Η μόδα είναι πάνω απ’ όλα ζήτημα εικόνας. Όταν βλέπω κάποιον να κυκλοφορεί φορώντας παντελόνι καμπάνα, το μυαλό μου πάει αμέσως στο ότι η disco τού λείπει πολύ. Δεν μπορείς να το αποφύγεις: αυτό που βλέπουμε αποκτά νόημα μόνο σε σχέση με όσα ξέρουμε. Όταν λοιπόν κάποιος μιλάει για το καπελάκι «Bob» αυθόρμητα φέρνει στο νου του μια διόλου κολακευτική εικόνα. Την οποία συσχετίζει με τα σανδάλια με καλτσάκι, τις ρακέτες και τον ποδηλατικό γύρο της Γαλλίας. Στοιχεία που πόρρω απέχουν της κομψότητας και του καλού γούστου. Ωστόσο, τώρα που μιλάμε, κάντε στην άκρη τέτοιες διακρίσεις. Περάσαν οι καιροί που το bob ήταν το έμβλημα του βλαχαδερού.
Οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι ακόμα κι η προέλευση της λέξης δεν βοηθάει στη στυλιστική της δυναμική. Καθότι το φόραγαν οι Αμερικανοί στρατιώτες κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο κι όταν ήρθε η απελευθέρωση, εκεί που οι Γάλλοι τους αποκαλούσαν όλους τους «Robert», ξαφνικά απέκτησαν το χαϊδευτικό «Bob». Εντούτοις, στην πραγματικότητα, το καπέλο («Bucket Hat» στα αγγλικά) έλκει την καταγωγή του από τους Ιρλανδούς ψαράδες. Σε προστάτευε από τον ήλιο δίχως να εμποδίζει την όραση, χώρια ότι μπορούσες εύκολα να το χώσεις στην τσέπη. Ένα βουκολικό και πρακτικό αξεσουάρ που υιοθετήθηκε πάραυτα απ’ τους συμμάχους και για τους ίδιους λόγους.
Τα χρόνια πέρασαν και το Bob κατάφερε να γνωρίσει κάποιες περιόδους δημοφιλίας. Ιδίως το ’60 και το ’70, όπου το Bucket Hat ήρθε να αντικαταστήσει τον παναμά ή το pork pie με καθαρά βρετανικό τρόπο και συνήθως σε tweed. Μετά, πέρασε τον Ατλαντικό για να συνοδεύσει τα πρώτα βήματα του hip-hop. Κυρίως σε συγκροτήματα όπως οι Run DMC (με το περίφημο bob Kangol), οι Gangstarr, ακόμα και οι Public Enemy. Το στυλάκι «I’m bob and I’m back» εκρήγνυται.
Ως εκείνη τη στιγμή το καπελάκι, πότε κλασικό και παραδοσιακό, πότε underground, λάχαινε να φοριέται από κάποιο κόσμο, αλλά γνώριζε την περιφρόνηση από τους δημιουργούς μόδας. Γινόταν ανεκτό μόνον επί της κάρας του Τζόνι Ντεπ στο φιλμ Fear and Loathing in Las Vegas, του Pharell Williams και του Justin Bieber.
Παρ’ όλα αυτά, η τάση αντιστρέφεται (λόγω και της τάσης του streetwear) και σιγά-σιγά το bob μετατρέπεται σε αναπόφευκτο στυλιστικό στοιχείο. Για να γίνει αυτό, διάφορες μάρκες που τους ενέπνεε το hip-hop το παρουσίασαν με χρώματα και μοτίβα στα όρια της ψυχεδέλειας. Στην κατεύθυνση αυτή, σημαντικό ρόλο έπαιξε ο ράπερ Schoolboy Q. Και η Rihanna, η οποία ήταν από τις πρώτες που το λάνσαρε στη Νέα Υόρκη σε εκδοχή σικ κλαδεμένης πορτοκαλιάς. Φυσική συνέπεια, πολλές εμβληματικές μάρκες να αποφασίσουν να μιζάρουν στο αντικείμενο, όπως ο Ralph Lauren, ο Kenzo ή ακόμα η Lacoste. Με αποτέλεσμα ένα σωρό bobs να χώνονται πλέον στις ντουλάπες. Στα συν, η προσιτή τους τιμή.
Ωραία όλ’ αυτά, αλλά το bob, εξαιτίας των προκαταλήψεων που κουβαλάει, δεν είναι εύκολο να φορεθεί σωστά. Aς πούμε, αφήστε στην άκρη το μπεζάκι, γιατί θα μοιάζετε με εξερευνητή χαμένο στη σαβάνα. Για την καλοκαιρινή σας κατάνυξη, θα μ’ άρεσε να το συνοδεύετε με σκούρο σορτσάκι, λευκές ελβιέλες κι ένα polo ή ένα κοντομάνικο πουκαμισάκι. Όσο για τα φανελάκια, ξεχάστε τα, όπως και τις μπανάνες.
Σε περίπτωση που έπεσε ψύχρα, μπορείτε χωρίς πρόβλημα να το βάλετε με ένα parka, ακόμα και μ’ ένα blazer, αν διαθέτετε την απαραίτητη αυτοπεποίθηση. Το κλειδί στην όλη υπόθεση είναι να εξοβελίσετε τη «λαϊκή» όψη του καπέλου, επιλέγοντας καλά υφάσματα, κουλά μοτίβα και, κυρίως, συνδυάζοντάς το με ρούχα απρόσμενα. Γιατί το bob δεν ορίζεται τόσο απ’ το στυλ του όσο απ’ τον τρόπο που το φοράτε.
To bob έχει γίνει must. Αν θα το βάλω φέτος στην παραλία; Όχι, γιατί θέλω να μαυρίσει η φαλάκρα μου κιστερκιανού μοναχού.
Διαβάστε ακόμα: Οι εσπαντρίγιες ποτέ δεν ήταν τόσο άνετες