To 2011, στις Κάννες. Ήρεμος, σοφιστικέ και με άψογο wing-tip γιακά. Φωτογραφία: Ian Gavan (Getty Images).

Ο Κώστας Γαβράς είναι τόσο σημαντικός σκηνοθέτης που θα ήταν ιεροσυλία να ενδιαφερθούμε μόνο για το στυλ του. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να εμπνευστούμε από την ήρεμη δύναμη που εκπέμπει με την παρουσία του. Η επιτυχία του ξεκινά το 1969 -πριν από 50 χρόνια- με το πολιτικό θρίλερ «Ζ» το οποίο βασίστηκε στο ομώνυμο βιβλίο του Βασίλη Βασιλικού. Η απήχηση αυτού του πρώτου φιλμ ήταν τόσο καλλιτεχνική -κέρδισε το Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής του Φεστιβάλ των Καννών- όσο και κοινωνική και πολιτική, φέρνοντας την ανελεύθερη κατάσταση της τότε Ελλάδας στο ευρωπαϊκό καλλιτεχνικό προσκήνιο.

Ακολούθησαν άλλες είκοσι περίπου ταινίες. Κάποιες με μεγαλύτερη και κάποιες με μικρότερη επιτυχία, αλλά όλες τους αξιόλογες. Και ο ίδιος έλαβε κάποιες από τις πιο σπουδαίες διακρίσεις που μπορεί να λάβει ποτέ στη ζωή του ένας σκηνοθέτης: Χρυσός Φοίνικας στο Φεστιβάλ των Καννών, Χρυσή Άρκτος στο Φεστιβάλ του Βερολίνου, BAFTA, Oscar, César και τόσες ακόμη. Με ταινίες όπως η «Ομολογία», ο «Αγνοούμενος» ή το «Αμήν», αλλά και πιο light όπως το «Τσεκούρι».

Το Σεπτέμβριο του 1976 με ανάκατη κόμη ροκ σταρ. Βρίσκεται στο πίσω κάθισμα ενός αυτοκινήτου, έπειτα από δείπνο με τον Robert Redford (αριστερά του) στο γαλλικό ρεστοράν Lapérouse. Φωτογραφία: Michel Giniès.

Πέρα, όμως, από μεγάλος σκηνοθέτης, ο Κώστας Γαβράς είναι ένας χαρισματικός άνθρωπος με ευγενές στυλ, θετική αύρα και μια έμφυτη γοητεία. Γεννημένος στην Αρκαδία πριν από ογδόντα έξι χρόνια, μετακόμισε με την οικογένειά του στην Αθήνα μετά το τέλος του πολέμου. Ο πατέρας του ήταν δημόσιος υπάλληλος που χαρακτηρίστηκε λανθασμένα κομμουνιστής. Βλέπετε, ως φανατικός αντιβασιλικός είχε πολεμήσει στο πλευρό του ΕΑΜ. Μετά το «χαρακτηρισμό» έχασε τη δουλειά του και έκτοτε έκανε διάφορες δουλειές του ποδαριού, μέχρι και το χασάπη. Η μητέρα του, άρχισε να ξενοπλένει σε σπίτια. Κάπως έτσι, μέσα σε μεγάλη φτώχεια, μεγάλωσε ο μετέπειτα Costa Gavras.

Δεκαεννιά χρονών θα φύγει για το Παρίσι. Χωρίς να έχει λεφτά. Είχε ξαναπάει άλλη μία φορά, με το συγκρότημα της Δόρας Στράτου στο οποίο συμμετείχε ως χορευτής. Ξεκίνησε να σπουδάζει Συγκριτική Λογοτεχνία στη Σορβόννη. Τα παράτησε και στράφηκε στον κινηματογράφο. Θα γίνει δεύτερος βοηθός πολλών σκηνοθετών, ανάμεσα στους οποίους και η ελληνικής καταγωγής από την πλευρά του πατέρα της Agnès Varda.

Στις Κάννες, το Μάιο του 2018. Δείχνει τόσο ευγενής μέσα στο -φορεμένο με button-down λευκό πουκάμισο και μαύρο παπγιόν- σμόκιν του όσο κομψή είναι και και η Γαλλίδα πρώην δημοσιογράφος και νυν παραγωγός σύζυγός του Michèle Ray-Gavras. Φωτογραφία: Getty Images.

Σε συνέντευξή του θα αφηγηθεί τη μέρα που κέρδισε τα πρώτα του «πολλά» χρήματα από αυτό το επάγγελμα: «Εκείνη την ημέρα έβρεχε και μπήκα χωρίς να το σκεφθώ σε ένα μαγαζί και αγόρασα μια υπέροχη καμπαρντίνα σαν του Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ. Αυτή, νομίζω, είναι η στιγμή που εκτίμησα τα χρήματα για πρώτη και τελευταία φορά τόσο πολύ» (στο Δημήτρη Θεοδωρόπουλο, ΒΗmagazino, 13.3.2015).

Σε κάποιες φωτογραφίες από το παρελθόν μοιάζει με σταρ του σινεμά και όχι με σκηνοθέτη. Τα ρούχα του και -κυρίως- ο τρόπος που τα φοράει έχουν κάτι από το coolness των γόηδων ηθοποιών του «παλιού» ευρωπαϊκού και αμερικάνικου κινηματογράφου. Είναι ο τρόπος που τυλίγει το κασκόλ γύρω από το λαιμό ή το δένει σε τέλεια «αγχόνη» που κάνει τη διαφορά. Είναι ο γιακάς που φαίνεται όσο πρέπει μέσα από το πουλόβερ που τον κάνει να ξεχωρίζει. Είναι το πώς σετάρει τα ζιβάγκο με τα σακάκια που μας παραδειγματίζει.

Με μια πρώτη ματιά θα περιέγραφε κανείς το στυλ του ως συντηρητικό, μετρημένο ή ακόμη και normcore, με μια δεύτερη θα το χαρακτήριζε ντιστενγκέ.

Το 1969 στις Κάννες με το Γάλλο ηθοποίο Yves Montand που πρωταγωνίστησε στο περίφημο «Ζ». Προσέξτε πως ο καθένας φοράει με τον τελείως δικό του και διαφορετικό τρόπο ένα κοστούμι. Φωτογραφία Flickr/Museum of Cinema.

Ξεχωρίσαμε, όμως, το ευγενές του στυλ και για τα πουκάμισα που φοράει. Με κοντά ή μακριά μανίκια, συχνά γυρισμένα στα τρία τέταρτα. Με εξώραφες λεπτομέρειες. Με ανοιχτά τα πρώτα κουμπάκια στο λαιμό όταν ήταν νεότερος. Συνήθως, μονόχρωμα. Καμία σχέση, δηλαδή, με αυτά με τα εκκεντρικά ντεσέν που έκανε μόδα ο πρώην Υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης στο βιβλίο του οποίου «Adults in the room» βασίζεται η ταινία που γυρίζει αυτή την εποχή.

Ο Κώστας Γαβράς στα βραβεία Césars το 2017. Ανάμεσα στο σακάκι και το ζιβάγκο του, ένα χαρακτηριστικό κόκκινο κασκόλ. Φωτογραφία: Georges Biard.

Μάλιστα, εδώ και μερικές ημέρες μερίδα του Τύπου βάλλει κατά του σκηνοθέτη, μετά την ένταξη της «επίμαχης» ταινίας στο καινούργιο πρόγραμμα του Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης το οποίο προβλέπει επιδότηση δαπανών παραγωγής με στόχο την προσέλκυση ξένων παραγωγών στην Ελλάδα. Κάτι το οποίο προσβάλλει τόσο τον ίδιο όσο και το έργο του.

Επιστροφή, όμως, στο στυλ του ανδρός: Τα τελευταία χρόνια, στις φωτογραφίες του που μπορεί να βρει κανείς στο διαδίκτυο ο Γαβράς φοράει συχνά button-downs με τις μύτες στο γιακά λίγο πιο μακριές από αυτές που έχουν τα πουκάμισα που κυκλοφορούν ευρέως στην αγορά. Και ενώ με μια πρώτη ματιά θα τον περιέγραφε κανείς ως συντηρητικό, μετρημένο ή ακόμη και normcore, με μια δεύτερη θα το χαρακτήριζε ντιστενγκέ. Συχνά, άλλωστε, τα ρούχα του ξεγελούν. Δεν μπορείς να πεις με βεβαιότητα αν έχουν ραφτεί πάνω στο σώμα του, αν έχουν αγοραστεί από κάποιο ακριβό κατάστημα ή από τη basic σειρά μιας αλυσίδας ρούχων του συρμού. Μπορείς να παρατηρήσεις, όμως, σχεδόν πάντα ένα κατιτίς διαφορετικό στις σχεδόν «αρχιτεκτονικές» τους λεπτομέρειες, στις ραφές, στα φερμουάρ.

Αθήνα, Απρίλιος 2019. Στα γυρίσματα της πολυανεμενόμενης ταινίας «Adults in the room» που βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Γιάνη Βαρουφάκη. Η ένταξή της στο πρόγραμμα cash rebate του ΥΨΠΤΕ τον έφερε στην επικαιρότητα για τους λάθος λόγους. Φωτογραφία: George Vitsaras / SOOC.

Για να αποδώσω σωστά το στίγμα του θα πρέπει να καταφύγω στο δοκίμιο του Roland Barthes για το δανδισμό και τη μόδα όπου ορίζει τον ντιστενγκέ ως αυτόν που ξεχωρίζει από τον όχλο με μέσα μέτρια ως προς τις διαστάσεις τους, που όμως το τρόπον τινά ενεργειακό δυναμικό τους είναι τεράστιο. Και αυτός ο μεγάλος Έλληνας κινηματογραφιστής που ζει στο Quartier Latin του Παρισιού, έχει πραγματικά τεράστιο δυναμικό όχι μόνο στο έργο αλλά και στο στυλ του. Signature look του: τα μαλακά σακάκια στυλ Armani με πουκάμισα κουμπωμένα ως το λαιμό, χωρίς γραβάτα.

Η αύρα του εκπέμπει πραότητα, γλυκύτητα και ευγένεια. Δείχνει άνθρωπος μεστός, προσβάσιμος, με πλήρη επίγνωση του εαυτού του και φίνο χιούμορ. Η παρουσία του είναι ένα στυλιστικό statement, όπως και οι ταινίες που τον έκαναν αγαπητό. Παρότι πιστεύει στις αξίες της αριστεράς, δεν θεωρεί τον εαυτό του πολιτικοποιημένο σκηνοθέτη. Για εκείνον, άλλωστε, όλες οι ταινίες ασκούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο πολιτική. Ο αφηγητής στο trailer της τελευταίας του ταινίας που είδαμε στους κινηματογράφους, στο «Κεφάλαιο» του 2012, ανέφερε ότι το μόνο πράγμα που δεν μπορούν να αγοράσουν τα χρήματα είναι… η συνείδηση! Εγώ θα πρόσθετα και το στυλ. Κι ο Κώστας Γαβράς έχει και από τα δύο.

 

Διαβάστε ακόμα: Το αινιγματικό στυλ του Τζον Κασσαβέτη (1929-1989).

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top