Balafas

Το γενναιόδωρο και υπερήφανο χαμόγελο του αντάρτη Μπαλάφα δεν μπορεί να σβήσει καμιά κακουχία, κανένας πόνος. Η εικόνα του ακτινοβολεί πάντα μια αίσθηση εσωτερικού μεγαλείου.

Μόλις πρόσφατα, ανασύρθηκε από το πλούσιο αρχείο του μια φωτογραφία που δοκίμασε τα (εξαρτημένα;) αντανακλαστικά μας απέναντι στο περιεχόμενο της πολιτισμικής μας ταυτότητας. Ήταν, χωρίς αμφιβολία, μια καλλιγραφία: Η εικονοποίηση μιας εξωτικά γιορτινής ατμόσφαιρας της Αθήνας του 1960 παραπέμπει περισσότερο σε μια συναισθηματική αποτύπωση της στιγμής και λιγότερο σε ένα αδιάψευστο ντοκουμέντο. Έτσι κι αλλιώς, ο αυτοδίδακτος Κώστας Μπαλάφας αναγνώριζε, με αφοπλιστική εντιμότητα, την έλλειψη οικειότητας με το έγχρωμο φιλμ ∙ και ήταν, σαφώς, ιδιοσυγκρασιακή η προσήλωση στην ασπρόμαυρη εικόνα για έναν φωτογράφο που διαμόρφωσε την καλλιτεχνική του ταυτότητα μέσα στην καταχνιά του ηπειρώτικου τοπίου, στα μαύρα χρόνια της Κατοχής. Θα ήταν, ωστόσο, άδικο να σκιαγραφήσει κανείς το ύφος του αν αποσιωπήσει τις «φωτεινές» στιγμές τού έργου του, όσο ετεροβαρής κι αν είναι η σχέση ανάμεσα σε αυτές και τις συγκινητικά σκληρές εικόνες των τσακισμένων προσώπων που φωτογράφισε. Το πιο πειστικό επιχείρημα για μια τέτοια προσέγγιση είναι η ίδια η μορφή του: το γενναιόδωρο και υπερήφανο χαμόγελο του αντάρτη Μπαλάφα δεν μπορεί να σβήσει καμιά κακουχία, κανένας πόνος.

Γεννημένος στο ορεινό χωριό της Κυψέλης στην Ήπειρο, χρειάστηκε να βρεθεί στην Αθήνα σε ηλικία έντεκα ετών για να δουλέψει και να επιβιώσει. Αγωνίστηκε να μορφωθεί και να αποκτήσει τεχνικές γνώσεις στη Γαλακτοκομία, ώστε να επιστρέψει πίσω και να προκόψει στην παραγωγή του τόπου του. Μια σειρά από τυχαία γεγονότα, όμως, τον έφεραν μπροστά στη μαγεία της φωτογραφικής τέχνης και ο πόλεμος τον βρήκε με μια μεταχειρισμένη Robot στα χέρια (μια μικρή γερμανική μηχανή 35 mm), αλλά δίχως φιλμ. Όταν, τον Νοέμβριο του 1940, τα ελληνικά στρατεύματα κατέρριψαν ένα από τα πρώτα ιταλικά βομβαρδιστικά, ο Μπαλάφας ήταν στα Γιάννενα, όχι πολύ μακριά από την τοποθεσία όπου έπεσε το αεροπλάνο. Ανάμεσα στα σκορπισμένα συντρίμμια του, οι χωρικοί ανακάλυψαν ένα σφραγισμένο κουτί με πολλά μέτρα αεροπορικού φιλμ. Ο επίδοξος φωτογράφος ενδιαφέρθηκε να το αποκτήσει, αλλά για να το πάρει στα χέρια του χρειάστηκε να θυσιάσει αρκετές οκάδες καλαμποκάλευρο…

Σε αυτό το φιλμ κατέγραψε ορισμένες από τις συγκλονιστικότερες εικόνες της Κατοχής και τις πιστότερες εκφάνσεις της εποποιίας του Αντάρτικου. Το αποκαρδιωτικό είναι ότι πολλές από αυτές τις φωτογραφίες καταστράφηκαν από την υγρασία, γιατί έπρεπε να παραμείνουν κρυμμένες στο ξύλινο ταβάνι ενός σπιτιού μέχρι την Μεταπολίτευση. Για το φοβικό και μισαλλόδοξο μετεμφυλιακό Κράτος, το φιλμ αυτό μπορούσε να στοιχειοθετήσει μια δήθεν αντεθνική δράση!

Το γεγονός αυτό δεν είναι απλώς αντιφατικό, δεδομένου ότι ο Κώστας Μπαλάφας υπήρξε ένας τίμιος πατριώτης. Είναι, πολύ περισσότερο, ενδεικτικό της στρεβλής αντίληψης για την εθνική ιδιοπροσωπία. Ο φωτογράφος καδράρει πρόσωπα εξευγενισμένα και συνάμα πεισμωμένα και μαχητικά σ’ ένα φόντο ομιχλώδες και υπερβατικό. Αλλά αργότερα (σαν να πρόκειται για το «πολιτισμικό νεγκατίφ» της ίδιας φωτογραφίας) αποτυπώνει και το πλήθος των καθημερινών ανθρώπων στο αστικό τοπίο, που συνωστίζονται για να μοιραστούν τη χριστουγεννιάτικη ζεστασιά στη μεγάλη πόλη.

Ο ίδιος υπήρξε ένα πρόσωπο όμοιο με εκείνα που φωτογράφισε, ισόβιος βιοπαλαιστής, γνήσια λαϊκός άνθρωπος. Αλλά η εικόνα του ακτινοβολεί πάντα μια αίσθηση εσωτερικού μεγαλείου. Όπως τότε που κατατάχθηκε στον ΕΛΑΣ και κάποιοι αντάρτες τον αντιμετώπισαν με επιφύλαξη, γιατί ήταν «καλοντυμένος και με καλά άρβυλα».

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top