H σημερινή Giulia είναι αντάξια του ένδοξου παρελθόντος. Η ιταλική παράδοση βρίσκει σ’ αυτήν τον ιδανικό εκφραστή της. (photo credit Θανάσης Κουτσογιάννης/DRIVE)

Χρόνια τώρα, οι προσήλυτοι της μιλανέζικης πίστης πολεμούσαν με σπαθιά την ώρα που οι αντίπαλοί τους κρατούσαν πυροβόλα. Υπήρχαν άλλα αυτοκίνητα που ήταν πιο εξελιγμένα, πήγαιναν πιο γρήγορα, έστριβαν πιο γρήγορα. Απ’ όταν μάλιστα, το 1992, εγκαταλείφθηκε η πίσω κίνηση, υπήρχαν άλλα αυτοκίνητα που έστριβαν πιο ευχάριστα.

Στην πραγματικότητα, οι Αλφίστες δεν ενοχλούνταν από αυτά. Είχαν ως καταφύγιο την επίκληση μιας απροσδιόριστης «αίσθησης». Γι αυτό και δεν σκέφτηκαν ποτέ να συγκρίνουν μια καινούργια Alfa με τον «ανταγωνισμό». Μια καινούργια Alfa συγκρίνεται μόνο με την Alfa που αντικαθιστά. Σε αυτή λογοδοτεί. Αντάξια αυτής οφείλει να είναι.

Και, χρόνια τώρα (με ελάχιστες εξαιρέσεις), κάθε προηγούμενη Alfa ήταν «περισσότερο Alfa» από αυτή που τη διαδεχόταν. Και όσο πιο πίσω πήγαινες στο χρόνο, τόσο «περισσότερο Alfa» και καλύτερο αυτοκίνητο ήταν ο πρόγονος. Μέχρι να φτάσεις στο βάθος της δεκαετίας του ’60 και να συναντήσεις τη Giulia, τη Μεγάλη Μητέρα. Εκεί μηδενίζει το κοντέρ. Εκεί συναντάς το αρχέτυπο που κλείνει μέσα του την ουσία μιας Alfa Romeo.

Όσο πιο πίσω πήγαινες στο χρόνο, τόσο «περισσότερο Alfa» και καλύτερο αυτοκίνητο ήταν ο πρόγονος. Μέχρι να φτάσεις στο βάθος της δεκαετίας του ’60 και να συναντήσεις τη Giulia, τη Μεγάλη Μητέρα. (photo credit Wikipedia)

Στη σύγκριση μ’ εκείνη τη Giulia, όλες οι μεταγενέστερες Alfa έβγαιναν χαμένες. Και θα εξακολουθήσουν να βγαίνουν χαμένες. Γιατί, στις 27 Ιουνίου του 1962, όταν η Alfa Romeo παρουσίασε στην πίστα της Monza την ολοκαίνουργια Giulia ΤΙ, η BMW έφτιαχνε και τρίκυκλα, η Porsche μετασκεύαζε Σκαραβαίους και οι Ferrari είχαν αναρτήσεις κάρου. Καμία επόμενη Alfa δεν μπορεί να είναι αναλογικά ισάξια με τη Giulia.

Γενιές θαυμαστών της φίρμας του Μιλάνου έβλεπαν τα νόθα τέκνα της τορινέζικης εξαγοράς και, παρ’ όλο που δεν το ομολογούσαν φωναχτά, πρόσμεναν την ημέρα που θα έβλεπε το φως ένας γνήσιος απόγονος αυτής της Μεγάλης Μητέρας. Και όταν έφτασε η πολυπόθητη παρουσίαση, αρκούσαν πέντε λέξεις για την αναγγελία της γέννησης: Καινούργια. Πισωκίνητη. Alfa. Romeo. Giulia.

Αυτές οι πέντε λέξεις μηδένισαν την αναμονή δεκαετιών κι έκαναν μνήμες να λαμπαδιάσουν μέσα απ’ τις στάχτες τους. Δυο ερωτήματα ήρθαν στα χείλια: το τυπικό ερώτημα είναι πώς στέκεται η νέα Giulia απέναντι στον ανταγωνισμό. To ουσιαστικό είναι αν είναι αντάξια της παλιάς.

Στο τυπικό ερώτημα η απάντηση είναι μονολεκτική: περήφανα. Η σχεδίαση των διπλών μπροστινών ψαλιδιών εξασφαλίζει ότι η γωνία κάμπερ μένει αμετάβλητη σε κάθε στιγμή του στριψίματος. Στον πίσω άξονα, οι πολλαπλές στηρίξεις και η ιδιαίτερη γωνία των ελατηρίων βιδώνουν την ουρά στο έδαφος. Χωρίς υπερβολή, οι αναρτήσεις της Giulia θα μπορούσαν να ανήκουν σε supercar.

Η Giulia κατάφερε να είναι αντάξια του ένδοξου παρελθόντος. Η ιταλική παράδοση βρίσκει σ’ αυτή τον ιδανικό εκφραστή της.

Το τιμόνι, απαλλαγμένο από τα ημιαξόνια της πολιτικής ορθότητας, είναι σκέτο ξυράφι. Η ισοζυγισμένη κατανομή –αλλά και το πολύ χαμηλό κέντρο– βάρους θέτουν νέα κριτήρια. Ο τρόπος που στρίβει το αυτοκίνητο δεν έχει αντίπαλο στην κατηγορία του.

Οι επιδόσεις του είναι κορυφαίες, ακόμη και στην έκδοση 2.2 Diesel των 180 ίππων, που καταναλώνει μόλις 7 λίτρα ανά 100 χιλιόμετρα. Και όλα αυτά συνδυάζονται με άφθονους χώρους και υψηλή άνεση. Όσο κι αν την πιέσεις, η Giulia ταξιδεύει ακλόνητη. Βαρύγδουπα τευτονικά σεντάν γίνονται κουκίδες στον καθρέφτη πριν προλάβουν να ψελλίσουν “Technologie über alles”. Είναι μια κατεψυγμένη εκδίκηση…

Μειονεκτήματα δεν έχει; E, κάτι θα έχει. Το συντηρητικό κοινό θα βρει την εμφάνιση υπέρ του δέοντος προκλητική. Η χαμηλή απόσταση του ρύγχους από το έδαφος θα δυσκολέψει στις κακοτοπιές. Και υπάρχει βέβαια και το καταραμένο ESP, το σύστημα ελέγχου πρόσφυσης που, στη βασική έκδοση, δεν απενεργοποιείται. Το ESP μοιάζει με τον ΕΝΦΙΑ: πληρώνεις κάτι ακριβά, θέλοντας να απολαύσεις αυτό ακριβώς που σου δίνει, κι έρχεται μετά το μεγάλο χέρι του Κράτους να σου το κλέψει μέσα απ’ την τσέπη.

Κομψό ταμπλό με καλής ποιότητας υλικά, καλή θέση οδήγησης και σωστή εργονομία. Ο αλουμινένιος turbo diesel ακούγεται, αλλά ευχάριστα. Το 6άρι μηχανικό κιβώτιο έχει σωστή κλιμάκωση και σαφή αίσθηση. Q2 είναι το μηχανικό μπλοκέ διαφορικό, πίσω φυσικά. (photo credit Θανάσης Κουτσογιάννης/DRIVE)

Η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα, το ουσιαστικό, είναι ότι η Giulia κατάφερε να είναι αντάξια του ένδοξου παρελθόντος. Η ιταλική παράδοση βρίσκει σ’ αυτή τον ιδανικό εκφραστή της. Όσοι ανδρώθηκαν οδηγικά στους δύσκολους καιρούς της Alfa, ίσως δεν καταλαβαίνουν το νόημα των όρων «παράδοση», «ρομαντική σχολή», «μελαγχολική αγάπη» για τους ήρωες άλλων καιρών, τον αρχιμηχανικό Οrazio Satta, τον πιλότο των πιλότων Tazio Nuvolari.

Τους βοηθώ λοιπόν: έχετε δει ποτέ οδηγό Α4 turbo quattro να κοιτάζει νοσταλγικά ένα Audi 80; Έχετε δει οδηγό Μ5 να πιάνει κουβέντα στο φανάρι με τον οδηγό μιας 315; Φαντάζεστε ιδιοκτήτη S-Class να στρίβει το κεφάλι του για να δει καλύτερα την 190Ε που μόλις προσπέρασε;

Δοκιμάστε όμως να πλευρίσετε μια καινούργια Giulia στο τιμόνι μιας κουρασμένης Alfetta ή μιας ταπεινής 75 και θα είναι o οδηγός της καινούργιας αυτός που πρώτος θα κατεβάσει το τζάμι.

Αυτό ακριβώς είναι στοιχείο ενός θρύλου και μιας αίγλης που καμιά διαφημιστική καμπάνια δεν μπορεί να αγοράσει.

Οι επιδόσεις είναι κορυφαίες, ακόμη και στη diesel Giulia 2.2 των 180 ίππων. Οι αναρτήσεις της θα μπορούσαν να ανήκουν σε supercar, ενώ ο τρόπος που στρίβει δεν έχει αντίπαλο στην κατηγορία της. (photo credit Θανάσης Κουτσογιάννης/DRIVE)

Τα βασικά

Μοντέλο: Alfa Romeo Giulia 2.2 D Q2 180 HP
Κινητήρας: 4κύλινδρος 2.143 κ.ε.
Ισχύς: 180 HP @ 3750 rpm
Ροπή: 380 Nm @ 1750 rpm
Μετάδοση/Κιβώτιο: RWD/μηχανικό 6 σχέσεων
Κατανάλωση: 4,2 lt/100 km (επίσημη), 7,2 lt/100 km (πραγματική)
0-100: 7,2”
Τελική ταχύτητα: 230 km/h
Τιμή: από €42.000

//Ο Γιώργος Ν. Πολίτης φιλοσοφεί και οδηγεί, όσο περισσότερο μπορεί.

 

Διαβάστε ακόμα: Nissan Juke – Το αυτοκίνητο που ξεκίνησε μια τρέλα

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top