Αρχικά, το «Continental» ήταν εσωτερική ονομασία/κωδικός για κάθε Bentley που ο ίδιος ο W.O. Bentley δοκίμαζε, για τις απόλυτες επιδόσεις της, στους δρόμους της Ευρώπης. Η πρώτη «επίσημη» Continental ήταν η R-Type Coupé του ‘52. (photo credit Bentley Motors)

H απόκτηση μιας Bentley, για τους βέρους connoisseurs τουλάχιστον, ήταν πάντοτε άρρηκτα συνδεδεμένη με την αγάπη για τα αυτοκίνητα και την αυτοκίνηση, με το πάθος για την ποιότητα και την τελειότητα, με τον ενθουσιασμό για τις αβίαστες επιδόσεις και την τεχνολογία.

Η ιστορία δε έχει δείξει ότι το οικονομικό κριτήριο έρχεται (ερχόταν, μάλλον) δεύτερο, σπάνια συνιστώντας καθοριστικό παράγοντα για τον γνήσιο αγοραστή Bentley. Κάτι που, έχοντας την ανείπωτη τιμή να διευθύνω τη μάρκα στα χρόνια των παχιών αγελάδων, είμαι σε θέση να επιβεβαιώσω.

Από την άλλη, και μιλώντας για οικονομικό κριτήριο, πόσο φιλόπατρις –για να μη χρησιμοποιήσω άλλη λέξη– πρέπει πλέον να αισθάνεται κανείς για να χαρίσει σ’ ένα κράτος-Λερναία Ύδρα, φόρους σχεδόν 100% επί της εργοστασιακής αξίας για να αποκτήσει ένα τέτοιο αυτοκίνητο; Το λέω αυτό γιατί βλέπω πως η καινούρια Bentley Continental GT κοστίζει σήμερα €330.000, όταν η προ φόρων τιμή της είναι €175.000.

Βέβαια, οι ωριμότεροι ανάμεσά μας ίσως θυμούνται ότι φορολογίες ακόμη μεγαλύτερες υπήρξαν και στο παρελθόν. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, αυτοκίνητα όπως μια Porsche 911 Turbo για παράδειγμα, επιβαρύνονταν με φορολογία της τάξης του 400%. Κι όμως, αυτό δεν εμπόδιζε εκείνους, τους λίγους έστω, που μπορούσαν να την αποκτήσουν να την αποκτούν.

Ποτέ πριν στην ιστορία της χώρας δεν έχει παρουσιαστεί προϊόν τόσο τεχνολογικά προηγμένο και, ταυτόχρονα τόσο άσκοπα άκαιρο και καίρια άσκοπο.

Και όταν την έβγαζαν στον δρόμο, εμείς οι hoi polloi, αν δεν τους θαυμάζαμε, απλώς τους ζηλεύαμε, με την καλή έννοια, δεν τους φθονούσαμε. Γιατί η κοινωνία μας ήταν διαφορετική τότε. Δεν είχε ακόμα βγει στην επιφάνεια το «αγκάθι» της κοινωνικής συνοχής.

Σήμερα, ειδικά σήμερα, όποιος κυκλοφορεί με ακριβό αυτοκίνητο θεωρείται εκ προοιμίου απατεώνας, αεριτζής, λαμόγιο. Και δύσκολα θα αλλάξει αυτό, με την οργή που καθημερινά συσσωρεύεται και, κυρίως, με το ταξικό μίσος που συστηματικά εξακολουθούν να καλλιεργούν οι δυνάμεις που βρισκονται στην εξουσία. Φοβάμαι δε πως όσο θα συρρικνώνεται η μεσαία τάξη, τόσο οι «φτωχοί» θα συνεχίσουν να φθονούν τους «πλούσιους». Οι δε νεόπτωχοι, ακόμη περισσότερο.

Ωστόσο, αυτοί που ακόμη και σε δύσκολες καταστάσεις παραμένουν όρθιοι, διαθέτουν κυρίως μια ιδιότητα: διατηρούν την πρωτοβουλία των κινήσεων ακόμη και σε τέτοιες κρίσεις. Διαθέτουν μια αξιοπρέπεια που δεν επηρεάζεται από εξωτερικές συνθήκες και έχουν συχνά την ικανότητα να αντιμετωπίζουν την κρίση σαν ευκαιρία.

Τη νέα Continental GT αποκάλυψαν οι κ. Νίκολας Μπέρναρντ, γενικός διευθυντής της Bentley στην Ελλάδα, και Philipp Noack, γενικός διευθυντής πωλήσεων της Bentley για την Ευρώπη. (photo credit Bentley Athens)

Να λοιπόν σε ποιους απευθυνόταν by design –αν και, μαζί μ’ εκείνους (ξεχώρισα αρκετούς παλιούς, γνώριμους, και κυρίως αξιοπρεπείς, αγοραστές), προσέλκυσε ένα μάλλον ετερώνυμο κοινό– η «φαντασμαγορική εκδήλωση στην οποία έδωσε το παρών σχεδόν όλη η επώνυμη Αθήνα» (sic) και διοργάνωσαν, από κοινού, η Bentley Athens, ο οίκος κοσμημάτων και υψηλής ωρολογοποιίας «Πατσέας» και η Bang & Olufsen.

Σύμπραξη δικαιολογημένη πάντως, μιας και τα bespoke εμπορικά σήματα έχουν σήμερα ακόμη μεγαλύτερη σημασία, για όσους τουλάχιστον μπορούν πραγματικά να εκτιμήσουν την ιστορία και τις αξίες που τα συνοδεύουν. Η κραυγαλέα πολυτέλεια πέθανε επειδή, την εποχή της επίπλαστης, πλαστικής ευμάρειας, κατέληξε πανταχού παρούσα. Η πολυτέλεια που επιβιώνει είναι αυτή που συνδυάζει κορυφαία τεχνολογία με understated τελειότητα και αβίαστη σχεδιαστική απλότητα.

Φράση που μας οδηγεί στη νέα Continental GT. Η οποία, στην τρίτη της γενιά, εξακολουθεί να κινείται από τον γνωστό 6λιτρο κινητήρα W12, που πλέον αποδίδει 635 ίππους και 900 Nm(!) ροπής, συνδυάζεται τώρα με 8άρι αυτόματο κιβώτιο διπλού συμπλέκτη και εξακολουθεί βέβαια να κατασκευάζεται «στο χέρι», στο Crewe της Μ. Βρετανίας.

Στο εσωτερικό, ξεχωρίζει η οθόνη που εμφανίζεται, με την εκκίνηση του κινητήρα, μ’ ένα κομμάτι της ξύλινης επένδυσης, στο πάνω μέρος της κεντρικής κονσόλας, να περιστρέφεται αποκαλύπτοντας την οθόνη. (photo credit Bentley Motors)

Στο εσωτερικό, ξεχωρίζει η οθόνη 12,3” που εμφανίζεται, με την εκκίνηση του κινητήρα, μ’ ένα κομμάτι της ξύλινης επένδυσης, στο πάνω μέρος της κεντρικής κονσόλας, να περιστρέφεται αποκαλύπτοντας την οθόνη. Η τρίτη πλευρά του κομματιού της κονσόλας, μετά από νέα περιστροφή, αποκαλύπτει τρία αναλογικά όργανα.

Τα όργανα ελέγχου, αν και ψηφιακά, εμφανίζονται τρισδιάστατα, ενώ αν το ισχύος 650W και 10 ηχείων στάνταρ ηχοσύστημα δεν… ακούγεται επαρκές, υπάρχει ηχοσύστημα της ως άνω B&O με 1600W και 16 ηχεία, ή άλλο της Naim με 2200W, 18 ηχεία και με τα μπροστινά καθίσματα να παίζουν ρόλο ενεργού μπάσου.

Με την Continental GT να κλείνει κιόλας τα 14, και με τις κατά καιρούς βελτιώσεις να μην αλλάζουν ουσιαστικά το αυτοκίνητο (κάτι που βέβαια καταεικνύει πόσο καλό ήταν εξ αρχής), είναι να αναρωτιέσαι αν ο «Walter Owen» θα φανταζόταν, 90 χρόνια πριν, τη δημοτικότητα (αν αυτή είναι η σωστή λέξη εδώ) της μάρκας που φέρει το επίθετό του.

Γεγονός είναι όμως ότι ποτέ πριν στην ιστορία της χώρας δεν έχει παρουσιαστεί προϊόν τόσο τεχνολογικά προηγμένο και, ταυτόχρονα –στα μάτια τουλάχιστον όσων δεν έχουν αποκτήσει ανοσία στην αγελαία συμπεριφορά που καθορίζει τις αντιδράσεις των πολλών–, τόσο άσκοπα άκαιρο και καίρια άσκοπο.

Kudos λοιπόν στην αντιπροσωπία που, με slogan «Luxury is Back», ουσιαστικά αποφασίζει να επαναλανσάρει τη μάρκα, ελπίζοντας έτσι να σηματοδοτήσει την επιστροφή της πολυτέλειας στην Ελλάδα του σήμερα.

 

Διαβάστε ακόμα: Νέα Alpine A110. Η επιστροφή ενός θρύλου

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top