Μονόχρωμο, με εφέ παραλλαγής, με ή χωρίς θυρεούς, σε νάιλον, σε κοτλέ ή σε δέρμα, το bomber είναι πλέον το must have «vintage» τζάκετ που έχει κατακλύσει τα μαγαζιά. Προτού όμως αποκτήσει πρόσβαση στις πασαρέλες και το κόκκινο χαλί, πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια. Αυτό το cult ρούχο μπήκε πρώτα στην κατσαρόλα μαζί με αεροπόρους και skinheads προτού αριβάρει στο Χόλιγουντ ή πέσει στα χέρια των ανθρώπων του hip-hop και ξαναγυαλίσει τα γαλόνια του.
– Έχοντας 70ρίσει πια, κουβαλάει μακρά ιστορία πίσω του, που δεν αρχίζει ούτε με τον Μάικλ Τζάκσον ούτε με τη Ριάνα και την Κιμ Καρντάσιαν. Αρχικά, το bomber φτιάχτηκε για τους Αμερικανούς πιλότους. Το Α-2 πρωτοφορέθηκε το 1931, στο Μεσοπόλεμο. Ήταν σε καφέ χρώμα και διέθετε δύο σκεπαστές μπροστινές τσέπες, γούνινο γιακά, δερμάτινες επωμίδες και ελαστικές μανσέτες και μέση. Στην εσωτερική φόδρα ήταν ραμμένη μια δερμάτινη λωρίδα όπου βρισκόταν η μεταλλική στρατιωτική ταυτότητα
– Τα flying jackets εξελίσσονται μαζί με τ’ αεροπλάνα. Mε την εμφάνιση των τζετ που πετάνε σε μεγαλύτερα ύψη, το δέρμα μουλιάζει από την υγρασία και παγώνει. Έτσι, το bomber B-15 αντικαθιστά τον ογκώδη προκάτοχό του το 1934. Πιο ελαφρύ, βάζει τέλος στην εποχή των δερμάτινων. Γίνεται το πρώτο από μονωτικό συνθετικό υλικό. Οι πιλότοι το λατρεύουν. Mπορούν να πολεμούν με την ησυχία τους. Είναι πιο λεπτό και πρακτικό, αφού τους επιτρέπει να κινούνται με μεγαλύτερη άνεση μέσα στα στενά κόκπιτ. Διαθέτει μια τσέπη «στυλό» στο μπράτσο, διαγώνιες τσέπες με φερμουάρ και μπορείς πάνω του να φιξάρεις τη μάσκα οξυγόνου.
– Ύστερα, το 1949, περνάμε στο MA-1, που κατασκεύασε η Alpha Industries για τη US Air Force. Η καινοτομία του είναι ο πλεκτός γιακάς και η φόδρα του σε φλούο πορτοκαλί χρώμα, ώστε να μπορεί να εντοπιστεί ο πιλότος από μακριά σε περίπτωση κατάρριψης. Έγινε το πιο δημοφιλές μοντέλο από τη στιγμή που ρίχτηκε στην αγορά τη δεκαετία του ‘60, καθώς υιοθετήθηκε από τους νέους εξαιτίας του πολέμου του Βιετνάμ. Θα είναι το καθημερινό μπουφανάκι και τυπικό παράδειγμα του πώς περνάει ένα ρούχο από το στρατιωτικό σύμπαν στο πολιτικό.
Όμως, την ίδια εποχή, κάνουν την εμφάνισή τους στην Αγγλία οι Mods και, στη συνέχεια, οι «αντιφρονούντες» Skinheads, παιδιά της εργατικής τάξης που αντιμάχονται τη μικροαστική νεολαία. Το κίνημα αυτό δημιουργεί μια μόδα που πηγάζει από τα μουσικά του ακούσματα (η ρέγκε), αλλά και μια πραγματική υποκουλτούρα χουλιγκάνων με τις συμμορίες της, τη βία της, τις φιγούρες της, την αισθητική και το χορό της. Φοράνε το bomber Schott με τα φουσκωτά μανίκια, το χακί χρώμα και τους θυρεούς με λυσσασμένα πίτμπουλ μαζί με στενά ξεβαμμένα τζην, αρβύλες Dr. Martens και ξυρισμένο κεφάλι. Και το δαιμονοποιούν ως σύμβολο της αναρχίας.
Ώσπου οι σχεδιαστές ν’ αρχίσουν να αντλούν την έμπνευσή τους από τις κουλτούρες του δρόμου. Έτσι το bomber κάνει τη θριαμβευτική του είσοδο στο Χόλιγουντ το 1980 με τον Στιβ Μακ Κουίν στον Διώκτη (The Hunter) και έξι χρόνια μετά με τον Τομ Κρουζ στο Top Gun. Θα επιβεβαιώσει την επιτυχία του το 2011, όταν προβάλλεται το Drive με τον Ryan Gosling να δαγκώνει μ’ ένα σκορπιό στην πλάτη.
Πρέπει, ωστόσο, να περιμένουμε την έκρηξη του hip-hop και του grunge τη δεκαετία του ’90, ώστε το φαινόμενο bomber να πάρει παγκόσμιες διαστάσεις. Γίνεται το σύμβολο μιας νεολαίας επαναστατημένης, αστικής και στυλάτης. Oι MCs (Masters of Ceremony) το φοράνε με baggies. Στο χώρο της ραπ, οι πρώτοι που το υιοθέτησαν ήταν οι N.W.A., o Rakim, o Ice-T ή o 2Pac. Μαζί, οι σεκιουριτάδες, οι πορτιέρηδες, οι φύλακες στα πάρκινγκ κι ο David Beckham.
Αλλά όχι για πολύ. Από το 2000, περνάει στις πλάτες της Madonna, του Jay-Z, του Drake, του Usher. Μετά: Ο Kanye West έρχεται να το ερμηνεύσει με το δικό του τρόπο. Η Yeezy κυκλοφορεί ένα με τη σημαία των Νοτίων. Το Pyramide Bomber γίνεται αναπόσπαστο κομμάτι των κολεξιόν του Raf Simons. Έκτοτε το βρίσκεις παντού: από τον Givenchy και τον YSL ώς τα H&M και τα Zara.
Tώρα πλέον, το bomber, κατ’ εικόνα του perfecto και του επενδύτη, έχει γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της ανδρικής γκαρνταρόμπας. Κι έχει χειραφετηθεί πλήρως. Η Louis Vuitton το θέλει σε σατέν, ο Dior κοντό και εμπριμέ, κεντητό ο Dries Van Noten, μιλιτέρ ο Kris Van Assche, στην Gucci ιαπωνίζει.
Το θέμα είναι εμείς πώς θα το εξημερώσουμε. Το φοράμε τα Σαββατοκύριακα με ακατέργαστο τζην, ένα Τ-shirt ή ένα polo κι ένα ζευγάρι ντεκοντρακτέ παπούτσια στα πόδια. Κατά προτίμηση σε μαύρο, γκρι ή σκούρο μπλε. Αποφεύγουμε το χακί, πολύ obvious.
Πατημένα τα 40, καλύτερα αντί για το φανταχτερό νάιλον να προτιμήσουμε φυσικά υλικά, για περισσότερη κομψότητα. Κυκλοφορούν ωραιότατα μοντελάκια από βαμβάκι ή μετάξι, πιο ελαφρά, που βρίσκουν άνετα τη θέση τους στην ντουλάπα σας όχι μόνο το φθινόπωρο, αλλά και το καλοκαίρι. Τα συνδυάζουμε με χαλαρό πουκάμισο, chinos και ήσυχα δερμάτινα sneakers.
Όταν ο καιρός είναι άστατος, το δερμάτινο bomber είναι μια καλοδεχούμενη λύση. Το βάζουμε συνήθως με τζην, αλλά κι ένα πιο formal παντελόνι δεν θα του κακοπέσει. Το παπούτσι, όμως, στη συγκεκριμένη περίπτωση ενδείκνυται να είναι από λείο δέρμα. Σε αντίθεση με το σουέντ, κάνει πιο ντεκοντρακτέ.
Τέλος, εκείνοι που θέλουν να προσθέσουν ένα twist στο κοστούμι του γραφείου, να ξέρουν ότι μπορούν κάλλιστα να αντικαταστήσουν μ’ αυτό το συνηθισμένο τους πανωφόρι. Μια ελευθερία στην οποία πολύ αρέσκεται ο Christopher Bailey για την Burberry Prorsum.
Διαβάστε ακόμα: Biker jacket. Πώς να το καλοπιάσω για να μαλακώσει.