παπακωνσταντίνου (ο) 1. σοσιαλιστής που διώκεται από το σύστημα εξαιτίας της πολιτικής του δράσης: ο Γιώργος ήταν παπακωνσταντίνου και τώρα τον τρέχουν στα δικαστήρια ΣΥΝ τσοχατζόπουλος 2. τσάρος της οικονομίας: κάποτε υπήρχε παπακωνσταντίνου αλλά τώρα... πού τσάρος... 3. συνεργάτης του Γ.Α.Π.: μπορεί η ίδια να μην το θυμάται, αλλά και η Λούκα Κατσέλη ήταν παπακωνσταντίνου ΣΥΝ βαρουφάκης 4. ηλικιωμένος τραγουδιστής που επιμελείται με ξεχωριστή φροντίδα την κουπ του: μα πόσο παπακωνσταντίνου είναι ο Πασχάλης; ΣΥΝ πανταζής.