Η πρώτη μάχη κερδήθηκε με τη βοήθεια των ανθρώπων της πρώτης γραμμής. Ο πόλεμος συνεχίζεται. (Credit: από το όμορφο project “Παρόντες” του imedd).

– Οι Έλληνες είναι μικροβιοφοβικοί.

«Η καθαριότητα είναι μισή αρχοντιά» λέει το εθνικό μας σλόγκαν και πράγματι στα του οίκου τους οι κάτοικοι αυτής της χώρας είναι καθαροί, ακόμα και αν δεν φροντίζουν διόλου για την καθαριότητα στο δημόσιο χώρο. Δεν είναι τυχαίο ότι η μέση Ελληνίδα νοικοκυρά θεωρεί υποχρέωση της να μυρίζει το σπίτι της χλωρίνη. Εμπιστεύεται τα ισχυρά χημικά καθαριστικά που κάνουν τις επιφάνειες να «λάμπουν» (και το περιβάλλον να υποφέρει), αντί για τα ηπιότερα, οικολογικά που «δεν κάνουν δουλειά». Το τίναγμα των χαλιών, το σιδέρωμα των σεντονιών, το σφουγγάρισμα των τοίχων και άλλες επίπονες δουλειές που αλλού γίνονται σποραδικά, σε αρκετά Ελληνικά σπίτια επαναλαμβάνονται τακτικά. Όχι μόνο από παστρική διάθεση αλλά από το φόβο των μικροβίων «που βρίσκονται παντού». Και πριν τον ιό ο μέσος Έλληνας και η μέση Ελληνίδα έριχναν συχνά οινόπνευμα σε επιφάνειες «για να μην κολλήσουμε τίποτα». Συνεπώς οι συστάσεις των αρχών για τακτική απολύμανση βρήκαν έναν πληθυσμό που είχε ήδη τη συνήθεια αυτή σε βαθμό νεύρωσης.

– Η Ελλάδα βρίσκεται δίπλα στην Ιταλία.

Η πρώτη χώρα που επλήγη σαρωτικά από τον νέο κορωνοϊό μετά την Κίνα, ξεπερνώντας μάλιστα σε κρούσματα και σε θανάτους το ασιατικό μεγαθήριο, ήταν η Ιταλία. Λεπτομέρεια: Η Ιταλία βρίσκεται ακριβώς δίπλα μας. Κακά τα ψέμματα, όσο τα διεθνή ΜΜΕ μιλούσαν για την κατάσταση στη Γουχάν, πολλοί Έλληνες αντιμετώπιζαν τον Covid-19 σαν κάτι εξωτικό που αφορά τους «περίεργους» Ασιάτες και τις «ύποπτες» διατροφικές τους συνήθειες. Όταν όμως οι γείτονες μας οι Ιταλοί τους οποίους θαυμάζουμε και ενίοτε ζηλεύουμε άρχισαν να πεθαίνουν μαζικά από τον ιό, οι Έλληνες νιώσαμε έναν -ευεργετικό- πανικό. Καταλάβαμε ότι ήταν υπόθεση πολύ λίγων ημερών να εξαπλωθεί και εντός των συνόρων μας το «χτικιό», γι αυτό κλειστήκαμε στο σπίτι πολύ γρηγορότερα και πιο πειθαρχημένα απ’ότι θα το είχαμε κάνει αν το τσουνάμι είχε σκάσει πρώτα στις ακτές π.χ. της Φιλανδίας.

Όταν οι γείτονες μας Ιταλοί τους οποίους θαυμάζουμε και ενίοτε ζηλεύουμε άρχισαν να πεθαίνουν μαζικά, νιώσαμε έναν -ευεργετικό- πανικό.

– Οι Έλληνες είναι όπου τους συμφέρει συντηρητικοί, και όπου τους συμφέρει σοσιαλιστές.

Από τη μία, μας στοιχειώνει το «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια» με αποτέλεσμα να σφίγγουν τα λουριά και οι δεσμοί αίματος σε περιόδους κρίσης. Από την άλλη απαιτούμε -και ορθώς- από το κράτος να λειτουργήσει προστατευτικά και να απλώσει δίχτυ κοινωνικής αλληλεγγύης. Η πολιτική εξουσία ασχέτως από ποιον ιδεολογικό χώρο προέρχεται ξέρει ότι η κοινή γνώμη περιμένει να δοθεί προτεραιότητα στα νοσοκομεία μαζί με επιδόματα και φοροελαφρύνσεις για όλους. Στην περίπτωση του ιού ο «καλοπροαίρετος αυταρχισμός» της πολιτικής προστασίας και αστυνομίας συνδυάστηκε αποτελεσματικά με την φιλολαϊκή ατζέντα σε θέματα εργασιακών δικαιωμάτων και υγειονομικών προτεραιοτήτων.

– Οι Έλληνες γνωρίζονται μεταξύ τους.

Μπορεί να είχαμε την τύχη να ιχνηλατηθούν τα πρώτα περιστατικά από επιστημονικό προσωπικό με φιλότιμο και επάρκεια, μπορεί να συνέδραμε η τεχνολογία και να υπήρχε μέτρο σύγκρισης με τις άλλες χώρες και οι λεγόμενες «βέλτιστες πρακτικές» διεθνώς για να εντοπιστούν οι ροές και οι συμπεριφορές του ιού, ωστόσο στην περίπτωση της Ελλάδας διαθέταμε και ένα μυστικό όπλο: Όλοι γνωριζόμαστε μεταξύ μας. Όλοι ξέρουμε που μένει ο τάδε, από ποιο χωριό είναι ο δείνα, ποιος είναι ο ξάδερφος του Χ και με ποιος κάνει παρέα ο Ψ. Στο πλαίσιο αυτό οι αρμόδιοι μπόρεσαν από τα πρώτα περιστατικά που εμφανίστηκαν να εντοπίσουν τις επαφές των φορέων και να σχεδιάσουν το «χάρτη» της μεταδοτικότητας. Επιπλέον, ακριβώς επειδή όλοι γνωριζόμαστε μεταξύ μας καταλάβαμε πόσο εύκολα ο ιός μπορεί να μεταφερθεί από τον μπατζανάκη της ξαδέρφης στην κουμπάρα του ανηψιού, και πειθαρχήσαμε ακόμα αμεσότερα στα μέτρα κοινωνικής απομόνωσης.

– Οι Έλληνες είναι μελοδραματικοί.

Δεν έχουμε τη στωικότητα των Αγγλοσαξόνων, την Κομφουκιανή πειθαρχία των Ασιατών, τη μοιρολατρία των Αράβων, την «σκάσε και σκάβε» νοοτροπία των Αμερικανών. Οι Έλληνες είμαστε drama queens και αυτό εν προκειμένω μας βγήκε σε καλό. Εκεί που άλλοι λαοί έλεγαν ψηλά το κεφάλι, μια γρίπη είναι θα περάσει, εμάς μας έπιασε ο πανικός ότι θα πεθάνουμε όλοι, ότι δεν θα μπορέσουμε να γλυκοφιλήσουμε τη γιαγιά, εμβρόντητοι μουρμουρίζαμε «σε τι κόσμο θα μεγαλώσουν τα παιδιά μας» και ούτω καθ’εξής. Όμως ο φόβος «φυλάει τα έρμα», και έτσι μαζευτήκαμε μια ώρα αρχύτερα στα σπίτια μας, πειθαρχώντας στις υποδείξεις των αρχών.

Παρότι είμαστε μελοδραματικοί και γκρινιάρηδες, έχουμε έναν μάλλον αξιοζήλευτο τρόπο να τα απομυθοποιούμε όλα, σοβαρά και μη, κάνοντας πλάκα.

– Αλλά οι Έλληνες κάνουν και πλάκα με τα πάντα.

Κακά τα ψέματα, χρειάζεται σθένος για να αντέξεις σε δύσκολες καταστάσεις και σύμμαχος στα ζόρια εκτός από το κουράγιο είναι και το γέλιο που σχετικοποιεί τα πράγματα, εκτονώνει την ένταση και ξορκίζει το κακό. Παρότι οι Έλληνες είμαστε μελοδραματικοί και γκρινιάρηδες, είμαστε επίσης πρώτοι στο χαβαλέ και έχουμε έναν μάλλον αξιοζήλευτο τρόπο να τα απομυθοποιούμε όλα, τα σοβαρά και μη, με το διαβρωτικό μας χιούμορ. Ακόμα και η χοντράδα μας, που σε άλλες περιπτώσεις είναι σοβαρό μειονέκτημα, στην περίπτωση της ιικής απειλής λειτούργησε λυτρωτικά. Το μαύρο χιούμορ των πρώτων ημερών ότι θα μας φάει η μαρμάγκα και στη συνέχεια οι καθημερινές πλάκες με τα αντισηπτικά, με τα κομμωτήρια, με το ύφος του Χαρδαλιά, ακόμα και με τα αρνιά και τις εκκλησίες, μας βοήθησαν να ξεπεράσουμε την καραντίνα χωρίς να μεμψιμοιρούμε.

– Οι Έλληνες είναι infomaniacs.

Μπορεί οι Έλληνες να μη διαβάζουν πολλά βιβλία ούτε να εμπιστεύονται πια τις εφημερίδες, όμως κάτι τα δελτία ειδήσεων, κάτι τα ενημερωτικά σάιτ στο διαδίκτυο, και κυρίως το θαλερό στην πατρίδα μας ράδιο αρβύλα, τις περασμένες εβδομάδες οι πληροφορίες κυκλοφορούσαν αδιάκοπα. Άλλες σοβαρές και αξιόπιστες, και άλλες τρομολαγνικές και παντελώς ανακριβείς, που ωστόσο πρόσθεταν στην ανησυχία και έκαναν τον κόσμο να προσέχει διπλά. Οι Έλληνες δεν είμαστε ο λαός που θα περιμένει ένα διάγγελμα του πρωθυπουργού και δύο φυλλάδια στο ΚΕΠ για να ενημερωθούμε. Θέλουμε να ξέρουμε ανά πάσα στιγμή τι συμβαίνει, τι θα συμβεί, ποιος είπε τί, και βέβαια «τι μας κρύβουν». Δεν υπήρξε λοιπόν φράση του Σωτήρη Τσιόδρα που να μην αναλυθεί εξαντλητικά, ούτε καν φήμη που να μην φτάσει σε λίγα λεπτά μέχρι το πιο απομακρυσμένο χωριό.

Η λατρεία μας για τους γιατρούς είναι τόση που αγγίζει τα όρια του φετιχισμού και δεν είναι λίγοι στη χώρα μας οι κατά φαντασίαν ασθενείς.

– Οι Έλληνες λατρεύουν τους γιατρούς.

Το όνειρο κάθε Ελληνικής οικογένειας είναι να καμαρώσει το παιδί της γιατρό. Ούτε ποδοσφαιριστή που κινδυνεύει από τραυματισμούς, ούτε μοντέλο σαν τις «ξετσίπωτες» της τηλεόρασης, ούτε πολιτικό να τον βρίζει η μισή Ελλάδα, ούτε δικηγόρο που «κι αυτοί πεινάνε πια». Γιατρό, γιατρίνα, καθηγητή με άσπρη μπλούζα και με πυκνά φρύδια, με μονίμως απασχολημένο ύφος και με δεκάδες ασθενείς στην αίθουσα αναμονής. Να του φιλούν το χέρι, να του φέρνουνε πεσκέσια από το χωριό, να του δίνουν φακελάκια, να τον φωνάζουνε «γιατρέ μου» και βέβαια για ό,τι χρειαστεί (χτύπα ξύλο) να φροντίζει την οικογένεια του και να «καθαρίζει» ώστε να βρεθεί καλή θέση στο νοσοκομείο. Η λατρεία των Ελλήνων για τους γιατρούς είναι τόση που αγγίζει τα όρια του φετιχισμού και δεν είναι λίγοι στη χώρα μας οι κατά φαντασίαν ασθενείς. Υπό το καθεστώς της πανδημίας οι άνθρωποι με τα στηθοσκόπια και τις μάσκες έλαβαν στο μυαλό του μέσου Έλληνα και της μέσης Ελληνίδας ακόμα μυθικότερες διαστάσεις, με αποτέλεσμα να κρεμόμαστε κυριολεκτικά από τα χείλη τους και να υπακούμε τυφλά στις οδηγίες τους.

– Διότι, για τους Έλληνες η υγεία είναι «πάνω απ’όλα».

«Την υγειά μας να’χουμε και όλα τα άλλα θα τα βρούμε», επαναλαμβάνουμε με κάθε αφορμή εμείς οι Έλληνες και έχουμε απόλυτο δίκαιο (αν εξαιρέσουμε το ότι χαπακωνόμαστε με αντιβίωση για ψύλλου πήδημα). Τα λεφτά, η δόξα, οι συναρπαστικές εμπειρίες της ζωής είναι απολύτως θαυμάσια αλλά υποχωρούν μπροστά στο υπέρτατο αγαθό της υγείας. Αυτή η προσήλωση των Ελλήνων στην υγεία «uber alles», είναι που μας έβγαλε εξαρχής από το δίλημμα αν πρέπει να κλείσουμε το μαγαζί μας, αν αξίζει να ρισκάρουμε τη λεγόμενη «ανοσία της αγέλης», αν πρέπει να χάσουν τα παιδιά μας σχολείο, και ούτω καθ’εξής. «Βρε την υγειά μας να ‘χουμε!», ήταν η μόνιμη επωδός σε κάθε περίπτωση, κι εδώ είμαστε να τα αντιμετωπίσουμε όλα…

– Η χώρα διαθέτει ηγεσία. Και Τσιόδρα.

Ας μην θεωρηθεί πολιτική αβάντα στο κυβερνών κόμμα το οποίο έκανε και λάθη και θα ξανακάνει. Θα ήταν ωστόσο άδικο να μην πιστώσουμε στην κυβέρνηση, στον πρωθυπουργό, στην υπηρεσία πολιτικής προστασίας και φυσικά στον δημοφιλέστερο Έλληνα αυτή τη στιγμή, τον Σωτήρη Τσιόδρα, σοβαρότητα, ετοιμότητα και προπαντός ηγετική πρωτοβουλία. Σε τέτοιες κρίσεις εξίσου σημαντική με την όποια πορεία αποφασίσεις να χαράξεις, είναι η ταχύτητα και η αποφασιστικότητα που θα επιδείξεις ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι αναταράξεις. Η ηγεσία της πατρίδας, ηγεσία όλων των Ελλήνων και όχι μόνο των ψηφοφόρων της ΝΔ, κινήθηκε γρήγορα και αποφασιστικά, εμπνέοντας -όσο είναι δυνατό- σιγουριά στους πολίτες. Ας ευχηθούμε αυτό να συνεχιστεί και να μην σπαταληθούν όσα μαζί κατακτήσαμε στην πρώτη φάση της πανδημίας.

Που πέθαναν οι μισοί συνάνθρωποι μας διεθνώς; Ξεχασμένοι σε κάποιο γηροκομείο. Όχι όμως στην Ελλάδα όπου ο παππούς και η γιαγιά μένουν στον από κάτω όροφο.

– Οι Έλληνες κάνουν θαύματα όταν ενώνονται στα δύσκολα.

Είναι κλισέ αλλά και πέρα για πέρα αληθινό. Όσο τρωγόμαστε μεταξύ μας για ψύλλου πήδημα, άλλο τόσο όταν είμαστε ενωμένοι μπορούμε να κοιτάξουμε στα μάτια πολύ ισχυρότερους αντιπάλους. Αυτό έχει επιβεβαιωθεί σε γήπεδα, σε πολέμους, και επιβεβαιώθηκε και στην καραντίνα. Απέναντι σε έναν κοινό -και αόρατο- εχθρό δεν είχαμε κανένα λόγο να διχαστούμε. Γι αυτό και οι ηγεσίες (εξαιρούνται ορισμένα ανόητα στελέχη) όλων των κομμάτων έδειξαν αυτοσυγκράτηση και δεν σήκωσαν τους τόνους. Να τα λέμε αυτά.

– Οι Έλληνες είναι κοσμοπολίτες.

Ενδιαφέρονται για τα όσα συμβαίνουν στον υπόλοιπο πλανήτη. Μιλάνε ξένες γλώσσες. Έχουν φίλους από όλα τα έθνη που επισκέπτονται την Ελλάδα κάθε καλοκαίρι. Γνωρίζουν για παράδειγμα που πέφτει το Ιράν που ήταν η δεύτερη χώρα χρονικά που επλήγη μετά την Κίνα. Γνωρίζουν έστω επιδερμικά την κουλτούρα της Σουηδίας που επέλεξε να μην επιβάλλει lockdown. Οι Έλληνες έχουν τα μάτια στραμμένα στη δύση, ενημερώνονται, συγκρίνουν. Συχνά κοροϊδεύουμε τον επαρχιωτισμό μας αλλά θυμηθείτε, πόσοι Έλληνες σπουδάζουν στο εξωτερικό; Πόσοι είναι συνολικά οι ελληνες της διαποράς; Πόσοι ελληνικής καταγωγής ζουν στη Νέα Υόρκη που επλήγη με πρωτοφανή σφοδρότητα από τον ιό; Και πόσοι Έλληνες από την Αυστραλία επικοινώνησαν με τη μαμά πατρίδα δίνοντας το στίγμα του κορωνοϊού και από το νότιο ημισφαίριο, όπου είχε καλοκαίρι; Οι Έλληνες βίωσαν αυτή την πλανητική κρίση με τα μάτια στραμμένα στον πλανήτη και με τη συνείδηση ότι αποτελούν ενεργό κομματι της παγκόσμιας κοινότητας, όχι κάποια ξεχασμένη χώρα που δεν έχει λόγο και μοίρα.

– Οι Έλληνες κρατάνε τους δεσμούς της οικογένειας.

Που πέθαναν οι μισοί συνάνθρωποι μας διεθνώς; Ξεχασμένοι σε κάποιο γηροκομείο. Όχι όμως στην Ελλάδα όπου ο παππούς και η γιαγιά μπορεί να μένουν μόνοι αλλά είναι πάντα σχετικά κοντά μας (πολλές φορές στον από κάτω όροφο) και γενικώς «έχουμε το νου μας» σε εκείνους. Και σε αντίθεση με τον γερο-Τεντ στο Άϊνταχο που μπορεί να μιλάει με την κόρη του στην Καλιφόρνια κάθε Χριστούγεννα, η κυρα-Πολυξένη στο Δερβένι μιλάει με το γιο της και τη νύφη της και τα εγγόνια της στο Χαλάνδρι, πρωί και βράδυ. Το νοιάξιμο αυτό και η επαφή έδωσε κουράγιο στους ηλικιωμένους, έφερε προ των ευθυνών τους τα μικρά παιδιά και βοήθησε στο να κρατηθεί όρθιο το κοινωνικό σύνολο.

Ναι, πληγώσαμε ο ένας τον άλλο στα χρόνια της κρίσης, αλλά και ποιοι δεν βγάζουν τα ματάκια τους; Οι Αμερικανοί, στην πιο προηγμένη υποτίθεται χώρα του πλανήτη, με Πρόεδρο τον Τραμπ;

– Εν τέλει οι Έλληνες είναι πολιτισμένος λαός.

Δεν έχετε βαρεθεί να αυτομαστιγωνόμαστε και να αλληλοκατηγορούμαστε ως κάφροι, αδιόρθωτοι, ανάδελφοι και ανεπίδεκτοι διαφωτισμού; Κι όμως, η συμπεριφορά μας στην πρώτη φάση της πανδημίας έγινε παράδειγμα προς μίμηση για τον υπόλοιπο πλανήτη. Αξίζει σε όλους μας ένα μπράβο. Μεταξύ μας τώρα, η «ψωροκώσταινα» δεν τα έχει καταφέρει και τόσο άσκημα, γενικώς… Ας είμαστε ειλικρινείς, δεν περιμέναμε τον κορωνοϊό για να καταλάβουμε ότι είμαστε μια αξιοπρεπής χώρα. Χωρίς να αποποιούμαστε τις ευθύνες μας για τα πολλά και υπαρκτά ελαττώματα μας, δεν πρέπει και να ξεχνάμε ότι είμαστε ένα μικρό και νέο ακόμα κράτος, με τεράστιες ιστορικές πληγές και «μπαγκάζια» το οποίο έχει ωστόσο καταφέρει να βρίσκεται στο κλαμπ των προηγμένων χωρών του πλανήτη. Πειράζει;

»Βεβαίως πληγώσαμε ο ένας τον άλλο στα χρόνια της κρίσης και απογοητευτήκαμε από τη «μάνα Ελλάδα», αλλά και ποιοι δεν βγάζουν τα ματάκια τους; Οι Αμερικανοί, στην πιο προηγμένη υποτίθεται χώρα του πλανήτη, με Πρόεδρο τον Τραμπ; Οι Άγγλοι, με την γηραιότερη κοινοβουλευτική παράδοση στον κόσμο που παραπαίουν μεταξύ Brexit, Boris και ανο(η)σίας αγέλης; Οι ομόδοξοι μας Ρώσοι με τον εκλεγμένο δικτάτορα Πούτιν; Οι «έξω καρδιά» Βραζιλιάνοι που εξέλεξαν τον ακροδεξιό Μπολσονάρο; Ψηλά το κεφάλι λοιπόν, και ας πιστέψουμε στους εαυτούς μας! Θα μας χρειαστεί στην επόμενη φάση, για να μείνουμε ασφαλείς.

 

Διαβάστε ακόμα: 10 πράγματα που θα μας λείψουν από την καραντίνα.

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top