Σε μια από τις πιο «εικονικές» πόζες του. Μπλαζέ βλέμμα, αξιοζήλευτα πυκνή γενειάδα. Πάνω από τη στρατιωτική στολή με το παράσημο, το δερμάτινο γιλέκο πέφτει χυτά στους ώμους του. Τα δερμάτινα ζωνάρια, οι σφαίρες και το ξίφος κάνουν την έκφρασή του στη φωτογραφία να δείχνει ακόμη πιο υποβλητική.

Με τους ακόλουθους στίχους περιγράφει ο Γιάννης Ρίτσος τον Άρη Βελουχιώτη στο «Υστερόγραφο της δόξας», το οποίο έγραψε ένα μήνα μετά την αυτοκτονία και τον post-mortem αποκεφαλισμό του κομμουνιστή συντρόφου του:

«Πριν κάμποσο καιρό, πάνου στη Λιάκουρα, στο αετοχώρι το Δαδί, ρώτησα ένα παιδί ως οχτώ χρονώ: / – Τον ξέρεις τον Άρη; / – Ναι, μου λέει. Τον ξέρω. / – Τον είδες ποτέ σου; / – Όχι. Μα τόνε ξέρω. / – Πώς είναι; / – Τρεις βολές πιο αψηλός απ’ τον πατέρα μου. Κι έχει ένα μεγάλο-μεγάλο κόκκινο άλογο. Και πίσω τον ακολουθάει πάντοτες ένας τρανός αητός με μια σημαία».

Κι όμως, στο φάκελο «πολιτικών φρονημάτων» του χαρισματικού και αμφιλεγόμενου αντρός, βρίσκουμε μια διαφορετική περιγραφή: «ανάστημα 1,65, αδύνατος, χρώμα σιτόχρουν».

Αλλά και οι φωτογραφίες του κομμουνιστή Αθανάσιου Κλάρα -όπως ήταν το πραγματικό όνομα του Άρη Βελουχιώτη- δεν έχουν καμία σχέση με την κατοπινή εικόνα του «αρχηγού των ατάκτων»: Μάτια μπλαζέ και μελαγχολικά. Θεληματικό πιγούνι ελαφρώς ανασηκωμένο καθώς κοιτάζει ανφάς το φακό. Υποψιάζεσαι ότι κρύβει μέσα του ηδυπάθεια, ναρκισσισμό. Είναι φρεσκοξυρισμένος, με ίσια φαβορίτα και ένα τσαχπίνικο μικρό μουστάκι να στεφανώνει τα σφραγισμένα του χείλη. Ξεσκούφωτος, θυμίζει τον Αρθούρο Ρεμπώ. Με το ψάθινο καπέλο του, δανδή του μεσοπολέμου.

Ο στερεωμένος με καρφίτσα γιακάς του πουκαμίσου πίσω από το στενό κόμπο της γραβάτας του, το ανοιχτόχρωμο σακάκι με το φαρδύ πέτο και τα μυτερά τελειώματα – lapels, αλλά και η ποσέτ -ή μήπως είναι γυαλιά ηλίου, σπάνια την εποχή εκείνη- που ξεπροβάλλει από την τσέπη στο στήθος, προδίδουν την αστική του καταγωγή. Ο μετέπειτα αντάρτης και αρχικαπετάνιος του ΕΛΑΣ, ήταν ένας αποστάτης της τάξης του. Που γεννήθηκε στη Λαμία, μεγάλωσε σε εύπορη οικογένεια με πολλά κτήματα, πατέρα μεγαλοδικηγόρο και μητέρα από οικογένεια συμβολαιογράφων.

Παρόλα αυτά, θα αποβληθεί από το Γυμνάσιο για λόγους διαγωγής. Δεκατεσσάρων ετών θα σταλεί οικότροφος στην Αβερώφειο Μέση Γεωργική Σχολή της Λάρισας. Θα αποφοιτήσει τρία χρόνια αργότερα και -αρνούμενος να αναλάβει τα κτήματα του πατέρα του- θα γίνει δημόσιος υπάλληλος. Ένα χρόνο αργότερα, θα έχει ήδη παραιτηθεί. Κατεβαίνει στην Αθήνα και συνδέεται με τον αρχισυντάκτη του Ριζοσπάστη Τάκη Φίτσιο. Αναλαμβάνει έντονη κομμουνιστική δράση. Το πρώτο του αγωνιστικό όνομα, μάλιστα, είναι «Μιζέριας».

Ακολουθεί μια περίοδος «εστέτ» παρανομίας. Συλλήψεις, βασανιστήρια, φυλακίσεις, αποδράσεις. Αλλά και, όπως έχει αναφέρει ο συγγραφέας και βιογράφος του Διονύσης Χαριτόπουλος στην εκπομπή «Άξιον Εστί» του Βασίλη Βασιλικού, «δεν είναι απλώς ένας ακτιβιστής. […] Ο Άρης διαβάζει και διαβάζει με μανία τα πάντα. Ο Άρης ακούει μουσική, πηγαίνει στην όπερα, ακούει συμφωνική. Δηλαδή, μπορούμε να πούμε, είναι ένας “διανοούμενος επαναστάτης”».

Καλοντυμένος, ανεξαρτήτως στυλ. Αριστερά, ποζάρει σε μπαλκόνι του ξενοδοχείου Grande Bretagne για το φωτογραφικό φακό του Ντμίτρι Κέσσελ λίγους μήνες πριν αυτοκτονήσει. Δεξιά, ως δανδής του μεσοπολέμου, στρέφει το πρόσωπό του σε ¾. Η συγκεκριμένη -άγνωστη μέχρι το 2016- φωτογραφία προέρχεται από το φάκελο των «πολιτικών φρονημάτων» του. Έκανε το γύρο του διαδικτύου μετά τη δημοσίευσή της σε κυριακάτικη εφημερίδα.

Παρά την αφοσίωσή του στο ΚΚΕ, τον Ιούλιο του 1939, υποκύπτοντας σε βασανιστήρια, θα υπογράψει μια «δήλωση μετανοίας». Σύμφωνα με τον Ριζοσπάστη, ο Βελουχιώτης εφάρμοσε σχετική εντολή του Νίκου Ζαχαριάδη ώστε να βγει από τη φυλακή για να συμβάλει στην ανασυγκρότηση του ΚΚΕ. Σύμφωνα, όμως, με άλλες ιστορικές πηγές το Κόμμα θα τον θέσει στο περιθώριο και ο ίδιος θα στραφεί στο αλκοόλ. Με το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, υπηρετεί στο πυροβολικό. Το μέτωπο καταρρέει και η Ελλάδα καταλαμβάνεται από τις Δυνάμεις του Άξονα. Το 1942, πίσω στην «αγκαλιά» του ΚΚΕ, ο Άρης συγκροτεί την πρώτη ένοπλη ομάδα του ΕΛΑΣ στη Ρούμελη. Αργότερα, θα γίνει ηγέτης και «αρχικαπετάνιος» του.

Τότε, τρία μόλις χρόνια πριν την αυτοκτονία του, θα αλλάξει το όνομά του από Αθανάσιος Κλάρας σε Άρης Βελουχιώτης. Άρης από το θεό του πολέμου και Βελουχιώτης από το Βελούχι, το βουνό της Ευρυτανίας. Κατά κάποιους μελετητές, η ρητορική δεινότητα, ο σεβασμός που επιδείκνυε στους χωρικούς και η μόρφωσή του, του προσέδιδαν αίγλη, ασκώντας μαγνητική επιρροή σε όσους συναναστρεφόταν. Με δικές του ενέργειες το τμήμα του γίνεται ο πυρήνας του ΕΛΑΣ στην κεντρική Ελλάδα. Το Νοέμβριο του 1942, θα συμμετάσχει στην ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου, μιας από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις δολιοφθοράς του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Η εξωτερική του εμφάνιση κατά τη διάρκεια του αντάρτικου έχει αλλάξει δραματικά. Όλες οι φωτογραφίες του «Έλληνα Τσε» που έγιναν αντικείμενο λατρείας προέρχονται από αυτήν την περίοδο.

Δεν αποτελεί, όμως, μόνο αντικείμενο θαυμασμού. Μελετητές τονίζουν πως από την αρχή του αντάρτικου μια σειρά από γεγονότα καταδεικνύουν την υπερβολική του σκληρότητα απέναντι σε οποιονδήποτε θεωρούσε «εχθρό του λαού». Σύμφωνα με τον πολύ σοβαρό ιστορικό Μαρκ Μαζάουερ, «ο μορφωμένος Βελουχιώτης ήταν ένας σαδιστικά βίαιος άνθρωπος» και ο ίδιος όπως και οι πιστοί του αντάρτες, οι λεγόμενοι μαυροσκούφηδες, επιδείκνυαν κατά βούληση τρομακτική ωμότητα. Οι συχνοί βασανισμοί, με αποκορύφωμα, ίσως, ένα αναφερόμενο περιστατικό ομαδικών εκτελέσεων κατόπιν συνοπτικού «λαϊκού δικαστηρίου» κατά τη διάρκεια του οποίου ο Βελουχιώτης φέρεται να βρισκόταν σε κατάσταση μέθης, φαίνεται να επιβεβαιώνουν το Βρετανό ιστορικό και συγγραφέα.

Η εξωτερική του εμφάνιση κατά τη διάρκεια του αντάρτικου έχει αλλάξει δραματικά. Όλες οι φωτογραφίες του «Έλληνα Τσε Γκεβάρα» που έγιναν αντικείμενο λατρείας προέρχονται από αυτήν την περίοδο. Τα καλοραμμένα του κουστούμια θα αντικατασταθούν από τα ρούχα του αγώνα. Το πρόσωπό του θα καλυφθεί από μακριά γενειάδα. Το βλέμμα του, όμως, θα παραμείνει αγέρωχο. Ακόμα και όταν το ΚΚΕ, θορυβημένο από τα όσα ακούγονταν για το χαρακτήρα και τη συμπεριφορά του, θα τον μετακινήσει σε άλλο πόστο.

Επιστρέφει στην Αθήνα το 1943 μεταμφιεσμένος σε παπά – βοηθούσε η γενειάδα. Κάποια στιγμή, για να περάσει απαρατήρητος, αναγκάζεται να ξυριστεί και να αφαιρέσει τα δύο του χρυσά δόντια. Λίγους μήνες πριν το τέλος της κατοχής, το Μάιο του 1944, η Κυβέρνηση του Βουνού ΠΕΕΑ (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης) θα του απονείμει το βαθμό του Υποστράτηγου.

Αριστερά κοιτάζει ανφάς το φακό ως άλλος ηδυπαθής Αρθούρος Ρεμπώ. Δεξιά, εντυπωσιάζει με τη κυματιστή κόμη της χωρίστρας του καθώς ποζάρει στο φακό του Ντμίτρι Κέσσελ (Ξενοδοχείο Grande Bretagne, Δεκέμβριος 1944).

Τον Οκτώβριο του 1944 τα γερμανικά στρατεύματα ξεκινούν να αποχωρούν από την Ελλάδα και δύο μήνες αργότερα ξεσπούν στην Αθήνα τα Δεκεμβριανά. Το Κόμμα στέλνει τον Βελουχιώτη με το Στέφανο Σαράφη στην «περιφέρεια», όπου θα διαλύσουν με ευκολία τις δυνάμεις του ΕΔΕΣ στην Ήπειρο. Μετά την ήττα του ΕΛΑΣ, όμως, και την επακόλουθη Συμφωνία της Βάρκιζας (12.2.1945), ακολουθώντας την κομματική γραμμή, ο Άρης υπογράφει τη διαταγή αποστράτευσης και αφοπλισμού των ανδρών του.

Από την περίοδο των Δεκεμβριανών έχουμε και δύο από τις πιο χαρακτηριστικές φωτογραφίες του. Έχουν ληφθεί στο ξενοδοχείο Grande Bretagne από το φωτορεπόρτερ του αμερικανικού περιοδικού Life, Ντμίτρι Κέσσελ. Ποζάρει καμαρωτός, όρθιος, σε ένα μπαλκόνι του ξενοδοχείου, καρφώνοντας με το μπλαζέ του βλέμμα το φακό. Το μαύρο σκουφί του προσδίδει κύρος και η καλοχτενισμένη του γενειάδα -που θα ζήλευε κάθε σύγχρονος χίπστερ- τον κάνει επιβλητικό.

Η στολή του είναι ατσαλάκωτη, οι μπότες του καλογυαλισμένες. Ο κορμός του είναι ζωσμένος χιαστί με μια φυσιγγιοθήκη πλήρη σφαιρών και ένα ξίφος αξιωματικού. Ένα παράσημο στολίζει την τσέπη του πανωφοριού του. Στη δεύτερη από αυτές τις φωτογραφίες το βλέπουμε ξεσκούφωτο, με ένα δερμάτινο γιλέκο να χύνεται πάνω από το πανωφόρι του. Εντυπωσιάζει με τα λαμπερά, κατσαρά του μαλλιά, τα χτενισμένα σε χωρίστρα στο πλάι. Είναι 39 ετών.

Την καλοχτενισμένη γενειάδα του Βελουχιώτη θα ζήλευε κάθε σύγχρονος χίπστερ.

Το Μάρτιο του 1945, συγκροτεί ξανά ένοπλη ομάδα από πιστούς συντρόφους του. Κινείται στην κεντρική Ελλάδα με στόχο, πλέον, τον αγώνα εναντίον των Άγγλων, της εθνικής κυβέρνησης και των παρακρατικών συμμοριών. Στα τέλη του ίδιου μήνα, η κυβέρνηση αρχίζει την καταδίωξή του «ως επικίνδυνου εις την δημοσίαν ασφάλειαν». Η ηγεσία του ΚΚΕ θα τον καταγγείλει -με επίσημη ανακοίνωση του Πολιτικού Γραφείου- ως «τυχοδιωκτικό και ύποπτο στοιχείο». Για την ιστορία, το 2011 θα τον αποκαταστήσει πολιτικά. Το 2018, ακολούθησε και η κομματική του αποκατάσταση.

Είναι απόγευμα και το ημερολόγιο δείχνει 15 Ιουνίου του 1945. Ο Άρης Βελουχιώτης βρίσκεται περικυκλωμένος στη Μεσούντα της Άρτας. Δεν προσπαθεί να διαφύγει ή να παραδοθεί. Κατά την επικρατούσα εκδοχή, αυτοκτονεί δίπλα σε άνδρες του τμήματός του. Στη συνέχεια, ο πιο πιστός του μαυροσκούφης, ο επονομαζόμενος Τζαβέλας (Γιάννης Αγγελέτος) αγκαλιάζει το νεκρό του σώμα και αυτοκτονεί με χειροβομβίδα μέσα στην αγκαλιά του Αρχηγού και -κατά μη εξακριβωμένες φήμες της εποχής- εραστή του.

Την επόμενη ημέρα τα άψυχα σώματά τους αποκεφαλίστηκαν, σε μια αποτρόπαιη πράξη βεβήλωσης νεκρών. Τα κεφάλια τους κρεμάστηκαν σε κεντρικό φανοστάτη της πλατείας Ρήγα Φεραίου στα Τρίκαλα. Το τέλος του μυθιστορηματικού βίου του Άρη Βελουχιώτη έγινε τραγούδι: «Μαράθηκαν τα λούλουδα χάθηκε το φεγγάρι / ένας λεβέντης έσβησε που τον ελέγαν Άρη». Επτά και πλέον δεκαετίες μετά την αυτοχειρία του, μπορούμε πλέον να κοιτάξουμε, απενοχοποιημένα, και το ιδιοσυγκρασιακό του στυλ.

 

Διαβάστε ακόμα: Το στυλ του Ναπολέοντος Λαπαθιώτη (1888-1944).

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top