To Λεξικό

σύριζα (ο) 1. αντικαταστάτης του ΠΑΣΟΚ: παλιά ψήφιζα ΠΑΣΟΚ, αλλά τώρα βρήκα έναν σύριζα και θα ψηφίσω αυτόν 2. αυτός που ψηφίζει μόνο κόμματα εξουσίας: ο Θανάσης ψήφιζε πάντα ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, επειδή όμως είναι σύριζα τώρα σκέφτεται να ψηφίσει Τσίπρα 3. αυτός που απότομα μεγαλώνει πολύ: η φαλάκρα του ήταν σύριζα και μέσα σε ένα χρόνο έχασε τα περισσότερα μαλλιά του 4. συστημικός πολιτικός με αντισυστημικό λόγο, που γοητεύει τους νοικοκυραίους: ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν ο πιο σύριζα πολιτικός που θυμάμαι ΣΥΝ. τσίπρας 5. αντιφατικός: τη μια μου λες το ένα και την άλλη το άλλο, μήπως είσαι λίγο σύριζα;

ΔΕΘ (η)

06.09.2014

δημάρ (η)

30.05.2014

εδτ (η)

11.07.2013

εθνική (η)

16.10.2013

ερτ (η)

12.06.2013

ζίζεκ (ο)

22.05.2013

Θεός (ο)

31.01.2014

ρομά (ο)

23.10.2013

σαμαράς (ο)

29.05.2013

Πιο πρόσφατα

3
Button to top