Ο Jean Dessès γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια, στις 6 Αυγούστου του 1904. Η αγάπη του για τα ρούχα εκδηλώνεται από τα παιδικά του χρόνια.

Το 2001, η Ρενέ Ζελβέγκερ έστρεψε τους προβολείς πάνω της όταν εμφανίστηκε πάνω στο κόκκινο χαλί των Όσκαρ φορώντας βραδινό ένδυμα με μπουστιέ από μεταξωτή μουσελίνα σε χρώμα κίτρινο καναρινί. Το πλήθος αμέσως γοητεύτηκε από το απλό αλλά κομψό ρούχο της Ρενέ και ανυπομονούσε να μάθει ποιος μεγάλος μόδιστρος είχε ντύσει τη σταρ.

Οι δημοσιογράφοι πιάστηκαν αδιάβαστοι όταν η Ζελβέγκερ ομολόγησε πως το φόρεμά της δεν ήταν μια πρόσφατη δημιουργία, αλλά vintage και το είχε σχεδιάσει το 1959 ο Jean Dessès. Αν και ο Γιάννης Ντεσσές είχε αποβιώσει στην Αθήνα μόλις 30 χρόνια πριν από την εμφάνιση της ηθοποιού, στις βδομάδες που ακολούθησαν την τελετή, τα περιοδικά μόδας είχαν φαγωθεί να ψάχνουν το ποιος ήταν.

Σε ηλικία 10 ετών, σχεδιάζει ένα φόρεμα για τη μητέρα του από λευκή οργάντζα κεντημένη με μπεζ δαντέλα, που έδενε στη μέση με μια μουαρέ κορδέλα.

Ο Jean Dessès γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια, στις 6 Αυγούστου του 1904, από επιφανή οικογένεια Ελλήνων εμιγκρέδων, τον Ιωάννη Δημήτρη και τη Βιργινία, το γένος Μπενάκη. Η αγάπη του για τα ρούχα εκδηλώνεται από τα παιδικά του χρόνια. Σε ηλικία 10 ετών, σχεδιάζει ένα φόρεμα για τη μητέρα του από λευκή οργάντζα κεντημένη με μπεζ δαντέλα, που έδενε στη μέση με μια μουαρέ κορδέλα. Ήταν το πρώτο ρούχο υψηλής ραπτικής του Γιάννη.

Σε όλη τη δεκαετία του ’50, ο μικρός το δέμας Ντεσσές ντύνει ένα μακρύ κατάλογο γυναικών του διεθνούς jet set και αστέρων του κινηματογράφου.

Ο ίδιος θυμάται: «Η μητέρα μου περήφανη το φόρεσε σε ένα γκάρντεν-πάρτι με μια μαύρη καπελαδούρα […] Μετά απ’ αυτό, όλα τα νεαρά κορίτσια που γνώριζα μου ζήταγαν να σχεδιάσω τα φουστάνια τους. Πηγαίναμε μαζί στα καταστήματα του Καΐρου, διαλέγαμε φτηνά υφάσματα και μετά τα έραβα. Ήταν πολύ διασκεδαστικό όσο διήρκεσε, ωστόσο οι γονείς μου δεν είχαν ιδέα για το τι θα γινόμουν».

Τον προορίζουν για διπλωμάτη, αλλά ο Ντεσσές περνάει τον περισσότερο χρόνο του σχεδιάζοντας φορέματα.

Τον προορίζουν για διπλωμάτη. Οπότε, το 1920, τον στέλνουν στο Παρίσι να σπουδάσει νομικά. Ο Ντεσσές παρακολουθεί μαθήματα με μισή καρδιά, ενώ περνάει τον περισσότερο χρόνο του σχεδιάζοντας φορέματα. Πέντε χρόνια αργότερα, παρατάει τις σπουδές του, για να αφιερωθεί στην υψηλή ραπτική. Πιάνει δουλειά στο Maison Jane της Rue de la Paix, όπου και θα παραμείνει επί μια δωδεκαετία, προτού ανοίξει το δικό του οίκο το 1937.

Κριτική για την πρώτη του κολεξιόν γίνεται στις σελίδες του περιοδικού L’Officiel. Εκεί ταξινομείται ως ένας από τους πιο ενδιαφέροντες και καινοτόμους σχεδιαστές της υψηλής ραπτικής. Επισημαίνονται ο απόλυτος έλεγχος στο παιχνίδι των χρωμάτων, η φαντασία του στις γούνες, η τελειότητα των κουπ και των φινιρισμάτων, οι ιστορικές του αναφορές.

Το 2001, η Ρενέ Ζελβέγκερ φοράει στην τελετή των Οσκαρ μια δημιουργία του Jean Dessès.

Με την οικονομική στήριξη του ξαδέλφου του Constantin Salvago, ο Ντεσσές παραμένει ενεργός κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Με το πέρας του πολέμου, μεγαλώνει την επιχείρησή του και μεταφέρει το 1948 τον οίκο στον ιδιωτικό πύργο του μηχανικού Gustave Eiffel στον αρ. 15 της rue Rabelais. Απασχολεί 200 υπαλλήλους και ο τζίρος του ανέρχεται στα 275 εκατ. γαλλικά φράγκα.

Εντωμεταξύ, ταξιδεύει πολύ στη Μεσόγειο και μελετάει την κλασική γλυπτική, λεπτομέρειες της οποίας θα περάσει στις δημιουργίες του, ενώ καταπιάνεται και με τη συλλογή έργων τέχνης. Ένα χρόνο μετά, θα βρεθεί για πρώτη φορά στις ΗΠΑ, όπου και θ’ αρχίσει να σχεδιάζει αποκλειστικές σειρές για πλήθος αμερικανικών οίκων του de prêt-à-porter. Φέρνοντας έτσι την παριζιάνικη φινέτσα στη Νέα Υόρκη.

Σε όλη τη δεκαετία του ’50, o Ντεσσές  ντύνει ένα μακρύ κατάλογο γυναικών του διεθνούς jet set και αστέρων του κινηματογράφου. Πελάτισσές του ήταν η Τζάκι, η Φρειδερίκη, η Δούκισσα του Κεντ, η Μαρία Κάλλας, η Μάρλεν Ντήτριχ, η Ρίτα Χέιγουορθ, η Μισέλ Μοργκάν. Αφού μετακομίσει και πάλι, αυτή τη φορά στο 12, Rond Point των Champs Elysées, λανσάρει το 1959 το πρώτο του άρωμα, το Celui. Θα ακολουθήσει ολόκληρη σειρά για άνδρες και γυναίκες, όπως τα Gymkana και Kalispera.

O ίδιος, μικρός το δέμας, ντύνεται κομψά, αλλά απλά, αυστηρά, συντηρητικά. Η στολή στολή εργασίας του είναι κοστούμι-γραβάτα, άντε και το σκέτο λευκό πουκάμισο στο ατελιέ με τις καρφίτσες στο στόμα. Προτιμάει τα δίκουμπα σακάκια, τα φαρδιά πέτα, τα σκούρα υφάσματα, τα Prince-de-Galles, τις μεταξωτές καλοδεμένες γραβάτες. Πού και πού, όταν οι περίσταση το απαιτεί, προσθέτει και μια λιτή pochette στο όλον.

Ήταν η περίοδος της αναγνώρισής του ως μεγάλου παρισινού μόδιστρου και διεθνούς φήμης δημιουργού του prêt-à-porter. Επιστήθιοι φίλοι και βασικοί χρηματοδότες του ο Αριστοτέλης Ωνάσης και ο Ανδρέας Εμπειρίκος. Ρούχα του βρίσκονται στις συλλογές των μουσείων, όπως το Museum at FIT, το Victoria and Albert ή σε ιδιωτικά αρχεία.

Χρησιμοποιώντας την τεχνική του «μουλάζ» σε συνδυασμό με την αισθητική της Αρχαιότητας, τα στυλιστικά χαρακτηριστικά του Ντεσσέ είναι τα περίπλοκα κοψίματα και οι πτυχώσεις των υφασμάτων, με μια προτίμηση στα αέρινα υφάσματα: μουσελίνες, τούλια, σιφόν και μαλακά ζέρσεϊ. Μ’ αυτά ήξερε να φτιάχνει σχήματα που μπορεί να φαίνονταν απλά, αλλά ήταν εξαιρετικά δύσκολο να κοπιαριστούν.

Τα μοντέλα του χαρακτηρίζονται από τα γενναιόδωρα ντεκολτέ και τις ανοιχτές πλάτες, τους τεράστιους γιακάδες και τις φαρδιές μανσέτες, την πληθώρα των κουμπιών, τα μανίκια του κιμονό, τις ασυμμετρίες. Όμως κυρίως, από κομμάτια μετατρέψιμα: το πρωινό ένδυμα γίνεται βραδινό, το πανωφόρι είναι διπλής όψης, το σακάκι βγαίνει, ο γιακάς αποσπάται.

Το 1962 ράβει το νυφικό της πριγκίπισσας Σοφίας, σημερινής Βασιλομήτορος της Ισπανίας.

Οι τουαλέτες του, ντραπαρισμένες με πλισέδες θυμίζουν πέταλα και χρειάζονται 50 και 60 μέτρα μουσελίνα για να γίνουν.

Οι τουαλέτες του, ντραπαρισμένες με πλισέδες θυμίζουν πέταλα και χρειάζονται 50 και 60 μέτρα μουσελίνα για να γίνουν. Και σ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας του, ο Ντεσσές προσπάθησε να εκθρονίσει το μαύρο αντικαθιστώντας το με χρώματα απαλά, ομιχλώδη και απροσδιόριστα σε αποχρώσεις λεπτές και τρυφερές.

Στα μέσα της δεκαετίας του ’60, ο Ντεσσές ανοίγει υποκατάστημα στην Αθήνα σε συνεργασία με τον οίκο γουναρικών Σιστοβάρη. Το 1962 ράβει το νυφικό της πριγκίπισσας Σοφίας, σημερινής Βασιλομήτορος της Ισπανίας, γίνεται ο πρώτος σχεδιαστής των στολών της Ολυμπιακής Αεροπορίας, όπως και ο πρώτος που θα φωτογραφίσει ρούχα του στην Ακρόπολη. Τόσο ο Valentino όσο και ο Guy Laroche μαθήτευσαν δίπλα του, προτού στήσουν τα δικά τους ατελιέ.

Το 1963, ο Dessès γίνεται πρωτοσέλιδο στο διεθνή Τύπο, καθώς αναγγέλλει πως αποσύρεται. Δηλώνοντας πως η «υψηλή ραπτική έχει γεράσει, είναι άρρωστη και τελειωμένη», φεύγει και εγκαθίσταται στην Ελλάδα. Από την μπουτίκ του των Αθηνών, εξακολουθεί να επιβλέπει τη δημιουργία κολεξιόν prêt-à-porter, αφού «αυτές είναι το μέλλον». Η εύθραυστη υγεία του επιδεινώνεται και πεθαίνει στις 2 Αυγούστου του 1970, στην ηλικία των 66 ετών. Δεν άφησε στο πόδι του ούτε κληρονόμους ούτε διαδόχους.

Σύγχρονος του Balenciaga και του Dior, ο Γιάννης Ντεσσές ήταν μεταπολεμικά ένας από τους σπουδαιότερους μόδιστρους.

Τη δεκαετία του ’90, μαζί με το ενδιαφέρον για τη μόδα των ‘50s αναβίωσαν και οι δημιουργίες του. Το 1999, η Ναόμι Κάμπελ, σε δεξίωση των Christie’s, εμφανίστηκε με δικό του φόρεμα και το 2006, η Τζένιφερ Λόπεζ φορούσε τουαλέτα του στην απονομή των Όσκαρ. Ακόμα και σήμερα, τα ρούχα του θεωρούνται από τα πιο «must vintage chic» σύνολα.

Αριστερά: ο Jean Dessès με ένα μοντέλο του. Δεξιά: το νυφικό που έραψε για την πριγκίπισσα Σοφία, σημερινή Βασιλομήτωρ της Ισπανίας.

Σύγχρονος του Balenciaga και του Dior, ο Γιάννης Ντεσσές ήταν μεταπολεμικά ένας από τους σπουδαιότερους μόδιστρους, ωστόσο στο όνομά του δεν γίνεται παρά μια τιμητική αναφορά στα σχετικά βιβλία του 20ου αι. Όπως έχει πει η ιστορικός μόδας Valerie Steele: «Όταν το μυαλό μας πάει στους μεγάλους Παριζιάνους μόδιστρους, ο περισσότερος κόσμος δεν τους ξέρει. Ελάχιστοι πραγματικά γνωρίζουν τον Givenchy πέρα από τα φορέματα της Audrey Hepburn».

 

Διαβάστε ακόμα: Το οικουμενικό στυλ του Θεόδωρου Στεφανίδη (1896-1983)

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top