Έγινε… δρόμος στα Άνω Πατήσια, αν και σπάνια ασχολούμαστε με την ονοματοδοσία. Κάποιοι άλλοι, ενδέχεται να έχετε περάσει από το μέγαρο στο οποίο έμενε όσο ζούσε στην Αθήνα. Για τους μη γνωρίζοντες βρίσκεται στη Μαυρομιχάλη 6 στα Εξάρχεια. Είναι ένα όνομα που σίγουρα το έχουμε ακούσει, μας κάνει εντύπωση επειδή είναι ξενικό, αλλά, τελικά, αποδεικνύεται πως μέσα του κρύβει βαθιά αγάπη για την Ελλάδα. Εν ολίγοις: ο Ερνέστος Τσίλλερ δεν ήταν απλώς ένας ακόμη φιλέλληνας, αλλά ένας ανανεωτής του αστικού ιστού της Αθήνας.
Η πρώτη επαφή του με τη χώρα μας ήταν σε ηλικία 24 ετών, οπότε και ήρθε για να επιβλέψει την ανέγερση της Ακαδημίας που ήταν σε σχέδια του δανού εργοδότη του Θεόφιλου Χάνσεν. Αμέσως μαγεύτηκε από το αυθεντικό τοπίο της Αθήνας που μόλις άρχισε να αποκτάει πλήρες αστικό χρώμα. Η τότε αστική τάξη τον αγάπησε και έγινε ο αγαπημένος αρχιτέκτονας των σαλονιών.
Ο Τσίλλερ διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον ευεργέτη Σίμωνα Σίνα, τον βασιλιά Γεώργιο Α΄, τον Ερρίκο Σλήμαν, ενώ ταυτόχρονα επέκτεινε τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες (που εντέλει τον οδήγησαν στην οικονομική καταστροφή). Ολοένα και περισσότερο γινόταν «Ελληνας», δίχως να χάνει τις επαφές του με το εξωτερικό.
Το πρωτοποριακό του πνεύμα μάγεψε τους τότε Αθηναίους: ήταν ο πρώτος που έφερε στη χώρα μας τον τεχνητό εξαερισμό και την κεντρική θέρμανση. Με τον αρχιτεκτονικό του οίστρο μετέτρεψε την Αθήνα του 19ου αιώνα από ένα περιφερειακό χωριό σε πόλη της Ευρώπης. Της έδωσε ταυτότητα και ένα αισθητικό αποτύπωμα που ταίριαζε στην πρωτεύουσα του νεότευκτου ελληνικού κράτους.
Ήταν αυτός που αντικατέστησε τα παντζούρια με ρολά στα μαγαζιά της Αθήνας και κόσμησε τα κτίρια του με χυτοσιδηρά κιγκλιδώματα με σχέδια εμπνευσμένα από τη μυθολογία. Επίσης, ήταν ο πρώτος αρχιτέκτονας που αποφάσισε να χρησιμοποιήσει σιδερένια υποστυλώματα στην οικοδομή.
Ο Τσίλλερ έχτισε περί τα 600 κτίρια, ανάμεσα στα οποία η Ακαδημία Αθηνών και η Εθνική Βιβλιοθήκη σε σχέδια Θ. Χάνσεν, το Ιλίου Μέλαθρον, το Εθνικό Θέατρο και αναρίθμητα ακόμη, και η κληρονομιά του απέκτησε το μορφή συμβόλου. Αξιοσημείωτο της ζέσης του ήταν ότι συνέχιζε να χτίζει με τον ίδιο απαράμιλλο τρόπο του ακόμη κι όταν η εποχή του τον είχε ξεπεράσει. Αυτό, όμως, που ήταν ιδιαίτερο σ’ αυτό -και ουσιαστικά δημιούργησε τον μύθο γύρω από το όνομά του- ήταν ότι βρισκόταν σε διαρκή ώσμωση με το λαϊκό αισθητήριο περί κάλλους.
Γεννήθηκε στις 22 Ιουνίου 1837 στο Oberloessnitz της Σαξωνίας. Το 1855 γίνεται δεκτός στην Βασιλική Σχολή της Αρχιτεκτονικής του Πολυτεχνείου της Δρέσδης απ’ όπου αποφοιτά το 1858. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του εργάζεται για ένα διάστημα στη Βιέννη στο γραφείο του Δανού αρχιτέκτονα Θεόφιλου Χάνσεν. Η γνωριμία μαζί του θα καθορίσει την καριέρα του. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1861, ο Τσίλλερ φθάνει στην Αθήνα ως εκπρόσωπος του Χάνσεν και αναλαμβάνει την επίβλεψη της κατασκευής της Ακαδημίας Αθηνών.
Παντρεύεται Ελληνίδα, δημιουργεί οικογένεια και παραμένει στη χώρα μέχρι τον θάνατό του στις 12 Νοεμβρίου του 1923. Στα πρώτα χρόνια της παραμονής του στη χώρα ο Τσίλλερ περιοδεύει την Ελλάδα για να γνωρίσει τους αρχαιολογικούς της θησαυρούς. Μετά την έξωση του Όθωνα (1862) τα έργα στην Ακαδημία διακόπτονται και ο Τσίλλερ θα επιστρέψει για ένα μικρό διάστημα στη Βιέννη.
Δεν θα αντέξει, όμως, πολύ μακριά από την αγαπημένη του Ελλάδα. Το 1868 επανέρχεται στην Ελλάδα και το 1872 διορίζεται καθηγητής στο Σχολείο των Τεχνών, τον πρόδρομο του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Οι παραγγελίες έρχονται η μια μετά την άλλη. Ο Τσίλλερ έχει πια καθιερωθεί. Η εύνοια του βασιλέως και η ανάθεση σ΄ αυτόν της μελέτης των θερινών ανακτόρων στο Τατόι, στους Πεταλιούς και αργότερα του ανακτόρου του Διαδόχου προσελκύει όπως είναι φυσικό πλήθος μεγαλοαστών που του αναθέτουν τα μέγαρά τους ή τις εξοχικές τους επαύλεις.
Παράλληλα σχεδιάζει σειρά δημοσίων και δημοτικών κτιρίων και ναών. Μικρό μόνο τμήμα της επαγγελματικής του δραστηριότητας αποτελούν το Εθνικό (Βασιλικό) Θέατρο της Αθήνας, τα θέατρα της Πάτρας και της Ζακύνθου (κατεδαφισμένο), το Μουσείο της Ολυμπίας, το Χημείο, η Αγορά του Πύργου, ο ναός του Αγίου Λουκά Πατησίων, ο Ναός της Φανερωμένης στο Αίγιο. Αξίζει να σημειωθεί πως ακόμη και σήμερα δεν έχει γίνει ακόμα δυνατή η πλήρης καταλογογράφηση του συνόλου του έργου του.
Το αποτύπωμά του, μια κλασικιστική αίσθηση, θα δώσει ταυτότητα στη φάση του ώριμου αθηναϊκού νεοκλασικισμού για να προχωρήσει προς τον εκλεκτισμό και το ρομαντισμό κυρίως στις ιδιωτικές κατοικίες. Στην αρχιτεκτονική όμως των δημόσιων κτιρίων θα διατηρήσει το ελληνικό πνεύμα του κλασικισμού, ενώ αντίστοιχα στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική θα προσπαθήσει να διαφυλάξει τη βυζαντινή παράδοση.
Ο Τσίλλερ κατάφερε να συνδέσει και να μπολιάσει την Αναγέννηση με την Αρχαιότητα δίνοντας έτσι ένα ιδεολογικό στήριγμα στην τότε ελληνική κοινωνία που επιθυμούσε να διατηρήσει τον ελληνικό ρυθμό, αλλά και να έρθει πιο κοντά στην Ευρώπη. Κάπως έτσι, τα ελληνικά διακοσμητικά στοιχεία συνδυάζονται απόλυτα με την αναγεννησιακή αρχιτεκτονική.
Διαβάστε ακόμα: Ξενοδοχείο Τhe Bold Type – η Μπελ Επόκ επιστρέφει στην Πάτρα.