γαβαλάς (ο) 1. λαμπερή και εκκεντρική προσωπικότητα της σόου μπιζ:
ο Παναγιώτης ο Χατζηστεφάνου ήταν ο σπουδαιότερος γαβαλάς που έχει περάσει από την τηλεόραση ΣΥΝ εθνικός σταρ, μίστερ εθνικά μπούτια
2. αυτός που συνεχώς μπαίνει στη φυλακή:
ο Μπάμπης πρέπει να έχει κάνει καμιά δεκαριά φορές φυλακή..., είναι μεγάλος γαβαλάς ΣΥΝ φυλακόβιος
3. αδίκως διωκώμενος:
ο Κωστόπουλος είναι γαβαλάς, αλλά το σύστημα δεν ξεχνά αυτούς που το πολέμησαν και εκδικείται ΣΥΝ
τσοχατζόπουλος, ψωμιάδης, λαυρεντιάδης
4. αυτός που διαφημίζει την Ελλάδα στο εξωτερικό:
ευτυχώς που υπάρχει και ο Γιώργος ο Παπανδρέου και η Ελλάδα έχει ένα γαβαλά να μιλάει γι αυτήν στο εξωτερικό ΣΥΝ φέτα.