για παράδειγμα, θα πρέπει να είναι συγκεκριμένο.

Και πάλι εμπειρικά θα σου πω και από συζητήσεις με συναδέλφους, δεν έχει τόση μεγάλη σημασία αν θα φάω μια σαλάτα ή ένα μπέργκερ ή μια μπριζόλα ή μια σοκολάτα ή μια κρέπα ή μια βάφλα – προσωπικά τρώω τα πάντα, τα πάντα όμως, ό, τι μπορείς να φανταστείς!

– Υποτίθεται ότι πρέπει να τρώμε τακτικά γεύματα γιατί αν περιμένεις να πεινάσεις μέχρι να φας,  τρως περισσότερο γιατί μέχρι να καταλάβεις ότι χόρτασες ανοίγει κι άλλο η όρεξη, ισχύει;

Για αυτό θέλει μέτρο στην ποσότητα και καλό είναι να τρως αργά, σιγά – σιγά δηλαδή. Σιγά και σε λίγη ποσότητα, και όντως χορταίνεις. Το λέω με απόλυτη σιγουριά γιατί αυτό εφαρμόζω τα τρία τελευταία χρόνια μετά από αρκετή έρευνα για το τι πρέπει να κάνω με τη διατροφή μου και έχω δει τεράστια διαφορά σε αυτό το κομμάτι.

– Οπότε καταλαβαίνω ότι τώρα τουλάχιστον δεν έχεις κάνει κάποια μεγάλη θυσία στο φαγητό.

Όχι, γιατί όταν το κάνεις συνειδητά, δεν νιώθεις ότι κάνεις θυσία, δεν νιώθω ότι μου λείπει κάτι. Τρώω τα πάντα, απλώς θα φάω λιγότερο.

Ένας Nespresso Vertuo για τον “δρόμο”.

– Αγαπημένο φαγητό;

Αυτή είναι η πιο σκληρή ερώτηση που έχεις κάνει μέχρι τώρα… Μπριζόλα με πατάτες. Τηγανητές. Μοσχαρίσια medium. Είναι πάρα πολύ warm φαγητό. Πάρα πολλά φαγητά μου αρέσουν, ας μην ανοίξουμε τη συζήτηση.

– Μαγειρεύεις κιόλας;

Μαγειρεύω, βεβαίως.

– Προλαβαίνεις ;

Προλαβαίνωτο ‘χω, το ‘χω το πρόγραμμα αυτό. Αρκετά, θα πω.

– Εκτός από το φαγητό, πώς επηρεάζει γενικότερα την προσωπική σου ζωή να κάνεις αυτό το “επάγγελμα”;

Αρκετά, αρκετά… γιατί είμαστε λίγο περίεργοι οι χορευτές. Έχουμε κάποια χούγια ο καθένας. Εγώ για παράδειγμα, όταν έχουμε παραστάσεις, δε θέλω να μιλάω με άνθρωπο. Μια βδομάδα πριν την πρεμιέρα – δεν θα το συζητήσω για τρεις και δυο μέρες πριν – δεν θέλω να βγαίνω, να μιλάω στο τηλέφωνο, να μου μιλάει κόσμος, δεν θέλω. Θέλω να είμαι κλεισμένος σε ένα σπίτι, να κάνω τη βόλτα μου λίγο έξω, τελεία. Δεν θέλω άνθρωπο. Είτε είναι οικογένεια, είτε είναι σχέση, είτε είναι φίλοι, πάρα πολύ σπάνια θα ανοίξω προς τα έξω εκείνη την περίοδο.

– Δύσκολο αυτό… 

Αυτή την ιδιαιτερότητα, ο άλλος όταν θέλει να μπει στη ζωή σου, και θέλεις να έχεις μια σχέση, αυτό πρέπει να το καταλάβει. Και δεν είναι και πολύ εύκολο αυτό να το καταλάβει ο άλλος, ειδικά όταν είναι έξω από τον καλλιτεχνικό χώρο και δεν έχει στο μυαλό του πώς είναι να ανεβαίνεις σε μια σκηνή και να εκτίθεσαι και να μπαίνεις σε αυτή τη διαδικασία. Άρα, να μια δυσκολία, νούμερο ένα. Νούμερο δύο, οι χορευτές είμαστε πτώματα μετά από τις πρόβες. Σήμερα είναι Σάββατο, εγώ δεν μπορώ να περπατήσω σχεδόν από την πρόβα, δεν μπορώ να το διανοηθώ να πάω για ποτό το βράδυ. Να άλλη μια ιδιαιτερότητα. Και υπάρχουν διάφορα τέτοια.

– Για χορό βγαίνεις;

(Γελάει). Για να βγω να χορέψω, δεν βγαίνω, αλλά συνήθως όταν βγαίνω, χορεύω. Με την κατάλληλη παρέα δηλαδή, σίγουρα , δεν είμαι από αυτούς που κάθονται με το ποτό τους στο μπαρ, όχι.

– Χορεύεις τα πάντα;

Ακούω τα πάντα, χορεύω τα περισσότερα! Ναι, γιατί όχι;

«Οι χορευτές είμαστε πτώματα μετά από τις πρόβες. Εγώ δεν μπορώ να περπατήσω σχεδόν από την πρόβα, δεν μπορώ να το διανοηθώ να πάω για ποτό το βράδυ».

«Χορεύω τσιφτετέλι, ζεϊμπέκικο, καλαματιανό χωρίς κόμπλεξ».

– Χορεύεις δηλαδή τσιφτετέλι, ζεϊμπέκικο, καλαματιανό;

Ωραιότατο! Κανένα κόμπλεξ.

– Δηλαδή υπάρχουν και χοροί εκτός του κλασικού που σου αρέσουν: λάτιν, ballroom, κοινωνικοί, fox-trot;

Ναι, εννοείται. Τα πάντα, τα πάντα, δεν έχω κανένα απολύτως πρόβλημα, κανένα κόλλημα όσον αφορά στον χορό, εκφράζομαι ελεύθερα. Ναι, δεν έχω κανένα θέμα.

– Υπάρχει κάποιος χορός που σε δυσκολεύει; Που δεν τον καταφέρνεις;

(Σκέφτεται πολλή ώρα). Χορός που να έχω προσπαθήσει και να μην το καταφέρω; Εντάξει, τώρα δε μιλάμε σε  επαγγελματικό επίπεδο, όχι. Μια φορά προσπαθούσα να μάθω… κρητικά νομίζω ήταν, ήταν ένας χορός παραδοσιακός, δύσκολος, δεν πήγαινε το μυαλό μου, δεν μπορούσα να πιάσω τα βήματα. Θα το ‘κανα, αν το έβλεπα λίγο ακόμα, αλλά δεν μπορούσα, κάτι κολλούσε στον εγκέφαλό μου και δεν μπορούσα να μάθω τα βήματα. Δεν γινόταν.

– Έχεις γένια. Αυτό είναι σπάνιο για χορευτή, δεν το βλέπουμε πολύ συχνά.

Αλήθεια;

– Έχω αυτή την εντύπωση.

Συνήθως σε παραστάσεις δεν έχουμε γένια. Σε κάποιες λίγο πιο σύγχρονες, το σηκώνει. Εξαρτάται τι θέλει ο χορογράφος. Αλλά τώρα που θα κάνω τον Πρίγκιπα δεν θα έχω γένια εννοείται.

«Μια φορά προσπαθούσα να μάθω… κρητικά νομίζω ήταν, ήταν ένας χορός παραδοσιακός, δύσκολος, δεν πήγαινε το μυαλό μου, δεν μπορούσα να πιάσω τα βήματα»

– Όταν χορεύεις στην παράσταση, παρασύρεσαι ή είναι συγκεντρωμένος, «κρύος»;

Εννιά στις δέκα παρασύρομαι. Εννιά στις δέκα με παίρνει, μπαίνω σε έναν άλλο κόσμο. Υπάρχει αυτή η μία φορά που δεν θα το κάνω, δεν μου βγαίνει, που κάτι δεν πάει καλά. Υπάρχουν και αυτές οι μέρες. Δυστυχώς.

– Το καταλαβαίνει αυτό ο θεατής;

Απο ο,τι μου έχουν πει, όχι. Δηλαδή σε μέρες που ένιωθα έτσι, το feedback που πήρα από κάτω δεν ήταν αυτό που ένιωθα εγώ στη σκηνή.

«Δεν μπορεί να καταλάβει το κοινό πόσες ώρες προβών και πόσος ιδρώτας έχει χυθεί για αυτά τα πέντε λεπτά χορού».

– Με βάση το feedback που έχεις πάρει ως τώρα, αυτό  που κάνεις σε σχέση με αυτό που εισπράττει το κοινό, πιστεύεις ότι γενικά περνάει, ότι καταλαβαίνει, ή κάνετε κάτι και το κοινό εισπράττει κάτι άλλο;

Αυτό είναι ένα περίπλοκο ζήτημα, εξαρτάται πάλι, και θέλω να σου απαντήσω πολύ στρέιτ, δεν μου αρέσει να απαντήσω διπλωματικά, να αρχίσω να λέω εξαρτάται και εξαρτάται, θέλω να είμαι απόλυτος, αλλά αυτό όντως είναι ένα περίπλοκο ζήτημα, γιατί εξαρτάται πάρα πολύ από τη χορογραφία, δεν είναι μόνο ο χορευτής, ο ερμηνευτής και το κοινό. Είναι και ο χορογράφος, οι μουσικοί, τα σκηνικά, τα κουστούμια, είναι ένα σύνολο που παρουσιάζει μπροστά σε ένα κοινό. Αν θα καταφέρει τελικά η ομάδα, και όταν λέω ομάδα, εν προκειμένω η Λυρική που ανεβάζει τον Καρυοθραύστη, εννοώ πενήντα χορευτές, χορογράφο, συνθέτη, ορχήστρα, έχει από πίσω χίλιους δυο νοματαίους, κουστούμια, μακιγιάζ, κλπ., αν όλοι αυτοί συνεργαστούν καλά και έχουν σιγουριά για το αποτέλεσμα να πουν “αυτό είναι”, τότε ο κόσμος θα νιώσει το ίδιο, εκεί θα βρεθούμε, και αυτό που θέλαμε να δείξουμε, αυτό θα λάβει και ο κόσμος. Τώρα, αν ο κόσμος καταλαβαίνει τι δουλειά έχει γίνει από πίσω, όχι, δύσκολα. Αν βγω να κάνω ένα ντουέτο πέντε λεπτά με την Ελεάνα, δεν καταλαβαίνει ο κόσμος πόσο δύσκολο είναι αυτό. Δεν μπορεί να καταλάβει το κοινό πόσες ώρες προβών και πόσος ιδρώτας έχει χυθεί για αυτά τα πέντε λεπτά. Αυτό δεν φαίνεται, αν απαντώ την ερώτησή σου.

– Όταν χορεύεις στη σκηνή έχεις  feedback από τον κόσμο ή είσαι τόσο συγκεντρωμένος που δεν το αντιλαμβάνεσαι; Υπάρχει κάποια διάδραση;

Εάν λαμβάνεις κάτι από την αίθουσα; Ενεργειακά εννοείς, γιατί δεν μπορώ να δω τους θεατές. Ειδικά στο Νιάρχος, που είναι μεγάλη η απόσταση δεν βλέπω τίποτα, βλέπω τον κόσμο μόνο πολύ θολά, δεν μπορώ να καταλάβω τι γίνεται. Ενεργειακά γίνεται αυτό και καταλαβαίνουμε οι χορευτές πότε έχουμε ένα καλό κοινό και πότε ένα πιο σφιχτό κοινό. Το πιάνουμε αυτό, το καταλαβαίνουμε.

– Τι μπορεί να σε κάνει να αισθανθείς το κοινό;

Πολύ απλά, όταν τους αρέσει αυτό που βλέπουνε, η ενέργεια είναι τελείως διαφορετική. Είναι σαν ένα καθαρό ποτήρι νερό. Είναι όλο εύκολο. Παίρνει και το σώμα άλλη δύναμη όταν αρέσει στον κόσμο αυτό που βλέπει. Όταν δεν αρέσει στον κόσμο αυτό που βλέπει, τότε νιώθεις μια αμηχανία στη σκηνή, χωρίς λόγο, και λες “τι γίνεται, γιατί νιώθω περίεργα”, δεν μπορώ να το περιγράψω αλλιώς. Αυτό το συμπέρασμα το έχω βγάλει από συζητήσεις που είχα μετά με δικούς μου ανθρώπους, που μου είπαν ότι “αυτό το σημείο δεν ήταν πολύ ΟΚ”, και λέω “Α, για αυτό ένιωθα αυτό”.

Η μηχανή Vertuo της Nespresso στο παράθυρο της σχολής χορού.

«Ένας ήταν ο Μπαρίσνικοφ, δεν υπάρχει άλλος. Το νούμερο ένα ήταν ο Μπαρίσνικοφ».

– Από άλλους χορευτές που έχεις παρακολουθήσει, υπάρχουν κάποιοι που σε ενέπνευσαν;

Από την αρχή που ξεκίνησα μέχρι τώρα πάντα υπάρχει και δεν γίνεται να μην υπάρχει μια έμπνευση. Αυτό μπορεί να είναι ο δάσκαλός σου, θα είναι ο πιανίστας σου που παίζει πάρα πολύ ωραία μουσική και θες να είσαι μαζί του με τη μουσική, θα είναι οι άλλοι χορευτές, κάποιος που έκανε κάτι πολύ ωραίο και λες “ας δοκιμάσω να το κάνω και εγώ”, θα είναι ένα βήμα που θα δω στο youtube από έναν χορευτή στη Δανία, πάντα βρίσκω κάτι να με εμπνέει. Μπορεί να μην είναι καν από τον χορό, μπορεί να είναι ένα τραγούδι.

– Υπήρξαν κάποιοι χορευτές που ήταν πολύ σημαντικοί για σένα;

Δύο χορευτές μου έρχονται στο μυαλό. Ένας ήταν ο Μπαρίσνικοφ, δεν υπάρχει άλλος. Το νούμερο ένα ήταν ο Μπαρίσνικοφ. Από τους νεότερους χορευτές, που δεν χορεύει πλέον όχι λόγω ηλικίας αλλά γιατί έγινε διευθυντής στο Μπαλέτο της Αυστραλίας, είναι ο Ντέιβιντ Χάλμπεργκ (David Hallberg, γεν. 1982). Αυτοί οι δύο μού έρχονται στο μυαλό αβίαστα.

Κυριολεκτικά στον αέρα…

– Χορεύεις συνήθως με την Ελεάνα Ανδρεούδη. Πλέον αισθάνεσαι περισσότερο σολίστας χορευτής ή μέλος ενός χορευτικού ντουέτου;

Όχι, χορευτής, φυσικά. Αυτόνομος,  που όταν μέσα στο μπαλέτο έχει ντουέτο, συνήθως είμαστε με την Ελεάνα για διάφορους λόγους καλλιτεχνικούς. Αλλά είμαστε ξεχωριστά και μαζί. Πρώτα μόνοι μας και μετά αυτό το μόνοι μας γίνεται πάλι ένα.

– Περιμένουμε λοιπόν να σας δούμε στον Καρυοθραύστη, και στις επόμενες παραστάσεις σας.

Τον Ιανουάριο θα έχουμε και ένα τρίπτυχο σύγχρονου χορού, ναι, έρχονται κάποια πολλά ενδιαφέροντα πράγματα!

 

 Διαβάστε ακόμα, Γεωργιάννα Χιλιαδάκη: «Η λέξη προχειρότητα δεν υπάρχει στη ζωή μου».

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top